«...εμπρός στην ελληνική κοινωνία αλλά και στην Ευρώπη έχουν κατατεθεί δύο πολιτικά σχέδια. Το ένα είναι αυτό που υλοποιείται, έχει αποκληθεί μνημονιακή πολιτική, δεν επιτυγχάνει κανένα από τους διακηρυγμένους στόχους της, οδηγεί την κοινωνία στην καταστροφή και τη χώρα στη χρεοκοπία, οδηγεί τους ανθρώπους σε εξαθλίωση (...) στην πράξη αποσταθεροποιεί... Το άλλο είναι το εναλλακτικό ριζοσπαστικό σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ που θεωρεί ως βάση την ακύρωση των μνημονίων, των εφαρμοστικών νόμων και της πολιτικής λιτότητας και στηρίζεται σ' ένα συνεκτικό πρόγραμμα αναδιανομής του πλούτου, παραγωγικής ανασυγκρότησης, (...) που στηρίζεται και στηρίζει την δημοκρατία και βάζει σε πρώτη θέση το δημόσιο και κοινωνικό συμφέρον, που θέλει να παρεμβαίνει στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι στην κατεύθυνση της επαναθεμελίωσης της Ευρώπης κλπ... Αυτές οι δύο ξεκάθαρα αντίθετες πολιτικές κατευθύνσεις θα συνεχίσουν να συγκρούονται σε όλα τα επίπεδα, στη Βουλή και στους αγώνες αντίστασης και αλληλεγγύης... Ο πολιτικός μας στόχος είναι σαφώς καθορισμένος ...ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τις δυνάμεις της Αριστεράς». Αυτά λένε στην απόφαση της ΚΠΕ του ΣΥΝ που συνεδρίασε το προπερασμένο Σάββατο.
Η παραπάνω τοποθέτηση του δίπολου «μνημόνιο - αντιμνημόνιο» είναι αποκαλυπτική για δύο πράγματα. Το ένα είναι ότι συγκαλύπτει τον ταξικό χαρακτήρα της οικονομίας, ότι δηλαδή είναι καπιταλιστική, σκόπιμα, για να περάσει στην εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα την αντίληψη ότι αρκεί η αλλαγή κυβέρνησης για να έρθουν καλύτερες μέρες. Το δεύτερο για να συγκαλύψει τον ταξικό χαρακτήρα της δικής του πολιτικής, ότι αυτή αντικειμενικά υπηρετεί την καπιταλιστική οικονομία, δηλαδή την οικονομία που στηρίζεται στην καπιταλιστική ιδιοκτησία, στους μεγαλοεπιχειρηματίες ιδιοκτήτες των μεγάλων ομίλων και αναπτύσσεται με την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ πασχίζουν να διατυπώσουν διαχωριστικές γραμμές στο πολιτικό επίπεδο, τέτοιες που να συγκαλύπτουν τον ταξικό χαρακτήρα της κοινωνίας και την ύπαρξη κάθετα αντίθετων συμφερόντων ανάμεσα στους μεγαλοεπιχειρηματίες και τους εργαζόμενους. Συγκαλύπτει δηλαδή την ταξική ουσία των αντίθετων συμφερόντων αφού η πολιτική του θεμελιώνεται στην άποψη που λέει ότι μπορεί και οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις να λειτουργούν και να κερδοφορούν, αλλά και η εργατική τάξη και τ' άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα να ζουν καλά, να καλύπτουν όλες τις ανάγκες τους. Δε θα πούμε εδώ μόνο για την ιστορική εμπειρία όλης της αιώνων πορείας και εξέλιξης του καπιταλισμού, που ποτέ δεν έλυσε το πρόβλημα της ανεργίας, πάντα είχε φτώχεια και εξαθλίωση, που όσο αναπτύσσονταν τόσο μεγάλωνε, ενώ στις περιόδους οικονομικής κρίσης έπαιρνε τεράστιες διαστάσεις.
Λέει ότι «το εναλλακτικό ριζοσπαστικό σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ στηρίζεται σ' ένα συνεκτικό πρόγραμμα αναδιανομής του πλούτου, παραγωγικής ανασυγκρότησης».
Δηλαδή μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα αποφασίσει την αναδιανομή του πλούτου δίκαια, δηλαδή να φορολογήσει το κεφάλαιο, να το υποχρεώσει να αναδιανείμει τα κέρδη του, να καταργήσει όλα τα επαχθή μέτρα μείωσης μισθών, όπως ατομικές συμβάσεις, επιχειρησιακές. Πώς θα αντιδράσει στην επίθεση των βιομηχάνων, των εφοπλιστών, των τραπεζιτών κ.λπ., στην επίθεση της ΕΕ για την καταστρατήγηση αποφάσεών της στις οποίες στηρίζονται οι αναδιαρθρώσεις για την ανταγωνιστικότητα; Θα καλούσε το λαό να τους ανατρέψει, να καταργήσει την ιδιοκτησία τους, να αποδεσμευτεί η Ελλάδα από την ΕΕ; Αυτό όχι μόνο δεν το λέει αλλά είναι αντίθετος. Ολα όσα λένε για την ανάπτυξη είναι ανάπτυξη επιχειρηματικής δράσης με βάση τις ανάγκες του κεφαλαίου. Αλλωστε, διατυμπανίζουν σε όλους τους τόνους ότι είναι υπέρμαχοι της «υγιούς επιχειρηματικότητας», μιλούν για επενδυτές και για τους υπό ιδιωτικοποίηση τομείς, ενώ εκθειάζουν την πολιτική διαχείρισης Ομπάμα και την πείρα της Αργεντινής. Δηλαδή υπέρμαχοι καραμπινάτου καπιταλισμού.
Μπορεί το κεφάλαιο να κάνει παραχωρήσεις;
Στην προκειμένη περίπτωση υπάρχει ένα ερώτημα. Μπορεί μια κυβέρνηση να εξαναγκάσει το κεφάλαιο να διανείμει μέρος των κερδών του στην εργατική τάξη; Δεν μπορεί. Γιατί οι καπιταλιστές το κέρδος το βγάζουν από τη δουλειά των εργατών. Οσο λιγότερο τους πληρώνουν τόσο περισσότερο κερδίζουν. Και επίσης όσο περισσότερο αναπτύσσουν την παραγωγή τους, πάλι βγάζουν περισσότερα κέρδη. Μόνο αυτό το τελευταίο διακόπτεται από την οικονομική κρίση. Επομένως αν μειώσουν τα κέρδη τους οι καπιταλιστές θα τσακιστούν από τους ανταγωνιστές τους. Ταυτόχρονα στις συνθήκες κρίσης δεν έχουν άλλο δρόμο διεξόδου σε όφελός τους από το να μεταφέρουν τις συνέπειες της κρίσης στις πλάτες των εργατών. Αυτό υπηρετούν τα αντεργατικά μέτρα. Επομένως η παραγωγική ανασυγκρότηση και ανάπτυξη που υπόσχεται ο ΣΥΡΙΖΑ, με δεδομένη την ιδιοκτησία στα χέρια των μεγαλοεπιχειρηματιών, δεν μπορεί να φέρει αναδιανομή του πλούτου υπέρ των εργαζομένων γιατί σκοντάφτει στο χτύπημα της κερδοφορίας.
Υπάρχει ένα δεύτερο ερώτημα. Μπορεί σήμερα να κάνει παραχωρήσεις το κεφάλαιο όπως έκανε για παράδειγμα τις δεκαετίες του '60 και του '70; Η πείρα της εξέλιξης του καπιταλισμού από τη δεκαετία του '80 μέχρι σήμερα δείχνει πως δεν μπορεί. Δεν είναι μόνο η δυσμενής αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων διεθνώς, στο εργατικό, στο κομμουνιστικό κίνημα. Η πείρα δείχνει πως η τάση του κεφαλαίου να αυξάνει διαρκώς την εκμετάλλευση των εργαζομένων κάνει απαγορευτικές τις παραχωρήσεις. Για παράδειγμα στην Ελλάδα και στην ΕΕ και όχι μόνο, οι αντεργατικές καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις που καταργούσαν κατακτήσεις εφαρμόζονταν σε συνθήκες καπιταλιστικής ανάπτυξης. Η τεράστια αλληλοδιαπλοκή των καπιταλιστικών οικονομιών, η ένταση της διεθνοποίησης σε συνδυασμό με την όξυνση των ανταγωνισμών και την αύξηση της καπιταλιστικής ανισομετρίας όχι μόνο δεν επιτρέπουν στο κεφάλαιο να κάνει παραχωρήσεις αλλά ίσα-ίσα το αντίθετο. Οταν π.χ. έχουν να ανταγωνιστούν την Κίνα ή στην περιοχή μας οι μεγαλοεπιχειρηματίες στην Ελλάδα τη Βουλγαρία, με μισθούς εξαθλίωσης, όχι μόνο παραχωρήσεις δεν μπορούν και δεν πρόκειται να κάνουν, αλλά θα επιβάλουν μέτρα αφαίρεσης κατακτήσεων, μείωσης μισθών, συντάξεων κλπ., έντασης της εκμετάλλευσης, δηλαδή συνθήκες φτώχειας και εξαθλίωσης. Να γιατί η εναλλακτική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ είναι ανεφάρμοστη. Και «χαϊδεύει αυτιά», παραπλανώντας ότι αρκεί η εναλλαγή κυβέρνησης για να έρθουν καλύτερες μέρες για τους εργαζόμενους, τα φτωχά λαϊκά στρώματα.
Είναι επικίνδυνη αυτή η πολιτική γιατί συνειδητά εγκλωβίζει τις λαϊκές δυνάμεις στην αυταπάτη της συνύπαρξης και της αρμονικής ζωής εκμεταλλευτών και εκμεταλλευόμενων, όπου και κέρδη θα υπάρχουν και ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, ενώ αυτά τα δύο αλληλοαποκλείονται. Είναι ακόμη πιο επικίνδυνη γιατί προβάλλεται σε συνθήκες οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης που καταστρέφει και κεφάλαιο και εργατική τάξη και φτωχά λαϊκά στρώματα. Το κεφάλαιο για να σωθεί απαιτεί πολιτική που καταστρέφει το λαό. Ο λαός για να σωθεί χρειάζεται πολιτική που να καταστρέψει το κεφάλαιο, πιο σωστά τους καπιταλιστές, δηλαδή να τους αφαιρέσει την ιδιοκτησία. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει και δεν έχει πολιτική αφαίρεσης της ιδιοκτησίας από τους καπιταλιστές, ίσα-ίσα το αντίθετο. Είναι ύπουλη αυτή η πολιτική γιατί αντικειμενικά υποτάσσει τους εργαζόμενους στη λογική της έκπτωσης των αναγκών τους και στη συνεχή εξάρτηση της ύπαρξης και της ζωής τους από τους καπιταλιστές. Να γιατί λέμε ότι η πολιτική τους υπηρετεί το κεφάλαιο.
Βεβαίως, ο καπιταλισμός μπορεί να ξεπεράσει την οικονομική καπιταλιστική κρίση σε όφελός του, αφού καταστρέψει εργατική δύναμη και μέρος του κεφαλαίου, αλλά με νέες επενδύσεις και σε τομείς που απαιτούν μεγάλη παραγωγικότητα εργασίας, δηλαδή απαιτούν νέα ακόμη πιο σύγχρονα μέσα παραγωγής που παράγουν με λιγότερους εργάτες και βγάζουν περισσότερα κέρδη. Δεν είναι τυχαίο ότι μιλούν π.χ. για επενδύσεις στη λεγόμενη πράσινη ενέργεια (ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά), που απαιτούν ελάχιστη εργατική δύναμη. Και ταυτόχρονα πάμφθηνη εργατική δύναμη. Το βασικό τους πρόβλημα για να κάνουν επενδύσεις είναι η ανταγωνιστικότητα. Που σημαίνει εφαρμογή όλων των αντεργατικών αναδιαρθρώσεων, όπως η μείωση των μισθών και των συντάξεων, των παροχών σε υπηρεσίες Υγείας - Πρόνοιας, αλλά και εργασιακές σχέσεις ευέλικτες. Θέλουν ένταση της εκμετάλλευσης.
Επομένως το κεφάλαιο για να κάνει επενδύσεις, όπως υπόσχεται ο ΣΥΡΙΖΑ, απαιτεί να παρθούν πίσω όσες ακόμη εργατικές κατακτήσεις έχουν απομείνει. Βεβαίως, το ύψος των μισθών, άλλες κατακτήσεις, εξαρτώνται από την ταξική πάλη. Δεν αποκλείεται π.χ. σε κάποια στιγμή σε περίοδο ανάκαμψης κάτω από την ανάπτυξη ταξικών αγώνων να υπάρξει κάποια αύξηση μισθών ή άλλες κατακτήσεις. Αλλά η τάση μείωσής τους στον καπιταλισμό είναι προδιαγεγραμμένη. Επομένως, η εργατική τάξη, τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, πρέπει να έχουν καθαρό πως καμιά πολιτική διαχείρισης δεν πρόκειται να τους ανακουφίσει. Το ξεπέρασμα της κρίσης σε όφελός τους απαιτεί ανατροπή του καπιταλισμού και κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων.
Υποταγή στην ολοένα αυξανόμενη εκμετάλλευση
Ο ΣΥΝ επειδή γνωρίζει πως και η δική του πολιτική διαχείρισης της κρίσης δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την ανεργία, τη φτώχεια και την εξαθλίωση, να τα εξαλείψει, μιλά στην απόφαση για την ανάπτυξη δικτύων αλληλεγγύης. Να τι λένε: «Ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ εκτός από την πανελλαδική του δικτύωση, το ανθρώπινο δυναμικό του και την αξιόλογη πείρα του, έχει αποφασίσει να υποστηρίξει και οικονομικά δραστηριότητες κοινωνικής αλληλεγγύης, υπάρχουσες ή νέες. Επιδιώκουμε την ενίσχυση και τον πολλαπλασιασμό των δεκάδων επιτυχημένων εγχειρημάτων κοινωνικής αλληλεγγύης». Πράγματι, σε συνθήκες οικονομικής κρίσης η ταξική αλληλεγγύη για την αντιμετώπιση της φτώχειας και της εξαθλίωσης είναι στοιχείο που απασχολεί το κίνημα. Αλλά σε συνδυασμό με διεκδικήσεις και στόχους πάλης για την ανακούφιση του λαού σε ρότα εναντίωσης στους επιχειρηματικούς ομίλους και την αστική πολιτική. Αλλά ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει πολιτική εναντίωσης σε αυτή την κατεύθυνση. Επομένως, στα πλαίσια της δικής του πολιτικής διαχείρισης της κρίσης και του καπιταλισμού, που θα συνεχίζει να αναπαράγει τέτοια φαινόμενα, μιλά για «δίκτυα αλληλεγγύης» για να φυτοζωούν τα τμήματα των εξαθλιωμένων. Είναι σαν την πρόταση που κάποτε πρόβαλλε για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα.
Ετσι και ο καπιταλισμός θα αναπαράγεται, και οι μεγαλοεπιχειρηματίες θα κερδοφορούν, και οι εξαθλιωμένοι θα διαμορφώνουν συνείδηση «μοιραίων» να ζουν για να μην πεθάνουν. Αλλά αυτή τη ζωή θα ανεχτεί η εργατική τάξη; Να ζουν τμήματά της με ένα πιάτο φαΐ για να αυγαταίνουν τα κέρδη; Αυτό επιφυλάσσει η «αλληλεγγύη» του ΣΥΡΙΖΑ.
Τέλος, υπάρχει ακόμη ένα ζήτημα στρατηγικής σημασίας στην απόφαση της ΚΠΕ του ΣΥΝ που είναι επικίνδυνο για την εργατική τάξη και τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα. Λέει: «Το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να αρθεί στο ύψος των ιστορικών περιστάσεων και ενώ χρειάζεται με επιμονή να εργαζόμαστε για την ενότητα του συγχρόνως να διαμορφώνουμε τους όρους για την επανίδρυση του συνδικαλιστικού κινήματος και την κατάκτηση της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ από τους εργαζομένους... Θέλουμε όλη αυτή η διαδικασία να είναι στενά συνδεδεμένη με τα πολιτικά και κοινωνικά καθήκοντα της περιόδου, να συμβάλλει στη διόγκωση αντιστάσεων στην κυβερνητική πολιτική, αλληλέγγυων δράσεων και τελικά σ' ένα μεγάλο πολιτικό κίνημα ανατροπής της "μνημονιακής" πολιτικής, που συγχρόνως θα είναι κίνημα που θα απαιτεί κυβέρνηση με πυρήνα την Αριστερά».
Τι θέλει ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ; Ενα εργατικό κίνημα που θα του δώσει την πλειοψηφία για να κάνει κυβέρνηση και να υπηρετήσει τον καπιταλισμό και την εκμετάλλευση. Εναν εργοδοτικό - κυβερνητικό συνδικαλισμό που θα υπηρετεί την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και τους μεγαλοεπιχειρηματίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου