ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ «ανταγωνισμός», «ανταγωνιστικότητα της οικονομίας» αποτελούν κομβικά σημεία στις επίσημες αναλύσεις του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, της Τράπεζας της Ελλάδας και των φορέων της εργοδοσίας.
Η κυρίαρχη αντίληψη θεωρεί ότι στο περιβάλλον της ΟΝΕ μέσα στο οποίο κινείται η ελληνική οικονομία, απαιτείται συνεχής άνοδος της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων, ώστε να διατηρήσουν και να διευρύνουν τις θέσεις που έχουν στη διεθνή αγορά.
Και απ' αυτό θα κερδίσουν και οι εργάτες και τ' άλλα λαϊκά στρώματα. Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
ΣΕ ΣΥΝΘΗΚΕΣ κυριαρχίας των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, η οικονομική έννοια «ανταγωνιστικότητα» έχει ταξικό περιεχόμενο. Αυτό γίνεται καθαρό αν απαντηθεί το ερώτημα, πώς μπορεί ένα εμπόρευμα να είναι ανταγωνιστικό. Ανταγωνιστικό είναι ένα εμπόρευμα, όταν ο παραγωγός του, δηλαδή ο καπιταλιστής, μπορεί να το πουλά φθηνότερα στη διεθνή αγορά, απ' ό,τι το πουλούν οι άλλοι παραγωγοί καπιταλιστές, να έχει δηλαδή σχετικά μειωμένες διεθνείς τιμές. Και πώς διαμορφώνονται οι τιμές μέσα στα πλαίσια των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής; Η τιμή διαμορφώνεται από την αξία των μέσων παραγωγής που μεταβιβάζεται σταδιακά στο παραγόμενο προϊόν (μηχανήματα, πρώτες και βοηθητικές ύλες κλπ.) την αξία της εργατικής δύναμης που παίρνει την απατηλή μορφή του μισθού και την υπεραξία που δημιουργείται από την απλήρωτη εργασία και ιδιοποιείται δωρεάν ο καπιταλιστής. Αυτοί είναι οι τρεις παράγοντες που διαμορφώνουν την αξία ενός εμπορεύματος. Σε συνθήκες κεφαλαιοκρατικού ανταγωνισμού η αξία ενός εμπορεύματος μπορεί να μειωθεί μόνο με την άνοδο της παραγωγικότητας της εργασίας. Αν όμως η εργασία γίνει πιο παραγωγική, αυτό θα έχει σαν συνέπεια: να παράγεται περισσότερο προϊόν στη μονάδα του παραγωγικού χρόνου, στον ίδιο χρόνο εργασίας να παράγεται μια αυξημένη μάζα του προϊόντος, το οποίο όμως θα ενσωματώνει την ίδια ποσότητα αξίας. Με τον τρόπο αυτό ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός οδηγεί στο φθήνεμα των εμπορευμάτων. Επειδή αυτό το φθήνεμα δε γίνεται ταυτόχρονα σ' όλες τις επιχειρήσεις ενός κλάδου ή σ' όλους τους κλάδους, ασκείται πίεση σ' αυτές τις επιχειρήσεις για φθήνεμα των δικών τους προϊόντων που σημαίνει συμπίεση της τιμής της εργατικής δύναμης για να φτηναίνει ο εργάτης.
ΑΥΤΟ ΥΠΗΡΕΤΕΙΤΑΙ με τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, (ελαστικές εργασιακές σχέσεις, τις αντεργατικές αλλαγές στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, την εμπορευματοποίηση της Παιδείας, της Υγείας κλπ.). Επίσης η παραγωγικότητα φτηναίνει τον εργάτη αφού τα φθηνότερα εμπορεύματα οδηγούν στη μείωση της αξίας της εργατικής δύναμης. Γιατί η αξία του ιδιόμορφου αυτού εμπορεύματος, αντιστοιχεί στην αξία των μέσων συντήρησης που απαιτούνται για να διατηρηθεί η εργατική του δύναμη σε κανονικά ανεκτά επίπεδα.
ΜΕ ΤΟΥΣ ΤΡΟΠΟΥΣ αυτούς ο καπιταλιστής αυξάνει την υπεραξία που αποσπά από τον εργάτη, αυξάνει δηλαδή την εκμετάλλευση, αυξάνει τα κέρδη του. Αρα, η άνοδος της ανταγωνιστικότητας της καπιταλιστικής οικονομίας, δεν είναι ουδέτερο μέγεθος, αλλά αντίθετα προϋποθέτει την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης. Επομένως από τον ανταγωνισμό, ωφελούνται οι καπιταλιστές και χάνουν οι εργάτες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου