"H Οργάνωση μας, η ΚΝΕ, είναι η μοναδική πολιτική νεολαία της Ελλάδας που με σταθερό και αταλάντευτο τρόπο έχει οξυμένο ιδεολογικό-πολιτικό μέτωπο απέναντι σε όλα τα ναρκωτικά.
Σε μια εποχή που η δυσοσμία που αναδύει ο καπιταλισμός είναι αβάσταχτη, τα ναρκωτικά αξιοποιούνται από την αστική τάξη ολόπλευρα για τη χειραγώγηση της νεολαίας. Αποτελούν ένα ισχυρότατο όπλο στα πλαίσια της ιδεολογικής και πολιτικής της κυριαρχίας, προκειμένου να επηρεάζει τη διαμόρφωση των νεανικών συνειδήσεων. Στόχος είναι η διάδοση μέσα στους νέους ενός γενικότερου τρόπου ζωής που αφοπλίζει τα νεανικά όνειρα, αμβλύνει συνειδήσεις, περιθωριοποιεί τμήματα νέων.
Σε αυτά τα πλαίσια, τα τελευταία χρόνια με ιδιαίτερη ένταση, αστοί κονδυλοφόροι και πολιτικοί, νεοφιλελεύθεροι και κεντροαριστεροί, έχουν επιδοθεί σε μια άνευ προηγουμένου εκστρατεία που στοχεύει να δημιουργήσει μαζική κοινωνική ανοχή απέναντι στο φαινόμενο των ναρκωτικών.
Η επίσημη πολιτική της κυβέρνησης και οι οδηγίες της Ε.Ε., αντί να αντιμετωπίζουν το πρόβλημα, κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση.
Έτσι το πρόβλημα της χρήσης ναρκωτικών ολοένα και γνωρίζει μεγαλύτερες διαστάσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι την τελευταία μόνο 5ετία ΔΙΠΛΑΣΙΑΣΤΗΚΕ η χρήση στις νεαρές ηλικίες.
Σκοπός της παρούσας έκδοσης του Κεντρικού Συμβουλίου της ΚΝΕ είναι να καταγράψει τις θέσεις της Οργάνωσης για το πρόβλημα. Φιλοδοξούμε, μέσα από το διάλογο και την αντιπαράθεση μέσα στη νεολαία και το κίνημα της, να συμβάλουμε ώστε το κίνημα της νεολαίας να εξοπλιστεί πολιτικά με στόχους διεκδίκησης και πάλης, ώστε μαζί με το λαό να βάλει φραγμό στις διαστάσεις που παίρνει η μάστιγα των ναρκωτικών.
ΕΞΑΡΤΗΣΗ: ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΣΥΜΦΥΤΟ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ
Αν και τα ναρκωτικά αποτελούν τόσο σοβαρό εχθρό της σωματικής, ψυχικής και κοινωνικής υγείας του ανθρώπου, είναι αρκετά μεγάλος ο αριθμός αυτών, και ιδιαίτερα ανάμεσα στους νέους, που κάνουν χρήση. Ο αριθμός αυτός μάλιστα τα τελευταία χρόνια μεγαλώνει με έντονους ρυθμούς. Παρά το γεγονός ότι αυξάνει κατακόρυφα ο αριθμός των θανάτων, σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτουμε στο Παράρτημα, την τελευταία 5ετία ΔΙΠΛΑΣΙΑΣΤΗΚΕ η χρήση στις νεαρές ηλικίες και ΤΡΙΠΛΑΣΙΑΣΤΗΚΕ στο ίδιο διάστημα η χρήση κάνναβης.
Η κυρίαρχη αστική ιδεολογία και απολογητική, προσπαθεί να πλάσει πλήθος επιχειρημάτων, για να εξηγήσει το φαινόμενο της τοξικομανίας και γενικότερα της εξάπλωσης της χρήσης ναρκωτικών ουσιών.
Κάποια ρεύματα, για παράδειγμα, προσπαθούν να φορτώσουν την ευθύνη στον ίδιο τον τοξικομανή, στην οικογένεια του, στις παρέες του, ανάγοντας σε κυρίαρχες αιτίες παράγοντες που καθορίζονται και διαμορφώνονται από τον καπιταλισμό.
Κάποια άλλα ρεύματα προσπαθούν να αποδείξουν ότι η τοξικομανία είναι σύμφυτη με τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά, ή ότι είναι ενσωματωμένη στο DNA μας. Αυτό το ρεύμα 6ιολογικοποιώντας κοινωνικά χαρακτηριστικά δεν κάνει τίποτα παραπάνω από αυτό που έκανε η χιτλερική προπαγάνδα, όταν μετρούσε τις διαστάσεις των ανθρωπίνων κρανίων, για να δικαιολογήσει την ανωτερότητα της «άριας» φυλής και συνεπώς τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και τις φρικαλεότητες που διάπραττε ο φασισμός.
Σε κάθε περίπτωση η επιδίωξη είναι να ξεκοπούν παράμετροι του προβλήματος, να αυτονομηθούν, να μην εξεταστούν σε βάθος οι κοινωνικές σχέσεις. Να παρουσιαστούν οι παράγοντες που συντελούν στην όξυνση του προβλήματος ως αιτίες που το γεννούν. Κοινό σημείο και στόχος τους είναι να αθωώσουν το καπιταλιστικό σύστημα.
Γιατί οι νέοι κάνουν χρήση ναρκωτικών;
Το πρόβλημα της χρήσης ναρκωτικών δεν είναι η χρήση απλά μιας χημικής ουσίας. Είναι το «γιατί» της χρήσης, το τι συμβολίζει η χρήση, τι σύστημα αξιών και στάσης ζωής συνοδεύει τη χρήση.
Όσοι κάνουν χρήση ναρκωτικών ουσιών, προσπαθούν με αυτά να καλύψουν τα εσωτερικά τους κενά. Οι νέοι που κάνουν χρήση ναρκωτικών, καταφεύγουν σε αυτά, γιατί θέλουν, όπως λένε στη δική τους γλώσσα, «να την ακούσουν». Δηλαδή να ξεφύγουν από την πραγματικότητα ή να έρθουν σε κατάσταση ευφορίας με τη χρήση της ουσίας ή να βρουν ψευδαίσθηση επικοινωνίας με την παρέα. Προσπαθούν δηλαδή να κατασκευάσουν συνθήκες, οι οποίες δεν υπάρχουν κάτω από φυσιολογικές καταστάσεις: Η πραγματικότητα είναι σκληρή, δεν αφήνει περιθώρια ευφορίας, στην παρέα δεν υπάρχει η δυνατότητα επικοινωνίας, καθώς τα μέλη της δεν μοιράζονται κοινές σκέψεις, αξίες, ιδανικά.
Χρησιμοποιείται, λοιπόν, η ουσία ως μέσον φυγής τόσο από τα προσωπικά όσο και από τα γενικότερα αδιέξοδα που έχει ο καθένας, αλλά και ως μέσον κάλυψης εσωτερικών αναγκών. Χρησιμοποιείται από κάποιον δηλαδή η ουσία, σε τελική ανάλυση, ως μέσον φυγής από τον ίδιο τον εαυτό του. Όσοι κάνουν χρήση, επιδιώκουν σε μια τεχνητή πραγματικότητα να βρουν ό,τι η καθημερινότητα τους στερεί. Έναν κοινωνικό ρόλο, ταυτότητα, ανακούφιση από τα προβλήματα, επικοινωνία, ψευδαισθήσεις επιτυχίας, ευτυχία.
Το φαινόμενο συνεπώς της συνάντησης μιας προσωπικότητας με μια ναρκωτική ουσία, σε μια συγκεκριμένη κοινωνικο-ιστορική στιγμή, παίρνει πολύ συγκεκριμένο κοινωνικό χαρακτήρα στην κοινωνία μας και σε όλες τις καπιταλιστικές κοινωνίες σαν τη δική μας. Αυτός ο συγκεκριμένος κοινωνικός χαρακτήρας αποσιωπάται από όλα τα αστικά απολογητικά ρεύματα, επειδή τους ενοχλεί.
Τα κοινωνικά αδιέξοδα που δημιουργεί ο καπιταλισμός
Για να νιώθει συνεπώς κάποιος την ανάγκη «να την ακούσει», για να πέσει δηλαδή στο λούκι των ναρκωτικών, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μην είναι ευτυχισμένος. Την ευτυχία όμως από τα μέλη της κοινωνίας μας τη στερεί ο καπιταλισμός και η εκμεταλλευτική του φύση. Τη στερεί η πλεονεξία του κεφαλαίου για ολοένα και περισσότερα υπερκέρδη σε βάρος των δικαιωμάτων, των αναγκών και των ελευθεριών των εργαζομένων. Οι ταξικοί φραγμοί στη μόρφωση, η ανεργία, η μισθωτή εργασία, η οικονομική δυσχέρεια, ο κοινωνικός, οικονομικός και πολιτικός αποκλεισμός.
Αυτά αποτελούν το έδαφος, πάνω στο οποίο το κεφάλαιο κλέβει την ευτυχία από τους εργαζομένους και τη νεολαία, δημιουργώντας έτσι την ανασφάλεια για το παρόν και το μέλλον, το άγχος και την αβεβαιότητα. Αυτές είναι οι συνθήκες που δεν επιτρέπουν στη νεολαία να εκπληρώσει τις προσδοκίες της και να ζήσει μια ευτυχισμένη ζωή.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στα στοιχεία που έδωσε η θεραπευτική κοινότητα «Στροφή» για το προφίλ των εφήβων που την προσέγγισαν το έτος 2000 αναφέρεται ότι το 76% ήταν άνεργοι ή υποαπασχολούμενοι. Το 76,7% προέρχονται από φτωχές οικογένειες. Το 50,5% έχουν εγκαταλείψει το σχολείο πριν ολοκληρώσουν τη βασική υποχρεωτική εκπαίδευση.
Όσοι λοιπόν ισχυρίζονται ότι τα ναρκωτικά τα ακολουθούν ομάδες νεολαίας από περιέργεια, επειδή τάχα είναι απαγορευμένα, πρέπει να εξηγήσουν το πώς γίνεται η «περιέργεια» αυτή να είναι χαρακτηριστικό φαινόμενο συγκεκριμένων ομάδων νέων ανθρώπων. Αυτών που η καπιταλιστική μας κοινωνία τους έχει δείξει με τον πιο άγριο τρόπο τα δόντια της. Φυσικά το πρόβλημα της εξάρτησης διαχέεται σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, όμως με ιδιαίτερη αγριότητα χτυπά τα πιο φτωχά λαϊκά στρώματα.
Τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα που δημιουργεί ο καπιταλισμός για τα λαϊκά στρώματα, αποτελούν συνεπώς αναγκαία συνθήκη για να εμφανιστεί το φαινόμενο χρήσης των ναρκωτικών.
Ο καπιταλισμός βλάπτει σοβαρά την ψυχική υγεία (και όχι μόνο)
Φυσικά τα κοινωνικά αδιέξοδα που δημιουργεί το σύστημα είναι μεν αναγκαία συνθήκη, δεν είναι όμως από μόνα τους αναγκαία και ικανή συνθήκη. Το απάνθρωπο καπιταλιστικό σύστημα, στο οποίο ζούμε, όχι μόνο μας δημιουργεί προβλήματα στη ζωή μας, αλλά κάνει ό,τι μπορεί για να μετατραπούν σε προβλήματα του καθένα όχι με το σύστημα αλλά με τον εαυτό του. Ο ίδιος ο καπιταλισμός φέρνει τους ανθρώπους σε ρήξη με το σύνολο των κοινωνικών τους σχέσεων. Τους αποξενώνει δηλαδή από την ανθρώπινη ουσία τους από τον ίδιο τους τον εαυτό. Έτσι η «αναγκαία συνθήκη» γίνεται ικανή. Το πρόβλημα που αποκτά πλέον κάποιος με τον εαυτό του εκφράζεται με πολλούς τρόπους και ένας από τους πιο βασικούς είναι η θέληση για φυγή. Η πιο ακραία μορφή φυγής είναι η τοξικοεξάρτηση.
Οι πρόσφατες στατιστικές δείχνουν ότι το 40% των νέων από 14-25 χρόνων έχουν κάνει χρήση ναρκωτικών ουσιών. Σε δηλώσεις που έκανε στις 4/4/2001 ο πρόεδρος της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρίας, ανέφερε ότι το 1/3 του γενικού πληθυσμού θα εκδηλώσει σε κάποια στιγμή της ζωής του ψυχιατρική συμπτωματολογία, δείγμα και αυτό της αλλοτρίωσης του ανθρώπου στον καπιταλισμό.
Και μόνο αυτά τα νούμερα δείχνουν ότι στην κοινωνία που ζούμε κάτι «σάπιο υπάρχει». Το πρόβλημα είναι καθολικό, δεν αγκαλιάζει μόνο ορισμένες περιθωριακές ομάδες ή ανθρώπους που προέρχονται από «προβληματικές» οικογένειες.
Στον καπιταλισμό όλοι αυτοί που δημιουργούν τον πλούτο της κοινωνίας είναι αποξενωμένοι από τη βασική τους δραστηριότητα, που ως τέτοια παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση και επιβεβαίωση της προσωπικότητας, από τη δραστηριότητα αυτή που δημιουργεί τον κοινωνικό πλούτο. Δηλαδή από την παραγωγική εργασία. Οι άνθρωποι δεν εργάζονται για να δημιουργήσουν τον πλούτο της κοινωνίας, αλλά για να εξασφαλίσουν τα προς το ζην. Στο αντικείμενο της δουλειάς τους δεν βλέπουν τον εαυτό τους και την προσωπικότητα τους, αλλά τον καταναγκασμό. Η προσωπική τους αξία δεν έγκειται στην ικανότητα τους να δημιουργούν αξίες χρήσης που ανεβάζουν το συνολικό βιοτικό επίπεδο της κοινωνίας, αλλά στην ικανότητα τους να παράγουν υπεραξία. Τα εμπορεύματα αποτελούν τον τελικό σκοπό της ανθρώπινης δραστηριότητας και μέσα από αυτά βρίσκει ο καθένας τον εαυτό του και όχι στην ίδια την ανθρώπινη ουσία του.
Αυτή η αποξένωση αποτελεί τη βάση για την αποδόμηση, για τον κατακερματισμό συνολικά της προσωπικότητας. Αποτελεί σημαντικό παράγοντα που ευνοεί την αστική ιδεολογία να βρίσκει εύφορο έδαφος και σε τελική ανάλυση να κυριαρχεί ανάμεσα στους εργαζομένους.
Αυτή η αποξένωση καθορίζει τις σχέσεις στην οικογένεια, στο φιλικό κύκλο και στις διαπροσωπικές σχέσεις. Η καταπίεση από τον τόπο εργασίας μεταφέρεται στην οικογένεια. Οι γονείς μετατρέπονται σε αρκετές περιπτώσεις σε τυράννους. Η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, αυτός ο υπέρτατος νόμος του καπιταλισμού, μεταφράζεται σε αμέτρητες καθημερινές μικρο-εκμεταλλεύσεις στις διαπροσωπικές σχέσεις, γίνεται νόμος που χαρακτηρίζει τις ανθρώπινες σχέσεις. Οι σχέσεις γίνονται ανταγωνιστικές. Ο σύντροφος πολλές φορές επιδιώκει να πάρει περισσότερα απ' όσα δίνει, το ίδιο και ο φίλος. Η παρέα αποτελεί συγκόλληση χωρίς κοινές ανησυχίες, ιδανικά και αξίες, με αποτέλεσμα να υπάρχει κενό στην επικοινωνία και αμηχανία.
Για όλα αυτά όμως δεν ευθύνεται κανένας άλλος από τον ίδιο τον καπιταλισμό, που όσο περνάνε τα χρόνια, τόσο περισσότερο σαπίζει, τόσο περισσότερο γίνεται αντιδραστικό και αποκρουστικό το πρόσωπο του και γι' αυτό τόσο περισσότερο θα δημιουργεί ανάμεσα στους ανθρώπους αποκρουστικά κακέκτυπα του.
Ακραία μορφή και αποτέλεσμα αυτής της αποξένωσης του ανθρώπου από την ανθρώπινη ουσία του είναι η εξάρτηση. Όπου το εμπόρευμα-ουσία θεοποιείται. Η κοινωνικότητα του ανθρώπου καταστρέφεται. Η κοινωνική συνείδηση εξαφανίζεται. Η προσωπικότητα είναι τελείως καταστραμμένη.
Δεν πέφτουν φυσικά όλοι οι άνθρωποι στο «λούκι» της εξάρτησης, αλλά οι πιο ευάλωτες προσωπικότητες. Αυτοί που καταφέρνουν να κρατήσουν τις περισσότερες αντιστάσεις, να διαμορφώσουν σύστημα αξιών που έρχεται σε σύγκρουση με τις κυρίαρχες αξίες, να συνειδητοποιήσουν την αντικειμενική πραγματικότητα, μπορούν να αντισταθούν και στους ψεύτικους παραδείσους.
Όμως σκοπός ύπαρξης του καπιταλισμού είναι η διαιώνιση του και η διευρυμένη αναπαραγωγή του. Απαραίτητη προϋπόθεση για κάτι τέτοιο είναι η ιδεολογική χειραγώγηση των εργαζομένων και των νέων. Δηλαδή η συσκότιση της πραγματικής φύσης του συστήματος και η αντιστροφή της πραγματικότητας, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα που δίνει στην αστική τάξη το γεγονός ότι είναι κυρίαρχη, ότι έχει στα χέρια της την εξουσία.
Ο άνθρωπος που στον καπιταλισμό και εξαιτίας των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής έχει έρθει σε ρήξη με το σύνολο των κοινωνικών του σχέσεων, ο άνθρωπος που έχει δηλαδή αλλοτριωθεί, διαμορφώνει κάτω και από την επίδράση της αστικής ιδεολογίας στρεβλό σύστημα αναγκών, το οποίο με τη σειρά του διαμορφώνει στρε6λές αξίες.
Έτσι βρίσκει εύφορο έδαφος η βιομηχανία του θεάματος και του life style, που φροντίζει να δημιουργήσει τέτοια πρότυπα, ώστε να καθαγιάζονται τα αστικά ιδεώδη (κέρδος, ατομικισμός, εκμετάλλευση).
Η πραγματική αιτία της αδυναμίας εκπλήρωσης των αναγκών που στερεί την ευτυχία από τους ανθρώπους μεταφράζεται με λάθος τρόπο και το σύστημα φροντίζει γι' αυτό. Ο μαθητής που διώχνεται από το ταξικό σχολείο κουβαλάει μαζί του την ευθύνη της αποτυχίας. Δεν παίρνει τα γράμματα, είναι τεμπέλης. Ο πατέρας είναι αυταρχικός. Ο άνεργος, ο
απολυμένος, φέρει επίσης ακέραια την ευθύνη της κατάστασης του. Δεν έχει αρκετές γνώσεις, δεν είναι ικανός, δεν είναι καπάτσος. Οι «κακές» παρέες δαιμονοποιούνται και οι «σκάρτοι φίλοι» ενισχύουν αντικοινωνικές τάσεις.
Οι πραγματικοί νόμοι αυτής της κοινωνίας κρύβονται με περισσή επιμέλεια. «Μαζί με τα νερά» πετιέται και το παιδί και η αποστροφή απέναντι στην καπιταλιστική κοινωνία γίνεται αποστροφή απέναντι στην κοινωνία γενικά, γεννά αντικοινωνική-περιθωριακή συμπεριφορά.
Η πλειοψηφία των ανθρώπων αδυνατούν να κατανοήσουν την αντικειμενική πραγματικότητα και συνεπώς αδυνατούν να ανακαλύψουν τους δρόμους που πρέπει να περπατήσουν, για να εκπληρώσουν τις ανάγκες τους, να ζήσουν ευτυχισμένοι. Η οργανωμένη πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού είναι για τους περισσότερους άγνωστη, ενώ ο ίδιος ο καπιταλισμός με επιμέλεια καλλιεργεί την απογοήτευση για τη δυνατότητα ανατροπής του.
Έτσι το ίδιο το σύστημα προσπαθεί να στερήσει από τους ανθρώπους την
πραγματική γνώση της πραγματικότητας, να τους κάνει θύματα απατών και αυταπατών. Να διαστρέψει τον τρόπο σκέψης και ζωής τους, να στρεβλώσει τις
πραγματικές ανάγκες τους.
Με αυτόν τον τρόπο ολοκληρώνει το έγκλημα, αφήνοντας ανοχύρωτες τις προσωπικότητες και ιδιαίτερα τις νεανικές, απέναντι στη μάστιγα των ναρκωτικών.
Να, λοιπόν, γιατί επιμένουμε ότι η τοξικομανία είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο κρίσης με πολλαπλές αιτίες (κοινωνικές, οικονομικές, πολιτιστικές, ψυχολογικές, ιστορικές κ.λπ.), που όλες όμως πηγάζουν από τη βασική αντίθεση του καπιταλισμού, την αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας και με αυτήν την έννοια είναι ένα φαινόμενο σύμφυτο με τον καπιταλισμό. Και θα εντείνεται όσο το σύστημα θα σαπίζει ολοένα και περισσότερο. Γι' αυτό και η μόνη αναγκαία και ικανή συνθήκη για την εξαφάνιση του προβλήματος είναι η ανατροπή του καπιταλισμού και η σοσιαλιστική κοινωνία.
Φυσικά ο κάθε τοξικομανής μπορεί να απεξαρτηθεί ακόμα και μέσα σε αυτό το σύστημα, αν υπάρχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις.
Ιστορική αναδρομή
Μια μικρή ιστορική αναδρομή στο φαινόμενο της χρήσης ναρκωτικών πείθει παραπέρα για τις θέσεις μας. Αν και μια μερίδα των αστών απολογητών θέλει να μας πείσει ότι η χρήση ναρκωτικών είναι σύμφυτη στον άνθρωπο, ότι πάντα σε όλες τις κοινωνίες οι άνθρωποι έκαναν χρήση ναρκωτικών, η αλήθεια δεν είναι με το μέρος τους.
Στην πραγματικότητα χρήση ναρκωτικών υπήρχε σε πρωτόγονες και αρχαίες κοινωνίες, αλλά και πάλι τότε δεν είχε το σημερινό χαρακτήρα. Στο σύνολο τους οι ουσίες αυτές αποτελούσαν μέρος μιας συλλογικής λειτουργίας, ενός γενικότερου πολιτιστικού πλαισίου. Γι' αυτό άλλωστε και στην πλειονότητα τους είχαν τελετουργικό χαρακτήρα. Ήταν κομμάτι μιας κοινωνικής σχέσης και όχι φαινόμενο αποκοπής από την κοινωνία. Ακόμα όμως και σε αυτές τις τελείως διαφορετικές συνθήκες η χρήση ναρκωτικών ήταν απόδειξη αδυναμίας του ανθρώπινου πολιτισμού. Αδυναμίας να μπορεί να κατανοήσει την αντικειμενική πραγματικότητα.
Ο όρος «τοξικομανία» (όπως και ο όρος «αλκοολισμός») εμφανίζεται πρώτη φορά τον 19ο αιώνα. Τότε δηλαδή που έχουμε την ανάπτυξη του καπιταλισμού και την εμφάνιση του προλεταριάτου. Αναφέρεται η χρήση ναρκωτικών από τμήματα του νεοδημιουργημένου προλεταριάτου, έτσι ώστε να αντέξουν τόσο τις δυσβάσταχτες συνθήκες εργασίας και τη γενικότερη εξοντωτική διαβίωση στα βιομηχανικά κέντρα. Το ίδιο και στην Αμερική, όπου περιθωριοποιημένες ομάδες κάνουν χρήση ναρκωτικών, για να αντέξουν τις άθλιες συνθήκες ζωής στα γκέτο.
Οι πιο σημαντικοί σταθμοί στην εξάπλωση της χρήσης ναρκωτικών ουσιών είναι συνδεδεμένοι με τρόπο ακατάλυτο με το καπιταλιστικό σύστημα και τον ιμπεριαλισμό:
• 1805: Παράγεται η μορφίνη για τη φαρμακευτική αντιμετώπιση των οπιομανών με αποτέλεσμα χιλιάδες νέους εξαρτημένους από τη μορφίνη.
• 1805: Ναπολεόντειοι πόλεμοι. Ραγδαία εξάπλωση της χρήσης ναρκωτικών ουσιών μέσα στο γαλλικό στράτευμα.
• 1839-1942: Πόλεμος του οπίου. Η Μεγάλη Βρετανία κηρύσσει (και τελικά κερδίζει) τον πόλεμο στην Κίνα με βασικό στόχο το ελεύθερο εμπόριο του οπίου, που διεξαγόταν βασικά από Βρετανούς κεφαλαιοκράτες και η κινεζική κυβέρνηση το είχε κηρύξει παράνομο, κατάσχοντας και καταστρέφοντας το φορτίο από αρκετά βρετανικά πλοία. Το αποτέλεσμα της βρετανικής νίκης ήταν από τη μια με τη συνθήκη της Nanking το 1842 η Κίνα να μετατραπεί σε βρετανική ημιαποικία, ενώ το Χονγκ-Κονγκ να προσαρτηθεί «για πάντα" στη Βρετανία, και από την άλλη εκατομμύρια Κινέζοι να ριχτούν στην εξαθλίωση της τοξικομανίας.
• 1856: Παράγεται η κοκαΐνη για τη φαρμακευτική αντιμετώπιση των μορφινομανών με αποτέλεσμα χιλιάδες νέους εξαρτημένους από την κοκαΐνη.
• 1898: Η BAYER παράγει την ηρωίνη για τη φαρμακευτική αντιμετώπιση των μορφινομανών. Τα αποτελέσματα τα βιώνουμε έντονα μέχρι σήμερα.
• 1943: Η HOECHT στη χιτλερική Γερμανία παράγει τη μεθαδόνη για την φαρμακευτική αντιμετώπιση των ηρωινομανών. Αποτέλεσμα η εμφάνιση της εξάρτησης από τη μεθαδόνη.
• 1958-1974: Ιμπεριαλιστικός πόλεμος των ΗΠΑ στο Βιετνάμ. Μαζικό το φαινόμενο της τοξικομανίας στον αμερικάνικο στρατό, για να μπορέσουν οι Αμερικανοί στρατιώτες να αντέξουν τις φρικαλεότητες που οι ίδιοι προξένησαν.
Από τα παραπάνω είναι εμφανές ότι με την ιστορία της εξάπλωσης των ναρκωτικών έχουν ακατάλυτα συνδεθεί οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι και τα μεγαλύτερα μονοπώλια της φαρμακοβιομηχανίας.
ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΣ ΖΩΗΣ
Τι είναι η εξάρτηση
Τα ναρκωτικά είναι χημικές ουσίες που έχουν εξειδικευμένη, φαρμακευτική δράση στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα, διεγερτική, κατασταλτική ή παραισθησιογόνα, και που έπειτα από παρατεταμένη χρήση οδηγούν σε ανοχή του οργανισμού και σε εξάρτηση, σωματική ή ψυχική (6λ. Μαρξισμός και Βιολογία-Ναρκωτικά του Ν. Νικολάου).
Με τον όρο «σωματική εξάρτηση» εννοούμε ότι οι ουσίες γίνονται μέρος της χημικής λειτουργίας του οργανισμού. Έτσι όταν ο χρήστης σταματά να παίρνει την ουσία, το σώμα του βιώνει σωματικό τραύμα που ονομάζεται στέρηση.
Τα ναρκωτικά προκαλούν σο6αρές βλαβερές επιδράσεις σε όλα τα ζωτικά όργανα του ανθρώπινου οργανισμού. Επειδή προκαλούν ανοχή, δηλαδή την ανάγκη για λήψη ολοένα μεγαλύτερης ποσότητας για να μπορούν να νιώθουν την ουσία, οι χρήστες μπορούν να καταλήξουν και στο θάνατο από υπερβολική δόση.
Πιο σημαντική είναι η ψυχική εξάρτηση. Με τον όρο «ψυχική εξάρτηση» εννοούμε ότι ο χρήστης τοποθετεί την ουσία στο επίκεντρο της ζωής του, ή ότι έχει γίνει συστατικό στοιχείο του τρόπου ζωής, διασκέδασης ή επικοινωνίας. Μέσα από την εξάρτηση υποτάσσεται η ύπαρξη του ατόμου στην αναζήτηση και εξασφάλιση της ουσίας, σε βάρος οποιασδήποτε άλλης ανάγκης, σχέσης ή δραστηριότητας. Το άτομο τελικά χάνει την κοινωνική του φύση, αποξενώνεται απ' όσα το περιβάλλουν. Και επειδή ακριβώς η προσωπικότητα είναι πολύπλευρη και πολυδιάστατη, που όμως όλες οι συνιστώσες της την χαρακτηρίζουν συνολικά, ο εξαρτημένος άνθρωπος έχει χάσει τελικά την ίδια την ανθρώπινη ουσία του. Συντελείται ουσιαστικά ένα είδος αποδόμησης της προσωπικότητας.
Χρήση-Εξάρτηση
Πολλή κουβέντα γίνεται, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, πάνω στη σχέση χρήσης-εξάρτησης. Κομμάτι των αστών απολογητών προσπαθεί να αποδώσει τη διαφοροποίηση της σχέσης χρήσης-εξάρτησης, στις χημικές-βιολογικές-φαρμακευτικές διαφορές των διαφόρων ουσιών και στη βάση αυτή να μιλήσουν για διαχωρισμό των ναρκωτικών σε σκληρά και μαλακά.
Η πραγματικότητα είναι ότι η διαφορά ανάμεσα στη χρήση και στην εξάρτηση έχει αποκλειστικά να κάνει με τις αντιστάσεις που μπορεί να κρατά κάθε προσωπικότητα, ώστε να ξεφύγει τελικά από «το λούκι». Ακόμα και με τα λεγόμενα «μαλακά ναρκωτικά» μπορεί κάποιος να γίνει εξαρτημένος τοξικομανής ή αν θέλει «να την ακούσει» ακόμα πιο δυνατά, είναι εύκολο να προχωρήσει στη χρήση των λεγόμενων «σκληρών» ναρκωτικών.
Η εξάρτηση για εμάς δεν ταυτίζεται μονάχα με την κατάσταση-τελευταίο στάδιο της απόλυτης εξαθλίωσης του ανθρώπου. Εξάρτηση είναι η σχέση που αναπτύσσει ο άνθρωπος με την ουσία. Η απλή δοκιμή, όταν μετατρέπεται σε περιστασιακή χρήση, που συνοδεύει τον τρόπο διασκέδασης, τον τρόπο επικοινωνίας με την παρέα, όταν η χρήση αρχίζει να γίνεται στάση ζωής, τότε ο χρήστης αναπτύσσει σχέση εξάρτησης με τα ναρκωτικά.
Αν και η χρήση δεν ταυτίζεται με την εξάρτηση, η Οργάνωση μας, η ΚΝΕ, έχει ανοιχτό και οξυμένο μέτωπο σε κάθε είδους χρήση, οποιασδήποτε φύσης ναρκωτικών ουσιών.
Πρώτα-πρώτα πρέπει να τονίσουμε πως τα αίτια που οδηγούν τόσο στη χρήση όσο και στην εξάρτηση είναι κοινά. Δηλαδή τόσο στην περίπτωση που μια μη εξαρτημένη προσωπικότητα, όσο και στην περίπτωση ενός εξαρτημένου ανθρώπου, η χρήση ναρκωτικών πληροί την ίδια ακριβώς κοινωνική ανάγκη, την ανάγκη φυγής από την πραγματικότητα.
Έπειτα επειδή ακριβώς τα ναρκωτικά έχουν εξειδικευμένη δράση στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα, ακόμα και η «απλή» χρήση οδηγεί στην ανοχή και την εξάρτηση. Έχει άσχημα αποτελέσματα στον οργανισμό και στην προσωπικότητα.
Ακόμα και η «απλή» χρήση μπορεί να δημιουργήσει μια φιλοσοφία και μια στάση ζωής, που οδηγεί στην εξάρτηση. Εξάλλου σημασία δεν έχει τόσο η χρήση μιας οποιασδήποτε ουσίας, όσο η ανάγκη χρήσης της ουσίας και η ιδεολογία που τη συνοδεύει.
Ναρκωτικά και στάση ζωής
Ακόμα και οι επιφανειακές μελέτες των αστών καταγράφουν ότι η χρήση ναρκωτικών ουσιών συνδέεται πολλές φορές με συγκεκριμένους τρόπους ζωής και διασκέδασης. Καταγράφουν για παράδειγμα ότι στα «ρέιβ» πάρτι γίνεται εκτεταμένη χρήση ναρκωτικών. Επίσης, για παράδειγμα, καταγράφεται ότι η χρήση ναρκωτικών ανάμεσα στους χούλιγκαν είναι πολλαπλάσια κατά πολλές φορές σε σχέση με την υπόλοιπη νεολαία.
Τα παραπάνω παραδείγματα βέβαια μόνο επιφανειακά καταγράφουν το γεγονός ότι οι κοινωνικές ανάγκες που πληροί η χρήση ναρκωτικών, συνδέεται με μια ολόκληρη κουλτούρα που καλλιεργεί τη φυγή και στηρίζεται στην αλλοτρίωση του ανθρώπου. Η έννοια του clubbing, για παράδειγμα, η ταύτιση της τέχνης με την διασκέδαση, της ψυχαγωγίας με την εκτόνωση. Η χρήση ναρκωτικών συνδέεται άμεσα με ένα κοινωνικό και ψυχολογικό υπόβαθρο άρνησης του δημιουργικού περιεχομένου της ζωής.
Η χρήση ναρκωτικών ως μέσο «φυγής», η ίδια η λογική της «φυγής», η χρήση ναρκωτικών ως υποκατάστατου της πραγματικότητας και των διαπροσωπικών σχέσεων, καλλιεργείται και καλλιεργεί με τη σειρά της μια ολόκληρη φιλοσοφία και στάση απέναντι στη ζωή.
Η φιλοσοφία της εξάρτησης, της φυγής, δημιουργεί προσωπικότητες ευάλωτες, παθητικές, που δεν αντιστέκονται, που αποδέχονται μοιραία την πραγματικότητα, δεν παλεύουν να την αλλάξουν. Ακόμα και πριν η ουσία μπει στο επίκεντρο της ζωής ενός ανθρώπου και τον κάνει εξαρτημένο, αλλοιώνει τον τρόπο που ο άνθρωπος βιώνει και αντιμετωπίζει την πραγματικότητα. Τον τρόπο που αντιμετωπίζει τα προβλήματα και τον περίγυρο του, τους φίλους και τους συναδέλφους του.
Με αυτό τον τρόπο τα ναρκωτικά γίνονται ένα πανίσχυρο όπλο στα χέρια της κυρίαρχης τάξης, της αστικής τάξης, προκειμένου να χειραγωγηθούν οι νεανικές συνειδήσεις. Για να περάσει στη νεολαία μια στάση ζωής παθητική, αδιάφορη, μοιρολατρική. Για να θέσει σημαντικά τμήματα της νεολαίας στο περιθώριο της κοινωνικής και πολιτικής ζωής και πάλης. Ο αθώος, όπως μας τον παρουσιάζουν, και αβλαβής τάχα βιολογικά καπνός της κάνναβης, για παράδειγμα, στα πλαίσια αυτού του συστήματος και ενταγμένος στο σύστημα αντιλήψεων που η άρχουσα τάξη θέλει να μεταδώσει στους νέους, είναι ένας πάρα πολύ επικίνδυνος αντίπαλος της νεολαίας. Είναι εργαλείο χειραγώγησης. Γι' αυτό και είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι ακόμα και στην «απλή» (που μόνο απλή δεν είναι) χρήση. Ακόμα και στη δοκιμή.
Τα ναρκωτικά είναι ένα όπλο που το κρατά επιδέξια ο ταξικός μας αντίπαλος και αυτό το όπλο επιδιώκουμε να το παροπλίσουμε με την αταλάντευτη -που θέλουμε να είναι υποδειγματική για τη νεολαία -στάση μας.
Ανυπότακτος-αγωνιστικός-αισιόδοξος τρόπος ζωής
Συγκεκριμένοι υλικοί όροι ζωής δημιουργούν συγκεκριμένες ανάγκες, οι οποίες με τη σειρά τους δημιουργούν συγκεκριμένες αξίες. Η ΚΝΕ είναι ενάντια ακόμα και στην απλή χρήση ακριβώς επειδή οι αξίες, οι αρχές και τα ιδανικά μας αντιστρατεύονται την κουλτούρα της φυγής. Έχουμε τη γνώση, για να εξηγήσουμε τον κόσμο γύρω μας. Αυτή η γνώση είναι η κοσμοθεωρία μας, ο μαρξισμός-λενινισμός. Ξέρουμε ότι για όλα τα προβλήματα, για τα αδιέξοδα, για τη σήψη που χαρακτηρίζει την κοινωνία μας ευθύνεται ο καπιταλισμός. Γι' αυτό και έχουμε επιλέξει συνειδητά την πάλη για την ανατροπή του και όχι το δρόμο της ψευτο-φυγής. Αντιμετωπίζουμε όλα τα προβλήματα με ψηλά το κεφάλι, αγωνιστικά. Έχουμε συνειδητά ακολουθήσει έναν αισιόδοξο-ανυπότακτο-αγωνιστικό τρόπο ζωής, που είναι ο αντίποδας της μιζέριας, της απογοήτευσης, της αποξένωσης, της φυγής.
Είμαστε αισιόδοξοι, γιατί ξέρουμε ότι το μέλλον μας ανήκει, επειδή «έτσι ή αλλιώς η γη θα γίνει κόκκινη». Επειδή ο καπιταλισμός δεν έχει καταφέρει να χειραγωγήσει τη συνείδηση και τη ζωή μας. Έχουμε διαλέξει το δρόμο του αγώνα στη ζωή και αυτόν τον δρόμο τον βαδίζουμε σε όλες τις πλευρές και τις παραμέτρους της ύπαρξης μας. Γι' αυτό και δεν υπάρχουν μπροστά μας αδιέξοδα. Τα αδιέξοδα υπάρχουν μόνο, όταν σταματά ο αγώνας.
Μέσα στην Οργάνωση προσπαθούμε να αναπτύξουμε τη συντροφικότητα. Προσπαθούμε δηλαδή να αναπτύξουμε διαπροσωπικές σχέσεις άλλου τύπου, που δεν υπάρχουν γενικά στην κοινωνία. Διαπροσωπικές σχέσεις που στηριζόμενες στην κοινή ιδεολογία, τους κοινούς αγώνες, τα κοινά οράματα και αξίες, ξεπερνούν τις απλές-τυπικές φιλικές σχέσεις. Διαπροσωπικές σχέσεις που προσπαθούν να ξεκόβουν απ' όλα αυτά που ο καπιταλισμός κληρονομεί στις καθημερινές διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων: την εκμετάλλευση, την καταπίεση, την ψευτιά, την ανισοτιμία.
Επειδή ακριβώς είμαστε φορείς αξιών και ιδανικών, κοσμοαντίληψης και στάσης ζωής αντιδιαμετρικά αντίθετων με τη φιλοσοφία της χρήσης ναρκωτικών. Επειδή γνωρίζουμε καλά ότι τα ναρκωτικά δεν είναι μια απλά «κακιά» συνήθεια, αλλά ένα ισχυρό και αποτελεσματικό όπλο, που χρησιμοποιεί η αστική τάξη στα πλαίσια της ιδεολογικής και πολιτικής της κυριαρχίας. Γι' αυτούς τους λόγους έχουμε απέναντι τους τόσο οξυμένο μέτωπο.
Αυτό καταγράφεται στο ίδιο το καταστατικό της ΚΝΕ, όπου στο άρθρο 5 χαρακτηριστικά αναφέρεται: «Η ιδιότητα του μέλους της ΚΝΕ είναι ασυμβίβαστη με τη χρήση ναρκωτικών».
Η συγκεκριμένη παράγραφος στο καταστατικό μας δεν έχει σκοπό της να «περιχαρακώσει» την Οργάνωση μας από το πρόβλημα. Έτσι κι αλλιώς γνωρίζουμε ότι δεν ζούμε σε κάποια γυάλα και συνεπώς τα προβλήματα όλης της
κοινωνίας με άμεσο ή έμμεσο τρόπο αντανακλώνται και στην Οργάνωση μας. Έτσι ακόμα και σε περιπτώσεις που η οργάνωση μας αναγκάζεται να διαγράψει κάποιο μέλος της, επειδή κάνει χρήση, αυτό γίνεται αφού έχουν εξαντληθεί όλες οι προσπάθειες και έχει το χαρακτήρα της βοήθειας. Δεν εγκαταλείπουμε στην τύχη τα πρώην μέλη της ΚΝΕ, τους φίλους της ΚΝΕ, τους φίλους των μελών της ΚΝΕ, που κάνουν χρήση ναρκωτικών. Κάνουμε πάντα την προσπάθεια να τους πείσουμε ολοκληρωμένα για το χαρακτήρα της χρήσης ναρκωτικών, να τους πείσουμε να ζητήσουν βοήθεια από τους εξειδικευμένους επιστήμονες. Δείχνουμε έμπρακτα τη στήριξη και την αλληλεγγύη μας στους ανθρώπους που έχουν αποφασίσει να απεξαρτηθούν. Αυτή η βοήθεια εντοπίζεται πάνω απ' όλα στην προσπάθεια να κερδίζονται οι νέοι με τον αγωνιστικό-ανυπότακτο-αισιόδοξο τρόπο ζωής που προτείνει η ΚΝΕ.
Η ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΑΠΑΙΤΕΙ ΤΗ ΛΑΪΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ
Η κυβερνητική πολιτική
Βαρύτατες είναι οι ευθύνες της κυβέρνησης για τη μεγάλη εξάπλωση που γνωρίζει το φαινόμενο της χρήσης ναρκωτικών στις μέρες μας.
Με τη γενικότερη οικονομική και κοινωνική πολιτική που εφαρμόζει (αυτήν των αναδιαρθρώσεων στις εργασιακές σχέσεις, στο εκπαιδευτικό σύστημα, στην υγεία, με την πολιτική της εμπορευματοποίησης του αθλητισμού, του πολιτισμού κ.ά.) χειροτερεύουν αισθητά οι όροι ζωής του λαού και της νεολαίας. Αποτέλεσμα είναι δηλαδή, να χειροτερεύουν απελπιστικά αυτοί οι όροι ζωής που
εντείνουν τα προσωπικά αδιέξοδα και αποτελούν προϋποθέσεις, για να δημιουργείται σε κοινωνικά στρώματα η ανάγκη «φυγής».
Το ίδιο το κράτος είναι υπεύθυνο για την ασύδοτη δράση των ναρκοκυκλωμάτων, των εμπόρων, για το ξέπλυμα του βρώμικου χρήματος, ενώ την ίδια στιγμή καταστέλλουν με περισσό ζήλο το λαϊκό κίνημα και ψηφίζουν νέους νόμους για την αυταρχική θωράκιση του κράτους.
Η κυβέρνηση δεν είναι διατεθειμένη να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το πρόβλημα των ναρκωτικών. Λείπει μια τέτοια πολιτική βούληση, από τους γενικότερους προσανατολισμούς της, καθώς αυτή δεν χωράει στα πλαίσια της «σύγκλισης» και της «διατηρησιμότητας» της παραμονής μας στην ΟΝΕ. Δεν χωρά-ει στους ευρωατλαντικούς σχεδιασμούς της «νέας τάξης πραγμάτων». Η κυβέρνηση δεν έχει πολιτική βούληση αντιμετώπισης του προβλήματος των ναρκωτικών, καθώς οι προτεραιότητες της είναι άλλες: Είναι η εξυπηρέτηση των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου.
Έτσι η κυβερνητική πολιτική στον τομέα της πρόληψης-θεραπείας-επανένταξης είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη. Για την υλοποίηση της κυβερνητικής πολιτικής στους συγκεκριμένους τομείς ιδρύθηκε το 1993 με το νόμο 2161/93 ο Οργανισμός ΚΑτά των ΝΑρκωτικών (ΟΚΑΝΑ). Ο ΟΚΑΝΑ είναι ΝΠΙΔ, απόλυτα χειραγωγημένο από την κυβέρνηση, που εκφράζει την κυβερνητική πολιτική. Στον ΟΚΑΝΑ δεν υπάρχει ενεργός παρουσία φορέων του λαϊκού κινήματος ή άλλων κοινωνικών φορέων που δραστηριοποιούνται στον αγώνα κατά των ναρκωτικών.
• Στον τομέα της πρόληψης η κυβερνητική πολιτική είναι αυτή της μετάθεσης των ευθυνών στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Οι Συμβουλευτικοί Σταθμοί χρηματοδοτούνται κατά 50% από το κράτος (μέσω ΟΚΑΝΑ) και κατά 50% από την Τοπική Αυτοδιοίκηση για τα 3 πρώτα χρόνια. Μετά το πέρας της τριετίας, ολόκληρο το οικονομικό βάρος για τη λειτουργία των Συμβουλευτικών Σταθμών πέφτει στις πλάτες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται μια υποδομή που στη συνέχεια αχρηστεύεται αφού δεν εξασφαλίζονται οι απαραίτητοι πόροι. Είναι πολλά τα παραδείγματα Συμβουλευτικών Σταθμών που έκλεισαν με το πέρας της τριετίας, καθώς η Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν ήταν σε θέση να σηκώσει το βάρος της συνέχισης της λειτουργίας τους. Σήμερα η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι λειτουργούν 63 τέτοιοι Συμβουλευτικοί Σταθμοί, ενώ στην πραγματικότητα λειτουργούν πολύ λιγότεροι.
• Στον τομέα της θεραπείας-κοινωνικής επανένταξης είναι επίσης απαράδεκτη η κυβερνητική πολιτική. Οι θεραπευτικές μονάδες που λειτουργούν στη χώρα μας είναι σε θέση να καλύψουν περίπου 1.250 θέσεις. Την ίδια στιγμή οι τοξικομανείς της χώρας μας υπολογίζονται σε πολλές δεκάδες χιλιάδες. Οι χρήστες που ζητούν τα τελευταία χρόνια βοήθεια από τα θεραπευτικά προγράμματα κατά τον ο ίδιο τον ΟΚΑΝΑ υπολογίζονται στις 8.000 το χρόνο. Στις λίστες αναμονής για την ένταξη σε κάποια θεραπευτική μονάδα βρίσκονται πάνω από 2.000 άνθρωποι. Μέσα στο 1999 η κυβέρνηση μείωσε τα κονδύλια προς τις θεραπευτικές κοινότητες κατά 2 δισ..
Η επίσημη πολιτική της κυβέρνησης είναι σαφές ότι δεν είναι προσανατολισμένη σε μέτρα αντιμετώπισης του προβλήματος. Η πολιτική της υποτάσσεται στις οδηγίες της Ε.Ε. που συνίστανται όχι στην αντιμετώπιση του προβλήματος, αλλά στον «περιορισμό της βλάβης». Την ίδια πολιτική ακολουθούν και οι άλλες χώρες - μέλη της ΕΕ.
Με άλλα λόγια η επίσημη πολιτική της Ε.Ε. είναι να μην αντιμετωπίζεται το ίδιο το πρόβλημα της εξάρτησης. Υπάρχει συμβιβασμός με αυτό, με την εξάπλωση δηλαδή της διάδοσης της χρήσης των ναρκωτικών.
Εκείνο που είναι διατεθειμένοι να κάνουν είναι να περιορίσουν μια σειρά «παράπλευρα» όπως τα ονομάζουν, φαινόμενα που είναι παράγωγα του προβλήματος, όπως:
• η κακή εικόνα που παρουσιάζουν μέσα στις πόλεις τα κέντρα διακίνησης και εμπορίας (6λ. Ομόνοια)
• η εγκληματικότητα
• η φοροδιαφυγή των εμπόρων
• οι θάνατοι
Στα πλαίσια αυτά κυβερνήσεις, θεωρητικοί της αστικής τάξης, κεντροαριστεροί, σοσιαλδημοκράτες, οπορτουνιστές, οικολόγοι, νεοφιλελεύθεροι, ανώτατοι δικαστικοί, αστυνομικοί, ΜΜΕ κ.ά., έχουν επιδοθεί σε έναν ανελέητο αγώνα που έχει στο επίκεντρο του:
• την άρση της απαγόρευσης των ναρκωτικών,
• το διαχωρισμό τους,
• τη χορήγηση υποκατάστατων,
• τη δημιουργία κέντρων ελεγχόμενης κρατικής χορήγησης ναρκωτικών, ακόμα και στα νοσοκομεία,
• τη δημιουργία και επέκταση προγραμμάτων συντήρησης ναρκομανών.
Σε αυτήν την πολιτική γραμμή εντάσσεται με σταθερά βήματα η κυβερνητική πολιτική.
Το 1993 με το νόμο 2161/93 για πρώτη φορά εισάγεται η έννοια της «μικρής ποσότητας», χωρίς να έχει μέχρι σήμερα προσδιοριστεί πόσο «μικρή» θα είναι αυτή. Με αυτό το νόμο μετατρέπεται σε πλημμέλημα η προμήθεια, χρήση, κατοχή και καλλιέργεια «μικρής ποσότητας», για αποκλειστικά προσωπική χρήση. Επίσης εισήγαγε το ατιμώρητο της προμήθειας, κατοχής, χρήσης και καλλιέργειας «μικρής ποσότητας» ναρκωτικής ουσίας, όταν ο χρήστης κάνει συμπτωματική χρήση ή είναι εξαρτημένος. Αυτή η διάταξη, σε συνδυασμό με το ότι αυτή η περιβόητη «μικρή ποσότητα» δεν έχει ακόμα προσδιοριστεί, ανοίγει το παράθυρο για να ξεγλιστράνε από το νόμο πρώτα-πρώτα οι έμποροι ναρκωτικών και όχι οι τοξικομανείς, καθώς οι πρώτοι έχουν πολύ μεγαλύτερη δυνατότητα να αξιοποιούν τα «παραθυράκια» του νόμου χρησιμοποιώντας ακριβοπληρωμένους μεγαλοδικηγόρους. Ταυτόχρονα αυτή η διάταξη νομιμοποιεί τη χρήση και προκαλεί κάμψη της κοινωνικής αντίστασης απέναντι στο φαινόμενο, ανοίγοντας γενικότερα το δρόμο για την απελευθέρωση-νομιμοποίηση των ναρκωτικών.
Με το νόμο 2721/99 το αδίκημα της διάθεσης (εμπορίας-διακίνησης) προς τρίτο ναρκωτικών ουσιών μετατράπηκε επίσης σε πλημμέλημα, όταν ο υπαίτιος είναι χρήστης και η ποσότητα που διακινεί είναι «μικρή», για αποκλειστική προσωπική χρήση από τον τρίτο. Η ποινή είναι μετατρέψιμη σε χρηματική και μπορεί να αναστέλλεται. Και σε αυτή την περίπτωση το μέγεθος της «μικρής ποσότητας» εσκεμμένα δεν είναι προσδιορισμένο.
Η άνεση που προσφέρεται στη διακίνηση ναρκωτικών με τους συγκεκριμένους νόμους διευκολύνει την αύξηση των χρηστών και προστατεύει τη διακίνηση μέσω της μικρεμπορίας. Έτσι και αλλιώς στην «πιάτσα» ποτέ δεν εμφανίζονται οι μεγαλέμποροι, παρά μονάχα τα βαποράκια. Ο μικρέμπορος, το βαποράκι, που είναι ο ασφαλέστερος κρίκος μεταξύ του εμπόρου και του χρήστη, αποκτά ζωτικό και προστατευμένο χώρο, στον οποίο κινείται άνετα και εμποδίζει τους ήδη χρήστες να απεξαρτηθούν. Συντηρεί συνεπώς τους ήδη χρήστες και μυεί και νέους.
Η εισαγωγή της έννοιας της «μικρής ποσότητας» στην εμπορία ήταν η συνέχεια της εισαγωγής της «μικρής ποσότητας» στην καλλιέργεια, κατοχή και χρήση και έπεται και συνέχεια.
Επίσης ο νόμος 2721/99 μείωσε εντυπωσιακά και τις ποινές, που προβλέπονταν για τους υπαίτιους των διακεκριμένων περιπτώσεων και των επιβαρυντικών περιστάσεων. Ποινές 15-20 χρόνια, ακόμα σε κάποιες περιπτώσεις και ισόβια, μετατρέπονται σε ποινές από 6 ως 20 χρόνια. Χρηματικά πρόστιμα από 5 εκατομμύρια μετατρέπονται σε 800.000 κ.ά.
Στο νόμο 2161/93 για πρώτη φορά εισάγεται στην ελληνική νομοθεσία η χορήγηση ουσιών, για υποκατάσταση της εξάρτησης. Με βάση αυτό το νόμο δημιουργήθηκαν τα προγράμματα χορήγησης μεθαδόνης στους εξαρτημένους χρήστες ηρωίνης, υποτίθεται για θεραπευτικούς σκοπούς. Σταδιακά η κυβέρνηση επιλεκτικά ενίσχυσε τα συγκεκριμένα προγράμματα σε βάρος των «στεγνών» προγραμμάτων θεραπείας που πραγματοποιούνται με ευθύνη των ΚΕΘΕΑ και της μονάδας 18 ΑΝΩ. Έτσι για το έτος 1999, ενώ η επιχορήγηση για τις θεραπευτικές κοινότητες μειώθηκε κατά 2 δισ. περίπου, αυτή των προγραμμάτων υποκατάστασης αυξήθηκε κατά 1,2 δισ.
Μέσα στο 2000 η κυβέρνηση προχώρησε ένα βήμα παραπέρα. Ενώ - υποτίθεται - τα προγράμματα χορήγησης υποκατάστατων είχαν θεραπευτικό σκοπό, στο 2000 η κυβέρνηση αποφάσισε τη λειτουργία προγραμμάτων συντήρησης. Τη χορήγηση δηλαδή υποκατάστατων όχι για θεραπευτικούς λόγους, αλλά για τη συντήρηση των τοξικομανών, για τη διαιώνιση της τοξικομανίας.
Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι η πολιτική της κυβέρνησης με σταθερά βήματα οδεύει στη νομιμοποίηση με διάφορους τρόπους (Ολλανδικό μοντέλο, Αυστριακό πείραμα κ.ά.) της τοξικομανίας, στη διαιώνιση του προβλήματος.
Στο όνομα της «ευαισθησίας» και της «ανθρωπιάς» απέναντι στο χρήστη, οι έμποροι βλέπουν με χαρά την αύξηση των κερδών τους, την ίδια στιγμή που απέναντι στους τοξικομανείς εξαντλείται η αυστηρότητα των νόμων. Χαρακτηριστικό το πρόσφατο παράδειγμα πρώην χρήστη, που φυλακίστηκε για αδίκημα που έκανε πολλά χρόνια πριν, ενώ ήταν εξαρτημένος, παρά το γεγονός ότι προσπαθούσε να απεξαρτηθεί και ήταν στο τελευταίο στάδιο της θεραπείας. Το αποτέλεσμα ήταν να ξαναγυρίσει στα ναρκωτικά και τελικά να πεθάνει.
Οι θέσεις μας για την αντιμετώπιση του προβλήματος
Από τη στιγμή που η εμφάνιση και η εξάπλωση των ναρκωτικών είναι σύμφυτη με το καπιταλιστικό σύστημα, δεν είναι δυνατό να υπάρξει πλήρης και οριστική λύση του προβλήματος μέσα στα πλαίσια του. Η πλήρης και οριστική εξαφάνιση του προϋποθέτει μια άλλη κοινωνία, που οι άνθρωποι θα βιώνουν την ανθρώπινη ουσία τους. Μια κοινωνία απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, σοσιαλιστική. Ο κάθε τοξικομανής όμως ξεχωριστά μπορεί να απεξαρτηθεί, αν υπάρχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις.
Για την ΚΝΕ ο αγώνας ενάντια στα ναρκωτικά είναι αγώνας για τη χειραφέτηση της νεολαίας. Γι' αυτό επιδιώκουμε ολοένα και λιγότεροι νέοι να «πέφτουν» στα ναρκωτικά και ολοένα και περισσότεροι που ζουν μέσα στο πρόβλημα να θεραπεύονται και να επανεντάσσονται.
Γι' αυτό το σκοπό παλεύουμε-διαμορφώνουμε ένα συγκροτημένο πλαίσιο διεκδικήσεων, που στηρίζεται στο τρίπτυχο πρόληψη-θεραπεία-καταστολή.
Πρόληψη
Η πρόληψη είναι το κυριότερο στοιχείο για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Βασικό στοιχείο της πρόληψης είναι η ενημέρωση, χωρίς όμως να ταυτίζεται με αυτή. Πρόληψη σημαίνει εξασφάλιση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών προϋποθέσεων, ώστε κάθε νέος να διαμορφώνει μια ώριμη προσωπικότητα, ανυπότακτη, αισιόδοξη, αγωνιστική. Στοχεύει στο να υπάρχει μείωση της ζήτησης ναρκωτικών ουσιών.
Συνεπώς το συνολικό διεκδικητικό πλαίσιο της ΚΝΕ για τα δικαιώματα και τις ανάγκες της νεολαίας στη μόρφωση, στη δουλειά, στον ελεύθερο χρόνο, την ερασιτεχνική δημιουργία, τον αθλητισμό κ.λπ. αποτελεί στόχους πάλης που συμβάλλουν στην πρόληψη.
Συστατικό στοιχείο της πρόληψης είναι η ύπαρξη οξυμένου ιδεολογικού μετώπου σε όλη την κοινωνία, με βασική φροντίδα της πολιτείας ενάντια στη χρήση των ναρκωτικών, στο διαχωρισμό τους, στη νομιμοποίηση της χρήσης τους.
Είναι απαραίτητο να παρθούν άμεσα μέτρα για:
• Τη δημιουργία δικτύου επιμόρφωσης γονιών, εκπαιδευτικών.
• Τη διαμόρφωση ειδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης παίρνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε ηλικίας.
• Την ύπαρξη ειδικού συμβούλου στήριξης σε όλα τα σχολεία.
• Τη στήριξη και ανάπτυξη με πολιτική και οικονομική ευθύνη του κράτους (και όχι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης) σε συνεργασία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση και των μαζικών φορέων ολοκληρωμένου δικτύου Συμβουλευτικών Σταθμών.
Θεραπεία-Επανένταξη
Βασική μας αρχή είναι ότι ο τοξικομανής, ως άνθρωπος που υποφέρει, μπορεί να θεραπευτεί, με την προϋπόθεση να το αποφασίσει ο ίδιος. Ευθύνη του κράτους είναι να είναι σε θέση να παρέχει τη δυνατότητα απεξάρτησης σε όσους αποφασίζουν να απεξαρτηθούν. Αυτό σημαίνει ότι:
• Το κράτος είναι υποχρεωμένο να λειτουργεί τόσες θεραπευτικές μονάδες, όσες είναι απαραίτητες για να καλύπτουν τη ζήτηση που υπάρχει για θεραπεία.
• Το κράτος είναι υποχρεωμένο να στηρίζει την κοινωνική επανένταξη των απεξαρτημένων, εξασφαλίζοντας τους εκπαίδευση και εργασία.
Στο κεφάλαιο αυτό, της θεραπείας και της επανένταξης των εξαρτημένων ανθρώπων, η ΚΝΕ είναι αντίθετη στα προγράμματα συντήρησης που λειτουργεί ο ΟΚΑΝΑ. Τα προγράμματα αυτά βρίσκονται σε διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που εμείς έχουμε. Δε στοχεύουν στη μείωση του προβλήματος, ούτε στην απεξάρτηση των τοξικομανών. Στοχεύουν στη συντήρηση του και στην αντιμετώπιση παράπλευρων με την τοξικομανία προβλημάτων, όπως είναι η εγκληματικότητα.
Υποστηρίζουμε τη δουλειά που γίνεται στα «στεγνά» προγράμματα θεραπείας, χωρίς να αποκλείουμε σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αποκλειστικά για θεραπευτικούς σκοπούς τη χορήγηση υποκατάστατων κατά τη διάρκεια της θεραπείας (π.χ. AIDS, ανίατες νόσοι, έγκυες γυναίκες κ.ά.).
Υποστηρίζουμε έμπρακτα τους νέους που προσπαθούν να απεξαρτηθούν και να επανενταχτούν.
Δίωξη
Το νομικό πλαίσιο θα πρέπει να λειτουργεί σε κάθε περίπτωση αποτρεπτικά απέναντι στη χρήση ναρκωτικών ουσιών. Στόχος του πρέπει να είναι ο περιορισμός της προσφοράς ναρκωτικών, ενώ ταυτόχρονα σημαντική είναι η ιδεολογική του διάσταση για την καταδίκη των ναρκωτικών στις συνειδήσεις του λαού και της νεολαίας.
•Οι ποινές των εμπόρων ναρκωτικών πρέπει να είναι βαριές και εξαιρετικά αυστηρή η δικαστική τους αντιμετώπιση.
• Να καταργηθούν οι νόμοι 2791/99 και 2161/93 που δίνουν τη δυνατότητα ακόμα και ελεύθερης διακίνησης μικρών ποσοτήτων ναρκωτικών ουσιών.
• Συγκρότηση ειδικής υπηρεσίας, κατάλληλα εξοπλισμένης με τη συνεργασία όλων των συναρμόδιων υπηρεσιών.
• Εκδημοκρατισμός των Σωμάτων Ασφαλείας. Ελεύθερος συνδικαλισμός σε αυτά. Μόνιμος κοινοβουλευτικός έλεγχος και έλεγχος από το λαϊκό κίνημα. Να σταματήσει η ύπαρξη στεγανών και οι ιδιαίτεροι δεσμοί με τις ξένες μυστικές υπηρεσίες.
• Ιδιαίτερη μέριμνα χρειάζεται για τους εξαρτημένους χρήστες:
- Να μην κλείνονται οι υπόδικοι για ναρκωτικά χρήστες στις κοινές φυλακές μαζί με ποινικούς κρατουμένους ή σε ψυχιατρεία.
- Να διαμορφωθούν ειδικά σωφρονιστικά-θεραπευτικά καταστήματα.
- Να δημιουργηθεί ειδικό σώμα δικαστών, κατάλληλα εκπαιδευμένων, για το χειρισμό υποθέσεων χρηστών που παραβαίνουν τους νόμους για τα ναρκωτικά. Αυτοί οι δικαστές θα πρέπει να έχουν αποκτήσει ειδικές γνώσεις και λαμβάνοντας υπόψη τους όλες τις παραμέτρους (ηλικία, ψυχοσύνθεση, ιδιαίτερα προβλήματα), να μπορούν να διακρίνουν τις περιπτώσεις (απλή χρήση, εξάρτηση, εμπορία) και να επιβάλλουν κατάλληλες ποινές, που στόχο θα έχουν να διευκολύνουν την απεξάρτηση των τοξικομανών.
Η ανάγκη μιας λαϊκής εξουσίας
Η πολιτική της κυβέρνησης, όπως και παραπάνω αναλύσαμε, είναι στην κατεύθυνση της «διαχείρισης» του προβλήματος, κάτι που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην εξάπλωση του. Η πολιτική της είναι τέτοια, γιατί από τη μια γνωρίζει καλά με αλάνθαστο ταξικό κριτήριο ότι η εξάπλωση του προβλήματος είναι σύμφυτη με το σάπισμα του συστήματος που υπηρετεί, και από την άλλη επειδή η αντιμετώπιση του προϋποθέτει να διατεθούν για το κοινωνικό όφελος αρκετές δαπάνες που είναι ταγμένες σήμερα στην υπηρεσία του μεγάλου κεφαλαίου.
Μια ολοκληρωμένη πολιτική αντιμετώπισης του προβλήματος είναι έξω από το πεδίο όχι μόνο της σημερινής κυβέρνησης, αλλά και οποιασδήποτε κυβέρνησης που υπηρετεί το καπιταλιστικό σύστημα και τα συμφέροντα των μονοπωλίων.
Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, είναι ανάγκη να υπάρξει μια πολιτική που θα βελτιώνει τους όρους ζωής του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας, πάνω στη βάση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών και δικαιωμάτων. Κάτι τέτοιο σημαίνει τη σύγκρουση με τις επιταγές των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού!
Για να υπάρξει πολιτική πρόληψης-απεξάρτησης-επανένταξης πρέπει να διατεθούν μεγάλα οικονομικά κονδύλια, τα οποία δεν είναι δυνατό να αναζητηθούν στους εργαζομένους και στα φτωχά λαϊκά στρώματα, αλλά στο μεγάλο κεφάλαιο. Αυτόν τον προσανατολισμό δεν μπορεί να τον έχει μια κυβέρνηση που εξυπηρετεί τις ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου όπως η σημερινή.
Για να υπάρξει οξυμένο ιδεολογικό μέτωπο απέναντι στην τοξικομανία είναι ανάγκη να κυριαρχεί ένα πολιτιστικό, μορφωτικό ρεύμα, που βάζει στο επίκεντρο του τις αξίες και τα ιδανικά της συλλογικότητας, του αγώνα, της πάλης ενάντια στην οικονομική-πολιτική-πολιτιστική εκμετάλλευση. Σε αντίθεση με τις σημερινές κυρίαρχες αξίες του ατομισμού, της θεοποίησης της εκμετάλλευσης και της υποταγής.
Συνεπώς είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητη η ύπαρξη όχι μιας παραλλαγής της σημερινής, αλλά μιας άλλης εξουσίας. Μιας λαϊκής εξουσίας, η οποία αναπτύσσοντας τη λαϊκή οικονομία και αξιοποιώντας σε όφελος του λαού τον τεράστιο πλούτο που ο λαός μας παράγει, θα προσανατολίσει την πολιτική της στην εξυπηρέτηση των λαϊκών αναγκών. Οποιαδήποτε κυβέρνηση που κινείται στους ορίζοντες της σημερινής πολιτικής δεν υπάρχει περίπτωση όχι μόνο να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, αλλά να κάνει έστω και το παραμικρό για να αντιμετωπίσει τους ρυθμούς εξάπλωσης του.
Από αυτή την άποψη είναι υπόθεση αποκλειστικά του λαϊκού και νεολαιίστικου κινήματος να αγωνιστεί, για να αποτρέψει την κυβερνητική πολιτική και να πετύχει νίκες σε όφελος του λαού και της νεολαίας, ωριμάζοντας την ανάγκη οριστικής λύσης που περνά από τη διεκδίκηση μιας λαϊκής εξουσίας.
Ναρκωτικά και το κίνημα της νεολαίας
Η Οργάνωση μας στο 8ο Συνέδριό της ανέδειξε τον αγώνα κατά των ναρκωτικών σε ξεχωριστό Μέτωπο πάλης του νεολαιίστικου κινήματος. Σε Μέτωπο πάλης που ενώνονται οι διεκδικήσεις των επιμέρους τμημάτων της νεολαίας, που μπορεί να συναντηθεί το νεολαιίστικο με το εργατικό κίνημα. Η ΚΝΕ μέσα από το 8ο Συνέδριό της έχει καταθέσει την πρόταση της για την ανάγκη το κίνημα της νεολαίας να αναπτύσσει τη δράση του σε όλα τα μέτωπα πάλης. Η σταθερή πάλη ενάντια σε όλα τα ναρκωτικά, όταν ξεδιπλώνεται από τους φορείς του νεολαιίστικου κινήματος, είναι μια βασική παράμετρος, για να κατακτά το κίνημα της νεολαίας αυτόν, τον αναγκαίο για την ΚΝΕ, πολυμετωπικό του χαρακτήρα.
Τα αιτήματα και οι διεκδικητικοί στόχοι που παραπάνω καταθέτουμε, σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα διεκδικητικά αιτήματα του νεολαιίστικου κινήματος για τα δικαιώματα και τις σύγχρονες ανάγκες της, αποτελούν ένα διεκδικητικό πλαίσιο αγώνα ενάντια σε όλα τα ναρκωτικά, που απευθύνεται πρώτα απ' όλα στο κίνημα της νεολαίας, στους φορείς και στις συλλογικότητες που αναπτύσσονται στα πλαίσια του.
Η οργανώσεις της ΚΝΕ σε κάθε σχολείο, σε κάθε ίδρυμα, σε κάθε γειτονιά, μπορούν αξιοποιώντας το διεκδικητικό μας πλαίσιο να το συγκεκριμενοποιήσουν σε κάθε χώρο. Να απευθυνθούν σε φορείς του κινήματος της νεολαίας, όπως είναι τα μαθητικά συμβούλια και σε συσπειρώσεις που αναπτύσσονται με πρωτοβουλία της Οργάνωσης μας. Να απευθυνθούν σε νεανικές συλλογικότητες, όπως είναι ερασιτεχνικά συγκροτήματα, θεατρικές ομάδες, αθλητικές ομάδες. Να καταλήξουν από κοινού σε πλαίσιο διεκδικήσεων και αιτημάτων. Να οργανώσουν από κοινού διεκδικητικούς αγώνες. Να οργανώσουν από κοινού πρωτοβουλίες ενημέρωσης και προβολής μιας άλλης αντίληψης για τη ζωή. Να αναλάβουν πολύμορφες πρωτοβουλίες. Να φέρουν σε επαφή τη νεολαία με τις θέσεις μας. Να φέρουν σε επαφή τη νεολαία και ιδιαίτερα τα εξαρτημένα παιδιά με τη δουλειά που κάνουν τα προγράμματα θεραπείας και επανένταξης.
Αυτή η προσπάθεια συσπείρωσης μπορεί να εκφραστεί μέσα από τη Νεανική Δράση για την Ειρήνη, αλλά και με πολύμορφες πρωτοβουλίες συσπείρωσης που μπορούν να δημιουργηθούν σε χώρους όπου ζει, εργάζεται, σπουδάζει και δημιουργεί η νεολαία.
Μπροστά στις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές μπορούν οι τοπικές διεκδικήσεις να συσπειρώσουν νέους και να ενταχτούν στην πάλη μας για μια Τοπική Αυτοδιοίκηση, που θα κοντράρει τις κεντρικές αντιλαϊκές επιλογές, θα οργανώνει και ενισχύει τη λαϊκή πάλη, θα δουλεύει σε όφελος του λαού.
Μπορεί αυτοί που θα παλέψουν μαζί μας να μην καταλαβαίνουν ή και να μη συμφωνούν από την αρχή για την ανάγκη της λαϊκής οικονομίας και της λαϊκής εξουσίας, εμείς όμως δεν παραιτούμαστε από την σταθερή πολιτική δουλειά σε αυτή τη βάση, από την προβολή της αναγκαιότητας της. Μέσα από τους κοινούς μας αγώνες με όσο το δυνατό πιο πλατιές νεολαιίστικες μάζες και κάτω από τη δική μας πολιτική δουλειά, μπορούμε να στερεώνουμε και να βαθαίνουμε τη συνεργασία μας, από απλή κοινή δράση σε κοινή πολιτική πάλη.
Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΜΑΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΕ ΚΑΠΟΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΝΑΡΚΟΫΠΟΤΑΓΗΣ
Σκοπός του κεφαλαίου που ακολουθεί είναι να δώσουμε απαντήσεις στην πλέον αντιδραστική επιχειρηματολογία, που αναπτύσσεται και αφορά τη νομιμοποίηση των ναρκωτικών, τις θεωρίες περί διαχωρισμού «σκληρών» - «μαλακών» αλλά και τη σχετική «χασισο - φιλολογία» που καλλιεργείται έντεχνα από διάφορους κύκλους με πρώτη και καλύτερη την κυβέρνηση. Όλα αυτά τα επιχειρήματα επιστρατεύονται σήμερα από αυτούς που χειροκροτούν και αβαντάρουν την επίσημη πολιτική της κυβέρνησης και της Ε.Ε., προκειμένου να περάσει η πολιτική του «περιορισμού της βλάβης».
Διαχωρισμός σκληρών-μαλακών
Ισχυρίζονται οι θιασώτες του διαχωρισμού ανάμεσα σε λεγόμενα σκληρά και μαλακά ναρκωτικά ότι το χασίς και τα άλλα «μαλακά» δεν δημιουργούν εξάρτηση. Επίσης ισχυρίζονται ότι έχουν διαφορετικές φαρμακολογικές ιδιότητες.
Το επιχείρημα αυτό δεν είναι τίποτα άλλο από μια συνειδητή διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Εννοείται ως εξάρτηση μόνο η σωματική, η οποία εμφανίζεται με τη μορφή του «στερητικού συνδρόμου» σε άλλες τοξικές ουσίες, όπως το αλκοόλ, η ηρωίνη κλπ. Παραβλέπεται όμως τελείως το πρόβλημα της ψυχικής εξάρτησης, το οποίο είναι και το βασικό πρόβλημα. Άλλωστε το βασικό πρόβλημα όλων των ουσιών που δημιουργούν εξάρτηση, είναι η ψυχική σύνδεση με την ουσία και όχι η σωματική. Είναι σε τελευταία ανάλυση η δημιουργία συγκεκριμένων ψυχοκοινωνικών σχέσεων και συμπεριφορών.
Η αλήθεια είναι ότι το χασίς έχει έντονη ψυχολογική δράση και γι' αυτό άλλωστε και χρησιμοποιείται. Παράλληλα δημιουργεί πολλά και σοβαρά οργανικά και ψυχολογικά προβλήματα.
Επιπλέον είναι δυνατόν η υπερβολική χρήση να προκαλέσει και ψυχοπαθολογικές αντιδράσεις (ψυχωτικού τύπου κ.ά.)
Όσον αφορά τις φαρμακολογικές ιδιότητες, όλες οι ουσίες διαχωρίζονται σε φαρμακολογικό και χημικό επίπεδο. Οπωσδήποτε άλλη είναι η χημική σύσταση της ηρωίνης, για παράδειγμα, και άλλη του χασίς. Όμως ως προς τα αίτια που οδηγούν στη χρήση τους και από εκεί και πέρα στο κοινωνικό φαινόμενο της εξάρτησης, ο διαχωρισμός είναι ανούσιος. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο σχεδόν πάντα η χρήση των ναρκωτικών ξεκινά από τα «μαλακά» για να περάσει εύκολα στα «σκληρά». Το γεγονός είναι ότι επειδή ακριβώς ακόμα και τα «μαλακά» δρουν έντονα στον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου, η σύνδεση του μ' αυτά είναι έντονη και κατ' ακολουθία η εξάρτηση απ' αυτά ευκολότερη.
Στη χρήση και στην εξάρτηση κύριο λόγο δεν παίζει η φαρμακολογική και χημική πλευρά των ναρκωτικών, αλλά η κοινωνική και ψυχολογική διάσταση του φαινομένου.
Παραπέρα είναι γνωστό ότι τέτοιος διαχωρισμός δεν υφίσταται στην πραγματική ζωή. Η σύγχρονη τάση είναι η πολυτοξικομανία. Η παράλληλη δηλαδή χρήση και εξάρτηση από πολλαπλές ουσίες, που άλλες ανήκουν στα «μαλακά» και άλλες στα «σκληρά». Σε αυτήν την περίπτωση, είναι προφανές ότι η λογική του διαχωρισμού δεν έχει καν βάση.
Οι θιασώτες του διαχωρισμού φτάνουν σε σημείο να λένε χοντρά ψέματα για τις φαρμακευτικές-βιολογικές ιδιότητες της κάνναβης. Λένε, για παράδειγμα, ότι η κάνναβη είναι λιγότερο επικίνδυνη από τον καπνό του κανονικού τσιγάρου επειδή είναι λιγότερο τοξική. Ξεχνάνε όμως να πουν ότι η κάνναβη επιδρά στο κεντρικό νευρικό σύστημα, σε αντίθεση με τον καπνό. Ότι έχει έντονη ψυχοδηλωτική δράση σε αντίθεση με τον καπνό και γι' αυτό είναι δρόμος περάσματος στη χρήση κι άλλων ουσιών. Ότι προκαλεί ψυχική εξάρτηση. Ότι συνδέεται σε τελική ανάλυση με τη φιλοσοφία της φυγής. Σε αντίθεση με το αλκοόλ, η κάνναβη δεν μπορεί να έχει άλλη χρήση παρά μονάχα αυτή.
Όσοι έχουν μετατραπεί σε ντίλερ των «μαλακών» φτάνουν ορισμένες φορές στο σημείο ακόμα και να τα εκθειάζουν. Έχουμε ακούσει μέχρι και ότι το χασίς ή και άλλες ναρκωτικές ουσίες αυξάνουν την... ικανότητα για δημιουργία, χρησιμοποιώντας το επιχείρημα ότι πολλά μεγάλα ονόματα της τέχνης έκαναν χρήση ναρκωτικών. Φυσικά, αν αυτό ίσχυε τότε θα ισοδυναμούσε με το «δώσε χασίσι στα παιδιά για να γίνουν πιο έξυπνα!!». Αυτοί που προβάλλουν τέτοιους ισχυρισμούς παραβλέπουν ακόμα ότι στις περιπτώσεις αυτών των καλλιτεχνών που έκαναν ή κάνουν χρήση ναρκωτικών, το πραγματικό τους έργο δεν είναι αποτέλεσμα της δράσης του ναρκωτικού, αλλά της πνευματικής τους ικανότητας. Αντίθετα η χρήση ναρκωτικών καταρρακώνει και μειώνει το καλλιτεχνικό τους έργο, και αυτούς τους ίδιους, με αποκορύφωμα σε πολλές περιπτώσεις το θάνατο τους.
Νομιμοποίηση
Ισχυρίζονται όσοι προβάλλουν το αίτημα της νομιμοποίησης όλων ή μερικών ναρκωτικών (των λεγόμενων «μαλακών») ότι η νομιμοποίηση τους θα τα έπαιρνε από τα χέρια των παράνομων εμπόρων και έτσι θα περιοριζόταν η εγκληματικότητα. Ισχυρίζονται ότι σημαντικός παράγοντας που ωθεί στα ναρκωτικά είναι η περιέργεια και συνεπώς η νομιμοποίηση τους θα είχε ως αποτέλεσμα την απομυθοποίηση τους και τελικά τον περιορισμό της τοξικομανίας. Πρόσφατα βουλευτές από το ΠΑΣΟΚ, τη ΝΔ και το ΣΥΝ κατέθεσαν κοινή πρόταση νόμου σε αυτήν την κατεύθυνση, η οποία επικεντρώνεται στην «ελεγχόμενη» χορήγηση ναρκωτικών στους τοξικομανείς από τα νοσοκομεία.
Είναι αστείο να πιστεύουμε ότι η νομιμοποίηση ενός ναρκωτικού θα αποδυνάμωνε τους εμπόρους και το οργανωμένο έγκλημα. Η κοινωνική πρακτική έχει δώσει ήδη απάντηση. Το αλκοόλ είναι νόμιμο. Όμως ο μεγάλος τζίρος γίνεται από τη διακίνηση του παράνομου αλκοόλ. Ακόμα, δεν έλυσε την εγκληματικότητα που συνοδεύει την παράνομη διακίνηση του αλκοόλ. Επίσης, η νομιμοποίηση του δεν έλυσε το πρόβλημα του αλκοολισμού (με τεράστιες διαστάσεις). Το ίδιο συμβαίνει και με την πορνεία. Η πορνεία είναι νόμιμη σήμερα. Όμως ο μεγάλος τζίρος γίνεται από την παράνομη. Ούτε εδώ αντιμετωπίστηκε η εγκληματικότητα και το εμπόριο «λευκής σαρκός».
Στον καπιταλισμό, το παράνομο είναι σύμφυτο με το νόμιμο. Η παραοικονομία είναι σύμφυτη με τον καπιταλισμό. Στο 6αθμό που έχεις καπιταλιστική οικονομία θα έχεις και καπιταλιστική παραοικονομία.
Ακριβώς το παράδειγμα του αλκοόλ αποδείχνει ότι νομιμοποίηση δεν σημαίνει και απομυθοποίηση. Το ίδιο συμβαίνει και με τις πτητικές ουσίες (που είναι απόλυτα νόμιμες), που είναι στις μέρες μας μετά την κάνναβη οι πιο πολύ διαδεδομένες ουσίες έναρξης της χρήσης. Άλλωστε είναι το λιγότερο χυδαίο να προβάλλεται η άποψη ότι στα ναρκωτικά έλκει η περιέργεια. Αυτή η άποψη κρύβει με περισσή δεξιοτεχνία τις ευθύνες που έχει το καπιταλιστικό σύστημα και η κυρίαρχη πολιτική. Κρύβει τους κοινωνικούς λόγους που οδηγούν στα ναρκωτικά και τις κοινωνικές ανάγκες που καλύπτει η χρήση τους.
Και τέλος πάντων, όπως και να έχει, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να θέλουμε το ίδιο το κράτος να γίνει πρεζέμπορας, προκειμένου να μην υπάρχει παραοικονομία και φοροδιαφυγή. Δεν είναι δυνατό η ανθρώπινη ψυχική και σωματική υγεία να υποτάσσεται στις ανάγκες για μεγαλύτερα φορολογικά έσοδα.
Η νομιμοποίηση των ναρκωτικών σημαίνει πρώτα απ' όλα νομιμοποίηση τους στην κοινωνική συνείδηση, με αποτέλεσμα την επέκταση του προβλήματος. Αυτό καταγράφηκε και με το περίφημο «Ολλανδικό μοντέλο». Εκεί υπήρξε προσωρινή, μικρή μείωση των χρηστών ηρωίνης (που μπορεί να είναι κάλλιστα είναι αποτέλεσμα και άλλων παραμέτρων, όπως ο φόβος του AIDS). Αυξήθηκε όμως η χρήση κάνναβης και άλλων φαρμακευτικών ουσιών (π.χ. έκσταση κ.ά.). Το ερώτημα όμως δεν είναι εάν μειώθηκε - ελάχιστα η ηρωινομανία, αλλά αν αυξήθηκε γενικά η τοξικομανία. Άλλωστε το Άμστερνταμ είναι αυτή τη στιγμή κέντρο του διεθνούς εμπορίου ναρκωτικών.
Έτσι, η νομιμοποίηση στο όνομα του απεγκλωβισμού των χρηστών από τους εμπόρους θα έχει ως συνέπεια την εκτίναξη του προβλήματος της τοξικομανίας και επομένως τη μεγαλύτερη πρόσδεση των χρηστών στους εμπόρους.
Το δικαίωμα της «αυτοδιάθεσης» του σώματος
Μας λένε ότι σε μια δημοκρατική κοινωνία πρέπει να αναγνωρίσουμε, αλλά και να κατοχυρώσουμε την προσωπική αυτονομία του ανθρώπου. Αυτό πρέπει να γίνει και με τη χρήση ουσιών, διότι αποτελεί ατομική επιλογή. «Άλλωστε γιατί να μου απαγορεύσει κάποιος να χρησιμοποιώ το σώμα μου όπως εγώ θέλω;»
Το επιχείρημα αυτό υποκρύπτει τη βαθιά συντηρητική λογική των οπαδών της νομιμοποίησης των ναρκωτικών. Η εξάρτηση σημαίνει ακριβώς το αντίθετο της οποιασδήποτε έννοιας της ελευθερίας. Η επιλογή της χρήσης είναι «ανελεύθερη».
Το δικαίωμα στη χρήση τι σημαίνει; Χρήση και εξάρτηση δεν σημαίνει φυγή από την κοινωνική πραγματικότητα; Χρήση και εξάρτηση δεν σημαίνει κλείσιμο των ατόμων στο σιωπηλό κόσμο των ναρκωτικών; Δηλαδή τι να υπερασπιστούμε; Τη φυγή; Τη σιωπή; Την περιθωριοποίηση; Την αποκοινωνικοποίηση του ανθρώπου; Τα ναρκωτικά είναι ακριβώς το αντίθετο της υπόστασης του ανθρώπου, στο βαθμό που η ουσία του ανθρώπου ανάγεται στο σύνολο των κοινωνικών του σχέσεων. Εδώ, η ελευθερία του ανθρώπου ναρκοθετείται από τα δεσμά της εξάρτησης και μετατρέπεται σε ανελευθερία. Δεν είναι, λοιπόν, παράλογο να προβάλλεται η ανελευθερία ως παράγοντας ελευθερίας;
Οι ίδιοι που σκίζουν τα ιμάτια τους υπερασπίζοντας το «δικαίωμα» στην αυτοκαταστροφή και την αθλιότητα, αυτοί οι ίδιοι προσπερνάνε αδιάφορα το δικαίωμα στην εργασία, στη μόρφωση, στην ειρηνική ζωή, στη δημιουργία. Δε λένε κουβέντα για το μαθητικό ιδιώνυμο και για τις διώξεις συνδικαλιστών.
Υποκατάστατα
Η χορήγηση από το κράτος υποκατάστατων προτείνεται στο όνομα της προστασίας του τοξικομανή από τον έμπορο, τις νοθευμένες δόσεις.
Πρέπει να γίνει σαφές ότι η συντριπτική πλειοψηφία των τοξικομανών χρησιμοποιούν παραπάνω από μια ουσία, είτε παράνομη, είτε νόμιμη. Σήμερα λοιπόν, το βασικό πρόβλημα είναι η πολυτοξικομανία (η παράλληλη χρήση περισσότερων από μία ουσιών). Και τι θα γίνει στη συνέχεια; Η νομιμοποίηση της ηρωίνης θα επιφέρει τη νομιμοποίηση και των άλλων ουσιών;
Η χορήγηση ηρωίνης ή υποκατάστατων (π.χ. μεθαδόνης) συντηρεί την εξάρτηση ως τρόπο ζωής, βάζοντας απλώς στη θέση μιας παράνομης ουσίας μια νόμιμη, πράγμα που σπάνια συμβαίνει, αφού στην πλειοψηφία των περιπτώσεων συνδυάζονται μαζί νόμιμες και παράνομες ουσίες.
Η νόμιμη χορήγηση ναρκωτικών ουσιών έχει ως σκοπό να θεσμοθετήσει την αναπαραγωγή της εξάρτησης. Έτσι μεγάλα τμήματα πληθυσμού θα μπορούν να «ελέγχονται» πιο έντεχνα. Δημιουργείται δηλαδή ένα νόμιμο, κοινωνικό περιθώριο.
Ακόμα, για να υιοθετηθεί η πολιτική της χορήγησης υποκατάστατων, ισχυρίζονται ότι η μεθαδόνη είναι θεραπευτική!!.
Εμείς λέμε ΟΧΙ. Τα προγράμματα μεθαδόνης δεν είναι θεραπευτικά προγράμματα. Η μεθαδόνη, ως υποκατάστατο της ηρωίνης χορηγείται, για να βοηθήσει μόνο σωματικά τον τοξικομανή να διακόψει τη χρήση της ηρωίνης. Η χορήγηση υποκατάστατων σε καμία περίπτωση δεν οδηγεί στη μείωση της εγκληματικότητας. Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων γίνεται ταυτόχρονη χρήση νόμιμων και παράνομων ουσιών. Σήμερα, το παράνομο εμπόριο μεθαδόνης εξαπλώνεται διαρκώς.
Απ' αυτήν την άποψη εντάσσονται στο χώρο της μυθολογίας όσα λέγονται για τη μείωση της εγκληματικότητας μέσα από τη χορήγηση μεθαδόνης.
Η υποκατάσταση δοκιμάστηκε για πρώτη φορά στις ΗΠΑ πριν από 30 περίπου χρόνια. Ήταν η εποχή που το «Αμερικανικό όνειρο» δοκιμαζόταν σκληρά στο Βιετνάμ.
Η θεωρία της χορήγησης υποκατάστατων βασιζόταν στην άποψη ότι η εξάρτηση από ηρωίνη είναι μια νόσος, όπως π.χ. ο διαβήτης. Και γι' αυτόν ακριβώς το λόγο είναι αναγκαία η ισόβια υποκατάσταση με κάποια ουσία. Έτσι προτάθηκε η μεθαδόνη. Μερικά χρόνια αργότερα... η αξιολόγηση αυτών των προγραμμάτων επικύρωσε και επίσημα την αποτυχία τους.
Το σύνολο των εγγεγραμμένων στα προγράμματα χορήγησης πήγαιναν πάλι στη μαύρη αγορά και προμηθεύονταν επιπρόσθετα ηρωίνη. Άλλωστε, όπως υποστηρίζουν και οι θιασώτες αυτών των προγραμμάτων «για πρώτη φορά ο χρήστης δεν πιέζεται να αποτοξινωθεί και από την εξάρτηση της μεθαδόνης σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, εξασφαλίζοντας του τη χορήγηση επ' αορίστου.» (ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 30/6/2000).
Ο ΟΚΑΝΑ ξεκίνησε τα προγράμματα μεθαδόνης ως θεραπευτικά προγράμματα, τα οποία είχαν πενιχρά αποτελέσματα (σχεδόν 10 φορές λιγότερο αποτελεσματικά από τα «στεγνά» προγράμματα του ΚΕΘΕΑ και του ΕΣΥ. Σήμερα τα προγράμματα αυτά μετατρέπονται σε προγράμματα συντήρησης. Σε προγράμματα δηλαδή που δεν έχουν σκοπό τη θεραπεία, αλλά διευκολύνουν προσωρινά το χρήστη να μη βιώνει το στερητικό σύνδρομο. Έρχεται δηλαδή το ίδιο το κράτος με τον πιο επίσημο τρόπο να δηλώσει ότι δε στοχεύει στην απεξάρτηση του τοξικομανή, αλλά στη διαιώνιση της κατάστασης του. Τον σπρώχνει να μην πάρει τη δύσκολη απόφαση να απεξαρτηθεί.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ - Το μέγεθος του προβλήματος σήμερα, με αριθμούς
1. Καθολικότητα του προβλήματος - Ρυθμοί επέκτασης του τα τελευταία χρόνια
Η τοξικομανία στη χώρα μας έχει γνωρίσει μεγάλη εξάπλωση την τελευταία πενταετία και ιδιαίτερα στις νέες ηλικίες. Η ραγδαία εξάπλωση της χρήσης ναρκωτικών τόσο στη χώρα μας όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο:
• Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ελληνικού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας στην Ελλάδα για το 1999, ένας στους τρεις από τα αγόρια 17-18 ετών, έχει δοκιμάσει ή χρησιμοποιεί κάνναβη.
• Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας στην Ε.Ε. για το 1999, το 40% των νεαρών ηλικιών έχουν δοκιμάσει κάνναβη.
Από τα παραπάνω φαίνεται καθαρά ότι η χρήση ναρκωτικών δεν αποτελεί ένα περιθωριακό φαινόμενο, που απευθύνεται σε κάποιες μεμονωμένες ομάδες νέων, αλλά ένα πρόβλημα που αγγίζει με άμεσο ή έμμεσο τρόπο (παρέες, φίλοι, συμμαθητές κ.ά.) την πλειοψηφία της νεολαίας.
Την τελευταία πενταετία το πρόβλημα γνωρίζει ιδιαίτερη έξαρση. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ελληνικού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας στην Ελλάδα για το 1999:
• ΔΙΠΛΑΣΙΑΣΤΗΚΕ η χρήση στις νεαρές ηλικίες.
• ΤΡΙΠΛΑΣΙΑΣΤΗΚΕ στο ίδιο διάστημα η χρήση κάνναβης.
• ΥΠΕΡΔΙΠΛΑΣΙΑΣΤΗΚΑΝ σε σχέση με το 1984 οι μαθητές που θεωρούν τη συστηματική χρήση κάνναβης ακίνδυνη ή ελαφρά επικίνδυνη (από 18,5% σε 34%).
Αυτή η έξαρση του προβλήματος δεν είναι άσχετη τόσο με τη γενικότερη ένταση της αντιλαϊκής πολιτικής, όσο και με την τεράστια «ναρκοπροπαγάνδα», στην οποία έχουν επιδοθεί με συστηματικό τρόπο κέντρα εξουσίας στη χώρα μας και στην Ε.Ε. γενικότερα.
2.Πολυτοξικομανία
Εμφανίζεται με ιδιαίτερη ένταση το φαινόμενο της πολυτοξικομανίας. Της χρήσης δηλαδή και της εξάρτησης από περισσότερες της μιας ουσίες.
• Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ελληνικού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας στην Ελλάδα για το 1999, το 55% των χρηστών που έκαναν αίτηση για θεραπευτική βοήθεια, χρησιμοποιούν τουλάχιστον τρεις ουσίες.
• Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της θεραπευτικής κοινότητας «Στροφή» για το προφίλ των εφήβων που έκαναν αίτηση για θεραπευτική βοήθεια το 1999, το 68,2% ανέφεραν χρήση δευτερεύουσας ουσίας.
3. Ηλικία έναρξης της χρήσης
• Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της θεραπευτικής κοινότητας «Στροφή», η ηλικία έναρξης χρήσης κατεβαίνει ακόμα περισσότερο τα τελευταία χρόνια.
• Οι περισσότεροι νέοι που είχαν την πρώτη τους επαφή με τη χρήση παράνομων ψυχοτρόπων ουσιών είναι μεταξύ 13-15 ετών (63,8 %).
•Ένα ποσοστό 12,9% έχει αρχίσει από την ηλικία των 13. Στην πλειοψηφία τους οι έφηβοι είχαν την πρώτη τους επαφή με τη χρήση μέχρι τα 15 (76,7%).
4. Ουσία έναρξης χρήσης
• Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της θεραπευτικής κοινότητας «Στροφή» το μεγαλύτερο ποσοστό των εφήβων έχουν ξεκινήσει τη χρήση με κάνναβη (69,1 %), ενώ το 24,4% αυτών με εισπνεόμενα.
5. Εκπαίδευση
Από το σύνολο των χρηστών που απευθύνθηκαν για θεραπεία στη "Στρο
φή" το 1999:
• Έχουν διακόψει το σχολείο το 50,9%
•Έχουν επίπεδο εκπαίδευσης Δημοτικού το 23,1%
• Γυμνασίου το 54,2%
•Λυκείου το 16,4%
• Ανωτέρων Σχολών μόνο το 2,4%.
Στην έκθεση του Ελληνικού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας στην Ελλάδα για το 1999 σημειώνεται ότι:
• Γνώσεις Δημοτικού έχουν το 24,8%
• Γυμνασίου το 34,2%
•Λυκείου το 33,8%
• Ανωτέρων Σχολών το 6,3%.
6. Εργασιακή-οικονομική κατάσταση
Το μεγαλύτερο ποσοστό των εφήβων που προσέγγισαν την «ΣΤΡΟΦΗ» το
1999 δεν είχαν καμία εργασιακή απασχόληση ούτε πήγαιναν σχολείο (42,9%).
Σημαντικά είναι επίσης τα στοιχεία από το ΕΚΤΕΠΝ που αφορούν το επάγγελμα των χρηστών τα οποία αναφέρουν ότι:
• Το 44% είναι ανειδίκευτοι εργάτες
• Το 6,4% έχουν ειδικευμένη εργασία
• Το 25,6% δεν έχουν εργαστεί ποτέ.
Ένας δείκτης του μεγέθους του προβλήματος είναι και η επαγγελματική-οικονομική κατάσταση των γονέων των χρηστών.
• Συγκεκριμένα από τους εφήβους που προσέγγισαν τη «ΣΤΡΟΦΗ» το 1999 το 89,1 % του συνόλου δήλωσαν πως ο πατέρας εργαζόταν στην πλειοψηφία σε εργασία που δεν απαιτεί ειδίκευση ή απαιτεί χαμηλού επιπέδου ειδίκευση (49,6%).
• Από τους εφήβους που δήλωσαν ότι γνωρίζουν το εισόδημα της οικογένειας τους, η μεγάλη πλειοψηφία των εφήβων, 47%, δήλωσαν οικογενειακό εισόδημα μικρότερο ή ίσο με 300.000 δρχ. μηνιαίως.
•Έρευνα της ιταλικής κυβέρνησης στη δεκαετία του '80 έδειξε ότι σε 28.000 τοξικομανείς υπό θεραπεία το 66% ήταν σταθερά άνεργοι όταν μυήθηκαν στα ναρκωτικά και το 10% υποαπασχολούμενοι.
7. Μελέτες και στοιχεία για τον τρόπο ζωής και την ψυχαγωγία των νέων
Το ΕΚΤΕΠΝ στα έτη 1998 και 1999 πραγματοποίησε έρευνα σε δύο στάδια, όσον αφορά τη νυχτερινή διασκέδαση και τα πρότυπα χρήσης ουσιών.
Στο πρώτο στάδιο διερευνήθηκε κατά πόσον η χρήση ουσιών συνδέεται με τον τρόπο που οι νέοι διασκεδάζουν στις νυχτερινές τους εξόδους και με τις μουσικές σκηνές στις οποίες ανήκουν. Στο δεύτερο η έρευνα αφορούσε τις αντιλήψεις που επικρατούν από τέσσερις μουσικές σκηνές για τα πρότυπα διασκέδασης.
Σύμφωνα με τους ερωτώμενους από το χώρο της house και trance μουσικής, το προφίλ του μοντέρνου νέου πρέπει να είναι δραστήριος και τολμηρός, γι' αυτό και το συνδέουν με τη χρήση παράνομων ουσιών, γνωρίζοντας ταυτόχρονα την επικινδυνότητα της κατάστασης. Για το χώρο της trance και house μουσικής η χρήση παράνομων ουσιών επικεντρώνεται στις συνθετικές ουσίες, ενώ για το χώρο της rock και ελληνικής λαϊκής μουσικής η κάνναβη και το αλκοόλ. Οι πιο συχνές απαντήσεις των ερωτώμενων για τη σχέση χρήσης ουσιών και διασκέδασης ανέφεραν επικοινωνία των ατόμων, καλύτερη επαφή με τη μουσική, μεγαλύτερη χαλάρωση."
ΠΗΓΗ
Σε μια εποχή που η δυσοσμία που αναδύει ο καπιταλισμός είναι αβάσταχτη, τα ναρκωτικά αξιοποιούνται από την αστική τάξη ολόπλευρα για τη χειραγώγηση της νεολαίας. Αποτελούν ένα ισχυρότατο όπλο στα πλαίσια της ιδεολογικής και πολιτικής της κυριαρχίας, προκειμένου να επηρεάζει τη διαμόρφωση των νεανικών συνειδήσεων. Στόχος είναι η διάδοση μέσα στους νέους ενός γενικότερου τρόπου ζωής που αφοπλίζει τα νεανικά όνειρα, αμβλύνει συνειδήσεις, περιθωριοποιεί τμήματα νέων.
Σε αυτά τα πλαίσια, τα τελευταία χρόνια με ιδιαίτερη ένταση, αστοί κονδυλοφόροι και πολιτικοί, νεοφιλελεύθεροι και κεντροαριστεροί, έχουν επιδοθεί σε μια άνευ προηγουμένου εκστρατεία που στοχεύει να δημιουργήσει μαζική κοινωνική ανοχή απέναντι στο φαινόμενο των ναρκωτικών.
Η επίσημη πολιτική της κυβέρνησης και οι οδηγίες της Ε.Ε., αντί να αντιμετωπίζουν το πρόβλημα, κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση.
Έτσι το πρόβλημα της χρήσης ναρκωτικών ολοένα και γνωρίζει μεγαλύτερες διαστάσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι την τελευταία μόνο 5ετία ΔΙΠΛΑΣΙΑΣΤΗΚΕ η χρήση στις νεαρές ηλικίες.
Σκοπός της παρούσας έκδοσης του Κεντρικού Συμβουλίου της ΚΝΕ είναι να καταγράψει τις θέσεις της Οργάνωσης για το πρόβλημα. Φιλοδοξούμε, μέσα από το διάλογο και την αντιπαράθεση μέσα στη νεολαία και το κίνημα της, να συμβάλουμε ώστε το κίνημα της νεολαίας να εξοπλιστεί πολιτικά με στόχους διεκδίκησης και πάλης, ώστε μαζί με το λαό να βάλει φραγμό στις διαστάσεις που παίρνει η μάστιγα των ναρκωτικών.
ΕΞΑΡΤΗΣΗ: ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΣΥΜΦΥΤΟ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ
Αν και τα ναρκωτικά αποτελούν τόσο σοβαρό εχθρό της σωματικής, ψυχικής και κοινωνικής υγείας του ανθρώπου, είναι αρκετά μεγάλος ο αριθμός αυτών, και ιδιαίτερα ανάμεσα στους νέους, που κάνουν χρήση. Ο αριθμός αυτός μάλιστα τα τελευταία χρόνια μεγαλώνει με έντονους ρυθμούς. Παρά το γεγονός ότι αυξάνει κατακόρυφα ο αριθμός των θανάτων, σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτουμε στο Παράρτημα, την τελευταία 5ετία ΔΙΠΛΑΣΙΑΣΤΗΚΕ η χρήση στις νεαρές ηλικίες και ΤΡΙΠΛΑΣΙΑΣΤΗΚΕ στο ίδιο διάστημα η χρήση κάνναβης.
Η κυρίαρχη αστική ιδεολογία και απολογητική, προσπαθεί να πλάσει πλήθος επιχειρημάτων, για να εξηγήσει το φαινόμενο της τοξικομανίας και γενικότερα της εξάπλωσης της χρήσης ναρκωτικών ουσιών.
Κάποια ρεύματα, για παράδειγμα, προσπαθούν να φορτώσουν την ευθύνη στον ίδιο τον τοξικομανή, στην οικογένεια του, στις παρέες του, ανάγοντας σε κυρίαρχες αιτίες παράγοντες που καθορίζονται και διαμορφώνονται από τον καπιταλισμό.
Κάποια άλλα ρεύματα προσπαθούν να αποδείξουν ότι η τοξικομανία είναι σύμφυτη με τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά, ή ότι είναι ενσωματωμένη στο DNA μας. Αυτό το ρεύμα 6ιολογικοποιώντας κοινωνικά χαρακτηριστικά δεν κάνει τίποτα παραπάνω από αυτό που έκανε η χιτλερική προπαγάνδα, όταν μετρούσε τις διαστάσεις των ανθρωπίνων κρανίων, για να δικαιολογήσει την ανωτερότητα της «άριας» φυλής και συνεπώς τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και τις φρικαλεότητες που διάπραττε ο φασισμός.
Σε κάθε περίπτωση η επιδίωξη είναι να ξεκοπούν παράμετροι του προβλήματος, να αυτονομηθούν, να μην εξεταστούν σε βάθος οι κοινωνικές σχέσεις. Να παρουσιαστούν οι παράγοντες που συντελούν στην όξυνση του προβλήματος ως αιτίες που το γεννούν. Κοινό σημείο και στόχος τους είναι να αθωώσουν το καπιταλιστικό σύστημα.
Γιατί οι νέοι κάνουν χρήση ναρκωτικών;
Το πρόβλημα της χρήσης ναρκωτικών δεν είναι η χρήση απλά μιας χημικής ουσίας. Είναι το «γιατί» της χρήσης, το τι συμβολίζει η χρήση, τι σύστημα αξιών και στάσης ζωής συνοδεύει τη χρήση.
Όσοι κάνουν χρήση ναρκωτικών ουσιών, προσπαθούν με αυτά να καλύψουν τα εσωτερικά τους κενά. Οι νέοι που κάνουν χρήση ναρκωτικών, καταφεύγουν σε αυτά, γιατί θέλουν, όπως λένε στη δική τους γλώσσα, «να την ακούσουν». Δηλαδή να ξεφύγουν από την πραγματικότητα ή να έρθουν σε κατάσταση ευφορίας με τη χρήση της ουσίας ή να βρουν ψευδαίσθηση επικοινωνίας με την παρέα. Προσπαθούν δηλαδή να κατασκευάσουν συνθήκες, οι οποίες δεν υπάρχουν κάτω από φυσιολογικές καταστάσεις: Η πραγματικότητα είναι σκληρή, δεν αφήνει περιθώρια ευφορίας, στην παρέα δεν υπάρχει η δυνατότητα επικοινωνίας, καθώς τα μέλη της δεν μοιράζονται κοινές σκέψεις, αξίες, ιδανικά.
Χρησιμοποιείται, λοιπόν, η ουσία ως μέσον φυγής τόσο από τα προσωπικά όσο και από τα γενικότερα αδιέξοδα που έχει ο καθένας, αλλά και ως μέσον κάλυψης εσωτερικών αναγκών. Χρησιμοποιείται από κάποιον δηλαδή η ουσία, σε τελική ανάλυση, ως μέσον φυγής από τον ίδιο τον εαυτό του. Όσοι κάνουν χρήση, επιδιώκουν σε μια τεχνητή πραγματικότητα να βρουν ό,τι η καθημερινότητα τους στερεί. Έναν κοινωνικό ρόλο, ταυτότητα, ανακούφιση από τα προβλήματα, επικοινωνία, ψευδαισθήσεις επιτυχίας, ευτυχία.
Το φαινόμενο συνεπώς της συνάντησης μιας προσωπικότητας με μια ναρκωτική ουσία, σε μια συγκεκριμένη κοινωνικο-ιστορική στιγμή, παίρνει πολύ συγκεκριμένο κοινωνικό χαρακτήρα στην κοινωνία μας και σε όλες τις καπιταλιστικές κοινωνίες σαν τη δική μας. Αυτός ο συγκεκριμένος κοινωνικός χαρακτήρας αποσιωπάται από όλα τα αστικά απολογητικά ρεύματα, επειδή τους ενοχλεί.
Τα κοινωνικά αδιέξοδα που δημιουργεί ο καπιταλισμός
Για να νιώθει συνεπώς κάποιος την ανάγκη «να την ακούσει», για να πέσει δηλαδή στο λούκι των ναρκωτικών, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μην είναι ευτυχισμένος. Την ευτυχία όμως από τα μέλη της κοινωνίας μας τη στερεί ο καπιταλισμός και η εκμεταλλευτική του φύση. Τη στερεί η πλεονεξία του κεφαλαίου για ολοένα και περισσότερα υπερκέρδη σε βάρος των δικαιωμάτων, των αναγκών και των ελευθεριών των εργαζομένων. Οι ταξικοί φραγμοί στη μόρφωση, η ανεργία, η μισθωτή εργασία, η οικονομική δυσχέρεια, ο κοινωνικός, οικονομικός και πολιτικός αποκλεισμός.
Αυτά αποτελούν το έδαφος, πάνω στο οποίο το κεφάλαιο κλέβει την ευτυχία από τους εργαζομένους και τη νεολαία, δημιουργώντας έτσι την ανασφάλεια για το παρόν και το μέλλον, το άγχος και την αβεβαιότητα. Αυτές είναι οι συνθήκες που δεν επιτρέπουν στη νεολαία να εκπληρώσει τις προσδοκίες της και να ζήσει μια ευτυχισμένη ζωή.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στα στοιχεία που έδωσε η θεραπευτική κοινότητα «Στροφή» για το προφίλ των εφήβων που την προσέγγισαν το έτος 2000 αναφέρεται ότι το 76% ήταν άνεργοι ή υποαπασχολούμενοι. Το 76,7% προέρχονται από φτωχές οικογένειες. Το 50,5% έχουν εγκαταλείψει το σχολείο πριν ολοκληρώσουν τη βασική υποχρεωτική εκπαίδευση.
Όσοι λοιπόν ισχυρίζονται ότι τα ναρκωτικά τα ακολουθούν ομάδες νεολαίας από περιέργεια, επειδή τάχα είναι απαγορευμένα, πρέπει να εξηγήσουν το πώς γίνεται η «περιέργεια» αυτή να είναι χαρακτηριστικό φαινόμενο συγκεκριμένων ομάδων νέων ανθρώπων. Αυτών που η καπιταλιστική μας κοινωνία τους έχει δείξει με τον πιο άγριο τρόπο τα δόντια της. Φυσικά το πρόβλημα της εξάρτησης διαχέεται σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, όμως με ιδιαίτερη αγριότητα χτυπά τα πιο φτωχά λαϊκά στρώματα.
Τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα που δημιουργεί ο καπιταλισμός για τα λαϊκά στρώματα, αποτελούν συνεπώς αναγκαία συνθήκη για να εμφανιστεί το φαινόμενο χρήσης των ναρκωτικών.
Ο καπιταλισμός βλάπτει σοβαρά την ψυχική υγεία (και όχι μόνο)
Φυσικά τα κοινωνικά αδιέξοδα που δημιουργεί το σύστημα είναι μεν αναγκαία συνθήκη, δεν είναι όμως από μόνα τους αναγκαία και ικανή συνθήκη. Το απάνθρωπο καπιταλιστικό σύστημα, στο οποίο ζούμε, όχι μόνο μας δημιουργεί προβλήματα στη ζωή μας, αλλά κάνει ό,τι μπορεί για να μετατραπούν σε προβλήματα του καθένα όχι με το σύστημα αλλά με τον εαυτό του. Ο ίδιος ο καπιταλισμός φέρνει τους ανθρώπους σε ρήξη με το σύνολο των κοινωνικών τους σχέσεων. Τους αποξενώνει δηλαδή από την ανθρώπινη ουσία τους από τον ίδιο τους τον εαυτό. Έτσι η «αναγκαία συνθήκη» γίνεται ικανή. Το πρόβλημα που αποκτά πλέον κάποιος με τον εαυτό του εκφράζεται με πολλούς τρόπους και ένας από τους πιο βασικούς είναι η θέληση για φυγή. Η πιο ακραία μορφή φυγής είναι η τοξικοεξάρτηση.
Οι πρόσφατες στατιστικές δείχνουν ότι το 40% των νέων από 14-25 χρόνων έχουν κάνει χρήση ναρκωτικών ουσιών. Σε δηλώσεις που έκανε στις 4/4/2001 ο πρόεδρος της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρίας, ανέφερε ότι το 1/3 του γενικού πληθυσμού θα εκδηλώσει σε κάποια στιγμή της ζωής του ψυχιατρική συμπτωματολογία, δείγμα και αυτό της αλλοτρίωσης του ανθρώπου στον καπιταλισμό.
Και μόνο αυτά τα νούμερα δείχνουν ότι στην κοινωνία που ζούμε κάτι «σάπιο υπάρχει». Το πρόβλημα είναι καθολικό, δεν αγκαλιάζει μόνο ορισμένες περιθωριακές ομάδες ή ανθρώπους που προέρχονται από «προβληματικές» οικογένειες.
Στον καπιταλισμό όλοι αυτοί που δημιουργούν τον πλούτο της κοινωνίας είναι αποξενωμένοι από τη βασική τους δραστηριότητα, που ως τέτοια παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση και επιβεβαίωση της προσωπικότητας, από τη δραστηριότητα αυτή που δημιουργεί τον κοινωνικό πλούτο. Δηλαδή από την παραγωγική εργασία. Οι άνθρωποι δεν εργάζονται για να δημιουργήσουν τον πλούτο της κοινωνίας, αλλά για να εξασφαλίσουν τα προς το ζην. Στο αντικείμενο της δουλειάς τους δεν βλέπουν τον εαυτό τους και την προσωπικότητα τους, αλλά τον καταναγκασμό. Η προσωπική τους αξία δεν έγκειται στην ικανότητα τους να δημιουργούν αξίες χρήσης που ανεβάζουν το συνολικό βιοτικό επίπεδο της κοινωνίας, αλλά στην ικανότητα τους να παράγουν υπεραξία. Τα εμπορεύματα αποτελούν τον τελικό σκοπό της ανθρώπινης δραστηριότητας και μέσα από αυτά βρίσκει ο καθένας τον εαυτό του και όχι στην ίδια την ανθρώπινη ουσία του.
Αυτή η αποξένωση αποτελεί τη βάση για την αποδόμηση, για τον κατακερματισμό συνολικά της προσωπικότητας. Αποτελεί σημαντικό παράγοντα που ευνοεί την αστική ιδεολογία να βρίσκει εύφορο έδαφος και σε τελική ανάλυση να κυριαρχεί ανάμεσα στους εργαζομένους.
Αυτή η αποξένωση καθορίζει τις σχέσεις στην οικογένεια, στο φιλικό κύκλο και στις διαπροσωπικές σχέσεις. Η καταπίεση από τον τόπο εργασίας μεταφέρεται στην οικογένεια. Οι γονείς μετατρέπονται σε αρκετές περιπτώσεις σε τυράννους. Η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, αυτός ο υπέρτατος νόμος του καπιταλισμού, μεταφράζεται σε αμέτρητες καθημερινές μικρο-εκμεταλλεύσεις στις διαπροσωπικές σχέσεις, γίνεται νόμος που χαρακτηρίζει τις ανθρώπινες σχέσεις. Οι σχέσεις γίνονται ανταγωνιστικές. Ο σύντροφος πολλές φορές επιδιώκει να πάρει περισσότερα απ' όσα δίνει, το ίδιο και ο φίλος. Η παρέα αποτελεί συγκόλληση χωρίς κοινές ανησυχίες, ιδανικά και αξίες, με αποτέλεσμα να υπάρχει κενό στην επικοινωνία και αμηχανία.
Για όλα αυτά όμως δεν ευθύνεται κανένας άλλος από τον ίδιο τον καπιταλισμό, που όσο περνάνε τα χρόνια, τόσο περισσότερο σαπίζει, τόσο περισσότερο γίνεται αντιδραστικό και αποκρουστικό το πρόσωπο του και γι' αυτό τόσο περισσότερο θα δημιουργεί ανάμεσα στους ανθρώπους αποκρουστικά κακέκτυπα του.
Ακραία μορφή και αποτέλεσμα αυτής της αποξένωσης του ανθρώπου από την ανθρώπινη ουσία του είναι η εξάρτηση. Όπου το εμπόρευμα-ουσία θεοποιείται. Η κοινωνικότητα του ανθρώπου καταστρέφεται. Η κοινωνική συνείδηση εξαφανίζεται. Η προσωπικότητα είναι τελείως καταστραμμένη.
Δεν πέφτουν φυσικά όλοι οι άνθρωποι στο «λούκι» της εξάρτησης, αλλά οι πιο ευάλωτες προσωπικότητες. Αυτοί που καταφέρνουν να κρατήσουν τις περισσότερες αντιστάσεις, να διαμορφώσουν σύστημα αξιών που έρχεται σε σύγκρουση με τις κυρίαρχες αξίες, να συνειδητοποιήσουν την αντικειμενική πραγματικότητα, μπορούν να αντισταθούν και στους ψεύτικους παραδείσους.
Όμως σκοπός ύπαρξης του καπιταλισμού είναι η διαιώνιση του και η διευρυμένη αναπαραγωγή του. Απαραίτητη προϋπόθεση για κάτι τέτοιο είναι η ιδεολογική χειραγώγηση των εργαζομένων και των νέων. Δηλαδή η συσκότιση της πραγματικής φύσης του συστήματος και η αντιστροφή της πραγματικότητας, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα που δίνει στην αστική τάξη το γεγονός ότι είναι κυρίαρχη, ότι έχει στα χέρια της την εξουσία.
Ο άνθρωπος που στον καπιταλισμό και εξαιτίας των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής έχει έρθει σε ρήξη με το σύνολο των κοινωνικών του σχέσεων, ο άνθρωπος που έχει δηλαδή αλλοτριωθεί, διαμορφώνει κάτω και από την επίδράση της αστικής ιδεολογίας στρεβλό σύστημα αναγκών, το οποίο με τη σειρά του διαμορφώνει στρε6λές αξίες.
Έτσι βρίσκει εύφορο έδαφος η βιομηχανία του θεάματος και του life style, που φροντίζει να δημιουργήσει τέτοια πρότυπα, ώστε να καθαγιάζονται τα αστικά ιδεώδη (κέρδος, ατομικισμός, εκμετάλλευση).
Η πραγματική αιτία της αδυναμίας εκπλήρωσης των αναγκών που στερεί την ευτυχία από τους ανθρώπους μεταφράζεται με λάθος τρόπο και το σύστημα φροντίζει γι' αυτό. Ο μαθητής που διώχνεται από το ταξικό σχολείο κουβαλάει μαζί του την ευθύνη της αποτυχίας. Δεν παίρνει τα γράμματα, είναι τεμπέλης. Ο πατέρας είναι αυταρχικός. Ο άνεργος, ο
απολυμένος, φέρει επίσης ακέραια την ευθύνη της κατάστασης του. Δεν έχει αρκετές γνώσεις, δεν είναι ικανός, δεν είναι καπάτσος. Οι «κακές» παρέες δαιμονοποιούνται και οι «σκάρτοι φίλοι» ενισχύουν αντικοινωνικές τάσεις.
Οι πραγματικοί νόμοι αυτής της κοινωνίας κρύβονται με περισσή επιμέλεια. «Μαζί με τα νερά» πετιέται και το παιδί και η αποστροφή απέναντι στην καπιταλιστική κοινωνία γίνεται αποστροφή απέναντι στην κοινωνία γενικά, γεννά αντικοινωνική-περιθωριακή συμπεριφορά.
Η πλειοψηφία των ανθρώπων αδυνατούν να κατανοήσουν την αντικειμενική πραγματικότητα και συνεπώς αδυνατούν να ανακαλύψουν τους δρόμους που πρέπει να περπατήσουν, για να εκπληρώσουν τις ανάγκες τους, να ζήσουν ευτυχισμένοι. Η οργανωμένη πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού είναι για τους περισσότερους άγνωστη, ενώ ο ίδιος ο καπιταλισμός με επιμέλεια καλλιεργεί την απογοήτευση για τη δυνατότητα ανατροπής του.
Έτσι το ίδιο το σύστημα προσπαθεί να στερήσει από τους ανθρώπους την
πραγματική γνώση της πραγματικότητας, να τους κάνει θύματα απατών και αυταπατών. Να διαστρέψει τον τρόπο σκέψης και ζωής τους, να στρεβλώσει τις
πραγματικές ανάγκες τους.
Με αυτόν τον τρόπο ολοκληρώνει το έγκλημα, αφήνοντας ανοχύρωτες τις προσωπικότητες και ιδιαίτερα τις νεανικές, απέναντι στη μάστιγα των ναρκωτικών.
Να, λοιπόν, γιατί επιμένουμε ότι η τοξικομανία είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο κρίσης με πολλαπλές αιτίες (κοινωνικές, οικονομικές, πολιτιστικές, ψυχολογικές, ιστορικές κ.λπ.), που όλες όμως πηγάζουν από τη βασική αντίθεση του καπιταλισμού, την αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας και με αυτήν την έννοια είναι ένα φαινόμενο σύμφυτο με τον καπιταλισμό. Και θα εντείνεται όσο το σύστημα θα σαπίζει ολοένα και περισσότερο. Γι' αυτό και η μόνη αναγκαία και ικανή συνθήκη για την εξαφάνιση του προβλήματος είναι η ανατροπή του καπιταλισμού και η σοσιαλιστική κοινωνία.
Φυσικά ο κάθε τοξικομανής μπορεί να απεξαρτηθεί ακόμα και μέσα σε αυτό το σύστημα, αν υπάρχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις.
Ιστορική αναδρομή
Μια μικρή ιστορική αναδρομή στο φαινόμενο της χρήσης ναρκωτικών πείθει παραπέρα για τις θέσεις μας. Αν και μια μερίδα των αστών απολογητών θέλει να μας πείσει ότι η χρήση ναρκωτικών είναι σύμφυτη στον άνθρωπο, ότι πάντα σε όλες τις κοινωνίες οι άνθρωποι έκαναν χρήση ναρκωτικών, η αλήθεια δεν είναι με το μέρος τους.
Στην πραγματικότητα χρήση ναρκωτικών υπήρχε σε πρωτόγονες και αρχαίες κοινωνίες, αλλά και πάλι τότε δεν είχε το σημερινό χαρακτήρα. Στο σύνολο τους οι ουσίες αυτές αποτελούσαν μέρος μιας συλλογικής λειτουργίας, ενός γενικότερου πολιτιστικού πλαισίου. Γι' αυτό άλλωστε και στην πλειονότητα τους είχαν τελετουργικό χαρακτήρα. Ήταν κομμάτι μιας κοινωνικής σχέσης και όχι φαινόμενο αποκοπής από την κοινωνία. Ακόμα όμως και σε αυτές τις τελείως διαφορετικές συνθήκες η χρήση ναρκωτικών ήταν απόδειξη αδυναμίας του ανθρώπινου πολιτισμού. Αδυναμίας να μπορεί να κατανοήσει την αντικειμενική πραγματικότητα.
Ο όρος «τοξικομανία» (όπως και ο όρος «αλκοολισμός») εμφανίζεται πρώτη φορά τον 19ο αιώνα. Τότε δηλαδή που έχουμε την ανάπτυξη του καπιταλισμού και την εμφάνιση του προλεταριάτου. Αναφέρεται η χρήση ναρκωτικών από τμήματα του νεοδημιουργημένου προλεταριάτου, έτσι ώστε να αντέξουν τόσο τις δυσβάσταχτες συνθήκες εργασίας και τη γενικότερη εξοντωτική διαβίωση στα βιομηχανικά κέντρα. Το ίδιο και στην Αμερική, όπου περιθωριοποιημένες ομάδες κάνουν χρήση ναρκωτικών, για να αντέξουν τις άθλιες συνθήκες ζωής στα γκέτο.
Οι πιο σημαντικοί σταθμοί στην εξάπλωση της χρήσης ναρκωτικών ουσιών είναι συνδεδεμένοι με τρόπο ακατάλυτο με το καπιταλιστικό σύστημα και τον ιμπεριαλισμό:
• 1805: Παράγεται η μορφίνη για τη φαρμακευτική αντιμετώπιση των οπιομανών με αποτέλεσμα χιλιάδες νέους εξαρτημένους από τη μορφίνη.
• 1805: Ναπολεόντειοι πόλεμοι. Ραγδαία εξάπλωση της χρήσης ναρκωτικών ουσιών μέσα στο γαλλικό στράτευμα.
• 1839-1942: Πόλεμος του οπίου. Η Μεγάλη Βρετανία κηρύσσει (και τελικά κερδίζει) τον πόλεμο στην Κίνα με βασικό στόχο το ελεύθερο εμπόριο του οπίου, που διεξαγόταν βασικά από Βρετανούς κεφαλαιοκράτες και η κινεζική κυβέρνηση το είχε κηρύξει παράνομο, κατάσχοντας και καταστρέφοντας το φορτίο από αρκετά βρετανικά πλοία. Το αποτέλεσμα της βρετανικής νίκης ήταν από τη μια με τη συνθήκη της Nanking το 1842 η Κίνα να μετατραπεί σε βρετανική ημιαποικία, ενώ το Χονγκ-Κονγκ να προσαρτηθεί «για πάντα" στη Βρετανία, και από την άλλη εκατομμύρια Κινέζοι να ριχτούν στην εξαθλίωση της τοξικομανίας.
• 1856: Παράγεται η κοκαΐνη για τη φαρμακευτική αντιμετώπιση των μορφινομανών με αποτέλεσμα χιλιάδες νέους εξαρτημένους από την κοκαΐνη.
• 1898: Η BAYER παράγει την ηρωίνη για τη φαρμακευτική αντιμετώπιση των μορφινομανών. Τα αποτελέσματα τα βιώνουμε έντονα μέχρι σήμερα.
• 1943: Η HOECHT στη χιτλερική Γερμανία παράγει τη μεθαδόνη για την φαρμακευτική αντιμετώπιση των ηρωινομανών. Αποτέλεσμα η εμφάνιση της εξάρτησης από τη μεθαδόνη.
• 1958-1974: Ιμπεριαλιστικός πόλεμος των ΗΠΑ στο Βιετνάμ. Μαζικό το φαινόμενο της τοξικομανίας στον αμερικάνικο στρατό, για να μπορέσουν οι Αμερικανοί στρατιώτες να αντέξουν τις φρικαλεότητες που οι ίδιοι προξένησαν.
Από τα παραπάνω είναι εμφανές ότι με την ιστορία της εξάπλωσης των ναρκωτικών έχουν ακατάλυτα συνδεθεί οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι και τα μεγαλύτερα μονοπώλια της φαρμακοβιομηχανίας.
ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΣ ΖΩΗΣ
Τι είναι η εξάρτηση
Τα ναρκωτικά είναι χημικές ουσίες που έχουν εξειδικευμένη, φαρμακευτική δράση στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα, διεγερτική, κατασταλτική ή παραισθησιογόνα, και που έπειτα από παρατεταμένη χρήση οδηγούν σε ανοχή του οργανισμού και σε εξάρτηση, σωματική ή ψυχική (6λ. Μαρξισμός και Βιολογία-Ναρκωτικά του Ν. Νικολάου).
Με τον όρο «σωματική εξάρτηση» εννοούμε ότι οι ουσίες γίνονται μέρος της χημικής λειτουργίας του οργανισμού. Έτσι όταν ο χρήστης σταματά να παίρνει την ουσία, το σώμα του βιώνει σωματικό τραύμα που ονομάζεται στέρηση.
Τα ναρκωτικά προκαλούν σο6αρές βλαβερές επιδράσεις σε όλα τα ζωτικά όργανα του ανθρώπινου οργανισμού. Επειδή προκαλούν ανοχή, δηλαδή την ανάγκη για λήψη ολοένα μεγαλύτερης ποσότητας για να μπορούν να νιώθουν την ουσία, οι χρήστες μπορούν να καταλήξουν και στο θάνατο από υπερβολική δόση.
Πιο σημαντική είναι η ψυχική εξάρτηση. Με τον όρο «ψυχική εξάρτηση» εννοούμε ότι ο χρήστης τοποθετεί την ουσία στο επίκεντρο της ζωής του, ή ότι έχει γίνει συστατικό στοιχείο του τρόπου ζωής, διασκέδασης ή επικοινωνίας. Μέσα από την εξάρτηση υποτάσσεται η ύπαρξη του ατόμου στην αναζήτηση και εξασφάλιση της ουσίας, σε βάρος οποιασδήποτε άλλης ανάγκης, σχέσης ή δραστηριότητας. Το άτομο τελικά χάνει την κοινωνική του φύση, αποξενώνεται απ' όσα το περιβάλλουν. Και επειδή ακριβώς η προσωπικότητα είναι πολύπλευρη και πολυδιάστατη, που όμως όλες οι συνιστώσες της την χαρακτηρίζουν συνολικά, ο εξαρτημένος άνθρωπος έχει χάσει τελικά την ίδια την ανθρώπινη ουσία του. Συντελείται ουσιαστικά ένα είδος αποδόμησης της προσωπικότητας.
Χρήση-Εξάρτηση
Πολλή κουβέντα γίνεται, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, πάνω στη σχέση χρήσης-εξάρτησης. Κομμάτι των αστών απολογητών προσπαθεί να αποδώσει τη διαφοροποίηση της σχέσης χρήσης-εξάρτησης, στις χημικές-βιολογικές-φαρμακευτικές διαφορές των διαφόρων ουσιών και στη βάση αυτή να μιλήσουν για διαχωρισμό των ναρκωτικών σε σκληρά και μαλακά.
Η πραγματικότητα είναι ότι η διαφορά ανάμεσα στη χρήση και στην εξάρτηση έχει αποκλειστικά να κάνει με τις αντιστάσεις που μπορεί να κρατά κάθε προσωπικότητα, ώστε να ξεφύγει τελικά από «το λούκι». Ακόμα και με τα λεγόμενα «μαλακά ναρκωτικά» μπορεί κάποιος να γίνει εξαρτημένος τοξικομανής ή αν θέλει «να την ακούσει» ακόμα πιο δυνατά, είναι εύκολο να προχωρήσει στη χρήση των λεγόμενων «σκληρών» ναρκωτικών.
Η εξάρτηση για εμάς δεν ταυτίζεται μονάχα με την κατάσταση-τελευταίο στάδιο της απόλυτης εξαθλίωσης του ανθρώπου. Εξάρτηση είναι η σχέση που αναπτύσσει ο άνθρωπος με την ουσία. Η απλή δοκιμή, όταν μετατρέπεται σε περιστασιακή χρήση, που συνοδεύει τον τρόπο διασκέδασης, τον τρόπο επικοινωνίας με την παρέα, όταν η χρήση αρχίζει να γίνεται στάση ζωής, τότε ο χρήστης αναπτύσσει σχέση εξάρτησης με τα ναρκωτικά.
Αν και η χρήση δεν ταυτίζεται με την εξάρτηση, η Οργάνωση μας, η ΚΝΕ, έχει ανοιχτό και οξυμένο μέτωπο σε κάθε είδους χρήση, οποιασδήποτε φύσης ναρκωτικών ουσιών.
Πρώτα-πρώτα πρέπει να τονίσουμε πως τα αίτια που οδηγούν τόσο στη χρήση όσο και στην εξάρτηση είναι κοινά. Δηλαδή τόσο στην περίπτωση που μια μη εξαρτημένη προσωπικότητα, όσο και στην περίπτωση ενός εξαρτημένου ανθρώπου, η χρήση ναρκωτικών πληροί την ίδια ακριβώς κοινωνική ανάγκη, την ανάγκη φυγής από την πραγματικότητα.
Έπειτα επειδή ακριβώς τα ναρκωτικά έχουν εξειδικευμένη δράση στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα, ακόμα και η «απλή» χρήση οδηγεί στην ανοχή και την εξάρτηση. Έχει άσχημα αποτελέσματα στον οργανισμό και στην προσωπικότητα.
Ακόμα και η «απλή» χρήση μπορεί να δημιουργήσει μια φιλοσοφία και μια στάση ζωής, που οδηγεί στην εξάρτηση. Εξάλλου σημασία δεν έχει τόσο η χρήση μιας οποιασδήποτε ουσίας, όσο η ανάγκη χρήσης της ουσίας και η ιδεολογία που τη συνοδεύει.
Ναρκωτικά και στάση ζωής
Ακόμα και οι επιφανειακές μελέτες των αστών καταγράφουν ότι η χρήση ναρκωτικών ουσιών συνδέεται πολλές φορές με συγκεκριμένους τρόπους ζωής και διασκέδασης. Καταγράφουν για παράδειγμα ότι στα «ρέιβ» πάρτι γίνεται εκτεταμένη χρήση ναρκωτικών. Επίσης, για παράδειγμα, καταγράφεται ότι η χρήση ναρκωτικών ανάμεσα στους χούλιγκαν είναι πολλαπλάσια κατά πολλές φορές σε σχέση με την υπόλοιπη νεολαία.
Τα παραπάνω παραδείγματα βέβαια μόνο επιφανειακά καταγράφουν το γεγονός ότι οι κοινωνικές ανάγκες που πληροί η χρήση ναρκωτικών, συνδέεται με μια ολόκληρη κουλτούρα που καλλιεργεί τη φυγή και στηρίζεται στην αλλοτρίωση του ανθρώπου. Η έννοια του clubbing, για παράδειγμα, η ταύτιση της τέχνης με την διασκέδαση, της ψυχαγωγίας με την εκτόνωση. Η χρήση ναρκωτικών συνδέεται άμεσα με ένα κοινωνικό και ψυχολογικό υπόβαθρο άρνησης του δημιουργικού περιεχομένου της ζωής.
Η χρήση ναρκωτικών ως μέσο «φυγής», η ίδια η λογική της «φυγής», η χρήση ναρκωτικών ως υποκατάστατου της πραγματικότητας και των διαπροσωπικών σχέσεων, καλλιεργείται και καλλιεργεί με τη σειρά της μια ολόκληρη φιλοσοφία και στάση απέναντι στη ζωή.
Η φιλοσοφία της εξάρτησης, της φυγής, δημιουργεί προσωπικότητες ευάλωτες, παθητικές, που δεν αντιστέκονται, που αποδέχονται μοιραία την πραγματικότητα, δεν παλεύουν να την αλλάξουν. Ακόμα και πριν η ουσία μπει στο επίκεντρο της ζωής ενός ανθρώπου και τον κάνει εξαρτημένο, αλλοιώνει τον τρόπο που ο άνθρωπος βιώνει και αντιμετωπίζει την πραγματικότητα. Τον τρόπο που αντιμετωπίζει τα προβλήματα και τον περίγυρο του, τους φίλους και τους συναδέλφους του.
Με αυτό τον τρόπο τα ναρκωτικά γίνονται ένα πανίσχυρο όπλο στα χέρια της κυρίαρχης τάξης, της αστικής τάξης, προκειμένου να χειραγωγηθούν οι νεανικές συνειδήσεις. Για να περάσει στη νεολαία μια στάση ζωής παθητική, αδιάφορη, μοιρολατρική. Για να θέσει σημαντικά τμήματα της νεολαίας στο περιθώριο της κοινωνικής και πολιτικής ζωής και πάλης. Ο αθώος, όπως μας τον παρουσιάζουν, και αβλαβής τάχα βιολογικά καπνός της κάνναβης, για παράδειγμα, στα πλαίσια αυτού του συστήματος και ενταγμένος στο σύστημα αντιλήψεων που η άρχουσα τάξη θέλει να μεταδώσει στους νέους, είναι ένας πάρα πολύ επικίνδυνος αντίπαλος της νεολαίας. Είναι εργαλείο χειραγώγησης. Γι' αυτό και είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι ακόμα και στην «απλή» (που μόνο απλή δεν είναι) χρήση. Ακόμα και στη δοκιμή.
Τα ναρκωτικά είναι ένα όπλο που το κρατά επιδέξια ο ταξικός μας αντίπαλος και αυτό το όπλο επιδιώκουμε να το παροπλίσουμε με την αταλάντευτη -που θέλουμε να είναι υποδειγματική για τη νεολαία -στάση μας.
Ανυπότακτος-αγωνιστικός-αισιόδοξος τρόπος ζωής
Συγκεκριμένοι υλικοί όροι ζωής δημιουργούν συγκεκριμένες ανάγκες, οι οποίες με τη σειρά τους δημιουργούν συγκεκριμένες αξίες. Η ΚΝΕ είναι ενάντια ακόμα και στην απλή χρήση ακριβώς επειδή οι αξίες, οι αρχές και τα ιδανικά μας αντιστρατεύονται την κουλτούρα της φυγής. Έχουμε τη γνώση, για να εξηγήσουμε τον κόσμο γύρω μας. Αυτή η γνώση είναι η κοσμοθεωρία μας, ο μαρξισμός-λενινισμός. Ξέρουμε ότι για όλα τα προβλήματα, για τα αδιέξοδα, για τη σήψη που χαρακτηρίζει την κοινωνία μας ευθύνεται ο καπιταλισμός. Γι' αυτό και έχουμε επιλέξει συνειδητά την πάλη για την ανατροπή του και όχι το δρόμο της ψευτο-φυγής. Αντιμετωπίζουμε όλα τα προβλήματα με ψηλά το κεφάλι, αγωνιστικά. Έχουμε συνειδητά ακολουθήσει έναν αισιόδοξο-ανυπότακτο-αγωνιστικό τρόπο ζωής, που είναι ο αντίποδας της μιζέριας, της απογοήτευσης, της αποξένωσης, της φυγής.
Είμαστε αισιόδοξοι, γιατί ξέρουμε ότι το μέλλον μας ανήκει, επειδή «έτσι ή αλλιώς η γη θα γίνει κόκκινη». Επειδή ο καπιταλισμός δεν έχει καταφέρει να χειραγωγήσει τη συνείδηση και τη ζωή μας. Έχουμε διαλέξει το δρόμο του αγώνα στη ζωή και αυτόν τον δρόμο τον βαδίζουμε σε όλες τις πλευρές και τις παραμέτρους της ύπαρξης μας. Γι' αυτό και δεν υπάρχουν μπροστά μας αδιέξοδα. Τα αδιέξοδα υπάρχουν μόνο, όταν σταματά ο αγώνας.
Μέσα στην Οργάνωση προσπαθούμε να αναπτύξουμε τη συντροφικότητα. Προσπαθούμε δηλαδή να αναπτύξουμε διαπροσωπικές σχέσεις άλλου τύπου, που δεν υπάρχουν γενικά στην κοινωνία. Διαπροσωπικές σχέσεις που στηριζόμενες στην κοινή ιδεολογία, τους κοινούς αγώνες, τα κοινά οράματα και αξίες, ξεπερνούν τις απλές-τυπικές φιλικές σχέσεις. Διαπροσωπικές σχέσεις που προσπαθούν να ξεκόβουν απ' όλα αυτά που ο καπιταλισμός κληρονομεί στις καθημερινές διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων: την εκμετάλλευση, την καταπίεση, την ψευτιά, την ανισοτιμία.
Επειδή ακριβώς είμαστε φορείς αξιών και ιδανικών, κοσμοαντίληψης και στάσης ζωής αντιδιαμετρικά αντίθετων με τη φιλοσοφία της χρήσης ναρκωτικών. Επειδή γνωρίζουμε καλά ότι τα ναρκωτικά δεν είναι μια απλά «κακιά» συνήθεια, αλλά ένα ισχυρό και αποτελεσματικό όπλο, που χρησιμοποιεί η αστική τάξη στα πλαίσια της ιδεολογικής και πολιτικής της κυριαρχίας. Γι' αυτούς τους λόγους έχουμε απέναντι τους τόσο οξυμένο μέτωπο.
Αυτό καταγράφεται στο ίδιο το καταστατικό της ΚΝΕ, όπου στο άρθρο 5 χαρακτηριστικά αναφέρεται: «Η ιδιότητα του μέλους της ΚΝΕ είναι ασυμβίβαστη με τη χρήση ναρκωτικών».
Η συγκεκριμένη παράγραφος στο καταστατικό μας δεν έχει σκοπό της να «περιχαρακώσει» την Οργάνωση μας από το πρόβλημα. Έτσι κι αλλιώς γνωρίζουμε ότι δεν ζούμε σε κάποια γυάλα και συνεπώς τα προβλήματα όλης της
κοινωνίας με άμεσο ή έμμεσο τρόπο αντανακλώνται και στην Οργάνωση μας. Έτσι ακόμα και σε περιπτώσεις που η οργάνωση μας αναγκάζεται να διαγράψει κάποιο μέλος της, επειδή κάνει χρήση, αυτό γίνεται αφού έχουν εξαντληθεί όλες οι προσπάθειες και έχει το χαρακτήρα της βοήθειας. Δεν εγκαταλείπουμε στην τύχη τα πρώην μέλη της ΚΝΕ, τους φίλους της ΚΝΕ, τους φίλους των μελών της ΚΝΕ, που κάνουν χρήση ναρκωτικών. Κάνουμε πάντα την προσπάθεια να τους πείσουμε ολοκληρωμένα για το χαρακτήρα της χρήσης ναρκωτικών, να τους πείσουμε να ζητήσουν βοήθεια από τους εξειδικευμένους επιστήμονες. Δείχνουμε έμπρακτα τη στήριξη και την αλληλεγγύη μας στους ανθρώπους που έχουν αποφασίσει να απεξαρτηθούν. Αυτή η βοήθεια εντοπίζεται πάνω απ' όλα στην προσπάθεια να κερδίζονται οι νέοι με τον αγωνιστικό-ανυπότακτο-αισιόδοξο τρόπο ζωής που προτείνει η ΚΝΕ.
Η ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΑΠΑΙΤΕΙ ΤΗ ΛΑΪΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ
Η κυβερνητική πολιτική
Βαρύτατες είναι οι ευθύνες της κυβέρνησης για τη μεγάλη εξάπλωση που γνωρίζει το φαινόμενο της χρήσης ναρκωτικών στις μέρες μας.
Με τη γενικότερη οικονομική και κοινωνική πολιτική που εφαρμόζει (αυτήν των αναδιαρθρώσεων στις εργασιακές σχέσεις, στο εκπαιδευτικό σύστημα, στην υγεία, με την πολιτική της εμπορευματοποίησης του αθλητισμού, του πολιτισμού κ.ά.) χειροτερεύουν αισθητά οι όροι ζωής του λαού και της νεολαίας. Αποτέλεσμα είναι δηλαδή, να χειροτερεύουν απελπιστικά αυτοί οι όροι ζωής που
εντείνουν τα προσωπικά αδιέξοδα και αποτελούν προϋποθέσεις, για να δημιουργείται σε κοινωνικά στρώματα η ανάγκη «φυγής».
Το ίδιο το κράτος είναι υπεύθυνο για την ασύδοτη δράση των ναρκοκυκλωμάτων, των εμπόρων, για το ξέπλυμα του βρώμικου χρήματος, ενώ την ίδια στιγμή καταστέλλουν με περισσό ζήλο το λαϊκό κίνημα και ψηφίζουν νέους νόμους για την αυταρχική θωράκιση του κράτους.
Η κυβέρνηση δεν είναι διατεθειμένη να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το πρόβλημα των ναρκωτικών. Λείπει μια τέτοια πολιτική βούληση, από τους γενικότερους προσανατολισμούς της, καθώς αυτή δεν χωράει στα πλαίσια της «σύγκλισης» και της «διατηρησιμότητας» της παραμονής μας στην ΟΝΕ. Δεν χωρά-ει στους ευρωατλαντικούς σχεδιασμούς της «νέας τάξης πραγμάτων». Η κυβέρνηση δεν έχει πολιτική βούληση αντιμετώπισης του προβλήματος των ναρκωτικών, καθώς οι προτεραιότητες της είναι άλλες: Είναι η εξυπηρέτηση των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου.
Έτσι η κυβερνητική πολιτική στον τομέα της πρόληψης-θεραπείας-επανένταξης είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη. Για την υλοποίηση της κυβερνητικής πολιτικής στους συγκεκριμένους τομείς ιδρύθηκε το 1993 με το νόμο 2161/93 ο Οργανισμός ΚΑτά των ΝΑρκωτικών (ΟΚΑΝΑ). Ο ΟΚΑΝΑ είναι ΝΠΙΔ, απόλυτα χειραγωγημένο από την κυβέρνηση, που εκφράζει την κυβερνητική πολιτική. Στον ΟΚΑΝΑ δεν υπάρχει ενεργός παρουσία φορέων του λαϊκού κινήματος ή άλλων κοινωνικών φορέων που δραστηριοποιούνται στον αγώνα κατά των ναρκωτικών.
• Στον τομέα της πρόληψης η κυβερνητική πολιτική είναι αυτή της μετάθεσης των ευθυνών στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Οι Συμβουλευτικοί Σταθμοί χρηματοδοτούνται κατά 50% από το κράτος (μέσω ΟΚΑΝΑ) και κατά 50% από την Τοπική Αυτοδιοίκηση για τα 3 πρώτα χρόνια. Μετά το πέρας της τριετίας, ολόκληρο το οικονομικό βάρος για τη λειτουργία των Συμβουλευτικών Σταθμών πέφτει στις πλάτες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται μια υποδομή που στη συνέχεια αχρηστεύεται αφού δεν εξασφαλίζονται οι απαραίτητοι πόροι. Είναι πολλά τα παραδείγματα Συμβουλευτικών Σταθμών που έκλεισαν με το πέρας της τριετίας, καθώς η Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν ήταν σε θέση να σηκώσει το βάρος της συνέχισης της λειτουργίας τους. Σήμερα η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι λειτουργούν 63 τέτοιοι Συμβουλευτικοί Σταθμοί, ενώ στην πραγματικότητα λειτουργούν πολύ λιγότεροι.
• Στον τομέα της θεραπείας-κοινωνικής επανένταξης είναι επίσης απαράδεκτη η κυβερνητική πολιτική. Οι θεραπευτικές μονάδες που λειτουργούν στη χώρα μας είναι σε θέση να καλύψουν περίπου 1.250 θέσεις. Την ίδια στιγμή οι τοξικομανείς της χώρας μας υπολογίζονται σε πολλές δεκάδες χιλιάδες. Οι χρήστες που ζητούν τα τελευταία χρόνια βοήθεια από τα θεραπευτικά προγράμματα κατά τον ο ίδιο τον ΟΚΑΝΑ υπολογίζονται στις 8.000 το χρόνο. Στις λίστες αναμονής για την ένταξη σε κάποια θεραπευτική μονάδα βρίσκονται πάνω από 2.000 άνθρωποι. Μέσα στο 1999 η κυβέρνηση μείωσε τα κονδύλια προς τις θεραπευτικές κοινότητες κατά 2 δισ..
Η επίσημη πολιτική της κυβέρνησης είναι σαφές ότι δεν είναι προσανατολισμένη σε μέτρα αντιμετώπισης του προβλήματος. Η πολιτική της υποτάσσεται στις οδηγίες της Ε.Ε. που συνίστανται όχι στην αντιμετώπιση του προβλήματος, αλλά στον «περιορισμό της βλάβης». Την ίδια πολιτική ακολουθούν και οι άλλες χώρες - μέλη της ΕΕ.
Με άλλα λόγια η επίσημη πολιτική της Ε.Ε. είναι να μην αντιμετωπίζεται το ίδιο το πρόβλημα της εξάρτησης. Υπάρχει συμβιβασμός με αυτό, με την εξάπλωση δηλαδή της διάδοσης της χρήσης των ναρκωτικών.
Εκείνο που είναι διατεθειμένοι να κάνουν είναι να περιορίσουν μια σειρά «παράπλευρα» όπως τα ονομάζουν, φαινόμενα που είναι παράγωγα του προβλήματος, όπως:
• η κακή εικόνα που παρουσιάζουν μέσα στις πόλεις τα κέντρα διακίνησης και εμπορίας (6λ. Ομόνοια)
• η εγκληματικότητα
• η φοροδιαφυγή των εμπόρων
• οι θάνατοι
Στα πλαίσια αυτά κυβερνήσεις, θεωρητικοί της αστικής τάξης, κεντροαριστεροί, σοσιαλδημοκράτες, οπορτουνιστές, οικολόγοι, νεοφιλελεύθεροι, ανώτατοι δικαστικοί, αστυνομικοί, ΜΜΕ κ.ά., έχουν επιδοθεί σε έναν ανελέητο αγώνα που έχει στο επίκεντρο του:
• την άρση της απαγόρευσης των ναρκωτικών,
• το διαχωρισμό τους,
• τη χορήγηση υποκατάστατων,
• τη δημιουργία κέντρων ελεγχόμενης κρατικής χορήγησης ναρκωτικών, ακόμα και στα νοσοκομεία,
• τη δημιουργία και επέκταση προγραμμάτων συντήρησης ναρκομανών.
Σε αυτήν την πολιτική γραμμή εντάσσεται με σταθερά βήματα η κυβερνητική πολιτική.
Το 1993 με το νόμο 2161/93 για πρώτη φορά εισάγεται η έννοια της «μικρής ποσότητας», χωρίς να έχει μέχρι σήμερα προσδιοριστεί πόσο «μικρή» θα είναι αυτή. Με αυτό το νόμο μετατρέπεται σε πλημμέλημα η προμήθεια, χρήση, κατοχή και καλλιέργεια «μικρής ποσότητας», για αποκλειστικά προσωπική χρήση. Επίσης εισήγαγε το ατιμώρητο της προμήθειας, κατοχής, χρήσης και καλλιέργειας «μικρής ποσότητας» ναρκωτικής ουσίας, όταν ο χρήστης κάνει συμπτωματική χρήση ή είναι εξαρτημένος. Αυτή η διάταξη, σε συνδυασμό με το ότι αυτή η περιβόητη «μικρή ποσότητα» δεν έχει ακόμα προσδιοριστεί, ανοίγει το παράθυρο για να ξεγλιστράνε από το νόμο πρώτα-πρώτα οι έμποροι ναρκωτικών και όχι οι τοξικομανείς, καθώς οι πρώτοι έχουν πολύ μεγαλύτερη δυνατότητα να αξιοποιούν τα «παραθυράκια» του νόμου χρησιμοποιώντας ακριβοπληρωμένους μεγαλοδικηγόρους. Ταυτόχρονα αυτή η διάταξη νομιμοποιεί τη χρήση και προκαλεί κάμψη της κοινωνικής αντίστασης απέναντι στο φαινόμενο, ανοίγοντας γενικότερα το δρόμο για την απελευθέρωση-νομιμοποίηση των ναρκωτικών.
Με το νόμο 2721/99 το αδίκημα της διάθεσης (εμπορίας-διακίνησης) προς τρίτο ναρκωτικών ουσιών μετατράπηκε επίσης σε πλημμέλημα, όταν ο υπαίτιος είναι χρήστης και η ποσότητα που διακινεί είναι «μικρή», για αποκλειστική προσωπική χρήση από τον τρίτο. Η ποινή είναι μετατρέψιμη σε χρηματική και μπορεί να αναστέλλεται. Και σε αυτή την περίπτωση το μέγεθος της «μικρής ποσότητας» εσκεμμένα δεν είναι προσδιορισμένο.
Η άνεση που προσφέρεται στη διακίνηση ναρκωτικών με τους συγκεκριμένους νόμους διευκολύνει την αύξηση των χρηστών και προστατεύει τη διακίνηση μέσω της μικρεμπορίας. Έτσι και αλλιώς στην «πιάτσα» ποτέ δεν εμφανίζονται οι μεγαλέμποροι, παρά μονάχα τα βαποράκια. Ο μικρέμπορος, το βαποράκι, που είναι ο ασφαλέστερος κρίκος μεταξύ του εμπόρου και του χρήστη, αποκτά ζωτικό και προστατευμένο χώρο, στον οποίο κινείται άνετα και εμποδίζει τους ήδη χρήστες να απεξαρτηθούν. Συντηρεί συνεπώς τους ήδη χρήστες και μυεί και νέους.
Η εισαγωγή της έννοιας της «μικρής ποσότητας» στην εμπορία ήταν η συνέχεια της εισαγωγής της «μικρής ποσότητας» στην καλλιέργεια, κατοχή και χρήση και έπεται και συνέχεια.
Επίσης ο νόμος 2721/99 μείωσε εντυπωσιακά και τις ποινές, που προβλέπονταν για τους υπαίτιους των διακεκριμένων περιπτώσεων και των επιβαρυντικών περιστάσεων. Ποινές 15-20 χρόνια, ακόμα σε κάποιες περιπτώσεις και ισόβια, μετατρέπονται σε ποινές από 6 ως 20 χρόνια. Χρηματικά πρόστιμα από 5 εκατομμύρια μετατρέπονται σε 800.000 κ.ά.
Στο νόμο 2161/93 για πρώτη φορά εισάγεται στην ελληνική νομοθεσία η χορήγηση ουσιών, για υποκατάσταση της εξάρτησης. Με βάση αυτό το νόμο δημιουργήθηκαν τα προγράμματα χορήγησης μεθαδόνης στους εξαρτημένους χρήστες ηρωίνης, υποτίθεται για θεραπευτικούς σκοπούς. Σταδιακά η κυβέρνηση επιλεκτικά ενίσχυσε τα συγκεκριμένα προγράμματα σε βάρος των «στεγνών» προγραμμάτων θεραπείας που πραγματοποιούνται με ευθύνη των ΚΕΘΕΑ και της μονάδας 18 ΑΝΩ. Έτσι για το έτος 1999, ενώ η επιχορήγηση για τις θεραπευτικές κοινότητες μειώθηκε κατά 2 δισ. περίπου, αυτή των προγραμμάτων υποκατάστασης αυξήθηκε κατά 1,2 δισ.
Μέσα στο 2000 η κυβέρνηση προχώρησε ένα βήμα παραπέρα. Ενώ - υποτίθεται - τα προγράμματα χορήγησης υποκατάστατων είχαν θεραπευτικό σκοπό, στο 2000 η κυβέρνηση αποφάσισε τη λειτουργία προγραμμάτων συντήρησης. Τη χορήγηση δηλαδή υποκατάστατων όχι για θεραπευτικούς λόγους, αλλά για τη συντήρηση των τοξικομανών, για τη διαιώνιση της τοξικομανίας.
Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι η πολιτική της κυβέρνησης με σταθερά βήματα οδεύει στη νομιμοποίηση με διάφορους τρόπους (Ολλανδικό μοντέλο, Αυστριακό πείραμα κ.ά.) της τοξικομανίας, στη διαιώνιση του προβλήματος.
Στο όνομα της «ευαισθησίας» και της «ανθρωπιάς» απέναντι στο χρήστη, οι έμποροι βλέπουν με χαρά την αύξηση των κερδών τους, την ίδια στιγμή που απέναντι στους τοξικομανείς εξαντλείται η αυστηρότητα των νόμων. Χαρακτηριστικό το πρόσφατο παράδειγμα πρώην χρήστη, που φυλακίστηκε για αδίκημα που έκανε πολλά χρόνια πριν, ενώ ήταν εξαρτημένος, παρά το γεγονός ότι προσπαθούσε να απεξαρτηθεί και ήταν στο τελευταίο στάδιο της θεραπείας. Το αποτέλεσμα ήταν να ξαναγυρίσει στα ναρκωτικά και τελικά να πεθάνει.
Οι θέσεις μας για την αντιμετώπιση του προβλήματος
Από τη στιγμή που η εμφάνιση και η εξάπλωση των ναρκωτικών είναι σύμφυτη με το καπιταλιστικό σύστημα, δεν είναι δυνατό να υπάρξει πλήρης και οριστική λύση του προβλήματος μέσα στα πλαίσια του. Η πλήρης και οριστική εξαφάνιση του προϋποθέτει μια άλλη κοινωνία, που οι άνθρωποι θα βιώνουν την ανθρώπινη ουσία τους. Μια κοινωνία απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, σοσιαλιστική. Ο κάθε τοξικομανής όμως ξεχωριστά μπορεί να απεξαρτηθεί, αν υπάρχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις.
Για την ΚΝΕ ο αγώνας ενάντια στα ναρκωτικά είναι αγώνας για τη χειραφέτηση της νεολαίας. Γι' αυτό επιδιώκουμε ολοένα και λιγότεροι νέοι να «πέφτουν» στα ναρκωτικά και ολοένα και περισσότεροι που ζουν μέσα στο πρόβλημα να θεραπεύονται και να επανεντάσσονται.
Γι' αυτό το σκοπό παλεύουμε-διαμορφώνουμε ένα συγκροτημένο πλαίσιο διεκδικήσεων, που στηρίζεται στο τρίπτυχο πρόληψη-θεραπεία-καταστολή.
Πρόληψη
Η πρόληψη είναι το κυριότερο στοιχείο για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Βασικό στοιχείο της πρόληψης είναι η ενημέρωση, χωρίς όμως να ταυτίζεται με αυτή. Πρόληψη σημαίνει εξασφάλιση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών προϋποθέσεων, ώστε κάθε νέος να διαμορφώνει μια ώριμη προσωπικότητα, ανυπότακτη, αισιόδοξη, αγωνιστική. Στοχεύει στο να υπάρχει μείωση της ζήτησης ναρκωτικών ουσιών.
Συνεπώς το συνολικό διεκδικητικό πλαίσιο της ΚΝΕ για τα δικαιώματα και τις ανάγκες της νεολαίας στη μόρφωση, στη δουλειά, στον ελεύθερο χρόνο, την ερασιτεχνική δημιουργία, τον αθλητισμό κ.λπ. αποτελεί στόχους πάλης που συμβάλλουν στην πρόληψη.
Συστατικό στοιχείο της πρόληψης είναι η ύπαρξη οξυμένου ιδεολογικού μετώπου σε όλη την κοινωνία, με βασική φροντίδα της πολιτείας ενάντια στη χρήση των ναρκωτικών, στο διαχωρισμό τους, στη νομιμοποίηση της χρήσης τους.
Είναι απαραίτητο να παρθούν άμεσα μέτρα για:
• Τη δημιουργία δικτύου επιμόρφωσης γονιών, εκπαιδευτικών.
• Τη διαμόρφωση ειδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης παίρνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε ηλικίας.
• Την ύπαρξη ειδικού συμβούλου στήριξης σε όλα τα σχολεία.
• Τη στήριξη και ανάπτυξη με πολιτική και οικονομική ευθύνη του κράτους (και όχι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης) σε συνεργασία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση και των μαζικών φορέων ολοκληρωμένου δικτύου Συμβουλευτικών Σταθμών.
Θεραπεία-Επανένταξη
Βασική μας αρχή είναι ότι ο τοξικομανής, ως άνθρωπος που υποφέρει, μπορεί να θεραπευτεί, με την προϋπόθεση να το αποφασίσει ο ίδιος. Ευθύνη του κράτους είναι να είναι σε θέση να παρέχει τη δυνατότητα απεξάρτησης σε όσους αποφασίζουν να απεξαρτηθούν. Αυτό σημαίνει ότι:
• Το κράτος είναι υποχρεωμένο να λειτουργεί τόσες θεραπευτικές μονάδες, όσες είναι απαραίτητες για να καλύπτουν τη ζήτηση που υπάρχει για θεραπεία.
• Το κράτος είναι υποχρεωμένο να στηρίζει την κοινωνική επανένταξη των απεξαρτημένων, εξασφαλίζοντας τους εκπαίδευση και εργασία.
Στο κεφάλαιο αυτό, της θεραπείας και της επανένταξης των εξαρτημένων ανθρώπων, η ΚΝΕ είναι αντίθετη στα προγράμματα συντήρησης που λειτουργεί ο ΟΚΑΝΑ. Τα προγράμματα αυτά βρίσκονται σε διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που εμείς έχουμε. Δε στοχεύουν στη μείωση του προβλήματος, ούτε στην απεξάρτηση των τοξικομανών. Στοχεύουν στη συντήρηση του και στην αντιμετώπιση παράπλευρων με την τοξικομανία προβλημάτων, όπως είναι η εγκληματικότητα.
Υποστηρίζουμε τη δουλειά που γίνεται στα «στεγνά» προγράμματα θεραπείας, χωρίς να αποκλείουμε σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αποκλειστικά για θεραπευτικούς σκοπούς τη χορήγηση υποκατάστατων κατά τη διάρκεια της θεραπείας (π.χ. AIDS, ανίατες νόσοι, έγκυες γυναίκες κ.ά.).
Υποστηρίζουμε έμπρακτα τους νέους που προσπαθούν να απεξαρτηθούν και να επανενταχτούν.
Δίωξη
Το νομικό πλαίσιο θα πρέπει να λειτουργεί σε κάθε περίπτωση αποτρεπτικά απέναντι στη χρήση ναρκωτικών ουσιών. Στόχος του πρέπει να είναι ο περιορισμός της προσφοράς ναρκωτικών, ενώ ταυτόχρονα σημαντική είναι η ιδεολογική του διάσταση για την καταδίκη των ναρκωτικών στις συνειδήσεις του λαού και της νεολαίας.
•Οι ποινές των εμπόρων ναρκωτικών πρέπει να είναι βαριές και εξαιρετικά αυστηρή η δικαστική τους αντιμετώπιση.
• Να καταργηθούν οι νόμοι 2791/99 και 2161/93 που δίνουν τη δυνατότητα ακόμα και ελεύθερης διακίνησης μικρών ποσοτήτων ναρκωτικών ουσιών.
• Συγκρότηση ειδικής υπηρεσίας, κατάλληλα εξοπλισμένης με τη συνεργασία όλων των συναρμόδιων υπηρεσιών.
• Εκδημοκρατισμός των Σωμάτων Ασφαλείας. Ελεύθερος συνδικαλισμός σε αυτά. Μόνιμος κοινοβουλευτικός έλεγχος και έλεγχος από το λαϊκό κίνημα. Να σταματήσει η ύπαρξη στεγανών και οι ιδιαίτεροι δεσμοί με τις ξένες μυστικές υπηρεσίες.
• Ιδιαίτερη μέριμνα χρειάζεται για τους εξαρτημένους χρήστες:
- Να μην κλείνονται οι υπόδικοι για ναρκωτικά χρήστες στις κοινές φυλακές μαζί με ποινικούς κρατουμένους ή σε ψυχιατρεία.
- Να διαμορφωθούν ειδικά σωφρονιστικά-θεραπευτικά καταστήματα.
- Να δημιουργηθεί ειδικό σώμα δικαστών, κατάλληλα εκπαιδευμένων, για το χειρισμό υποθέσεων χρηστών που παραβαίνουν τους νόμους για τα ναρκωτικά. Αυτοί οι δικαστές θα πρέπει να έχουν αποκτήσει ειδικές γνώσεις και λαμβάνοντας υπόψη τους όλες τις παραμέτρους (ηλικία, ψυχοσύνθεση, ιδιαίτερα προβλήματα), να μπορούν να διακρίνουν τις περιπτώσεις (απλή χρήση, εξάρτηση, εμπορία) και να επιβάλλουν κατάλληλες ποινές, που στόχο θα έχουν να διευκολύνουν την απεξάρτηση των τοξικομανών.
Η ανάγκη μιας λαϊκής εξουσίας
Η πολιτική της κυβέρνησης, όπως και παραπάνω αναλύσαμε, είναι στην κατεύθυνση της «διαχείρισης» του προβλήματος, κάτι που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην εξάπλωση του. Η πολιτική της είναι τέτοια, γιατί από τη μια γνωρίζει καλά με αλάνθαστο ταξικό κριτήριο ότι η εξάπλωση του προβλήματος είναι σύμφυτη με το σάπισμα του συστήματος που υπηρετεί, και από την άλλη επειδή η αντιμετώπιση του προϋποθέτει να διατεθούν για το κοινωνικό όφελος αρκετές δαπάνες που είναι ταγμένες σήμερα στην υπηρεσία του μεγάλου κεφαλαίου.
Μια ολοκληρωμένη πολιτική αντιμετώπισης του προβλήματος είναι έξω από το πεδίο όχι μόνο της σημερινής κυβέρνησης, αλλά και οποιασδήποτε κυβέρνησης που υπηρετεί το καπιταλιστικό σύστημα και τα συμφέροντα των μονοπωλίων.
Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, είναι ανάγκη να υπάρξει μια πολιτική που θα βελτιώνει τους όρους ζωής του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας, πάνω στη βάση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών και δικαιωμάτων. Κάτι τέτοιο σημαίνει τη σύγκρουση με τις επιταγές των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού!
Για να υπάρξει πολιτική πρόληψης-απεξάρτησης-επανένταξης πρέπει να διατεθούν μεγάλα οικονομικά κονδύλια, τα οποία δεν είναι δυνατό να αναζητηθούν στους εργαζομένους και στα φτωχά λαϊκά στρώματα, αλλά στο μεγάλο κεφάλαιο. Αυτόν τον προσανατολισμό δεν μπορεί να τον έχει μια κυβέρνηση που εξυπηρετεί τις ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου όπως η σημερινή.
Για να υπάρξει οξυμένο ιδεολογικό μέτωπο απέναντι στην τοξικομανία είναι ανάγκη να κυριαρχεί ένα πολιτιστικό, μορφωτικό ρεύμα, που βάζει στο επίκεντρο του τις αξίες και τα ιδανικά της συλλογικότητας, του αγώνα, της πάλης ενάντια στην οικονομική-πολιτική-πολιτιστική εκμετάλλευση. Σε αντίθεση με τις σημερινές κυρίαρχες αξίες του ατομισμού, της θεοποίησης της εκμετάλλευσης και της υποταγής.
Συνεπώς είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητη η ύπαρξη όχι μιας παραλλαγής της σημερινής, αλλά μιας άλλης εξουσίας. Μιας λαϊκής εξουσίας, η οποία αναπτύσσοντας τη λαϊκή οικονομία και αξιοποιώντας σε όφελος του λαού τον τεράστιο πλούτο που ο λαός μας παράγει, θα προσανατολίσει την πολιτική της στην εξυπηρέτηση των λαϊκών αναγκών. Οποιαδήποτε κυβέρνηση που κινείται στους ορίζοντες της σημερινής πολιτικής δεν υπάρχει περίπτωση όχι μόνο να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, αλλά να κάνει έστω και το παραμικρό για να αντιμετωπίσει τους ρυθμούς εξάπλωσης του.
Από αυτή την άποψη είναι υπόθεση αποκλειστικά του λαϊκού και νεολαιίστικου κινήματος να αγωνιστεί, για να αποτρέψει την κυβερνητική πολιτική και να πετύχει νίκες σε όφελος του λαού και της νεολαίας, ωριμάζοντας την ανάγκη οριστικής λύσης που περνά από τη διεκδίκηση μιας λαϊκής εξουσίας.
Ναρκωτικά και το κίνημα της νεολαίας
Η Οργάνωση μας στο 8ο Συνέδριό της ανέδειξε τον αγώνα κατά των ναρκωτικών σε ξεχωριστό Μέτωπο πάλης του νεολαιίστικου κινήματος. Σε Μέτωπο πάλης που ενώνονται οι διεκδικήσεις των επιμέρους τμημάτων της νεολαίας, που μπορεί να συναντηθεί το νεολαιίστικο με το εργατικό κίνημα. Η ΚΝΕ μέσα από το 8ο Συνέδριό της έχει καταθέσει την πρόταση της για την ανάγκη το κίνημα της νεολαίας να αναπτύσσει τη δράση του σε όλα τα μέτωπα πάλης. Η σταθερή πάλη ενάντια σε όλα τα ναρκωτικά, όταν ξεδιπλώνεται από τους φορείς του νεολαιίστικου κινήματος, είναι μια βασική παράμετρος, για να κατακτά το κίνημα της νεολαίας αυτόν, τον αναγκαίο για την ΚΝΕ, πολυμετωπικό του χαρακτήρα.
Τα αιτήματα και οι διεκδικητικοί στόχοι που παραπάνω καταθέτουμε, σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα διεκδικητικά αιτήματα του νεολαιίστικου κινήματος για τα δικαιώματα και τις σύγχρονες ανάγκες της, αποτελούν ένα διεκδικητικό πλαίσιο αγώνα ενάντια σε όλα τα ναρκωτικά, που απευθύνεται πρώτα απ' όλα στο κίνημα της νεολαίας, στους φορείς και στις συλλογικότητες που αναπτύσσονται στα πλαίσια του.
Η οργανώσεις της ΚΝΕ σε κάθε σχολείο, σε κάθε ίδρυμα, σε κάθε γειτονιά, μπορούν αξιοποιώντας το διεκδικητικό μας πλαίσιο να το συγκεκριμενοποιήσουν σε κάθε χώρο. Να απευθυνθούν σε φορείς του κινήματος της νεολαίας, όπως είναι τα μαθητικά συμβούλια και σε συσπειρώσεις που αναπτύσσονται με πρωτοβουλία της Οργάνωσης μας. Να απευθυνθούν σε νεανικές συλλογικότητες, όπως είναι ερασιτεχνικά συγκροτήματα, θεατρικές ομάδες, αθλητικές ομάδες. Να καταλήξουν από κοινού σε πλαίσιο διεκδικήσεων και αιτημάτων. Να οργανώσουν από κοινού διεκδικητικούς αγώνες. Να οργανώσουν από κοινού πρωτοβουλίες ενημέρωσης και προβολής μιας άλλης αντίληψης για τη ζωή. Να αναλάβουν πολύμορφες πρωτοβουλίες. Να φέρουν σε επαφή τη νεολαία με τις θέσεις μας. Να φέρουν σε επαφή τη νεολαία και ιδιαίτερα τα εξαρτημένα παιδιά με τη δουλειά που κάνουν τα προγράμματα θεραπείας και επανένταξης.
Αυτή η προσπάθεια συσπείρωσης μπορεί να εκφραστεί μέσα από τη Νεανική Δράση για την Ειρήνη, αλλά και με πολύμορφες πρωτοβουλίες συσπείρωσης που μπορούν να δημιουργηθούν σε χώρους όπου ζει, εργάζεται, σπουδάζει και δημιουργεί η νεολαία.
Μπροστά στις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές μπορούν οι τοπικές διεκδικήσεις να συσπειρώσουν νέους και να ενταχτούν στην πάλη μας για μια Τοπική Αυτοδιοίκηση, που θα κοντράρει τις κεντρικές αντιλαϊκές επιλογές, θα οργανώνει και ενισχύει τη λαϊκή πάλη, θα δουλεύει σε όφελος του λαού.
Μπορεί αυτοί που θα παλέψουν μαζί μας να μην καταλαβαίνουν ή και να μη συμφωνούν από την αρχή για την ανάγκη της λαϊκής οικονομίας και της λαϊκής εξουσίας, εμείς όμως δεν παραιτούμαστε από την σταθερή πολιτική δουλειά σε αυτή τη βάση, από την προβολή της αναγκαιότητας της. Μέσα από τους κοινούς μας αγώνες με όσο το δυνατό πιο πλατιές νεολαιίστικες μάζες και κάτω από τη δική μας πολιτική δουλειά, μπορούμε να στερεώνουμε και να βαθαίνουμε τη συνεργασία μας, από απλή κοινή δράση σε κοινή πολιτική πάλη.
Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΜΑΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΕ ΚΑΠΟΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΝΑΡΚΟΫΠΟΤΑΓΗΣ
Σκοπός του κεφαλαίου που ακολουθεί είναι να δώσουμε απαντήσεις στην πλέον αντιδραστική επιχειρηματολογία, που αναπτύσσεται και αφορά τη νομιμοποίηση των ναρκωτικών, τις θεωρίες περί διαχωρισμού «σκληρών» - «μαλακών» αλλά και τη σχετική «χασισο - φιλολογία» που καλλιεργείται έντεχνα από διάφορους κύκλους με πρώτη και καλύτερη την κυβέρνηση. Όλα αυτά τα επιχειρήματα επιστρατεύονται σήμερα από αυτούς που χειροκροτούν και αβαντάρουν την επίσημη πολιτική της κυβέρνησης και της Ε.Ε., προκειμένου να περάσει η πολιτική του «περιορισμού της βλάβης».
Διαχωρισμός σκληρών-μαλακών
Ισχυρίζονται οι θιασώτες του διαχωρισμού ανάμεσα σε λεγόμενα σκληρά και μαλακά ναρκωτικά ότι το χασίς και τα άλλα «μαλακά» δεν δημιουργούν εξάρτηση. Επίσης ισχυρίζονται ότι έχουν διαφορετικές φαρμακολογικές ιδιότητες.
Το επιχείρημα αυτό δεν είναι τίποτα άλλο από μια συνειδητή διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Εννοείται ως εξάρτηση μόνο η σωματική, η οποία εμφανίζεται με τη μορφή του «στερητικού συνδρόμου» σε άλλες τοξικές ουσίες, όπως το αλκοόλ, η ηρωίνη κλπ. Παραβλέπεται όμως τελείως το πρόβλημα της ψυχικής εξάρτησης, το οποίο είναι και το βασικό πρόβλημα. Άλλωστε το βασικό πρόβλημα όλων των ουσιών που δημιουργούν εξάρτηση, είναι η ψυχική σύνδεση με την ουσία και όχι η σωματική. Είναι σε τελευταία ανάλυση η δημιουργία συγκεκριμένων ψυχοκοινωνικών σχέσεων και συμπεριφορών.
Η αλήθεια είναι ότι το χασίς έχει έντονη ψυχολογική δράση και γι' αυτό άλλωστε και χρησιμοποιείται. Παράλληλα δημιουργεί πολλά και σοβαρά οργανικά και ψυχολογικά προβλήματα.
Επιπλέον είναι δυνατόν η υπερβολική χρήση να προκαλέσει και ψυχοπαθολογικές αντιδράσεις (ψυχωτικού τύπου κ.ά.)
Όσον αφορά τις φαρμακολογικές ιδιότητες, όλες οι ουσίες διαχωρίζονται σε φαρμακολογικό και χημικό επίπεδο. Οπωσδήποτε άλλη είναι η χημική σύσταση της ηρωίνης, για παράδειγμα, και άλλη του χασίς. Όμως ως προς τα αίτια που οδηγούν στη χρήση τους και από εκεί και πέρα στο κοινωνικό φαινόμενο της εξάρτησης, ο διαχωρισμός είναι ανούσιος. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο σχεδόν πάντα η χρήση των ναρκωτικών ξεκινά από τα «μαλακά» για να περάσει εύκολα στα «σκληρά». Το γεγονός είναι ότι επειδή ακριβώς ακόμα και τα «μαλακά» δρουν έντονα στον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου, η σύνδεση του μ' αυτά είναι έντονη και κατ' ακολουθία η εξάρτηση απ' αυτά ευκολότερη.
Στη χρήση και στην εξάρτηση κύριο λόγο δεν παίζει η φαρμακολογική και χημική πλευρά των ναρκωτικών, αλλά η κοινωνική και ψυχολογική διάσταση του φαινομένου.
Παραπέρα είναι γνωστό ότι τέτοιος διαχωρισμός δεν υφίσταται στην πραγματική ζωή. Η σύγχρονη τάση είναι η πολυτοξικομανία. Η παράλληλη δηλαδή χρήση και εξάρτηση από πολλαπλές ουσίες, που άλλες ανήκουν στα «μαλακά» και άλλες στα «σκληρά». Σε αυτήν την περίπτωση, είναι προφανές ότι η λογική του διαχωρισμού δεν έχει καν βάση.
Οι θιασώτες του διαχωρισμού φτάνουν σε σημείο να λένε χοντρά ψέματα για τις φαρμακευτικές-βιολογικές ιδιότητες της κάνναβης. Λένε, για παράδειγμα, ότι η κάνναβη είναι λιγότερο επικίνδυνη από τον καπνό του κανονικού τσιγάρου επειδή είναι λιγότερο τοξική. Ξεχνάνε όμως να πουν ότι η κάνναβη επιδρά στο κεντρικό νευρικό σύστημα, σε αντίθεση με τον καπνό. Ότι έχει έντονη ψυχοδηλωτική δράση σε αντίθεση με τον καπνό και γι' αυτό είναι δρόμος περάσματος στη χρήση κι άλλων ουσιών. Ότι προκαλεί ψυχική εξάρτηση. Ότι συνδέεται σε τελική ανάλυση με τη φιλοσοφία της φυγής. Σε αντίθεση με το αλκοόλ, η κάνναβη δεν μπορεί να έχει άλλη χρήση παρά μονάχα αυτή.
Όσοι έχουν μετατραπεί σε ντίλερ των «μαλακών» φτάνουν ορισμένες φορές στο σημείο ακόμα και να τα εκθειάζουν. Έχουμε ακούσει μέχρι και ότι το χασίς ή και άλλες ναρκωτικές ουσίες αυξάνουν την... ικανότητα για δημιουργία, χρησιμοποιώντας το επιχείρημα ότι πολλά μεγάλα ονόματα της τέχνης έκαναν χρήση ναρκωτικών. Φυσικά, αν αυτό ίσχυε τότε θα ισοδυναμούσε με το «δώσε χασίσι στα παιδιά για να γίνουν πιο έξυπνα!!». Αυτοί που προβάλλουν τέτοιους ισχυρισμούς παραβλέπουν ακόμα ότι στις περιπτώσεις αυτών των καλλιτεχνών που έκαναν ή κάνουν χρήση ναρκωτικών, το πραγματικό τους έργο δεν είναι αποτέλεσμα της δράσης του ναρκωτικού, αλλά της πνευματικής τους ικανότητας. Αντίθετα η χρήση ναρκωτικών καταρρακώνει και μειώνει το καλλιτεχνικό τους έργο, και αυτούς τους ίδιους, με αποκορύφωμα σε πολλές περιπτώσεις το θάνατο τους.
Νομιμοποίηση
Ισχυρίζονται όσοι προβάλλουν το αίτημα της νομιμοποίησης όλων ή μερικών ναρκωτικών (των λεγόμενων «μαλακών») ότι η νομιμοποίηση τους θα τα έπαιρνε από τα χέρια των παράνομων εμπόρων και έτσι θα περιοριζόταν η εγκληματικότητα. Ισχυρίζονται ότι σημαντικός παράγοντας που ωθεί στα ναρκωτικά είναι η περιέργεια και συνεπώς η νομιμοποίηση τους θα είχε ως αποτέλεσμα την απομυθοποίηση τους και τελικά τον περιορισμό της τοξικομανίας. Πρόσφατα βουλευτές από το ΠΑΣΟΚ, τη ΝΔ και το ΣΥΝ κατέθεσαν κοινή πρόταση νόμου σε αυτήν την κατεύθυνση, η οποία επικεντρώνεται στην «ελεγχόμενη» χορήγηση ναρκωτικών στους τοξικομανείς από τα νοσοκομεία.
Είναι αστείο να πιστεύουμε ότι η νομιμοποίηση ενός ναρκωτικού θα αποδυνάμωνε τους εμπόρους και το οργανωμένο έγκλημα. Η κοινωνική πρακτική έχει δώσει ήδη απάντηση. Το αλκοόλ είναι νόμιμο. Όμως ο μεγάλος τζίρος γίνεται από τη διακίνηση του παράνομου αλκοόλ. Ακόμα, δεν έλυσε την εγκληματικότητα που συνοδεύει την παράνομη διακίνηση του αλκοόλ. Επίσης, η νομιμοποίηση του δεν έλυσε το πρόβλημα του αλκοολισμού (με τεράστιες διαστάσεις). Το ίδιο συμβαίνει και με την πορνεία. Η πορνεία είναι νόμιμη σήμερα. Όμως ο μεγάλος τζίρος γίνεται από την παράνομη. Ούτε εδώ αντιμετωπίστηκε η εγκληματικότητα και το εμπόριο «λευκής σαρκός».
Στον καπιταλισμό, το παράνομο είναι σύμφυτο με το νόμιμο. Η παραοικονομία είναι σύμφυτη με τον καπιταλισμό. Στο 6αθμό που έχεις καπιταλιστική οικονομία θα έχεις και καπιταλιστική παραοικονομία.
Ακριβώς το παράδειγμα του αλκοόλ αποδείχνει ότι νομιμοποίηση δεν σημαίνει και απομυθοποίηση. Το ίδιο συμβαίνει και με τις πτητικές ουσίες (που είναι απόλυτα νόμιμες), που είναι στις μέρες μας μετά την κάνναβη οι πιο πολύ διαδεδομένες ουσίες έναρξης της χρήσης. Άλλωστε είναι το λιγότερο χυδαίο να προβάλλεται η άποψη ότι στα ναρκωτικά έλκει η περιέργεια. Αυτή η άποψη κρύβει με περισσή δεξιοτεχνία τις ευθύνες που έχει το καπιταλιστικό σύστημα και η κυρίαρχη πολιτική. Κρύβει τους κοινωνικούς λόγους που οδηγούν στα ναρκωτικά και τις κοινωνικές ανάγκες που καλύπτει η χρήση τους.
Και τέλος πάντων, όπως και να έχει, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να θέλουμε το ίδιο το κράτος να γίνει πρεζέμπορας, προκειμένου να μην υπάρχει παραοικονομία και φοροδιαφυγή. Δεν είναι δυνατό η ανθρώπινη ψυχική και σωματική υγεία να υποτάσσεται στις ανάγκες για μεγαλύτερα φορολογικά έσοδα.
Η νομιμοποίηση των ναρκωτικών σημαίνει πρώτα απ' όλα νομιμοποίηση τους στην κοινωνική συνείδηση, με αποτέλεσμα την επέκταση του προβλήματος. Αυτό καταγράφηκε και με το περίφημο «Ολλανδικό μοντέλο». Εκεί υπήρξε προσωρινή, μικρή μείωση των χρηστών ηρωίνης (που μπορεί να είναι κάλλιστα είναι αποτέλεσμα και άλλων παραμέτρων, όπως ο φόβος του AIDS). Αυξήθηκε όμως η χρήση κάνναβης και άλλων φαρμακευτικών ουσιών (π.χ. έκσταση κ.ά.). Το ερώτημα όμως δεν είναι εάν μειώθηκε - ελάχιστα η ηρωινομανία, αλλά αν αυξήθηκε γενικά η τοξικομανία. Άλλωστε το Άμστερνταμ είναι αυτή τη στιγμή κέντρο του διεθνούς εμπορίου ναρκωτικών.
Έτσι, η νομιμοποίηση στο όνομα του απεγκλωβισμού των χρηστών από τους εμπόρους θα έχει ως συνέπεια την εκτίναξη του προβλήματος της τοξικομανίας και επομένως τη μεγαλύτερη πρόσδεση των χρηστών στους εμπόρους.
Το δικαίωμα της «αυτοδιάθεσης» του σώματος
Μας λένε ότι σε μια δημοκρατική κοινωνία πρέπει να αναγνωρίσουμε, αλλά και να κατοχυρώσουμε την προσωπική αυτονομία του ανθρώπου. Αυτό πρέπει να γίνει και με τη χρήση ουσιών, διότι αποτελεί ατομική επιλογή. «Άλλωστε γιατί να μου απαγορεύσει κάποιος να χρησιμοποιώ το σώμα μου όπως εγώ θέλω;»
Το επιχείρημα αυτό υποκρύπτει τη βαθιά συντηρητική λογική των οπαδών της νομιμοποίησης των ναρκωτικών. Η εξάρτηση σημαίνει ακριβώς το αντίθετο της οποιασδήποτε έννοιας της ελευθερίας. Η επιλογή της χρήσης είναι «ανελεύθερη».
Το δικαίωμα στη χρήση τι σημαίνει; Χρήση και εξάρτηση δεν σημαίνει φυγή από την κοινωνική πραγματικότητα; Χρήση και εξάρτηση δεν σημαίνει κλείσιμο των ατόμων στο σιωπηλό κόσμο των ναρκωτικών; Δηλαδή τι να υπερασπιστούμε; Τη φυγή; Τη σιωπή; Την περιθωριοποίηση; Την αποκοινωνικοποίηση του ανθρώπου; Τα ναρκωτικά είναι ακριβώς το αντίθετο της υπόστασης του ανθρώπου, στο βαθμό που η ουσία του ανθρώπου ανάγεται στο σύνολο των κοινωνικών του σχέσεων. Εδώ, η ελευθερία του ανθρώπου ναρκοθετείται από τα δεσμά της εξάρτησης και μετατρέπεται σε ανελευθερία. Δεν είναι, λοιπόν, παράλογο να προβάλλεται η ανελευθερία ως παράγοντας ελευθερίας;
Οι ίδιοι που σκίζουν τα ιμάτια τους υπερασπίζοντας το «δικαίωμα» στην αυτοκαταστροφή και την αθλιότητα, αυτοί οι ίδιοι προσπερνάνε αδιάφορα το δικαίωμα στην εργασία, στη μόρφωση, στην ειρηνική ζωή, στη δημιουργία. Δε λένε κουβέντα για το μαθητικό ιδιώνυμο και για τις διώξεις συνδικαλιστών.
Υποκατάστατα
Η χορήγηση από το κράτος υποκατάστατων προτείνεται στο όνομα της προστασίας του τοξικομανή από τον έμπορο, τις νοθευμένες δόσεις.
Πρέπει να γίνει σαφές ότι η συντριπτική πλειοψηφία των τοξικομανών χρησιμοποιούν παραπάνω από μια ουσία, είτε παράνομη, είτε νόμιμη. Σήμερα λοιπόν, το βασικό πρόβλημα είναι η πολυτοξικομανία (η παράλληλη χρήση περισσότερων από μία ουσιών). Και τι θα γίνει στη συνέχεια; Η νομιμοποίηση της ηρωίνης θα επιφέρει τη νομιμοποίηση και των άλλων ουσιών;
Η χορήγηση ηρωίνης ή υποκατάστατων (π.χ. μεθαδόνης) συντηρεί την εξάρτηση ως τρόπο ζωής, βάζοντας απλώς στη θέση μιας παράνομης ουσίας μια νόμιμη, πράγμα που σπάνια συμβαίνει, αφού στην πλειοψηφία των περιπτώσεων συνδυάζονται μαζί νόμιμες και παράνομες ουσίες.
Η νόμιμη χορήγηση ναρκωτικών ουσιών έχει ως σκοπό να θεσμοθετήσει την αναπαραγωγή της εξάρτησης. Έτσι μεγάλα τμήματα πληθυσμού θα μπορούν να «ελέγχονται» πιο έντεχνα. Δημιουργείται δηλαδή ένα νόμιμο, κοινωνικό περιθώριο.
Ακόμα, για να υιοθετηθεί η πολιτική της χορήγησης υποκατάστατων, ισχυρίζονται ότι η μεθαδόνη είναι θεραπευτική!!.
Εμείς λέμε ΟΧΙ. Τα προγράμματα μεθαδόνης δεν είναι θεραπευτικά προγράμματα. Η μεθαδόνη, ως υποκατάστατο της ηρωίνης χορηγείται, για να βοηθήσει μόνο σωματικά τον τοξικομανή να διακόψει τη χρήση της ηρωίνης. Η χορήγηση υποκατάστατων σε καμία περίπτωση δεν οδηγεί στη μείωση της εγκληματικότητας. Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων γίνεται ταυτόχρονη χρήση νόμιμων και παράνομων ουσιών. Σήμερα, το παράνομο εμπόριο μεθαδόνης εξαπλώνεται διαρκώς.
Απ' αυτήν την άποψη εντάσσονται στο χώρο της μυθολογίας όσα λέγονται για τη μείωση της εγκληματικότητας μέσα από τη χορήγηση μεθαδόνης.
Η υποκατάσταση δοκιμάστηκε για πρώτη φορά στις ΗΠΑ πριν από 30 περίπου χρόνια. Ήταν η εποχή που το «Αμερικανικό όνειρο» δοκιμαζόταν σκληρά στο Βιετνάμ.
Η θεωρία της χορήγησης υποκατάστατων βασιζόταν στην άποψη ότι η εξάρτηση από ηρωίνη είναι μια νόσος, όπως π.χ. ο διαβήτης. Και γι' αυτόν ακριβώς το λόγο είναι αναγκαία η ισόβια υποκατάσταση με κάποια ουσία. Έτσι προτάθηκε η μεθαδόνη. Μερικά χρόνια αργότερα... η αξιολόγηση αυτών των προγραμμάτων επικύρωσε και επίσημα την αποτυχία τους.
Το σύνολο των εγγεγραμμένων στα προγράμματα χορήγησης πήγαιναν πάλι στη μαύρη αγορά και προμηθεύονταν επιπρόσθετα ηρωίνη. Άλλωστε, όπως υποστηρίζουν και οι θιασώτες αυτών των προγραμμάτων «για πρώτη φορά ο χρήστης δεν πιέζεται να αποτοξινωθεί και από την εξάρτηση της μεθαδόνης σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, εξασφαλίζοντας του τη χορήγηση επ' αορίστου.» (ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 30/6/2000).
Ο ΟΚΑΝΑ ξεκίνησε τα προγράμματα μεθαδόνης ως θεραπευτικά προγράμματα, τα οποία είχαν πενιχρά αποτελέσματα (σχεδόν 10 φορές λιγότερο αποτελεσματικά από τα «στεγνά» προγράμματα του ΚΕΘΕΑ και του ΕΣΥ. Σήμερα τα προγράμματα αυτά μετατρέπονται σε προγράμματα συντήρησης. Σε προγράμματα δηλαδή που δεν έχουν σκοπό τη θεραπεία, αλλά διευκολύνουν προσωρινά το χρήστη να μη βιώνει το στερητικό σύνδρομο. Έρχεται δηλαδή το ίδιο το κράτος με τον πιο επίσημο τρόπο να δηλώσει ότι δε στοχεύει στην απεξάρτηση του τοξικομανή, αλλά στη διαιώνιση της κατάστασης του. Τον σπρώχνει να μην πάρει τη δύσκολη απόφαση να απεξαρτηθεί.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ - Το μέγεθος του προβλήματος σήμερα, με αριθμούς
1. Καθολικότητα του προβλήματος - Ρυθμοί επέκτασης του τα τελευταία χρόνια
Η τοξικομανία στη χώρα μας έχει γνωρίσει μεγάλη εξάπλωση την τελευταία πενταετία και ιδιαίτερα στις νέες ηλικίες. Η ραγδαία εξάπλωση της χρήσης ναρκωτικών τόσο στη χώρα μας όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο:
• Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ελληνικού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας στην Ελλάδα για το 1999, ένας στους τρεις από τα αγόρια 17-18 ετών, έχει δοκιμάσει ή χρησιμοποιεί κάνναβη.
• Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας στην Ε.Ε. για το 1999, το 40% των νεαρών ηλικιών έχουν δοκιμάσει κάνναβη.
Από τα παραπάνω φαίνεται καθαρά ότι η χρήση ναρκωτικών δεν αποτελεί ένα περιθωριακό φαινόμενο, που απευθύνεται σε κάποιες μεμονωμένες ομάδες νέων, αλλά ένα πρόβλημα που αγγίζει με άμεσο ή έμμεσο τρόπο (παρέες, φίλοι, συμμαθητές κ.ά.) την πλειοψηφία της νεολαίας.
Την τελευταία πενταετία το πρόβλημα γνωρίζει ιδιαίτερη έξαρση. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ελληνικού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας στην Ελλάδα για το 1999:
• ΔΙΠΛΑΣΙΑΣΤΗΚΕ η χρήση στις νεαρές ηλικίες.
• ΤΡΙΠΛΑΣΙΑΣΤΗΚΕ στο ίδιο διάστημα η χρήση κάνναβης.
• ΥΠΕΡΔΙΠΛΑΣΙΑΣΤΗΚΑΝ σε σχέση με το 1984 οι μαθητές που θεωρούν τη συστηματική χρήση κάνναβης ακίνδυνη ή ελαφρά επικίνδυνη (από 18,5% σε 34%).
Αυτή η έξαρση του προβλήματος δεν είναι άσχετη τόσο με τη γενικότερη ένταση της αντιλαϊκής πολιτικής, όσο και με την τεράστια «ναρκοπροπαγάνδα», στην οποία έχουν επιδοθεί με συστηματικό τρόπο κέντρα εξουσίας στη χώρα μας και στην Ε.Ε. γενικότερα.
2.Πολυτοξικομανία
Εμφανίζεται με ιδιαίτερη ένταση το φαινόμενο της πολυτοξικομανίας. Της χρήσης δηλαδή και της εξάρτησης από περισσότερες της μιας ουσίες.
• Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ελληνικού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας στην Ελλάδα για το 1999, το 55% των χρηστών που έκαναν αίτηση για θεραπευτική βοήθεια, χρησιμοποιούν τουλάχιστον τρεις ουσίες.
• Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της θεραπευτικής κοινότητας «Στροφή» για το προφίλ των εφήβων που έκαναν αίτηση για θεραπευτική βοήθεια το 1999, το 68,2% ανέφεραν χρήση δευτερεύουσας ουσίας.
3. Ηλικία έναρξης της χρήσης
• Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της θεραπευτικής κοινότητας «Στροφή», η ηλικία έναρξης χρήσης κατεβαίνει ακόμα περισσότερο τα τελευταία χρόνια.
• Οι περισσότεροι νέοι που είχαν την πρώτη τους επαφή με τη χρήση παράνομων ψυχοτρόπων ουσιών είναι μεταξύ 13-15 ετών (63,8 %).
•Ένα ποσοστό 12,9% έχει αρχίσει από την ηλικία των 13. Στην πλειοψηφία τους οι έφηβοι είχαν την πρώτη τους επαφή με τη χρήση μέχρι τα 15 (76,7%).
4. Ουσία έναρξης χρήσης
• Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της θεραπευτικής κοινότητας «Στροφή» το μεγαλύτερο ποσοστό των εφήβων έχουν ξεκινήσει τη χρήση με κάνναβη (69,1 %), ενώ το 24,4% αυτών με εισπνεόμενα.
5. Εκπαίδευση
Από το σύνολο των χρηστών που απευθύνθηκαν για θεραπεία στη "Στρο
φή" το 1999:
• Έχουν διακόψει το σχολείο το 50,9%
•Έχουν επίπεδο εκπαίδευσης Δημοτικού το 23,1%
• Γυμνασίου το 54,2%
•Λυκείου το 16,4%
• Ανωτέρων Σχολών μόνο το 2,4%.
Στην έκθεση του Ελληνικού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας στην Ελλάδα για το 1999 σημειώνεται ότι:
• Γνώσεις Δημοτικού έχουν το 24,8%
• Γυμνασίου το 34,2%
•Λυκείου το 33,8%
• Ανωτέρων Σχολών το 6,3%.
6. Εργασιακή-οικονομική κατάσταση
Το μεγαλύτερο ποσοστό των εφήβων που προσέγγισαν την «ΣΤΡΟΦΗ» το
1999 δεν είχαν καμία εργασιακή απασχόληση ούτε πήγαιναν σχολείο (42,9%).
ΣΤΡΟΦΗ | ΕΚΤΕΠΝ | |
Σταθερή απασχόληση | 11,6% | 22,6% |
Περιστασιακή εργασία | 76% | 16 5% |
Άνεργος | 42,9% | 53,1% |
Μαθητής-Σπουδαστής | 35,8% | 5,9% |
Σημαντικά είναι επίσης τα στοιχεία από το ΕΚΤΕΠΝ που αφορούν το επάγγελμα των χρηστών τα οποία αναφέρουν ότι:
• Το 44% είναι ανειδίκευτοι εργάτες
• Το 6,4% έχουν ειδικευμένη εργασία
• Το 25,6% δεν έχουν εργαστεί ποτέ.
Ένας δείκτης του μεγέθους του προβλήματος είναι και η επαγγελματική-οικονομική κατάσταση των γονέων των χρηστών.
• Συγκεκριμένα από τους εφήβους που προσέγγισαν τη «ΣΤΡΟΦΗ» το 1999 το 89,1 % του συνόλου δήλωσαν πως ο πατέρας εργαζόταν στην πλειοψηφία σε εργασία που δεν απαιτεί ειδίκευση ή απαιτεί χαμηλού επιπέδου ειδίκευση (49,6%).
• Από τους εφήβους που δήλωσαν ότι γνωρίζουν το εισόδημα της οικογένειας τους, η μεγάλη πλειοψηφία των εφήβων, 47%, δήλωσαν οικογενειακό εισόδημα μικρότερο ή ίσο με 300.000 δρχ. μηνιαίως.
•Έρευνα της ιταλικής κυβέρνησης στη δεκαετία του '80 έδειξε ότι σε 28.000 τοξικομανείς υπό θεραπεία το 66% ήταν σταθερά άνεργοι όταν μυήθηκαν στα ναρκωτικά και το 10% υποαπασχολούμενοι.
7. Μελέτες και στοιχεία για τον τρόπο ζωής και την ψυχαγωγία των νέων
Το ΕΚΤΕΠΝ στα έτη 1998 και 1999 πραγματοποίησε έρευνα σε δύο στάδια, όσον αφορά τη νυχτερινή διασκέδαση και τα πρότυπα χρήσης ουσιών.
Στο πρώτο στάδιο διερευνήθηκε κατά πόσον η χρήση ουσιών συνδέεται με τον τρόπο που οι νέοι διασκεδάζουν στις νυχτερινές τους εξόδους και με τις μουσικές σκηνές στις οποίες ανήκουν. Στο δεύτερο η έρευνα αφορούσε τις αντιλήψεις που επικρατούν από τέσσερις μουσικές σκηνές για τα πρότυπα διασκέδασης.
Σύμφωνα με τους ερωτώμενους από το χώρο της house και trance μουσικής, το προφίλ του μοντέρνου νέου πρέπει να είναι δραστήριος και τολμηρός, γι' αυτό και το συνδέουν με τη χρήση παράνομων ουσιών, γνωρίζοντας ταυτόχρονα την επικινδυνότητα της κατάστασης. Για το χώρο της trance και house μουσικής η χρήση παράνομων ουσιών επικεντρώνεται στις συνθετικές ουσίες, ενώ για το χώρο της rock και ελληνικής λαϊκής μουσικής η κάνναβη και το αλκοόλ. Οι πιο συχνές απαντήσεις των ερωτώμενων για τη σχέση χρήσης ουσιών και διασκέδασης ανέφεραν επικοινωνία των ατόμων, καλύτερη επαφή με τη μουσική, μεγαλύτερη χαλάρωση."
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου