Σελίδες

12 Ιουν 2011

Δημοκρατία για ποια τάξη;



Η συζήτηση που αναπτύσσεται με τη συμμετοχή επιφανών εκπροσώπων της αστικής τάξης για το πολιτικό σύστημα, για τη λειτουργία της αστικής δημοκρατίας στην Ελλάδα δεν μπορεί να ιδωθεί αποκομμένη από την καπιταλιστική οικονομική κρίση. 
Είναι σημαντικό να κατανοηθεί ότι η ανάγκη αναδιάταξης του πολιτικού σκηνικού, της θεσμικής θωράκισης - εξασφάλισης της σταθερότητας του αστικού κράτους, εντείνεται ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης.
Σε συνθήκες καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, η σταθερότητα του αστικού πολιτικού συστήματος αντιμετωπίζει προβλήματα τόσο εξαιτίας της μαζικής λαϊκής δυσαρέσκειας, όσο και λόγω της όξυνσης των αντιθέσεων ανάμεσα σε τμήματα του κεφαλαίου στην Ελλάδα αλλά και μέσα στην ΕΕ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μερίδα της αστικής τάξης προβάλλει σήμερα την άποψη για ανάγκη άλλου μείγματος της αστικής πολιτικής διαχείρισης της κρίσης.
Το ποιο μείγμα διαχείρισης επιλέγεται σε κάθε φάση καθορίζεται από αντικειμενικές ανάγκες της καπιταλιστικής οικονομίας και όχι από την ικανότητα διαχείρισης κάθε πολιτικής δύναμης.
Η κάθε φορά, όμως, αστική διαχείριση έρχεται αντιμέτωπη με αντιφάσεις που πηγάζουν από την ίδια τη λειτουργία του καπιταλισμού και δεν μπορούν να ξεπεραστούν από αυτήν. Με το ένα ή το άλλο μείγμα, η έξοδος από την κρίση στο έδαφος των καπιταλιστικών σχέσεων θα σημάνει απαξίωση κεφαλαίου και εργατικής δύναμης με μακρόχρονες επιπτώσεις στη ζωή της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Τα παραπάνω δε γίνονται εύκολα κατανοητά, όπως επίσης δε χωράει εύκολα στο μυαλό γιατί είναι αναπόφευκτη η μαζική καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων στην περίοδο της κρίσης, όταν, μάλιστα, έχει προηγηθεί περίοδος καπιταλιστικής ανόδου και υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου. Ετσι δημιουργείται και αντικειμενικά το έδαφος, ώστε αυθόρμητα οι αιτίες της κρίσης και της αντιλαϊκής επίθεσης που τη συνοδεύει να αναζητούνται όχι στην ίδια τη φύση της καπιταλιστικής παραγωγής, αλλά σε λανθασμένες πολιτικές επιλογές, σε «προδότες», σε «λαμόγια», σε «κλέφτες», σε «ανίκανους» πολιτικούς κ.λπ. Ετσι αποδίδονται ευθύνες στους αστούς πολιτικούς και όχι στην οικονομία που υπηρετούν, δηλαδή στις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, στο πολιτικό προσωπικό των μονοπωλίων και όχι στα ίδια τα μονοπώλια.
Η παραπάνω αντίληψη δεν αναπτύσσεται τόσο αυθόρμητα όσο φαίνεται, τόσο τα αστικά ΜΜΕ και πολλοί αστοί αναλυτές όσο και τμήματα αστικών πολιτικών δυνάμεων την προπαγανδίζουν. Χρειάζεται επίσης να υπενθυμίσουμε ότι πριν ακόμα από την εκδήλωση της κρίσης, φυσικοί εκπρόσωποι των μονοπωλίων (π.χ. ο πρόεδρος του ΣΕΒ) κατηγορούσαν ως ανίκανο το πολιτικό σύστημα, γιατί υποτίθεται ότι δεν προωθούσε με τους απαραίτητους ρυθμούς τις αναγκαίες για το κεφάλαιο μεταρρυθμίσεις (οι βασικότερες από τις οποίες υλοποιούνται σήμερα μέσω του μνημονίου), εξασφαλίζοντας τη μέγιστη κοινωνική συναίνεση.
Με την εκδήλωση της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, ενισχύθηκαν τα σενάρια για αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος με σκοπό την αντιμετώπιση των «παθογενειών» του. Ως παθογένειες θεωρούνται ή ονομάζονται: Ο ρόλος και η λειτουργία των κομμάτων, η σχέση δικαιοσύνης - κυβέρνησης - κόμματος που κυβερνά, η υποτιθέμενη υποχωρητικότητα του πολιτικού συστήματος μετά τη Μεταπολίτευση απέναντι σε λαϊκές διεκδικήσεις κ.ά. Ως φάρμακο στις λεγόμενες παθογένειες προτάσσεται η ανάγκη μιας νέας Μεταπολίτευσης, μια «τέταρτη ελληνική δημοκρατία», η διαμόρφωση νέου Συντάγματος που θα προκύψει μέσω μιας Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης.
Τέτοιες προτάσεις έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς στον αστικό Τύπο από αρθογράφους όπως ο Χρήστος Γιανναράς στην «Καθημερινή», από πολιτικούς φορείς όπως η «Σπίθα», από τη ΝΔ κ.ά. Για ανάγκη νέας μεταπολίτευσης μιλάει και ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Δ. Δασκαλόπουλος κ.ά. Ενώ ο Μάκης Βορίδης του ΛΑ.Ο.Σ., σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Δημοκρατία», (7/6/2011) ζητά: «Επαναστατικό Κίνημα όπως αυτό του 1909 στο Γουδή, το οποίο θα οδηγήσει σε ανατροπή της παρούσας Βουλής, Συντακτική Συνέλευση, ψήφιση νέου Συντάγματος». Ενα νέο Γουδή προβάλλουν και διάφοροι άλλοι, πολλοί από τους οποίους μίλησαν και στη συγκέντρωση - ημερίδα του λεγόμενου πνευματικού κόσμου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών στις αρχές Απρίλη.
Σίγουρα δεν μπορούμε να προδικάσουμε εάν η ανάγκη ισχυροποίησης του καπιταλιστικού συστήματος για να εξυπηρετήσει τη στρατηγική του ενάντια στην εργατική τάξη θα εκφραστεί σε τέτοιες διεξόδους. Το δεδομένο είναι ότι στην περίοδο της κρίσης έχει ανάγκη και την παραπέρα θεσμική θωράκισή του, και μάλιστα με πιο περιοριστικά μέτρα απέναντι στο ταξικό εργατικό κίνημα και το κόμμα του, το ΚΚΕ. Τέτοιο στόχο υπηρετεί και το νομοσχέδιο για τα οικονομικά των κομμάτων.
Σχεδόν κανένα από αυτά τα σενάρια δεν είναι καινούριο. Κατά καιρούς έχουν κατατεθεί από εκπροσώπους της αστικής σκέψης τα τελευταία 3-4 χρόνια.
Μερικοί από τους παράγοντες που επιβάλλουν τη συζήτηση για τη «νέα μεταπολίτευση» είναι οι εξής: Η μεγάλη φθορά και απαξίωση του αστικού πολιτικού προσωπικού, τη στιγμή που αυξάνουν οι απαιτήσεις για την εξυπηρέτηση των γενικών συμφερόντων του κεφαλαίου. Η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και η αμφισβήτηση από τμήματα της ίδιας της αστικής τάξης όχι μόνο πλευρών της πολιτικής διαχείρισης, αλλά και επιλογών στις διεθνείς σχέσεις και συμμαχίες (π.χ. από μια σειρά αστικές δυνάμεις προβάλλεται η ανάγκη προσανατολισμού σε Ρωσία και Κίνα και από αυτήν τη σκοπιά γίνεται κριτική στη μνημονιακή σύμβαση). Η ανάγκη να χτυπηθεί το εργατικό κίνημα, να αντιμετωπιστούν οι λαϊκές αντιδράσεις θέτοντας στο στόχαστρο το πιο συνειδητό, πρωτοπόρο και οργανωμένο τμήμα της εργατικής τάξης, το ΚΚ, το ταξικά προσανατολισμένο συνδικαλιστικό κίνημα. Η επιχείρηση αξιοποίησης των λαϊκών αντιδράσεων στην κατεύθυνση εξυπηρέτησης των ενδοαστικών αντιπαραθέσεων, και των αστικών σχεδιασμών για την αναμόρφωση του αστικού πολιτικού συστήματος.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να κατανοήσουμε το σύνθημα της αληθινής ή «άμεσης δημοκρατίας», που προβάλλεται αυτές τις μέρες με αφορμή και τις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας. Είναι σύνθημα που έχει διατυπωθεί τα προηγούμενα χρόνια και από διάφορους αστούς πολιτικούς και στοχαστές: «Αναζητώ ανακατατάξεις ουσιαστικές στο σύστημα που έχουμε, πρέπει να ωριμάσει η ιδέα ότι ο πολίτης είναι αυτός που είναι υπεύθυνος, πρέπει λοιπόν να αλλάξουμε το σύστημα, να καταλάβουμε ότι εμείς θα φέρουμε πίσω την άμεση δημοκρατία, η αντιπροσωπευτική δημοκρατία όπως είναι σήμερα έχει φοβερά τρωτά». Τα παραπάνω επισημαίνει η Βιργινία Τσουδερού το 20061.
Προφανώς, η Βιργινία Τσουδερού, που έχει θητεύσει στο ΔΝΤ από τη δεκαετία του 1950, στην κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη και σε άλλα αξιώματα του αστικού συστήματος, ούτε έγινε ξαφνικά αναρχοαυτόνομη, ούτε πίστεψε σε μια ουτοπική «άμεση δημοκρατία». Η αναφορά στην «άμεση δημοκρατία» αποτυπώνει σχεδιασμούς ενσωμάτωσης, την ανάγκη οι «πολίτες» να νιώθουν υπεύθυνοι για τα προβλήματα του αστικού κράτους.
Οι «υπεύθυνοι» πολίτες - όπως χαρακτηριστικά σημειώνουν - δεν είναι μόνο προϋπόθεση της «άμεσης δημοκρατίας», αλλά και οι διαδικασίες της λεγόμενης «άμεσης δημοκρατίας» αποτελούν ταυτόχρονα και όχημα για να γίνουν οι «πολίτες» πιο «υπεύθυνοι», δηλαδή πιο οργανικά ενταγμένοι στις επιδιώξεις του συστήματος. Αφού οι λεγόμενες «αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες» θα λειτουργούν εντός των ορίων που καθορίζουν οι ιερές και απαραβίαστες κυρίαρχες καπιταλιστικές σχέσεις, η ανάγκη του κεφαλαίου για κερδοφορία. Ετσι, για παράδειγμα, πολύ «αμεσοδημοκρατικά», με δημοψήφισμα, οι Ιταλοί εργαζόμενοι της FIAT παραιτήθηκαν από δικαιώματα και κατακτήσεις δεκαετιών στο όνομα της κρίσης.
Αλλοι επίσης αστοί δημοσιολόγοι, «πιο προσγειωμένοι» στην πραγματικότητα, προτείνουν κοινοβουλευτική δημοκρατία με «ενέσεις άμεσης δημοκρατίας», όπως υποστήριξε ο Νίκος Κοτζιάς (πρώην σύμβουλος του Γ. Παπανδρέου) στην ομιλία του σε ημερίδα του Πανεπιστημίου Αθηνών (Απρίλης 2011). Αναρωτήθηκε: «τι σημαίνει δημοκρατία;» και απάντησε: «συναινετικός μηχανισμός αντιμετώπισης των καταστάσεων». Ο Ν. Κοτζιάς και άλλοι ομιλητές αναφέρθηκαν στην ανάγκη θέσπισης μιας σειράς αλλαγών όπως: Εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας από «συνέλευση συνταγματικής εκλογής», ο εκλογικός νόμος να πάει πιο κοντά στο γερμανικό εκλογικό νόμο με προϋπόθεση τον «εκδημοκρατισμό» των κομμάτων, δηλαδή τον έλεγχό τους από το αστικό κράτος, την καθιέρωση δημοψηφισμάτων μέσω συλλογής υπογραφών και νομοθετικές πρωτοβουλίες από τα κάτω.
Γίνεται φανερό ότι με όχημα τη λεγόμενη «άμεση δημοκρατία» προωθείται η διαμόρφωση ενός νέου πλαισίου ενσωμάτωσης και καταστολής του εργατικού - λαϊκού κινήματος που θα ενισχύσει τον αντιδραστικό αντιλαϊκό χαρακτήρα του αστικού κράτους.
Το σύνθημα περί «άμεσης» ή «αληθινής» δημοκρατίας μπορεί να υιοθετείται από λαϊκές μάζες που αντιλαμβάνονται την έννοια της δημοκρατίας αταξικά και δε συνειδητοποιούν ότι ο αντιλαϊκός χαρακτήρας του αστικού πολιτικού συστήματος πηγάζει από τον εκμεταλλευτικό του χαρακτήρα και όχι από το γεγονός ότι δεν υπάρχουν θεσμοί λαϊκού ελέγχου του αστικού πολιτικού συστήματος.
Είναι τουλάχιστον αστείο από μια σειρά δυνάμεις να προβάλλεται σήμερα ως πρότυπο η «εκκλησία του δήμου» της αρχαίας δουλοκτητικής Αθήνας, όταν η έννοια πολίτης με δικαίωμα συμμετοχής σε αυτήν αφορούσε τη συντριπτική μειοψηφία του πληθυσμού που ήταν δουλοκτήτες και όχι τη μεγάλη πλειοψηφία των κατοίκων της Αθήνας, που ήταν είτε δούλοι είτε στερούνταν πολιτικών δικαιωμάτων. Την ίδια στιγμή, η πολιτική πρόταση για λαϊκή εξουσία και λαϊκή οικονομία λοιδορείται ως «ουτοπική και ανεφάρμοστη».
Ταυτόχρονα, τα περί «αμεσοδημοκρατικών διαδικασιών» προβάλλονται με σκοπό να χτυπηθεί η ίδια η ανάγκη οργανωμένης δράσης, η ανάγκη ταξικής οργάνωσης, να δημιουργηθεί «υγειονομική ζώνη» ανάμεσα στη λαϊκή διαμαρτυρία και τα ταξικά συνδικάτα, στην οργανωμένη πάλη με στόχο τη λαϊκή εξουσία. Ετσι, «ακομμάτιστα», «αμεσοδημοκρατικά», «αυθόρμητα» , «ακηδεμόνευτα», προωθείται με την παρέμβαση αστικών και οπορτουνιστικών δυνάμεων (φανερών ή κρυμμένων) ο εγκλωβισμός της λαϊκής διαμαρτυρίας στους σχεδιασμούς αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος, συσκοτίζεται το αληθινό επίκαιρο ερώτημα, που είναι: «Ποια τάξη βρίσκεται στην εξουσία; Δημοκρατία για ποια τάξη;».
Δηλαδή, η λύση για την εργατική τάξη δεν είναι απλά η αλλαγή μιας αστικής κυβέρνησης από μιαν άλλη αστική, όπως και να βαφτίζεται αυτή - «πατριωτική», «αντιιμπεριαλιστική», «αριστερή» - αλλά η αλλαγή της τάξης που βρίσκεται στην εξουσία.
Θεσμοί και όργανα της νέας εργατικής - λαϊκής εξουσίας θα γεννηθούν μέσα στην εξέλιξη της ταξικής πάλης, αρχικά ως μορφές οργάνωσης της εργατικής - λαϊκής πάλης στους χώρους δουλειάς, στις λαϊκές - εργατικές γειτονιές, στους χώρους της νεολαίας - στις σχολές κατάρτισης και εκπαίδευσης, από τη φτωχολογιά στην αγροτική παραγωγή, τους εργάτες γης, τους πολλαπλά εκμεταλλευόμενους μετανάστες εργάτες, τους αυτοαπασχολούμενους που συνθλίβονται από τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό από τα μονοπώλια.
Η οργάνωση της μαζικής συμμετοχής με όρους κινήματος στη σύγκρουση για τα καθημερινά προβλήματα που οξύνονται, ενάντια στις απολύσεις, για τη διεκδίκηση μέτρων για τους ανέργους, ενάντια στις κατασχέσεις, για την υγεία και μόρφωση του λαού, να διεκδικεί με σύγκρουση και σε τοπικό επίπεδο με επιχειρηματίες, με την τοπική κρατική διοίκηση, θα αποκαλύπτει και θα ξεσκεπάζει τις μορφές κοινωνικής ενσωμάτωσης. Τα βήματα στη λαϊκή συμμαχία με την κοινή δράση του ταξικού εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος των δυνάμεων του ΠΑΜΕ, της φτωχής αγροτιάς στην ΠΑΣΥ, των αυτοαπασχολούμενων της ΠΑΣΕΒΕ, των εργατριών και των γυναικών των λαϊκών στρωμάτων στην ΟΓΕ, των νέων της εργατικής τάξης, που σπουδάζουν και πολλοί εργάζονται, στο ΜΑΣ, η συγκρότηση Λαϊκών Επιτροπών σε τοπικό επίπεδο συμβάλλουν σε αυτήν την κατεύθυνση.
Μορφές οργάνωσης της λαϊκής πάλης και συμμαχίας όπως οι Λαϊκές Επιτροπές, σε συνθήκες ακόμα πιο μεγάλης όξυνσης της κατάστασης, σε συνθήκες σύγκρουσης με το κεφάλαιο και την εξουσία του, από σχολεία οργάνωσης και πάλης, θα γίνουν οργανώσεις για την αποφασιστική σύγκρουση με την εξουσία του κεφαλαίου, θα αναδειχτούν σε φύτρα νέας εξουσίας.
Η εργατική - λαϊκή εξουσία στηρίζεται στην ενεργή συμμετοχή της εργατικής τάξης, των μελών των παραγωγικών συνεταιρισμών, της νεολαίας, των γυναικών στην άσκηση της εξουσίας και σε όλες τις διαδικασίες της εργατικής δημοκρατίας, τους θεσμούς του εργατικού - λαϊκού ελέγχου.
Η εκλογή των αντιπροσώπων στα όργανα εξουσίας θα γίνεται με βάση τις μονάδες της παραγωγής, η εκλογή των ανώτερων οργάνων εξουσίας από τα κατώτερα εξασφαλίζει τον έλεγχο της δουλειάς των εκλεγμένων, τη δυνατότητα άμεσης ανάκλησής τους από τους εκλογείς τους. Το ανώτερο σώμα εξουσίας δε θα είναι κοινοβούλιο, αλλά θα αποτελείται από αιρετούς και ανακλητούς αντιπροσώπους, που στην πλειοψηφία τους δε θα ξεκόβουν από την παραγωγή, δε θα έχουν κανένα υλικό προνόμιο από τη συμμετοχή τους σ' αυτό.
Χωρίς αλλαγή των σχέσεων παραγωγής, χωρίς αφαίρεση της οικονομικής κυριαρχίας από τα μονοπώλια και τους καπιταλιστές, χωρίς την κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, λαϊκή εξουσία δεν μπορεί να υπάρξει. Γιατί η λαϊκή εξουσία έχει ως βασικό περιεχόμενο την κοινωνική ιδιοκτησία στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής και ως κύριο καθήκον την κεντρικά σχεδιασμένη οργάνωση της παραγωγής, με σκοπό την αξιοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας προς όφελος της ικανοποίησης των σύγχρονων λαϊκών αναγκών. Αυτό το καθήκον συνειδητά συμπληρώνεται με την προώθηση της συνένωσης των αυτοαπασχολούμενων της αγροτικής παραγωγής σε παραγωγικούς συνεταιρισμούς, τη σχεδιασμένη εξασφάλιση εργασίας σε όλους τους ικανούς προς εργασία.
1. Συνέντευξη στον Γιάννη Τζανετάκο, στην εκπομπή «Εξιστορείν και Ιστορείν» της ΕΡΤ, 1 Ιανουαρίου 2006.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου