Το δημοψήφισμα που διεξήχθη στις 13 και 14 Γενάρη, που ενέκρινε την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων στη βιομηχανική μονάδα της «FIAT» στο Μιραφιόρι, στην περιοχή του Τορίνο, ουσιαστικά αποδεικνύει πως τα συμβιβασμένα συνδικάτα και οι «αριστεροί ανανεωτές», που για χρόνια αφόπλισαν το εργατικό κίνημα, συνέβαλαν στο να κάνουν τους εργάτες συνένοχους του σφαγιασμού τους.
Αποτελεί ένα «προηγούμενο» ώστε να εφαρμοστούν παρόμοιες ανατροπές τόσο σε άλλες εργοστασιακές μονάδες της «Fiat» (συνολικά 22.000 εργαζόμενοι) όσο και σε άλλες βιομηχανικές μονάδες της χώρας, στο όνομα της «παραγωγικότητας» και της δημιουργίας «νέων θέσεων εργασίας».
Συνολικά, περισσότερο από το 94% των περίπου 5.500 εργαζομένων πήρε μέρος στο δημοψήφισμα που επέβαλαν η εργοδοσία και οι συμβιβασμένοι συνδικαλιστές με τον εκβιασμό ή της αποδοχής του εργασιακού μεσαίωνα ή της αποχώρησης της επιχείρησης που συνεργάζεται με την αμερικανική «Chrysler», απειλώντας μάλιστα πως θα ακυρώσει την επένδυση ενός δισ. ευρώ για παραγωγή «Jeep» και «Alfa Romeo». Το εκβιαστικό δημοψήφισμα έλαβε τη θετική γνώμη του 54% των εργαζομένων - κυρίως από τους υπαλλήλους - αφού προηγούμενα είχε υπογραφεί στα μέσα του Δεκέμβρη από όλα σχεδόν τα συνδικάτα που κινούνται στη γραμμή της κοινωνικής συναίνεσης και της ταξικής συνεργασίας (FIM-CISL, UILM-UIL, FISMIC, UGL και Assoquadrifiat). Το συνδικάτο Μετάλλου (FIOM), που ανήκει στη μεγαλύτερη συνομοσπονδία της Ιταλίας (CGIL), ψήφισε «όχι» στο δημοψήφισμα, έχει όμως επίσης συμβιβαστική γραμμή, γραμμή ταξικής συνεργασίας και, παρότι μιλούσε για επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα, καλούσε σε διάλογο με την εργοδοσία... Να, τι είπε την παραμονή του δημοψηφίσματος ο τοπικός επικεφαλής του CGIL στην εφημερίδα «Le Monde»: «Το 25% των 100.000 εργατών μεταλλουργίας της περιοχής είναι άνεργοι. Η μοναδική επένδυση που προβλέπεται είναι αυτή που προτείνει η "Fiat". Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Χωρίς δουλειά δεν έχει νόημα να μιλάμε για εργασιακά δικαιώματα». Δηλαδή, με άλλα λόγια, η συνομοσπονδία (που διάφορες οπορτουνιστικές δυνάμεις του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς την εμφανίζουν ως «αγωνιστές για τα συμφέροντα των εργατών») καλεί τους εργάτες όχι να παλέψουν για να διεκδικήσουν όλο τον πλούτο που παράγουν και τα μέσα παραγωγής, αλλά να αρκεστούν στο να μη δυσαρεστηθεί ο εργοδότης και φύγει.
Τι προβλέπει η συμφωνία
Η συγκεκριμένη συμφωνία αποτελεί επίθεση στα θεμελιώδη δικαιώματα των εργαζομένων και προβλέπει:Κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας καθώς ο κάθε εργαζόμενος καλείται πλέον να υπογράψει κάθε τμήμα της συμφωνίας.
Κατάργηση του σταθερού χρόνου εργασίας καθώς το εργοστάσιο θα λειτουργεί σε 24ωρη βάση έξι ημέρες τη εβδομάδα. Ο χρόνος εργασίας θα είναι 40 ώρες τη βδομάδα, οι υποχρεωτικές βάρδιες τριπλασιάζονται από 40 σε 120 και έτσι η εταιρεία θα μπορεί να επιβάλλει 10ωρες βάρδιες για ένα χρονικό διάστημα και για άλλο να μειώνει το ωράριο, αναγκάζοντας τους εργάτες να δουλεύουν εξαντλητικά σε περιόδους αιχμής με ό,τι κινδύνους αυτό συνεπάγεται για την υγεία τους.
Μείωση των διαλειμμάτων στο ωράριο εργασίας δύο 10λεπτα στη βάρδια αντί για τρία 20λεπτα.
Περικοπές στις ημέρες αναρρωτικής άδειας, αλλά και μείωση των αποδοχών λόγω αναρρωτικής άδειας.
Απαγόρευση της απεργίας ως τρόπου διαπραγμάτευσης και δε γίνονται αποδεκτοί οι εκπρόσωποι των εργατών που έχουν ταχθεί κατά της νέας εργοδοτικής πρότασης. Ετσι οι εργαζόμενοι δεν έχουν πλέον το δικαίωμα να επιλέγουν ελεύθερα τις συνδικαλιστικές οργανώσεις που προτιμούν. Επίσης δεν έχουν το δικαίωμα ελεύθερης συγκέντρωσης καθώς μόνο όσες οργανώσεις έχουν ταχθεί υπέρ της εργοδοτικής συμφωνίας έχουν το δικαίωμα να πραγματοποιήσουν συνελεύσεις.
Ευφορία από το κεφάλαιο και τους υποστηρικτές του
Για «ιστορική στροφή» μίλησε ο διευθύνων σύμβουλος της «Fiat»/«Chrysler» Σέρτζιο Μαρκιόνε μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, ενώ έσπευσε φυσικά να τη χαιρετίσει και η πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχάνων «Confindustria», Εμα Μαρτσεγκάλια. Εξάλλου, οι προηγούμενες δηλώσεις του πρωθυπουργού Σίλβιο Μπερλουσκόνι για υποστήριξη στη διοίκηση της «Fiat», δηλώνοντας ταυτόχρονα αισιόδοξος για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, δείχνουν πως η εργοδοσία έχει την πλήρη στήριξη του κεφαλαίου και των κυρίαρχων δυνάμεων.Εξάλλου, ο Μαρκιόνε - που στο παρελθόν κατείχε σημαντικές θέσεις σε εταιρείες του Καναδά, των ΗΠΑ και της Ελβετίας (Alussuisse, Lonza, UBS) - έχει υποσχεθεί πως αν αυξηθεί η παραγωγικότητα και με την εφαρμογή της συμφωνίας, οι αποδοχές των εργαζομένων θα αυξηθούν έως 3.700 ευρώ μεικτά, λόγω της νυκτερινής εργασίας και των υπερωριών, δηλαδή του ξεζουμίσματος στην κυριολεξία των εργατών, θέμα που χρησιμοποίησαν ως «χρυσωμένο χάπι» και τα συμβιβασμένα συνδικάτα.
Η άρχουσα τάξη της Ιταλίας θεωρεί τη συμφωνία αυτή ως ένα νέο μοντέλο που θα επιδράσει ευρύτερα στην αγορά εργασίας και τις εργασιακές σχέσεις που διαμορφώνονται σε βάρος του λαού. Ηδη από τον περασμένο Απρίλη, η κυβέρνηση, με πρόσχημα την αντιμετώπιση των συνεπειών της καπιταλιστικής κρίσης, εφαρμόζει μια πολιτική λιτότητας με περικοπές 24 δισεκατομμυρίων ευρώ. Πάνω από 300.000 θέσεις εργασίας αναμένεται να χαθούν, ενώ σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία το 26,8% των νέων είναι άνεργοι, μία στις δύο γυναίκες είναι άνεργη (46,4%), το 44,4% των ανέργων έχουν μείνει χωρίς δουλειά από το 2009 και η ανεπίσημη ανεργία ξεπερνά το 11,9%.
Αποκαλυπτική η στάση της FIOM
Είναι χαρακτηριστική η αντίδραση του Συνδικάτου Μετάλλου (FIOM) που χαρακτήρισε θετικό το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος γιατί μεγάλο μέρος των εργατών ψήφισε κατά (46%), παρά τα εκβιαστικά διλήμματα και την τρομοκρατία. Ζητά, ωστόσο, να ανοίξει εκ νέου διάλογος γιατί, όπως υποστηρίζει, για να λειτουργήσει η επιχείρηση χρειάζεται οι εργάτες να είναι σε συμφωνία με τα αφεντικά τους. Οπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της FIOM Μαουρίζιο Λαντίνι, η ψηφοφορία έφερε «εξαιρετικό και απρόσμενο αποτέλεσμα», προσθέτοντας πως η συνδικαλιστική οργάνωση και οι εργαζόμενοι «τη θέλουν την επένδυση». Η κήρυξη της 8ωρης απεργιακής κινητοποίησης για τις 28 Γενάρη από την FIOM και την CGIL - δύο εβδομάδες μετά την ψηφοφορία - με βασικό σύνθημα την προστασία των εθνικών συλλογικών συμβάσεων και την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων στους τόπους δουλειάς είναι ένας τρόπος για να «ξεφουσκώσει» η οργή και η αγανάκτηση των εργαζομένων.Στην Ιταλία ο συμβιβασμός, η ταξική συνεργασία και η υποταγή στα κελεύσματα του κεφαλαίου έχει μακρά ιστορία. Συστατικό τους στοιχείο είναι ο «ευρωκομμουνισμός», οι αντεπαναστατικές μεταλλάξεις και «ανανεώσεις», η απώλεια των κομμουνιστικών χαρακτηριστικών του κόμματος της εργατικής τάξης, η εμφανής ανυπαρξία Κομμουνιστικού Κόμματος με επαναστατική στρατηγική για την ενίσχυση της ταξικής πάλης και σύγκρουση με το κεφάλαιο. Το παράδειγμα της «Fiat» είναι ενταγμένο στο πλαίσιο της στρατηγικής του κεφαλαίου που έχει συναποφασιστεί σε όλη την ΕΕ. Ανάλογες επιθέσεις και πιέσεις δέχονται και οι εργαζόμενοι στην πατρίδα μας για σύναψη ειδικών επιχειρησιακών συμβάσεων, όπου επιχειρείται η μείωση μισθών και η κατάργηση δικαιωμάτων για να διατηρηθεί η κερδοφορία των κεφαλαιοκρατών. Με τη συγκεκριμένη εξέλιξη στη «FIAT» οι εργαζόμενοι στη χώρα μας μπορούν και πρέπει να βγάλουν συμπεράσματα για το ρόλο των εργοδοτικών συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών, που τα ίδια κάνουν και στην Ελλάδα, με τις μηδενικές αυξήσεις που υπογράφουν, με την πλάτη που έχουν βάλει για να περνάνε οι «ευέλικτες μορφές απασχόλησης». Πιο αποφασιστικά απαιτείται να συστρατευτούν με το ταξικό αγωνιστικό κίνημα, το Πανεργατικό Αγωνιστικό Μέτωπο, για να έχει προοπτική η λαϊκή πάλη.
Κλωντίν ΧΕΣΠΕΡ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου