Σελίδες

23 Αυγ 2011

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: Αξιολόγηση από την «αγορά» σημαίνει τέλος στη μόρφωση


Η βαρβαρότητα της «αγοράς» επιβάλλεται μέσα στους χώρους εκπαίδευσης και οι επιχειρήσεις θα είναι απόλυτος κριτής των εκπαιδευτικών «προϊόντων»
«Θεωρούμε εξαιρετικής σημασίας την ανάγκη εφαρμογής κριτηρίων ποιότητας και συγκεκριμένων πρακτικών παρακολούθησης, ελέγχου και αξιολόγησης της εκπαίδευσης και κατάρτισης, με όρους και διαδικασίες διαφανείς και δημοσίως γνωστές και εργαλεία που θα εξασφαλίζουν τη δυνατότητα σύγκρισης του αποτελέσματος του εκπαιδευτικού έργου, όπου κι αν αυτό παρέχεται: Τόσο από τα ιδρύματα τυπικού εκπαιδευτικού συστήματος (σχολεία, πανεπιστήμια) όσο και από φορείς μη τυπικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, δημόσιους, ιδιωτικούς και κοινωνικούς».
Το απόσπασμα είναι απ' τον πρόλογο της υπουργού Παιδείας, Α. Διαμαντοπούλου, σε κείμενο για το «Εθνικό Πλαισιο για τη Διασφάλιση της Ποιότητας στη Διά Βίου Μάθηση» που παρουσιάστηκε σε ειδική ημερίδα στις αρχές Ιούλη, αλλά αφορά γενικά την αξιολόγηση στην Παιδεία. 

Η λέξη αξιολόγηση στην εκπαίδευση, εδώ και χρόνια, έχει μετατραπεί σε έναν όρο των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το ζήτημα είναι ποιος αξιολογεί και γιατί.
«Δημόσιες» και ιδιωτικές εκπαιδευτικές επιχειρήσεις
Με τις αναδιαρθρώσεις της κυβέρνησης, που αποτελούν συνέχεια των προηγούμενων αναδιαρθρώσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, η απάντηση είναι συγκεκριμένη: Τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ (μαζί με τα κέντρα κατάρτισης που θα έχουν), τα ΙΕΚ («δημόσια» και ιδιωτικά), τα διάφορα κέντρα κατάρτισης, τα κολέγια και γενικότερα η κάθε εκπαιδευτική δομή θα λειτουργεί, θα παράγει, θα κρίνεται σαν επιχείρηση. Σχολεία πολλών κατηγοριών που θα συγκρίνονται μεταξύ τους, πανεπιστήμια πολλών κατηγοριών που θα συγκρίνονται μεταξύ τους αλλά και με τις δομές κατάρτισης και, τελικά, θα αξιολογούνται ανάλογα με το «πόσα φέρνουν» και αν τα εκπαιδευτικά τους προϊόντα (οι απόφοιτοί τους και η έρευνα) είναι αυτά που απαιτεί η αγορά στην κάθε χρονική στιγμή.
Με το νόμο για τη Διά Βίου Μάθηση, που πέρασε η κυβέρνηση το Σεπτέμβρη του 2010, τις βάσεις του σχολείου της «αγοράς» που έβαλε με το νόμο 3848/2010 και το σχέδιο νόμου - πλαισίου για την Ανώτατη Εκπαίδευση, η κυβέρνηση θέλει να γράψει «τέλος» και στις τελευταίες κατακτήσεις στην εκπαίδευση και να κτίσει τη «νέα» αντίληψη για την «Παιδεία», καταργώντας για την πλειοψηφία του λαού ακόμα και τη στοιχειώδη επαφή με την ολόπλευρη μόρφωση και την επιστήμη. Αυτό ζητά, στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, το κεφάλαιο, αυτό πράττουν οι πολιτικοί εκπρόσωποί του. Είναι, άλλωστε, αμέτρητες οι φορές που η υπουργός Παιδείας, Α. Διαμαντοπούλου, έχει υποστηρίξει ότι χρειάζεται «επένδυση» στην εκπαίδευση για να βγει η χώρα απ' την κρίση.
Σε αυτή τη φάση το κεφάλαιο απαιτεί μια μεγάλη μάζα μισομορφωμένους εργαζόμενους, που με μιαν αναλώσιμη κατάρτιση θα κινούν τη μηχανή του συστήματος. Για κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης, για κάθε εκπαιδευτική μονάδα, η οποία πρέπει να θεωρείται επιχείρηση και να «δουλεύει» σαν επιχείρηση, κατασκευάζονται μηχανισμοί αξιολόγησης, με την επίσημη συμμετοχή της «αγοράς».
Η αυτοαξιολόγηση στα σχολεία
Οι αυριανοί εργαζόμενοι πρέπει να ξέρουν από νωρίς ότι οι επιχειρήσεις είναι «σύμμαχοί» τους, ενώ το πνεύμα της επιχειρηματικότητας είναι απαραίτητο να κυριαρχεί στην ίδια τη λειτουργία του σχολείου. Στο νόμο 3848/2010 (που μπήκαν οι βάσεις για το σχολείο της «αγοράς») προωθήθηκε η αυτοαξιολόγηση των σχολείων και αντιμετώπισε την έντονη αντίδραση των εκπαιδευτικών.
Τι σημαίνει «αυτοαξιολόγηση»; Κάθε σχολική μονάδα πρέπει να έχει το δικό της πρόγραμμα δράσης και στο τέλος της χρονιάς να αξιολογείται. Τα κριτήρια και οι δείκτες αφορούν τους πόρους και τα μέσα του κάθε σχολείου, τις εκπαιδευτικές διαδικασίες, τη διοίκηση και την οργάνωσή του κ.ά. Στόχος είναι το «καλλικρατικό» σχολείο της «αγοράς» να μπορεί να βρίσκει πόρους από την «αγορά», η οποία, προφανώς, δε θα δώσει χωρίς να πάρει και θα απαιτήσει άμεση παρέμβαση στο περιεχόμενο της μάθησης.
Η υποχρηματοδότηση (και) στα σχολεία θα αποτελέσει μια, επιπλέον, αφορμή για να εμφανιστούν οι επιχειρήσεις σαν «ευεργέτες» και «σωτήρες» των σχολείων. Το τελικό αποτέλεσμα, βέβαια, θα είναι μια αδιανόητη υποβάθμιση στο, ήδη χαμηλό, επίπεδο σπουδών στα σχολεία, αλλά και η διαμόρφωση σχολείων πολλών ταχυτήτων. Με τα νέα προγράμματα σπουδών θα σπάσει το ενιαίο περιεχόμενο στα σχολεία, ενώ «ανταγωνιστικά» θα είναι τα σχολεία που είτε θα βρίσκονται σε πιο πλούσιους δήμους, είτε θα προσελκύουν περισσότερους επενδυτές. «Αξιόλογο» σχολείο θα είναι το σχολείο με το καλύτερο ...«μπίζνες πλαν».
Πιστοποιητικά επιχειρηματικότητας στην «Ανώτατη Εκπαίδευση»
Ο νόμος - πλαίσιο για την Ανώτατη Εκπαίδευση που προωθεί η κυβέρνηση καταργεί τις λέξεις πανεπιστήμια και ΤΕΙ, μετατρέπει τα ιδρύματα σε κέντρα κατάρτισης και διαλύει ό, τι έχει απομείνει απ' το δημόσιο χαρακτήρα τους. Με τα προγράμματα σπουδών «μενού» (όπως τα έχει ονομάσει η υπουργός), «εξοβελίζουν» την επιστημονική γνώση και τη μετατρέπουν και επίσημα σε ένα σύνολο μαθημάτων, που θα καταλήγει στην απόδοση ενός πιστοποιητικού. Η «αγορά» ζητά ένα «πανεπιστήμιο» με πτυχία πολλών ταχυτήτων (δυνατότητα για τριετή πτυχία, απονομή «τίτλου» για ένα ή δύο χρόνια σπουδών), όπου η πρόσβαση στην επιστήμη θα είναι ένα προνόμιο για λίγους, μέσω «κέντρων» έξω απ' το χώρο που θα βρίσκεται η μάζα των φοιτητών και των σπουδαστών (Κέντρα Αριστείας κ.ά.).
Για να αξιολογηθεί αυτό το μόρφωμα που θα αντικαταστήσει την, ήδη, εμπορευματοποιημένη Ανώτατη Εκπαίδευση, χρειάζονται δείκτες και μηχανισμοί. Τα ιδρύματα, σύμφωνα με το σχέδιο της κυβέρνησης, θα χρηματοδοτούνται και με κριτήρια ανταγωνιστικότητας. Συγκεκριμένα, θα δίνεται ένα μέρος των χρημάτων με βάση ποσοτικούς δείκτες (αριθμός φοιτητών κ.ά.) και ένα δεύτερο μέρος σύμφωνα με δείκτες «ανταγωνιστικότητας», που θα ορίζει το υπουργείο, αλλά και τα ίδια τα ιδρύματα. Στην ουσία, δηλαδή, θα καταρτίζεται ένα «μπίζνες πλαν» σε κάθε ίδρυμα, ανά τετραετία, και ανάλογα με το αποτέλεσμα θα εισπράττουν ή όχι το «μπόνους» από την κυβέρνηση.
Γενικότερα, τα πανεπιστήμια θα λειτουργούν σαν ΑΕ, θα συνεργάζονται με άλλες επιχειρήσεις, θα πρέπει να προσελκύουν επενδυτές, να πουλάνε τα ερευνητικά «προϊόντα» τους κ.ά. Συνεπώς ο μηχανισμός αξιολόγησης της επιχειρηματικότητας των πανεπιστημίων (η ΑΔΙΠ) αναβαθμίζεται, σύμφωνα με το σχέδιο, σε Αρχή Διασφάλισης και πιστοποίησης της ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (μηχανισμός εμπειρογνωμόνων). Αυτό σημαίνει πως τα προγράμματα σπουδών θα πρέπει να πιστοποιούνται, να αναγνωρίζονται, σύμφωνα με διάφορα κριτήρια (ζήτηση απ' την αγορά εργασίας κ.ά.).
Αρα, κάποια προγράμματα, μέσα στα ιδρύματα, μπορεί να μην «κερδίζουν» την πιστοποίηση της ΑΔΙΠ και ή να λειτουργούν χωρίς κανένα τυπικό αντίκρισμα ή να σταματούν ως μη ανταγωνιστικά. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να πεταχτούν μαθήματα και προγράμματα σπουδών, αλλά και ερευνητικές προσπάθειες, που δεν «ταιριάζουν» με τις απαιτήσεις της αγοράς τη συγκεκριμένη στιγμή ή το περιεχόμενό τους δεν κρίνεται θετικό και ευθυγραμμισμένο με το πνεύμα της επιχειρηματικότητας και γενικότερα του συστήματος.Σημειώνουμε, τέλος, πως ο ασφυκτικός έλεγχος για την εφαρμογή των εντολών της «αγοράς» θα υπάρχει σε κάθε ίδρυμα με τη Μονάδα Διασφάλισης της Ποιότητας (ΜΟΔΙΠ) που θα συνεργάζεται με την ΑΔΙΠ.
Η «ποιότητα» της αναλώσιμης κατάρτισης
Στις αρχές Ιούλη, στην ημερίδα για την αξιολόγηση της Διά Βίου Μάθησης, δόθηκε κείμενο με τίτλο «Εθνικό πλαίσιο για τη Διασφάλιση της ποιότητας στη Διά Βίου Μάθηση» (το κείμενο που προλόγισε η υπουργός και παραθέσαμε απόσπασμα στην αρχή), όπου περιγράφονται οι δείκτες, τα κριτήρια και το σχέδιο αξιολόγησης των φορέων Διά Βίου Μάθησης. Υπενθυμίζουμε ότι οι φορείς Διά Βίου Μάθησης είναι κάθε ιδιωτικό μαγαζί εκπαίδευσης (ΙΕΚ, ΚΕΚ, κολέγια, φροντιστήρια κ.ά.) μαζί με τα δημόσια» κέντρα κατάρτισης (ΙΕΚ κ.ά.). Κέντρα Διά Βίου Μάθησης, όμως, σύμφωνα με το σχέδιο νόμου για την Ανώτατη Εκπαίδευση, θα μπορούν να έχουν και τα πανεπιστήμια, τα οποία, μάλιστα, θα έχουν και τη δυνατότητα να επιβάλλουν δίδακτρα.Σημειώνουμε, δε, ότι στο κείμενο που δόθηκε στην ημερίδα αναφέρεται πως «στο Εθνικό Δίκτυο Διά Βίου Μάθησης ανήκουν, επίσης, οι φορείς και δομές του τυπικού εκπαιδευτικού συστήματος κατά το μέρος που παρέχουν υπηρεσίες ή εφαρμόζουν προγράμματα διά βίου μάθησης». Τυπικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι τα πανεπιστήμια, τα ΤΕΙ και τα σχολεία.
Με διάφορα κριτήρια και δείκτες, αλλά και έναν πολύπλοκο μηχανισμό, θα κρίνεται η «ποιότητα» των δομών αυτών. Θα αξιολογείται το «ποσοστό ικανοποίησης των εργαζομένων και των εργοδοτών σε σχέση με τις δεξιότητες και τις ικανότητες που αποκτήθηκαν» και μπορεί να φανταστεί κανείς εύκολα ποια γνώμη θα μετράει... Οι δομές αυτές θα βάζουν και δικούς τους στόχους, που θα αξιολογούνται. Χαρακτηριστικό είναι, δε, πως, όπως είπε η υπουργός στην ημερίδα, «οι κανόνες ποιότητας πρέπει να είναι οι ίδιοι και στο δημόσιο και στο ιδιωτικό σύστημα».
Στο δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, θα γίνει πιλοτική εφαρμογή της αξιολόγησης και αυτο-αξιολόγησης και από τον Απρίλη του 2012 έως τον Ιούνη του ίδιου χρόνου θα κατασκευαστεί μηχανισμός απόδοσης του σήματος «ποιότητας» στους φορείς. Τέλος, σε όλα τα «δημόσια» και ιδιωτικά εκπαιδευτικά μαγαζιά (για μαγαζιά πρόκειται), οι σπουδαστές θα πρέπει να πληρώνουν, αφού, όπως αναφέρεται στο ίδιο κείμενο, «τα δίδακτρα διασφαλίζουν τη μη ζημιογόνα λειτουργία των παρόχων υπηρεσιών διά βίου μάθησης».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου