Σε περιόδους σαν τη σημερινή, που η καπιταλιστική κρίση βαθαίνει και οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις οξύνονται με εκρηκτικό τρόπο, αυξάνονται και οι δυσκολίες του αστικού πολιτικού συστήματος να τη διαχειριστεί, ενώ τα αστικά κόμματα πραγματοποιούν ελιγμούς τρικλοποδιάς και τσακίσματος του ταξικού εργατικού - λαϊκού κινήματος που εκδηλώνει τάσεις ανόδου.
Βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη οι εκβιασμοί, η ιδεολογική τρομοκρατία και ο αντικομμουνισμός μαζί με την προσαρμογή της αστικής πολιτικής στα νέα δεδομένα: Οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις, που τις εμφάνιζαν ως εγγύηση σταθερότητας, γίνονται ανεπαρκείς μπροστά στην ανάγκη της συναίνεσης.
Τα περί εθνικής σωτηρίας πάνε κι έρχονται, για να συγκαλύψουν την ταξική ουσία της πολιτικής. Η ομοφωνία των αστικών κομμάτων στη στρατηγική εξόδου από την κρίση σε βάρος των εργαζομένων γίνεται προσπάθεια να σκεπαστεί με αντιπολιτευτικές κορόνες των συγκυβερνώντων, την ίδια ώρα που διαμορφώνονται συγκυβερνήσεις κυβερνώντων και αντιπολιτευομένων.
Το ταξικό κίνημα σωστά επιδιώκει να μεγαλώσουν οι αστικές δυσκολίες και να ανατρέψει την εξουσία των μονοπωλίων.
Το 1932 βρισκόταν στο απόγειό της η μεγάλη οικονομική κρίση, που είχε πλήξει από το 1929 τα βασικά κέντρα του καπιταλιστικού συστήματος.
Η κρίση είχε εκδηλωθεί και στην Ελλάδα με συνέπειες: Κλείσιμο σειράς επιχειρήσεων, μεγάλη αύξηση της ανεργίας, του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου και του ελλείμματος του κρατικού προϋπολογισμού, αύξηση των φόρων, πτώση της αξίας της δραχμής κ.ά.
Τότε άρχισε να εκλείπει η σχετική άμβλυνση των αστικών αντιθέσεων (κυρίως Φιλελευθέρων και Βασιλικών), που ήταν κυρίαρχη από το 1928 οπότε έγινε κυβέρνηση το Κόμμα των Φιλελευθέρων (Ελ. Βενιζέλος).
Τη διαδέχτηκε - και μάλιστα απότομα - η όξυνση που χαρακτήριζε τις σχέσεις των δύο παρατάξεων προηγουμένως και που ορισμένες φορές οδήγησε σε αιματηρές συγκρούσεις, με το λαό εγκλωβισμένο στη μέγγενη των δύο κομμάτων.
Είχαν μεγαλώσει οι δυσκολίες του αστικού πολιτικού συστήματος να διαχειριστεί την κρίση. Μπροστά του ορθώνονταν προβλήματα που αδυνατούσε να ξεπεράσει με τη μέχρι τότε μορφή της λειτουργίας του.
Ενδεικτικά των δυσκολιών ήταν και τα παρακάτω γεγονότα.
Στις 21 Απρίλη 1932 έληγε η τριετής θητεία 48 γερουσιαστών από τους 120, που σήμαινε ότι έπρεπε να γίνουν εκλογές για τους 48 νέους. Ο Βενιζέλος δεν ήθελε να γίνουν οι εκλογές για τη Γερουσία χωριστά από τις βουλευτικές. Φοβόταν ότι ένα σε βάρος του αποτέλεσμα θα επηρέαζε αρνητικά και τις δεύτερες, όταν θα γίνονταν. Επίσης, δε δεχόταν την ταυτόχρονη διεξαγωγή τους, γιατί θα διέκοπτε την κυβερνητική θητεία του πριν τη λήξη της τετραετίας.
Γι' αυτό στις 11 Μάη 1932 συγκάλεσε την Εθνοσυνέλευση και επέβαλε απόφαση με την οποία παρατεινόταν η θητεία των γερουσιαστών μέχρι την κανονική διάλυση της Βουλής.
Από την άλλη ο Βενιζέλος, ενώ το 1928 έφτασε μέχρι πραξικοπήματος για να καταργήσει την απλή αναλογική και για να επαναφέρει το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα, γιατί η αναλογική θα οδηγούσε στην ακυβερνησία και την αναρχία, όπως υποστήριζε, τώρα επανέφερε την αναλογική, λέγοντας ότι θα διευκόλυνε τη συνεργασία των κομμάτων μετεκλογικά και θα επέφερε άμβλυνση της πολιτικής οξύτητας:
«Την αντιπαθώ την αναλογικήν. Αλλά με την αναλογικήν δύναμαι να διαβεβαιώσω τον ελληνικόν λαόν, ότι ουδένα κίνδυνον διατρέχει»1.
Ενώ συζητούνταν στη Βουλή το εκλογικό νομοσχέδιο, ο Βενιζέλος επιτέθηκε στο Λαϊκό Κόμμα του Παναγή Τσαλδάρη, προειδοποιώντας τον να μη χρησιμοποιήσει την αναλογική για να ανακινήσει πολιτειακό ζήτημα. Το θέμα του βασιλιά επανερχόταν στη διαπάλη εν μέσω αβασίλευτης αστικής δημοκρατίας.
Το Μάη του 1932 η κυβέρνηση κήρυξε «χρεοστάσιο».
Ηταν αδύνατη πια η εκπλήρωση των δανειακών υποχρεώσεων του κράτους, αφού μόνο το δημοσιονομικό έτος 1931 - 1932 οι πληρωμές για το εξωτερικό χρέος απορρόφησαν το 43% των εσόδων του προϋπολογισμού.
Στις 14 Μάη ο Αγγλος πρεσβευτής στην Αθήνα προχώρησε σε έντονο διάβημα διαμαρτυρίας, επειδή το ελληνικό κράτος δεν είχε καταβάλει τη δόση της 1ης Μάη. Διάβημα έκαναν λίγες μέρες αργότερα και οι πρεσβευτές της Γαλλίας και της Ιταλίας.
Στις 21 Μάη ο Βενιζέλος ανακοίνωσε στη Βουλή ότι η κυβέρνησή του τελούσε υπό παραίτηση.
Τότε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Αλ. Ζαΐμης, ζήτησε το σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης. Το Λαϊκό Κόμμα αντέδρασε. Στις 26 Μάη ορκίστηκε νέα κυβέρνηση υπό τον Αλ. Παπαναστασίου, χωρίς τη συμμετοχή του Κονδύλη που είχε ζητήσει ο Βενιζέλος.
Την κυβέρνηση Παπαναστασίου ψήφισαν μικρότερα αστικά κόμματα και οι Φιλελεύθεροι, που όμως η ηγεσία τους δήλωσε ότι διατηρεί και το δικαίωμα να αντιπολιτεύεται την κυβέρνηση.
Η μη ανεπιφύλακτη ψήφος εμπιστοσύνης από το Κόμμα των Φιλελευθέρων οδήγησε την κυβέρνηση Παπαναστασίου σε παραίτηση. Ο Βενιζέλος ήθελε να σχηματίσει κυβέρνηση ο στρατηγός Κονδύλης, αν και πίστευε ότι προετοίμαζε στρατιωτική δικτατορία. Αντέδρασε ο στρατηγός Πλαστήρας, που επίσης φιλοδοξούσε να προχωρήσει σε στρατιωτικό πραξικόπημα.
Ετσι, ανασχηματίστηκε η πρώην κυβέρνηση Βενιζέλου και ανέλαβε ξανά την εξουσία, αφού είχε πλειοψηφία στη Βουλή.
Οι εκλογές ορίστηκαν για τις 25 Σεπτέμβρη. Στο μεταξύ, οξυνόταν η σύγκρουση Λαϊκών - Φιλελευθέρων για το πολιτειακό. Ο Τσαλδάρης δήλωσε ότι αν σχημάτιζε κυβέρνηση «δεν επρόκειτο επ' ουδενί λόγω να επιδιώξη πραξικοπηματικήν μεταβολήν του πολιτεύματος»2, ενώ ο Βενιζέλος δήλωνε ότι «ανεγνώριζεν ως νόμιμον και δικαιολογημένην την παρέμβασιν των στρατιωτικών προς υποστήριξιν του πολιτεύματος μόνον μετεκλογικώς»3.
Στις 15 Σεπτέμβρη ο Βενιζέλος υποστήριξε ότι τυχόν διάσπαση των δημοκρατικών ψήφων θα οδηγούσε σε εμφύλιο. Ασκούσε έτσι εκβιασμό στους ψηφοφόρους των μικρών αστικών κομμάτων, με στόχο να ψηφίσουν το κόμμα του. Δήλωνε ακόμα ότι «δεν θα παραδώσει την αρχήν αν δεν δοθούν επαρκείς εγγυήσεις διά το πολίτευμα και ο Τσαλδάρης, αν έχη το θάρρος, ας οπλίσει τον λαόν κατά του στρατεύματος»4.
Ο συσχετισμός που προέκυψε από τις εκλογές οδήγησε τελικά στη συγκρότηση κυβέρνησης των Τσαλδάρη - Κονδύλη - Μεταξά - Χατζηκυριάκου.
Στις 11 Νοέμβρη 1932 η κυβέρνηση Τσαλδάρη παρουσίασε στη Βουλή τις προγραμματικές δηλώσεις της. Οι δηλώσεις ήταν γενικόλογες: Ενίσχυση της εθνικής παραγωγής, καταπολέμηση της ανεργίας και άλλα.
Τα μόνα συγκεκριμένα μέτρα που ανακοίνωσε ήταν η συγχώνευση της Τράπεζας της Ελλάδας και της Εθνικής, η ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων, των ταχυδρομείων και των τηλέγραφων και η αποζημίωση όσων είχαν καταθέσεις σε χρυσό και σε ξένο συνάλλαγμα και ζημιώθηκαν από τη δραχμοποίησή τους.
Στη συνέχεια μίλησε ο Βενιζέλος, αναλύοντας τους λόγους που δεν έγινε δυνατή η συγκρότηση οικουμενικής κυβέρνησης, αν και αυτή «ήτο επιβεβλημένη διά λόγους εθνικούς»5, και πρότεινε στον Τσαλδάρη να δεχτεί οικουμενική.
Ο Τσαλδάρης δεν αποδέχτηκε και το Κόμμα των Φιλελευθέρων του έδωσε ψήφο ανοχής.
Το 1932 κηρύχθηκαν 199 απεργίες, στις οποίες πήραν μέρος 80 χιλιάδες εργάτες6. Το πρώτο εξάμηνο κινητοποιήθηκαν και οι αγρότες της Θήβας, της Εδεσσας, του Καζακλάρ και άλλων περιοχών. Απέργησαν οι τροχιοδρομικοί, οι καπνεργάτες, οι οικοδόμοι, οι εργαζόμενοι στον επισιτισμό και οι δημόσιοι υπάλληλοι. Εγιναν και κινητοποιήσεις ανέργων.
Ανάλογες κινητοποιήσεις πραγματοποιήθηκαν και το δεύτερο εξάμηνο.
Στις περισσότερες οι κυβερνήσεις Βενιζέλου και Τσαλδάρη απάντησαν με τουφεκισμούς, τραυματισμούς και συλλήψεις, ενώ οι καταδίκες με το βενιζελικό «Ιδιώνυμο» συνεχίζονταν, στο Καλπάκι βασανίζονταν οι κομμουνιστές στρατιώτες και ο αντικομμουνισμός οργίαζε.
Σε 750 υπολογίζονταν οι κομμουνιστές κρατούμενοι.
Στις 31 Αυγούστου 1931 έκλεισε ο «Ριζοσπάστης» με δικαστική απόφαση.
Στις 3 Δεκέμβρη 1932 δημοσιεύτηκε στο «Νέο Ριζοσπάστη» η απόφαση της 5ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ. Ηταν η δεύτερη Ολομέλεια που συνήλθε έχοντας η ΚΕ γραμματέα τον Νίκο Ζαχαριάδη. Η 4η είχε πραγματοποιηθεί το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Δεκέμβρη 1931.
Στην απόφασή της η 4η Ολομέλεια υπογράμμιζε για την ιδεολογική πάλη του ΚΚΕ:
«...ενάντια στην τροτσκιστική θεωρία κατά την οποία η Ελλάς είναι αποικία, ενάντια στη θεωρία για την "οργανική" ανάπτυξη του μεταπολεμικού ελληνικού καπιταλισμού, ενάντια στη θεωρία ότι η κρίση στην Ελλάδα δεν είνε αποτέλεσμα των αντιθέσεων του ελληνικού καπιταλισμού, αλλά μόνο η αντανάκλαση της διεθνούς κρίσης, ενάντια στην άρνηση ιμπεριαλιστικών τάσεων του ελληνικού καπιταλισμού...»7.
Η 5η Ολομέλεια κινήθηκε με βάση τη στρατηγική της 3ης (1930) και της 4ης. Κατέληγε:
«Μα οσοδήποτε τραγική κι αν είνε η θέση της, η εξουσία της κυρίαρχης τάξης δεν θα πέσει αυτόματα. Μόνο η επαναστατική πάλη του προλεταριάτου και των άλλων εργαζομένων μαζών με επικεφαλής το ΚΚΕ θα ανακόψει την επίθεση του κεφαλαίου, (...) θα γκρεμίσει τη διχτατορία των εκμεταλλευτών και διά μέσου του ελληνικού Κόκκινου Οχτώβρη θα στήσει ψηλά τη σημαία της Σοβιετικής - Σοσιαλιστικής Ελλάδας»8.
Παραπομπές
1. Γρηγορίου Δαφνή, Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων, 1923 - 1940, τ. Β', σελ. 134, εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ, Αθήνα, 1997.
2. ό.π., σελ. 147.
3. ό.π., σελ. 147.
4. ό.π., σελ. 151.
5. ό.π., σελ. 164.
6. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, Α' τόμος 1918 - 1949, σελ. 239, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1995.
7. Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα, τόμος 3ος, σελ. 321 - 322, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1975, σελ. 321- 322.
8. ό.π., σελ. 470.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου