Σε μια ιδιόμορφη αναμέτρηση με το χρόνο αλλά και με το νόημα των λέξεων είχαν εισέλθει, ήδη, από το επόμενο λεπτό της υιοθέτησης της τελευταίας απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, τόσο όσοι την υποστήριξαν, όσο και όσοι προτίμησαν την αποχή, αλλά και εκείνοι στους οποίους αναφέρεται, δηλαδή η λιβυκή ηγεσία. Λίγο λιγότερο από ένα 24ωρο μετά την υιοθέτηση του ψηφίσματος 1973, όλοι οι γνωστοί όψιμοι «ανησυχούντες» ανθρωπιστές, οι ίδιοι που είχαν σειρά επικερδών συμφωνιών με το καθεστώς Καντάφι και ουδόλως προβληματίζονταν για τα δικαιώματα του λιβυκού λαού, τα οποία σήμερα επικαλούνται, μέχρι πριν κάποιες μέρες είχαν επιδοθεί σε απειλές για άμεση ανάληψη δράσης «εφόσον δεν εφαρμοστεί η απόφαση». Δεν μπορούσαν, όμως, να κρύψουν τις διαφωνίες, τους διαγκωνισμούς και κυρίως τις ανησυχίες τους για τις συνέπειες της οποιασδήποτε κίνησής τους στα συμφέροντά τους.
Θεωρητικώς, το ψήφισμα προβλέπει «τη λήψη όλων των απαραίτητων μέτρων για την εφαρμογή πλήρους κατάπαυσης του πυρός στη Λιβύη και για διασφάλιση δρόμων παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας». Στα «απαραίτητα αυτά μέτρα» ονομαστικά αναφέρεται μόνο η επιβολή ζώνης απαγόρευσης πτήσεων, χωρίς, όμως, και ν' αποκλείεται ρητώς κάτι άλλο. Και μόνο με αυτόν το διφορούμενο τρόπο θα μπορούσε να διατυπώνεται η συγκεκριμένη απόφαση, προκειμένου να διασφαλιστεί η ανοχή των δύο χωρών μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας που έχουν δικαίωμα βέτο, της Ρωσίας και της Κίνας, αλλά και των τριών μη μονίμων μελών του Συμβουλίου, των Γερμανίας, Ινδίας, Βραζιλίας, έτσι ώστε να μην υπάρξει καμία αρνητική ψήφος.
Μια τέτοια διατύπωση, όπως συνήθως συμβαίνει στην ιμπεριαλιστική διπλωματία, αφήνει ελεύθερο το πεδίο για ερμηνείες και διαπραγματεύσεις επ' αόριστον, εφόσον χρειαστεί, τόσο για το τι μπορεί να συμπεριληφθεί στα «απαραίτητα μέτρα», αλλά και στο πώς θα οριστεί «η κατάπαυση του πυρός», προκειμένου ν' αποφασιστεί το πότε η λιβυκή ηγεσία καταπατά την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας. Ετσι είναι «καλυμμένοι» και όσοι θέλουν να δείξουν ότι διαφωνούν και όσοι θέλουν να δείξουν ότι συμφωνούν με μια σειρά στρατιωτικά μέτρα, χωρίς, απαραίτητα, να υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ των δύο αυτών απόψεων.
Διαγκωνισμοί και ανησυχίες
Η σιβυλλική αυτή διατύπωση αναμενόταν να φανεί χρήσιμη και σε όσους δήλωναν αποφασισμένοι «να σώσουν το λιβυκό λαό», μεταξύ των οποίων η ΕΕ και το ΝΑΤΟ, που εξέφρασαν τη συμφωνία τους με την απόφαση και την ετοιμότητά τους για αντίδραση και.. μέχρι εκεί. Και αυτό γιατί κυρίαρχη ήταν η εντύπωση ότι αν και όλοι μιλούσαν για αποφασιστικότητα, κανείς δεν φαινόταν διατεθειμένος να «σηκώσει το βάρος» μόνος του, δηλαδή να τεθεί στο στόχαστρο της οργής της αραβικής κοινής γνώμης, η οποία, ασχέτως της όποιας άποψης έχει για το καθεστώς Καντάφι, μετά την εμπειρία του Ιράκ, του Αφγανιστάν, του αδιεξόδου στο Παλαιστινιακό και της υποστήριξης δυναστικών καθεστώτων, δε βλέπει με καθόλου καλό μάτι καμία απολύτως πρωτοβουλία ή κίνηση εκ μέρους των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Γι' αυτό άλλωστε και οι αλλεπάλληλες υπενθυμίσεις της «απόφασης του Αραβικού Συνδέσμου που ζήτησε ψήφισμα του ΟΗΕ για το λιβυκό λαό».
Ετσι, ο Βρετανός πρωθυπουργός μιλούσε για ετοιμότητα των βρετανικών μαχητικών στις βρετανικές βάσεις και για μετακίνηση φρεγατών, με τις χώρες που φιλοξενούν τις βάσεις να δηλώνουν άγνοια και το Κοινοβούλιο να μην του έχει δώσει την απαραίτητη έγκριση μετακινήσεων στρατευμάτων. Ο Αμερικανός πρόεδρος, σε ένα, βαρύγδουπου ύφους, διάγγελμα επανέλαβε σχεδόν το περιεχόμενο του ψηφίσματος του ΟΗΕ, χαρακτηρίζοντας «μη διαπραγματεύσιμο» το αίτημα της κατάπαυσης του πυρός και του σεβασμού των αμάχων, αποφεύγοντας, όμως, επισταμένα να συγκεκριμενοποιήσει τον τρόπο συμμετοχής των ΗΠΑ, αρκούμενος σε διαβεβαιώσεις περί συνεργασίας με τους Ευρωπαίους και Αραβες συμμάχους κλπ.
Ολων αυτών ακολούθησε κοινή ανακοίνωση των Γαλλίας, Βρετανίας και ΗΠΑ, όπου αναλύουν, για άλλη μια φορά, το περιεχόμενο της απόφασης ζητώντας κατάπαυση πυρός, ανθρωπιστικούς διαδρόμους, απόσυρση των δυνάμεων του Καντάφι από τις πόλεις Ατζνταμπίγια, Μιζράτα, αλ Ζαουίγια (όπου φέρονταν να γίνονται μάχες) και τερματισμό της προέλασης προς τη Βεγγάζη (αίτημα που διατύπωσε και ο Ομπάμα) και απαιτούσαν άμεσα αποκατάσταση της υδροδότησης και της ηλεκτροδότησης και άλλων υποδομών στις πολιορκούμενες πόλεις. Ολες αυτές οι αλλεπάλληλες δηλώσεις περισσότερες αμφιβολίες δημιουργούν για το τι μέλλει γενέσθαι, ακριβώς, παρά αποσαφήνισαν την κατάσταση.
Σε τεντωμένο σχοινί οι Αραβες
Σε εξίσου λεπτές ισορροπίες με τους ιμπεριαλιστές συμμάχους τους φαίνεται ότι βαδίζουν και οι αραβικές ηγεσίες, που εξέφρασαν ανοιχτά «ετοιμότητα» ακόμη και για συμμετοχή στην οποιαδήποτε πρωτοβουλία. Με μανδύα την απόφαση ενός αποδεκατισμένου Αραβικού Συνδέσμου (καθώς κάποιες χώρες μέλη του, όπως οι Αίγυπτος και Τυνησία βρίσκονται σε μεταβατική φάση, ενώ άλλες έχουν τους δικούς τους πονοκεφάλους, π.χ. Υεμένη, Μαρόκο) με την οποία ζητά υιοθέτηση ψηφίσματος για την προστασία του λιβυκού λαού από το Συμβούλιο Ασφαλείας, αλλά αποκλείει την «επέμβαση ξένων δυνάμεων», οι ηγεσίες Σ. Αραβίας, Κατάρ, Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και Ιορδανίας (σε πρώτη φάση τουλάχιστον) φέρονται να δηλώνουν «παρών».
Τα κίνητρά τους, σαφώς, ελάχιστα σχετίζονται με τον ίδιο το λιβυκό λαό. Οι συγκεκριμένες ηγεσίες θέλουν, καταρχάς, να χρησιμοποιήσουν τη στάση τους αυτή ως άλλοθι «υποστήριξης δίκαιων λαϊκών αιτημάτων απέναντι σε άδικες αραβικές ηγεσίες» για εσωτερική κατανάλωση, προκειμένου να ρίξουν στάχτη στα μάτια των δικών τους λαών. Κατά δεύτερον, θέλουν να εξυπηρετήσουν τους ιμπεριαλιστές συμμάχους τους, για να διατηρήσουν το «δούναι και λαβείν» που τόσα χρόνια θρέφει τους μεν και τους δε. Κατά τρίτον, θέλουν να δοθεί οριστικό τέλος σε γεγονότα και εικόνες, που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως παράδειγμα και να αξιοποιηθούν εναντίον της δικής τους εξουσίας. Και τέταρτον, θέλουν να εμπεδώσουν την κυριαρχία τους στον αραβικό κόσμο, τη σουνιτική κυριαρχία τους, απέναντι σε ένα ολοένα ισχυρότερο σιιτικό Ιράν, που διεκδικεί με διαρκώς πιο απειλητικούς τρόπους «ζωτικό χώρο» και έχει καταφέρει, εκμεταλλευόμενο ρεαλιστικά προβλήματα και διακρίσεις στο Μπαχρέιν, να «ανάψει φωτιά» στην πόρτα της μεγαλύτερης ανταγωνίστριας μουσουλμανικής περιφερειακής δύναμης, της Σ. Αραβίας. Για όλους αυτούς τους λόγους, αυτή η «συμμαχία των προθύμων» θα έχει και αραβική συμμετοχή, της οποίας, όμως, το εύρος, τα όρια και η έκφραση δεν έχουν διευκρινιστεί.
Η γαλλική «προθυμία»
Μέσα σε όλο αυτόν τον κυκεώνα ιμπεριαλιστικών και περιφερειακών κινήτρων, φιλοδοξιών, στόχων και αγωνιών, αναμφιβόλως χρειάζεται μια ξεχωριστή αναφορά στο γαλλικό ιμπεριαλισμό. Η γαλλική ηγεσία ήταν η πρώτη που αναγνώρισε ως μοναδικό νόμιμο εκπρόσωπο τις αντικαθεστωτικές δυνάμεις, δημιουργώντας τετελεσμένα και προκαλώντας δυσφορία στην ισχυρή ευρωπαϊκή σύμμαχό της, Γερμανία.
Το Παρίσι, μαζί με το Λονδίνο, επιδόθηκε σε διπλωματικό μαραθώνιο και άσκησε ασφυκτικές πιέσεις για να φτάσουν τα πράγματα σε μια απόφαση που αφήνει περιθώρια στρατιωτικής δράσης. Αν και οι ενθουσιώδεις αναφορές τουυπουργού Εξωτερικών, Ζιπέ, ακόμη και περί μονομερών γαλλικών πληγμάτων κατά της Λιβύης, δεν είναι διόλου βέβαιο ότι θα υλοποιηθούν, το σίγουρο είναι ότι η γαλλική διπλωματία μέσα από το δράμα το λιβυκού λαού επιχειρεί μια δυναμική επαναφορά σε μια περιοχή που κάποτε κατείχε υπό την απόλυτη επιρροή της, αλλά από όπου τα τελευταία χρόνια εξοστρακιζόταν ολοένα περισσότερο -- βιώνοντας ένα από τα πιο ντροπιαστικά κεφάλαια της γαλλικής διπλωματίας, μόλις πριν από μερικές εβδομάδες, με τις τελευταίες εξελίξεις στην Τυνησία.
Η προεδρία Σαρκοζί, της οποίας οι επιδόσεις στην εξωτερική πολιτική και την προώθηση του γαλλικού ιμπεριαλισμού κρίνονταν, μόλις πριν από μέρες, οικτρά απογοητευτικές εντός Γαλλίας, εμφανίζεται αποφασισμένη να «παίξει τα τελευταία της χαρτιά» προκειμένου να αποκτήσει νέα γερά ερείσματα στη Βόρεια Αφρική. Κι αν αυτά διασφαλιστούν με προνομιακές ενεργειακές συμφωνίες με ένα νέο καθεστώς στην Τρίπολη, ακόμη καλύτερα. Πόσο μάλλον, πουαναβαθμίζουν το ρόλο του γαλλικού ιμπεριαλισμού και το κύρος των λόγων του και εντός των κόλπων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπου το Παρίσι επίσης είχε υποχρεωθεί σε υποχώρηση απέναντι στις γερμανικές πιέσεις, όσον αφορά στην Ενωση για τη Μεσόγειο. Οσο, δε, το Βερολίνο εμφανίζεται «διστακτικό», το Παρίσι μπορεί να καλλιεργεί εντυπώσεις και να ενισχύει την εικόνα και τις δυνατότητες του γαλλικού κεφαλαίου, εντός και εκτός ΕΕ.
Αυτό το «κουβάρι» προθέσεων, στόχων και συμφερόντων (των μονοπωλίων της κάθε χώρας) αναμενόταν να αποτυπωθεί και στη χτεσινή συνάντηση του Παρισιού, πολύ περισσότερο, που η λιβυκή ηγεσία, ήδη από τις πρώτες ώρες, προχώρησε σε ένα σημαντικό ελιγμό ανακοινώνοντας «κατάπαυση του πυρός».
- Σε μια τελευταία εξέλιξη την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, άρματα μάχης από δυνάμεις του λιβυκού στρατού, που υποστηρίζουν τον Μουαμάρ Καντάφι, φέρεται να μπήκαν χτες το πρωί στο δυτικό τομέα της πόλης - προπύργιο των αντικαθεστωτικών δυνάμεων στη Βεγγάζη, σε μια προσπάθεια να προλάβουν εξελίξεις - ενόψει και της σοβαρής απειλής για ξένη στρατιωτική επέμβαση. Αυτόπτες μάρτυρες ανέφεραν ανταλλαγές σφοδρών πυρών και την κατάρριψη ενός μαχητικού αεροσκάφους τύπου τζετ στην πόλη από πυρά πυροβολικού των αντικαθεστωτικών δυνάμεων. Λίγες ώρες μετά, αναφέρθηκε τουλάχιστον μια έκρηξη κοντά στο στρατηγείο των αντικαθεστωτικών δυνάμεων, που είχαν στήσει οδοφράγματα για να εμποδίσουν τα άρματα μάχης να πλησιάσουν στο στρατηγείο του Λιβυκού Εθνικού Συμβουλίου. Πάντως, ο Λίβυος κυβερνητικός εκπρόσωπος Μούσα Ιμπραχίμ αρνήθηκε την πραγματοποίηση επίθεσης στη Βεγγάζη, υποστηρίζοντας ότι η παύση πυρός τηρείται κανονικά και ότι, αντίθετα, οι αντικαθεστωτικές δυνάμεις επιτίθενται σε πόλεις και χωριά για να προκαλέσουν έξωθεν στρατιωτική επέμβαση...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου