Ενα σχολείο που θα λειτουργεί με όρους επιχείρησης, αυτόνομα και ανταγωνιστικά, που θα παίρνει μέτρα για να διασφαλίσει την πιστή εφαρμογή της πολιτικής του «νέου σχολείου», στην οποία θα είναι υποταγμένοι όσο ποτέ όλοι οι συντελεστές του και η λειτουργία του αφού από αυτό θα εξαρτάται η επιβίωσή του. Ενα τέτοιο μοντέλο περιγράφει το σχέδιο για την «Αναδιάρθρωση των περιφερειακών υπηρεσιών διοίκησης της εκπαίδευσης» και «νέα καθήκοντα διευθυντών, υποδιευθυντών, συλλόγου διδασκόντων», που έχει διαμορφωθεί από το υπουργείο Παιδείας. Το υπουργείο Παιδείας έχει αποστείλει το κείμενο στην ΟΛΜΕ ζητώντας τις προτάσεις της μέχρι τις 14 Απρίλη. Μαζί έχει στείλει και την πρόταση για το «νέο λύκειο», για το οποίο περιμένει προτάσεις μέχρι τις 20 Απρίλη.
Ως κίνητρο των αλλαγών από το υπουργείο Παιδείας εμφανίζεται η «ουσιαστική υποστήριξη της εκπαιδευτικής λειτουργίας, της παιδαγωγικής αρτιότητας και της υψηλής ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου». Είναι όμως φανερό ότι «παιδαγωγικό» είναι για την κυβέρνηση ό,τι εξυπηρετεί τη στρατηγική για το σχολείο της «αγοράς» που θα παράγει τους αποφοίτους στα μέτρα της «αγοράς».
Σε ό,τι αφορά στη δομή της διοίκησης, το σημερινό σύστημα χαρακτηρίζεται συγκεντρωτικό, με πολλά επίπεδα, αδράνεια και δυσκολίες στην «καθοδήγηση, εποπτεία και διαχείριση». Τα Γραφεία Εκπαίδευσης καταργούνται και οι περιφερειακές υπηρεσίες υπό την εποπτεία του υπουργείου θα είναι: Οι Περιφερειακές Διευθύνσεις, οι Διευθύνσεις Εκπαίδευσης και οι Σχολικές Μονάδες, όπου δίνεται και μεγάλο βάρος. Ως κεντρική επιδίωξη παρουσιάζεται το να γίνει η σχολική μονάδα «φορέας γόνιμης υποδοχής και συνδιαμόρφωσης της εθνικής εκπαιδευτικής πολιτικής», δηλαδή να αποδέχεται και να προωθεί τα αντιλαϊκά μέτρα. Και, όπως έχει γίνει φανερό, με πρόσχημα και την κρίση και την «αναγκαιότητα» των αναδιαρθρώσεων για το κεφάλαιο, η κυβέρνηση έχει δείξει ότι προτίθεται να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα - και «μαστίγιο» και «καρότο» - για την εφαρμογή τους.
Στο ίδιο πλαίσιο, ο διευθυντής χαρακτηρίζεται «ηγέτης, εμψυχωτής και διευκολυντής των αλλαγών στη σχολική του μονάδα» και έχει ευθύνη για τις επιδόσεις, την «καλή συμπεριφορά των μαθητών στο σχολείο και σε εκπαιδευτικό επίπεδο», την τήρηση των νόμων και των υπηρεσιακών εντολών κλπ. Επίσης, τη «βέλτιστη αξιοποίηση» του εκπαιδευτικού προσωπικού, τη «συστηματική επαφή με την τοπική κοινωνία και τους θεσμούς της διά βίου μάθησης».
Το Σύλλογο Διδασκόντων τον θέλουν «συλλογικό όργανο χάραξης κατευθύνσεων για την καλύτερη εφαρμογή της εκπαιδευτικής πολιτικής και την καλύτερη λειτουργία του σχολείου» και συνένοχο στη διάλυση του όποιου ενιαίου χαρακτήρα της εκπαίδευσης, να φροντίζει για «την αποτελεσματική αξιοποίηση του πλαισίου ευελιξίας που παρέχει στη σχολική μονάδα το εθνικό πλαίσιο προγράμματος σπουδών, σύμφωνα με τις ιδιαίτερες ανάγκες και τα χαρακτηριστικά του σχολείου», σε σύνδεση με την τοπική κοινωνία και τις «παραγωγικές ιδιαιτερότητες και δυνατότητες της περιοχής». Ο σύλλογος μάλιστα θα φροντίζει και για «την επιλογή του εκπαιδευτικού, διδακτικού και εποπτικού υλικού». Ολα τα παραπάνω επιβεβαιώνουν ότι κάθε σχολείο θα φτιάχνει το δικό του πρόγραμμα σπουδών(!) και οι εκπαιδευτικοί θα παίζουν ενεργό ρόλο στη διαφοροποίηση του περιεχομένου της μάθησης. Το αντίστοιχο πολυδιαφημισμένο φινλανδικό σύστημα (όπως είχαν περιγράψει στελέχη της εκπαίδευσης της Φινλανδίας, σε επίσκεψή τους το 2005 στην Ελλάδα) είχε ως αποτέλεσμα: Η έλλειψη πόρων σε σχολεία να οδηγήσει σε αύξηση του μεγέθους των τάξεων, μείωση του αριθμού μαθημάτων που διδάσκονται και οικονομία στην υποστήριξη προς τους μαθητές με ειδικές ανάγκες.
Ρόλος στην «τοπική κοινωνία»
Στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης μια σειρά από καθήκοντα ανατίθενται στο «Συμβούλιο Σχολικής Κοινότητας», που περιγράφεται σαν ένα όργανο που θα «μανατζάρει» μαζί με το διευθυντή τη σχολική μονάδα: «Συμβάλλει στη χάραξη κατευθύνσεων δράσης της σχολικής μονάδας», «επικουρεί τον υπεύθυνο οικονομικής διαχείρισης», «σχεδιάζει, επικαιροποιεί κατ' έτος και προωθεί προς έγκριση από τον Σύλλογο Διδασκόντων το σχέδιο για την αντιμετώπιση κρίσεων στη σχολική μονάδα»!Δε λείπει η αναφορά στην «τοπική κοινωνία», είτε πρόκειται για τους «καλλικρατικούς» δήμους, που θα αναζητούν εναγωνίως πόρους και μέσα από την οικονομική αξιοποίηση των σχολείων, είτε απευθείας για τις τοπικές - και όχι μόνο - επιχειρήσεις. «Το σχολείο τίθεται στην υπηρεσία της τοπικής κοινωνίας και μετατρέπεται από κλειστή δομή, που εξυπηρετεί μόνο για μερικές ώρες της ημέρας τις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών, σε τοπικό πολυδύναμο κέντρο γνώσης, με εργαστήρια, βιβλιοθήκες, χώρους πολιτισμού, αθλητικές υποδομές, κλπ., το οποίο θα μπορεί να εξυπηρετεί τις ανάγκες για πολιτισμό και διά βίου εκπαίδευση της ευρύτερης τοπικής κοινωνίας, με τελικό στόχο να συσπειρωθούν οι τοπικές κοινωνίες γύρω από το σχολείο, να το χρησιμοποιήσουν για τις δικές τους ανάγκες (προγράμματα επιμόρφωσης, ενημερωτικές διαλέξεις, αναψυχή, πολιτισμός, άθληση)», αναφέρεται χαρακτηριστικά, σε μία προσπάθεια να παραπλανηθούν γονείς, μαθητές και εργαζόμενοι και να πιστέψουν ότι οι χώροι των σχολείων θα είναι στη διάθεσή τους.
Επίσης, στο πλαίσιο της αποκέντρωσης και περιφερειακής οργάνωσης της εκπαίδευσης, εισάγεται ο θεσμός της «Ενότητας Σχολικών Μονάδων», σύμφωνα με τον οποίο «όμορες σχολικές μονάδες του ίδιου δήμου ομαδοποιούνται και σχηματίζουν ενότητες για την προώθηση της συνεργασίας, τον συντονισμό του έργου τους και την ενιαία αντιμετώπιση διοικητικών θεμάτων».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου