Το κομμουνιστικό κόμμα, για να είναι το πρωτοπόρο απόσπασμα της εργατικής τάξης, πρέπει να διαμορφώνει και να εφαρμόζει στην πράξη ένα επαναστατικό πολιτικό πρόγραμμα.
Να λειτουργεί και να δρα αναπόσπαστα δεμένο με την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Να μπαίνει πρωτοπόρο στους αγώνες, εξυπηρετώντας με συνέπεια το κύριο σκοπό της πολιτικής πάλης, την επαναστατική κατάκτηση της εξουσίας. Αυτό είναι το κύριο πολιτικό καθήκον του κομμουνιστικού κόμματος, διότι το ζήτημα της εξουσίας, όπως έγραφε ο Λένιν είναι «το κυριότερο ζήτημα κάθε επανάστασης»[1].
Κριτήριο λοιπόν για το χαρακτήρα ενός κόμματος είναι το πρόγραμμά του και η πολιτική του πρακτική. «Για να μπούμε στο νόημά της πάλης των κομμάτων, δεν πρέπει να πιστεύουμε τα λόγια, μα να μελετάμε την πραγματική ιστορία των κομμάτων, να εξετάζουμε όχι τόσο εκείνα που λένε τα κόμματα για τον εαυτό τους, αλλά εκείνο που κάνουν, να εξετάζουμε πώς
ενεργούν κατά τη λύση των διάφορων πολιτικών ζητημάτων που θίγουν τα ζωτικά συμφέροντα των διάφορων τάξεων της κοινωνίας»[2].
Το σπουδαιότερο ζήτημα που καθορίζει το επαναστατικό περιεχόμενο του προγράμματος του κομμουνιστικού κόμματος είναι ο προσδιορισμός του χαρακτήρα της επανάστασης, δηλαδή η απάντηση στο ερώτημα «ποια αντίθεση θα λύσει η επερχόμενη κοινωνική επανάσταση, ποια τάξη θα πάρει την εξουσία». Με βάση αυτήν την εκτίμηση το ΚΚ διαμορφώνει τη γραμμή για τη συγκέντρωση των κοινωνικών δυνάμεών (κινητήριες δυνάμεις) που έχουν αντικειμενικό συμφέρον από την επανάσταση.
Χωρίς την επιστημονική, με βάση τη μαρξιστική-λενινιστική θεωρία, τοποθέτηση του ζητήματος δεν μπορεί το κομμουνιστικό κόμμα να έχει επαναστατική πολιτική, να απαντάει σωστά στα ζητήματα της ταξικής πάλης.