Το μεγάλωμα της επιρροής του ΚΚΕ και η κλιμακούμενη απαξίωση του αστικού συστήματος στις λαϊκές συνειδήσεις ενεργοποιούν τις γραφίδες των αστών, που έμμεσα ή άμεσα καλούν το ΚΚΕ να συνάψει συμμαχίες από τα πάνω με άλλες πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες είτε αυτοαποκαλούνται «αριστερές», είτε το αστικό πολιτικό σύστημα τις βαφτίζει σαν τέτοιες, με στόχο η συμμαχία αυτή να αποτελέσει έναν τρίτο πόλο διαχείρισης του αστικού συστήματος, συμπληρωματικό στους πυλώνες του δικομματισμού. Η προπαγάνδα τους είναι η άλλη όψη των πιέσεων που ασκούν για «εθνική συνεννόηση» όλων των κομμάτων, στο όνομα της κρίσης και του ξεπεράσματός της προς όφελος του κεφαλαίου.
Σε ρόλο ανατροφοδότη τέτοιων σεναρίων, στα οποία η αστική τάξη εμπλέκεται είτε με παραινέσεις προς το ΚΚΕ να «πλατύνει τη γραμμή του», είτε με συκοφαντική κριτική στο Κόμμα για «απομονωτισμό», έχει επιλεγεί για μια ακόμη φορά ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αναμασά τα περί «ενότητας» και «κοινής δράσης όλων των αριστερών δυνάμεων», απευθυνόμενος κύρια στο ΚΚΕ.
Και μόνο το γεγονός ότι στην επιχείρηση «ενότητα της αριστεράς» συμμετέχουν, με μοιρασμένους ρόλους, από τη μια ο αστικός Τύπος, τα επιτελεία του οποίου διευθύνουν την επίθεση στο ΚΚΕ για τη στρατηγική του και από την άλλη ένας χώρος που συσπειρώνει πρώην στελέχη του Κόμματος και διαχρονικούς πολέμιους των χαρακτηριστικών του ΚΚΕ ως επαναστατικού κόμματος νέου τύπου, είναι ικανή απόδειξη ότι ο καημός τους για «ενότητα» δεν υπηρετεί το λαϊκό συμφέρον, αλλά την πρεμούρα τους να χτυπήσουν τη στρατηγική του ΚΚΕ. Να το υποχρεώσουν σε αναδίπλωση από την πάλη για λαϊκή εξουσία και οικονομία, για το σοσιαλισμό.
Θέλουν ένα ΚΚΕ στα μέτρα του αστικού πολιτικού συστήματος, συμμέτοχο στη διαχείρισή του ενάντια στο λαό. Μ' αυτό το σκοπό πασχίζουν μάταια δεκαετίες τώρα οι αστοί, αξιοποιώντας όλα τους τα όπλα. Μεταξύ αυτών και το χώρο των οπορτουνιστών, οι οποίοι, από το 1968 μέχρι σήμερα, δεν άλλαξαν ρόλο και αποστολή, αφού αυτό που διαχρονικά τους συσπείρωνε ήταν η αποστροφή τους για το οργανωμένο κίνημα, η έχθρα για το ΚΚΕ, η απέχθεια για το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε και (αναπόφευκτα) η απόρριψη του σοσιαλισμού, ως στρατηγικού στόχου της εργατικής - λαϊκής πάλης.
Υπονομεύουν συνειδητά τη λαϊκή πάλη
Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ ισχυρίζεται πως «σήμερα αριστερό είναι ό,τι ενώνει κι όχι ό,τι χωρίζει». Απευθύνει κάλεσμα στο ΚΚΕ για «ενότητα» για να κοροϊδέψει και να αποπροσανατολίσει το λαό, αφού ξέρει ότι στρατηγικά με το ΚΚΕ τον χωρίζει χάος. Και επειδή ακριβώς αναγνωρίζει τις αγεφύρωτες διαφορές με το ΚΚΕ, προσπαθεί να ελιχθεί και ζητάει κοινή δράση σε επιμέρους οικονομικά αιτήματα. Αποσπά σκόπιμα την οικονομία από την πολιτική και καλεί σε συμμαχία από τα πάνω, με «μίνιμουμ πρόγραμμα» και κοινές δράσεις, πυρήνας των οποίων είναι η διαχείριση της αστικής εξουσίας και όχι η ανατροπή της, για την οποία παλεύει το ΚΚΕ.
Με τέτοια στρατηγική, ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ δε χρειάζεται το ΚΚΕ για σύμμαχο. Μπορεί κάλλιστα να βρει συνοδοιπόρους, ακόμα και ανάμεσα σε μερίδες της αστικής τάξης. Αυτό έκανε στην περίπτωση του Λαναρά, όπου στο όνομα του να μην κλείσουν τα εργοστάσια, μετέτρεψε τους εργαζόμενους σε ουρά του επιχειρηματία, που τους περιέφερε στην Αθήνα σαν μέσο πίεσης, για να εξασφαλίσει νέες επιδοτήσεις.
Αλλο παράδειγμα: Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ ζητάει κοινή δράση ενάντια στις επιχειρησιακές συμβάσεις. Την ίδια ώρα, όμως, υπογράφει διμερείς συμφωνίες στον «Παπαστράτο», που καρατομούν εργατικά δικαιώματα και κατηγορεί για «εξαλλοσύνες» τους ναυτεργάτες που περιφρουρούν την απεργία τους στο λιμάνι και δέχονται λυσσαλέα επίθεση από τους εφοπλιστές και τα κόμματά τους, επειδή παλεύουν για ασφαλείς, φτηνές συγκοινωνίες για όλο το λαό, για εργασιακά δικαιώματα και αξιοπρεπείς μισθούς στα καράβια.
Τρίτο παράδειγμα: Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ διαπιστώνει το βάσανο της ανεργίας και στη βάση αυτής της αυτονόητης διαπίστωσης ζητάει κοινή δράση για να φύγει η κυβέρνηση «το γρηγορότερο δυνατό, πριν οδηγήσει τη χώρα μας να έχει περισσότερους ανέργους παρά εργαζόμενους». Η πρόταση αυτή διατυπώνεται στη βάση της εκτίμησης ότι «τα αυξημένα ποσοστά ανεργίας (...) οφείλονται στις αντικοινωνικές πολιτικές της κυβέρνησης και της τρόικας, οι οποίες προκαλούν βαθιά και συνεχόμενη ύφεση και ανεργία σε δυσθεώρητα ύψη».
Για την ανεργία ανησυχούν και τα αστικά κόμματα, περισσότερο μάλιστα από τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, αφού ξέρουν ότι γεννάει κινδύνους για την πολιτική τους, η οποία ούτε μπορεί, ούτε θέλει να εξαλείψει το φαινόμενο που είναι σύμφυτο με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ αποδίδει την ανεργία στην πολιτική της κυβέρνησης και της τρόικας, αποσπώντας την από τον καπιταλισμό και την κρίση του, το ξεπέρασμα της οποίας προϋποθέτει υποτίμηση κεφαλαίου, άρα και ζωντανής εργατικής δύναμης, με φτηνότερα μεροκάματα και ραγδαία αύξηση των απολύσεων.
Κρατάει συνειδητά τη συζήτηση στο επίπεδο της πολιτικής διαχείρισης του καπιταλισμού, χωρίς να λέει το παραμικρό για την οικονομική βάση του ζητήματος. Στη βάση αυτή διαμορφώνει στόχους πάλης που είτε ανέχονται, είτε ευνοούν απροκάλυπτα το μοίρασμα μιας θέσης εργασίας σε τρεις και τέσσερις εργαζόμενους, προωθώντας την υποαπασχόληση και ημιαπασχόληση σε δήμους που έχει την πλειοψηφία ή σε επιχειρήσεις που εκπροσωπείται συνδικαλιστικά. Καλλιεργεί την αυταπάτη ότι είναι αρκετό να αλλάξει μια κυβέρνηση για να λυθεί το πρόβλημα της ανεργίας, την οποία μπορεί να εξαλείψει μόνο ο σοσιαλισμός, η κοινωνικοποίηση δηλαδή των μέσων παραγωγής και ο κεντρικός σχεδιασμός της οικονομίας.
Το ίδιο ισχύει και με το ζήτημα του μνημονίου και του δημόσιου χρέους. Από τη μια διακηρύττει δημαγωγικά ότι το χρέος δεν είναι του λαού και από την άλλη το αποσπά από την καπιταλιστική κρίση, του δίνει υπόσταση σαν απειλή για τα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα, όπως κάνουν η πλουτοκρατία και τα κόμματά της και καταλήγει να καταθέτει προτάσεις, στις οποίες ταυτίζεται με μερίδες της πλουτοκρατίας, όπως η διαγραφή μέρους του χρέους, η παραγραφή του «παράνομου» και άρα η αποδοχή από το λαό του «νόμιμου» μέρους του χρέους. Ταυτόχρονα, με προτάσεις όπως ο απευθείας δανεισμός από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, νομιμοποιεί και εξωραΐζει στις λαϊκές συνειδήσεις θεσμούς της καπιταλιστικής ΕΕ, χωρίς να κρύβει ότι μάχεται για τη διάσωσή της.
Να αλλάξει τάξη στην εξουσία
Δύο ακόμα παρατηρήσεις: Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί με θράσος το ΚΚΕ ότι δεν παραδειγματίζεται από τις συνεργασίες που συνάπτουν μεταξύ τους τα «κόμματα της αριστεράς» σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Βάζει στο ίδιο καλάθι μήλα με πορτοκάλια και ισχυρίζεται, μαζί με τους αστούς, ότι οι «αριστερές δυνάμεις» στη χώρα μας αναδεικνύονται σε τρίτη δύναμη (!) καταγράφοντας αθροιστικά πάνω από 20% στις δημοσκοπήσεις. Βέβαια, στο ετερόκλητο αυτό συνονθύλευμα τσουβαλιάζουν μέχρι και τον Κουβέλη, ή άλλες δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, με σαφή αντιΚΚΕ προσανατολισμό.
Στις ίδιες αυτές δυνάμεις, ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ προσθέτει και τα δυσαρεστημένα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, ακόμα και στελέχη της «λαϊκής δεξιάς», για να δώσει υπόσταση στο κυβερνητικό μέτωπο που οραματίζεται! Τι δε λέει; Οτι το μόνο κόμμα που με σταθερότητα κερδίζει λαϊκές συνειδήσεις είναι το ΚΚΕ και ότι βασικός παράγοντας γι' αυτό είναι η συνέπεια και η στρατηγική του. Και ότι σε χώρες όπως η Ιταλία, όπου τα μεταλλαγμένα πρώην κομμουνιστικά κόμματα έφτασαν μέχρι να συγκυβερνήσουν με τους σοσιαλδημοκράτες, το μόνο που άφησαν «πεσκέσι» στο λαό ήταν βάρβαρα μέτρα, φιλομονοπωλιακές ανατροπές και πισωγύρισμα του κινήματος.
Ακόμα και με τα στενά εκλογικά κριτήρια, τα κόμματα που συμμετείχαν ή στήριξαν κεντροαριστερά πειράματα καταβαραθρώθηκαν. Οπως έγινε στη Γαλλία το 2007, όταν το ΚΚ έλαβε 1,93%, ή το 2008 στην Ιταλία, όπου η «Αριστερά - Ουράνιο Τόξο» πήρε το 3,11%, μένοντας εκτός Βουλής, ή στην Ισπανία, όπου η «Ενωμένη Αριστερά» κατέγραψε ποσοστό 3,8% από 5,3% στις προηγούμενες εκλογές και πάει λέγοντας. Πρόκειται για κόμματα που τις περασμένες δεκαετίες κατέγραφαν ποσοστά της τάξης του 30% και 35%.
Τέλος, ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ θα ήθελε να ξεχάσει ο λαός ότι το κάλεσμα για «ενότητα» το απευθύνει ένα συνονθύλευμα οπορτουνιστικών δυνάμεων και πολιτικών φατριών, που στο εσωτερικό του γίνεται κυριολεκτικά του σκοτωμού. Είναι ενδεικτικό μόνο το γεγονός ότι την περίοδο που φούντωνε ξανά η φιλολογία περί «ενότητας της αριστεράς», μια ακόμα συνιστώσα του ΣΥΡΙΖΑ, το «Ξεκίνημα», ανακοίνωνε την αποχώρησή της από το σχήμα, χαρακτηρίζοντας το ΣΥΡΙΖΑ «τεχνητή συγκόλληση» και «λυκοφιλία», προσάπτοντας στον ΣΥΝ ότι οι θέσεις του είναι «οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ» και «σημαντικών τμημάτων των πιο παραδοσιακών εκπροσώπων του κατεστημένου».
Το επιχείρημα που χρησιμοποιεί ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ σαν τελευταία γραμμή άμυνας για να κρύψει τα αδιέξοδα της δικής του στρατηγικής, είναι ότι το ΚΚΕ τα θέλει «όλα ή τίποτα» και ότι ο ίδιος βλέπει την πάλη για τα επιμέρους σαν «σκαλοπάτι» για το σοσιαλισμό, στον οποίο βέβαια δίνει οποιοδήποτε άλλο περιεχόμενο, εκτός από την κοινωνικοποίηση των βασικών και συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, με ταυτόχρονη κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας σ' αυτά. Είναι ψεύτες και τυχοδιώκτες. Η στρατηγική τους είναι εργαλείο υπονόμευσης της πάλης για το σοσιαλισμό και όχι κρίκος για την κατάκτησή του.
Αν κάποιος βρίσκεται σταθερά στην πρώτη γραμμή της πάλης για την υπεράσπιση και της πιο μικρής κατάκτησης της εργατικής τάξης και του λαού, αυτός δεν είναι άλλος από το ΚΚΕ και το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα. Δεν είναι άλλος από τις Λαϊκές Επιτροπές, που στήνονται με πρωτοβουλία του ΠΑΜΕ, της ΠΑΣΥ, της ΠΑΣΕΒΕ, του ΜΑΣ και της ΟΓΕ στις εργατογειτονιές. Μέσα σ' αυτές τις συσπειρώσεις από τα κάτω εμπεδώνεται στην πράξη η κοινωνική συμμαχία της εργατικής τάξης με τους αυτοαπασχολούμενους, τους μικρομεσαίους αγρότες, τη νεολαία και τις γυναίκες, που με κρίκο τα καθημερινά βάσανα του λαού αναδεικνύει την πολιτική αιτία και τον ένοχο, συγκεντρώνει δυνάμεις για την ανατροπή του.
Είναι αυτές οι δυνάμεις που σήμερα βάζουν στο επίκεντρο της λαϊκής πάλης το βασικό πολιτικό ζήτημα, που δεν είναι να αλλάξει η κυβέρνηση στο σύστημα της αστικής διαχείρισης, όπως λέει ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ και άλλοι, αλλά με ισχυρό ΚΚΕ και το λαό πρωταγωνιστή, να ανατραπούν οι συσχετισμοί, να αλλάξει τάξη στην εξουσία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου