Πολλοί καλοπροαίρετα αναρωτιούνται ποιος είναι ο λόγος για το σκυλοκαβγά ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ για ζητήματα που έχουν δευτερεύουσα και τριτεύουσα σημασία, που δεν αφορούν κεντρικά πολιτικά ζητήματα. Είναι όμως αυτονόητο: Οτι όσο αναδεικνύεται η μεταξύ τους σύμπλευση στο στρατηγικό πλαίσιο τόσο η μεταξύ τους αντιπαράθεση παίρνει ανούσια χαρακτηριστικά, αποσκοπεί να συσκοτίσει αυτήν τη στρατηγική σύμπλευση. Οχι άδικα αστοί αναλυτές ανησυχούν κι επισημαίνουν ότι η συνέχιση μιας τέτοιας αντιπαράθεσης μπορεί να έχει αρνητικό αποτέλεσμα για το πολιτικό σύστημα, ότι θα δυσκολέψει ελιγμούς εάν προκύψει η αναγκαιότητα ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ να τα βρουν προς όφελος της αστικής διαχείρισης της κρίσης και της μελλοντικής ανάκαμψης.
***
Η πολιτική παρέμβαση για τη διαχείριση της κρίσης κινήθηκε στην κατεύθυνση του περιορισμού των ελλειμμάτων, της ελεγχόμενης απαξίωσης κεφαλαίου κι εργατικής δύναμης, της διαχείρισης του δημόσιου χρέους. Ετσι είχαμε αντεργατικές αναδιαρθρώσεις για μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, περικοπές από τους κρατικούς προϋπολογισμούς δαπανών σε Παιδεία, Υγεία, πρόνοια, αύξηση της φορολογίας στο λαό. Αναδιάρθρωση («κούρεμα») του χρέους, που το πλήρωσαν βεβαίως οι τράπεζες, και μέσω αυτών και τα ασφαλιστικά ταμεία και τα νοσοκομεία κτλ που έχουν καταθέσεις σε ομόλογα, νέες συμφωνίες δανεισμού (για την κάλυψη των ελλειμμάτων) κι αποπληρωμής των δανείων. Βεβαίως αυτή η πολιτική στοχεύει στη δημιουργία πλεονασμάτων στον κρατικό προϋπολογισμό, προκειμένου να υπάρξει χρήμα στα κρατικά ταμεία και στις τράπεζες. Με αυτό θ' αποπληρώνονται τα δάνεια για το χρέος, αλλά θα γίνονται και δημόσιες καπιταλιστικές επενδύσεις. Θα χρηματοδοτούνται μεγαλοεπιχειρηματίες για να κάνουν επενδύσεις, εξασφαλίζοντας δάνεια από τις τράπεζες. Γι' αυτό άλλωστε τις ανακεφαλαιοποίησαν.
***
Είναι γεγονός ότι από την έναρξη εκδήλωσης της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης υπήρξε οξύτατη διαπάλη στους αστικούς κόλπους, διεθνώς, για την πολιτική διαχείρισής της, με δεδομένο ότι ήταν συγχρονισμένη, ιδιαίτερα σε ΗΠΑ και ΕΕ, με σοβαρή επίδραση σε σημαντικές καπιταλιστικές οικονομίες των κρατών - μελών της ΕΕ (π.χ. Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία), ανεξάρτητα από τη φάση του κύκλου σε κάθε καπιταλιστική οικονομία. Η ολοένα και πιο στενή διαπλοκή κι αλληλεξάρτηση των καπιταλιστικών οικονομιών ασκεί αλληλεπίδραση στην αντιμετώπισή της. Ταυτόχρονα όμως υπήρχαν και παράγοντες που ασκούν τέτοιες ή αλλιώτικες δυσκολίες στη διαχείρισή της πέρα από το μεγάλο βάθος και τη διάρκεια χρόνου που έτσι κι αλλιώς δυσκόλευαν τη διαχείρισή της. Τέτοιοι παράγοντες είναι το κοινό νόμισμα στην Ευρωζώνη, (το ευρώ), τα δημόσια ελλείμματα, καθώς και το εξωτερικό χρέος. Η διαπάλη που εκδηλώθηκε στο πλαίσιο των αστικών επιτελείων σε σχέση με την πολιτική διαχείριση της κρίσης αφορά το ποιο μείγμα είναι καλύτερο για να στηριχτεί η πιο γρήγορη κι αποτελεσματική ανάκαμψη (συμπεριλαμβάνοντας επίσης και παράγοντες όπως: Ποια τμήματα του κεφαλαίου θα χάσουν ή θα ωφεληθούν, πώς θα εξασφαλιστεί η λεγόμενη κοινωνική συνοχή κ.λπ.). Διαχείριση στην οποία έχουν προτεραιότητα περιοριστικά μέτρα, μειώσεις, περικοπές, όπως επικράτησε στην ΕΕ κ.λπ., ή επεκτατικά μέτρα, π.χ. χρηματοδότηση μέσω «κοψίματος» χρήματος όπως στις ΗΠΑ. Είναι βεβαίως σαφές ότι η δεύτερη περίπτωση θα ήταν πολύ δύσκολο να εφαρμοστεί στην Ευρωζώνη, με δεδομένο το κοινό νόμισμα οικονομιών με διαφορετικό επίπεδο καπιταλιστικής ανάπτυξης, με διαφορετικό βάθος της κρίσης, δημόσιο χρέος κ.λπ.
***
Γιατί όμως μπορεί σήμερα να γίνει πιο ορατή η στρατηγική σύμπλευση; Εχει ενισχυθεί στους κόλπους του ελληνικού κεφαλαίου η θέση ότι πρέπει να μπει τέρμα στην «πολιτική λιτότητας», ότι πρέπει να γίνει μια νέα διαπραγμάτευση για το χρέος, ώστε μέρος του λεγόμενου «πρωτογενούς πλεονάσματος» να διατεθεί στην «πραγματική οικονομία» (δηλαδή στις καπιταλιστικές παραγωγικές επιχειρήσεις), επίσης τίθεται ζήτημα ότι πρέπει να τονωθεί η λαϊκή κατανάλωση και ότι πρέπει να λυθούν ζητήματα αναδιάρθρωσης του τραπεζικού συστήματος ώστε να μπορούν οι τράπεζες να ξαναδανείζουν. Η συζήτηση για επενδύσεις, χρηματοδότηση της παραγωγής, η οποία εδώ και πάνω από δύο χρόνια έχει μπει στην ημερήσια διάταξη από το ΣΕΒ με κριτική σε Ευρωζώνη, Γερμανία, κυβέρνηση, τώρα έχει οξυνθεί στο έπακρο. Με δεδομένο λοιπόν ότι μπαίνουμε σε μια νέα φάση διαχείρισης της κρίσης και προετοιμάζοντας το ενδεχόμενο καπιταλιστικής ανάκαμψης, αλλάζουν οι προτεραιότητες και αυτό επιδρά και στις δύο διαφορετικές προτάσεις διαχείρισης.
***
Ας δούμε δύο παραδείγματα από άρθρα που δημοσιεύτηκαν στην «Καθημερινή της Κυριακής» πριν 2 βδομάδες, που δείχνουν ότι τα δύο αστικά μείγματα διαχείρισης διαπλέκονται ή, πιο σωστά, δε χωρίζονται με σινικά τείχη, αντίθετα, μπορεί να πλησιάζουν το ένα το άλλο. Ας το δούμε.
Γράφει ο Αλ. Παπαδόπουλος: «Ο καθένας με τις δικές του προτεραιότητες κατά νου, με πλάγια βήματα, κάθε τόσο, βλέπω να προσανατολίζονται ή να μπορούν να προσανατολιστούν:
- Σε αναδιευθέτηση του χρόνου καταβολής των εναπομενόντων τόκων, μετά τη συμφωνία του 2012, καθώς και της εξυπηρέτησης των λήξεων προς την ΕΚΤ και τις κεντρικές τράπεζες.
- Στην απόσβεση του "επίσημου" χρέους σε ακόμη μακρότερο βάθος χρόνου και με (κατ' ανάγκην οριακή, εδώ να μην τρέφουμε φρούδες προσδοκίες) πρόσθετη μείωση των επιτοκίων.
Ομως αυτές οι κινήσεις δε θα είναι παρά "ξέσφιγμα του βρόχου" για την Ελλάδα. Ακόμη μεγαλύτερη σημασία έχει και θα έχει η διαπραγματευτική επιδίωξη:
- Ειδικών κεφαλαιακών ροών, για τη στήριξη αφενός ενός ελαχίστου επιπέδου επενδυτικής δραστηριότητας (...) και αφετέρου αυστηρότατα προσδιορισμένων κοινωνικών αναγκών (γιατί χωρίς ένα μίνιμουμ στήριξης και στοχευμένης χαλάρωσης σε Κοινωνική Ασφάλιση, Υγεία και Πρόνοια διακινδυνεύουμε κοινωνική έκρηξη, και τότε...)».
Τι λέει; Οτι βεβαίως πρέπει να υπάρχει δημοσιονομική πολιτική, αλλά δε φτάνει, γιατί η παραγωγή δεν αναπτύσσεται, αντίθετα καταρρέει. Αρα πρέπει να βρεθούν χρήματα και για στοιχειώδη «κοινωνική πολιτική» και για επενδύσεις. Και προτείνει μείωση του επιτοκίου, αύξηση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων και συμφωνία για δάνεια που θα πάνε στην ανάπτυξη. Τέτοια συμφωνία προτείνει με τους δανειστές.
***
Στην ίδια εφημερίδα, ο Γ. Δραγασάκης γράφει: «Χρειάζεται λοιπόν να τεθεί σε εφαρμογή ένα συνολικό ανορθωτικό πρόγραμμα με βασικούς στόχους τη διασφάλιση της δημοσιονομικής σταθερότητας και του αξιόχρεου του ελληνικού κράτους, την παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας, το δημοκρατικό μετασχηματισμό του κράτους, την ανακατανομή των βαρών, την εμπέδωση της κοινωνικής δικαιοσύνης και την αντιμετώπιση σε πρώτο χρόνο της ανθρωπιστικής κρίσης.(...) Για να σπάσει ο φαύλος κύκλος της λιτότητας απαιτείται ο συνδυασμός τριών τουλάχιστον προϋποθέσεων:
α) Διαγραφή μέρους του συσσωρευμένου χρέους.
β) Μη δανειακή αναπτυξιακή χρηματοδότηση στο αρχικό στάδιο.
γ) Ρήτρα ανάπτυξης, δηλαδή εξυπηρέτηση του συμφωνημένου χρέους ανάλογα με την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ και όχι ανάλογα με το πλεόνασμα.
Είναι τα τρία συστατικά του Σχεδίου Μάρσαλ με το οποίο - στο πλαίσιο του τότε Ψυχρού Πολέμου - βοηθήθηκε η Γερμανία το 1953 από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της.
Στις σημερινές συνθήκες, οι παραπάνω προϋποθέσεις θα μπορούσαν να εκπληρωθούν από μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική για το χρέος και ένα New Deal για την Ευρώπη.
Τόσο οι εσωτερικοί όσο και οι εξωτερικοί όροι της λύσης του προβλήματος είναι φυσικά αλληλένδετοι».
Τι λέει; Κάνει τη διαπίστωση ότι η συνέχιση αυτής της πολιτικής δεν οδηγεί στην ανάπτυξη, όπως και ο Αλ. Παπαδόπουλος. Οτι η υπερφορολόγηση δεν «ανταποδίδεται κοινωνικά». Θέτει κι αυτός ζήτημα αντιμετώπισης της «κοινωνικής πολιτικής». Διαμαρτύρεται ότι τα πλεονάσματα πάνε για την εξυπηρέτηση των δανείων και μόνο αν περισσέψουν σε άλλους σκοπούς. Ζητά κι αυτός αναδιαπραγμάτευση με τους «εταίρους» και τους δανειστές. Προτείνει «κούρεμα χρέους», «αναπτυξιακή χρηματοδότηση» κι εξυπηρέτηση του χρέους με βάση την πορεία ανάπτυξης της καπιταλιστικής οικονομίας. Και ζητά βεβαίως το χρέος ν' αντιμετωπιστεί ευρωενωσιακά και μια νέα συμφωνία (New Deal) για την ανάπτυξη στη Ευρώπη.
Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι οι διαφορές των δύο μειγμάτων αφορούν το με ποιον τρόπο θα υλοποιηθούν οι κοινοί τους στόχοι.
Χ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου