Σελίδες

30 Απρ 2011

Τα όρια της παραγωγής και η καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων.

Μία από τις μεγαλύτερες διαστροφές του συστήματος, με τις οποίες μας καλούν να συμβιβαστούμε, είναι η περιοδική καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας, επειδή μέσα από αυτήν την καταστροφή, εξασφαλίζεται η κερδοφορία του κεφαλαίου και της άρχουσας τάξης, συνολικά. 
Μας καλούν, στην πραγματικότητα, να αποδεχτούμε πως είναι φυσιολογικό, την ώρα που αυξάνεται ο πλούτος που παράγει η κοινωνία και εκσυγχρονίζονται οι διαδικασίες παραγωγής, την ίδια ώρα να χρειάζονται περικοπές στις αποδοχές των εργαζομένων, κατάργηση των λεγόμενων κοινωνικών παροχών και ραγδαία υποβάθμιση των συνθηκών ζωής του λαού. 

Το απόλυτα λογικό, το πασιφανές, είναι να συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. 
Οσο αναπτύσσονται οι παραγωγικές δυνάμεις, όσο ο κάθε εργαζόμενος καταφέρνει με την εισαγωγή των νέων τεχνολογιών να παράγει περισσότερα σε λιγότερο χρόνο, όσο αναπτύσσεται η παραγωγικότητα της εργασίας, τόσο θα μπορούσε (και θα έπρεπε) να βελτιώνεται το βιοτικό μας επίπεδο, να καλυτερεύουν οι συνθήκες εργασίας, να ενισχύονται οι υποδομές για την παροχή δημόσιας και δωρεάν Παιδείας, να καλύπτονται πλήρως οι ανάγκες στον τομέα της Υγείας, να εξασφαλίζεται ακόμα περισσότερος ελεύθερος χρόνος για τους εργαζόμενους.
Αντί όλων αυτών, τι έχουμε; Αλλεπάλληλες πολιτικές λιτότητας σε βάρος των εργαζομένων, άνοδο της ανεργίας, συνεχείς απολύσεις και ραγδαία αύξηση των ελαστικών μορφών απασχόλησης, συστηματικό περιορισμό των κρατικών δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα, κλείσιμο παραγωγικών μονάδων, συνολική υπολειτουργία του παραγωγικού δυναμικού που διαθέτει η χώρα, ελλείμματα, χρέη και στο τέλος μια οικονομική κρίση, που κανείς ακόμα δεν είναι σε θέση να προβλέψει πότε θα ολοκληρώσει τον κύκλο της. Πού οφείλονται τελικά όλα αυτά;
Η ρίζα κάθε αρνητικού φαινομένου και όξυνσης των κοινωνικών προβλημάτων και αντιθέσεων, που μπορεί να εμφανίζεται ως δυσλειτουργία του συστήματος, δεν είναι άλλη, από την ίδια τη φύση του συστήματος αυτού. Οι εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής και η ανάγκη των καπιταλιστών να αποσπούν όσο γίνεται περισσότερη υπεραξία, ανεξάρτητα από τον τρόπο που μπορεί να εμφανίζονται στην καθημερινότητά μας, βάζουν τη σφραγίδα τους, καθορίζουν κάθε πλευρά των οικονομιών σχέσεων ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις και ομάδες της κοινωνίας, προσδιορίζουν τα όρια της ανάπτυξης και -κυρίως- προδιαγράφουν το ποιος καρπώνεται το όφελος ακόμα και σε περιόδους παραγωγικής ανάπτυξης.
Κάποιοι θα μονολογήσουν ότι «οι κομμουνιστές, όλο τα ίδια και τα ίδια λένε». Δεν είναι, όμως η εμμονή των κομμουνιστών στα ίδια. Ιδιος παραμένει ο μηχανισμός της εκμετάλλευσης, που γεννά και διογκώνει τα κοινωνικά προβλήματα και τις κρίσεις. Ιδια είναι τα αδιέξοδα που βιώνουν οι εργαζόμενοι και συνεχώς εντείνονται. Ιδιες είναι οι συνταγές που λανσάρει η άρχουσα τάξη, οδηγώντας την κοινωνία προς τα πίσω, στο όνομα της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Ιδιος και συνεχώς πιο καταστροφικός είναι για τους εργαζόμενους ο καπιταλισμός...

Οδηγός το κέρδος
Για να κατανοηθεί καλύτερα ό,τι συμβαίνει στις μέρες μας, από την πολιτική της λιτότητας και τα μνημόνια μέχρι τα ελλείμματα και την αναδιάρθρωση του κρατικού χρέους, καλό είναι να μη διαφεύγουν της προσοχής ορισμένα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της καπιταλιστικής κοινωνίας που ζούμε. Ανάμεσα σε αυτά, και ειδικά σε σχέση με τα ζητήματα που συνδέονται με την κρίση, που αναπόφευκτα οδηγεί στη μαζική καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, μπορούμε να ξεχωρίσουμε ορισμένα.
Πρώτα και κύρια το γεγονός ότι αποκλειστικός στόχος της οποιασδήποτε παραγωγικής δραστηριότητας στον καπιταλισμό είναι το κέρδος του καπιταλιστή, το οποίο βγαίνει από την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης στους παραγωγικούς κλάδους της οικονομίας. Οσες και αν είναι οι ανάγκες της κοινωνίας για το ένα ή το άλλο είδος μαζικής κατανάλωσης, η παραγωγή του είναι απόλυτα συνυφασμένη και εξαρτάται από το πόσο κερδοφόρα είναι για το κεφάλαιο. Αν βγαίνει κέρδος, τότε η αγορά θα «μπουκώσει» με τα αντίστοιχα είδη/εμπορεύματα. Αν δεν υπάρχει κέρδος, τότε η παραγωγή θα σταματήσει, ακόμα και στις περιπτώσεις εκείνες που η αγορά διψά για τέτοια είδη. Το παράδειγμα με τα είδη κλωστοϋφαντουργίας και το έτοιμο ένδυμα είναι από τα πιο χαρακτηριστικά και τα πλέον κατανοητά. Εδώ η κατανάλωση ειδών κλωστοϋφαντουργίας και έτοιμου ενδύματος παρουσιάζει συνολικά μια ανοδική (ίσως και εκρηκτικά ανοδική) πορεία, ωστόσο οι επιχειρήσεις του κλάδου κλείνουν κατά εκατοντάδες και οι δείκτες που καταγράφουν τα επίπεδα της παραγωγής εμφανίζουν ένα τοπίο σχεδόν γενικευμένης καταστροφής των παραγωγικών δυνάμεων (εργαζομένων και μέσων παραγωγής) των συγκεκριμένων κλάδων. Γιατί; Επειδή από τη στιγμή που η οικονομική ολιγαρχία εξασφάλισε την απελευθέρωση της κίνησης εμπορευμάτων και κεφαλαίων, η παραγωγή σε αυτούς τους κλάδους έγινε... ασύμφορη για τους καπιταλιστές, έπαψε να προσφέρει κέρδη στο κεφάλαιο. Το κόστος παραγωγής σε άλλες χώρες - εκεί που οι συνθήκες παραγωγής θυμίζουν άλλες εποχές - έκανε πιο συμφέρουσες τις εισαγωγές, από την εδώ παραγωγή αυτών των ειδών.

Τα όρια της παραγωγής
Η κατανόηση της παραπάνω νομοτέλειας για τον καπιταλισμό διευκολύνει να αντιληφθούμε ότι η καπιταλιστική παραγωγή, η οποία σε όλες τις φάσεις της εξελίσσεται άναρχα και ανταγωνιστικά, λειτουργεί μέσα σε αυστηρά όρια και περιορισμούς, περιορισμοί οι οποίοι επίσης προσδιορίζονται από τη δυνατότητα που έχουν οι κεφαλαιοκράτες να αποκομίζουν κέρδη. Η αντίφαση είναι ορατή, με γυμνό μάτι. Ενώ το κέρδος του καπιταλιστή περνάει μέσα από τη συνεχή αύξηση της παραγωγής, ώστε να αυξηθούν οι πωλήσεις που του αποφέρουν κέρδος, η δυνατότητα για αύξηση της παραγωγής υπονομεύεται από τη βασική αντίθεση του καπιταλισμού. Τον ατομικό, καπιταλιστικό τρόπο της ιδιοποίησης του πλούτου που παράγεται από την κοινωνικοποιημένη εργασία. Αυτή η αντίφαση ανάμεσα στην παραγωγή και την κατανάλωση προσδιορίζει και τα όρια της καπιταλιστικής παραγωγής, αφού η αύξηση της παραγωγής δεν μπορεί να συνδυαστεί με αντίστοιχη αύξηση της αγοράς εμπορευμάτων, από τους εργαζόμενους, μια και τα όρια της κατανάλωσής τους - που εν πολλοίς προσδιορίζουν και τα όρια της παραγωγής - κινούνται αυστηρά μέσα στα πλαίσια της τιμής που έχει η εργατική δύναμη στην κοινωνία. Ετσι, εκτός από το γεγονός ότι η υπόθεση της παραγωγής στον καπιταλισμό είναι αποσυνδεδεμένη από τις ανάγκες της κοινωνίας και των μελών της και εξαρτάται αποκλειστικά από το κέρδος των καπιταλιστών, υπάρχουν και συγκεκριμένα όρια του όγκου της παραγωγής, με βάση τις δυνατότητες απορρόφησης των παραγόμενων εμπορευμάτων που έχει το μεγάλο μέρος του πληθυσμού, δηλαδή οι λαϊκές μάζες. Αυτό σημαίνει όρια στην ανάπτυξη της παραγωγής, όρια στις θέσεις εργασίας, όρια στο πλαίσιο κάλυψης των κοινωνικών αναγκών και μαζί με όλα αυτά όρια και περιορισμοί των δυνατοτήτων ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, οι οποίες αναγκάζονται να μένουν υποταγμένες στα ασφυκτικά όρια που καθορίζουν οι εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής.
Αυτά, δεν είναι θεωρίες. Είναι η αδυσώπητη πραγματικότητα, που ισχύει στην καπιταλιστική κοινωνία, και τη δική μας. Ενα παράδειγμα: Η επιδίωξη των καπιταλιστών για μεγαλύτερα κέρδη έχει ως αποτέλεσμα να έχουν πραγματοποιηθεί μια σειρά επενδύσεις και να υπάρχει διαμορφωμένο ένα παραγωγικό δυναμικό. Πρόκειται, ωστόσο, για ένα δυναμικό που βρίσκεται συνεχώς σε καθεστώς υπολειτουργίας, αφού αυτό επιτάσσει η παραγωγή με γνώμονα το κέρδος.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΟΒΕ το ποσοστό χρησιμοποίησης του εργοστασιακού δυναμικού, το Δεκέμβρη του 2009 ήταν μόλις 71,4%, ενώ υπήρχαν κλάδοι που το σχετικό ποσοστό ήταν σημαντικά χαμηλότερο. Στον κλάδο των «μεταλλικών προϊόντων» ήταν 61,6%, στον κλάδο «επεξεργασίας ξύλου», στην «κλωστοϋφαντουργία» 62% κλπ. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι ακόμα και στον κλάδο «κατασκευή εξοπλισμού και συσκευών ραδιοφωνίας, τηλεόρασης και επικοινωνιών», που είχε το μεγαλύτερο βαθμό χρησιμοποίησης του δυναμικού του, το ποσοστό ήταν της τάξης του 88%.
Ολα αυτά βέβαια δεν εμποδίζουν τους μεμονωμένους καπιταλιστές να επιδιώκουν ο καθένας για λογαριασμό του τη συνεχή αύξηση της παραγωγής, προσβλέποντας σε περισσότερα κέρδη. Πρόκειται για μια διαδικασία που πάντα έχει διπλή στόχευση. Πρώτον, να ενισχύσει τα δικά του κεφάλαια-παραγωγή, ώστε να αυξηθούν τα δικά του κέρδη, ταυτόχρονα όμως επιδιώκει η ενίσχυση των δικών του δεδομένων να γίνεται σε βάρος των ανταγωνιστών του, ώστε να ισχυροποιηθεί η θέση του συνολικά στην αγορά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να διαταράσσονται, κατά καιρούς, οι συνολικές ισορροπίες και αναλογίες, που διευκολύνουν την απρόσκοπτη συνέχιση της παραγωγικής δραστηριότητας και κερδοφορίας. Λογικό, αφού όπως καταλαβαίνει ο καθένας μας, είναι αδύνατον όλοι οι καπιταλιστές να μπορούν να αυξάνουν συνεχώς τα κεφάλαιά τους και να διευρύνουν την παραγωγή και τα κέρδη τους, σε μια κοινωνία που τα όρια απορρόφησης της παραγωγής είναι συγκεκριμένα και άρα δεν υπάρχει δυνατότητα πωλήσεων πέρα από τα όρια της ζήτησης που επιτρέπουν οι συγκεκριμένες παραγωγικές σχέσεις. Γι΄αυτό, κάθε τόσο, απαιτούνται... αντισταθμιστικές παρεμβάσεις, ώστε να επανέλθουν τα κεφάλαια στα επίπεδα εκείνα που θα επιτρέπουν και πάλι την ικανοποιητική κερδοφορία. Χαρακτηριστικό των παρεμβάσεων αυτών είναι η καταστροφή εργατικών θέσεων και κεφαλαίων.

Ενα ενδεικτικό παράδειγμα τέτοιων «προσαρμογών» είναι ό,τι συνέβη πριν από λίγα χρόνια, στον κλάδο των γαλακτοκομικών προϊόντων. Στον κλάδο δέσποζαν δύο μεγάλοι όμιλοι, η ΔΕΛΤΑ και η ΦΑΓΕ, οι οποίοι για αρκετά χρόνια, και αφού στο μεταξύ είχαν καταβροχθίσει εκατοντάδες μικρές γαλακτοκομικές βιοτεχνίες, προσπαθούσαν με συνεχείς τοποθετήσεις νέων κεφαλαίων και αγοράζοντας κοψοχρονιά το γάλα των κτηνοτρόφων της χώρας, να κυριαρχήσουν στην αγορά παστεριωμένου γάλακτος. Και οι δυο μαζί έφτασαν την παραγωγή γάλακτος στα όριά της, αφού από ένα σημείο και μετά δεν μπορούσε να απορροφήσει όλες τις ποσότητες γάλακτος, που ήταν σε θέση να παράγουν οι δυο βιομηχανίες. Η ΦΑΓΕ, τελικά, δεν άντεξε στον ανταγωνισμό και αποχώρησε από την παραγωγή παστεριωμένου γάλακτος. Πώς έγινε αυτό; Με την καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, αφού η επιλογή της ΦΑΓΕ συνοδεύτηκε και με απολύσεις προσωπικού και με την αδρανοποίηση συγκεκριμένης παραγωγικής γραμμής και με τον περιορισμό του δικτύου διακίνησης που διατηρούσε.

Το κλείσιμο επιχειρήσεων
Το κλείσιμο χιλιάδων μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων, οι εκατοντάδες εξαγορές επιχειρήσεων που πραγματοποιούνται, οι συγχωνεύσεις που γίνονται ανάμεσα σε ομοειδείς επιχειρήσεις είναι επιχειρηματικές πρωτοβουλίες που έχουν δύο όψεις. Η μία, αφορά τη συγκέντρωση κεφαλαίων και συγκεντροποίηση της παραγωγής από μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους που μετά την επικράτησή τους σε κάποιο κλάδο επεκτείνουν τη δραστηριότητά τους σε όλο και περισσότερους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας, ενισχύοντας την οικονομική τους ισχύ και τα κεφάλαια που διαχειρίζονται. Η άλλη όψη, αυτή που δε φαίνεται με την πρώτη ματιά, είναι ότι αυτές οι διαδικασίες σημαίνουν ταυτόχρονα και μία ελεγχόμενη καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων. Δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας χάνονται, άλλοτε εργοστασιακές μονάδες μετατρέπονται σε αποθήκες εξυπηρέτησης των νέων επιχειρηματικών ομίλων, παραγωγικά τμήματα των απορροφόμενων επιχειρήσεων κλείνουν κοκ.

Η διαδικασία της ισχυροποίησης των παραγωγικών μονάδων, σε μια κοινωνία με κοινωνικοποιημένα τα μέσα παραγωγής, που στόχο έχει να καλύπτει τις συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες του πληθυσμού, είναι μια διαδικασία θετική, που στα πλαίσια του κεντρικού σχεδιασμού απελευθερώνει παραγωγικές δυνάμεις (εργαζόμενους, μέσα παραγωγής, κτίρια) προκειμένου να ενισχυθούν άλλοι τομείς που επίσης καλύπτουν κοινωνικές ανάγκες. Στα πλαίσια όμως του καπιταλισμού και των εκμεταλλευτικών σχέσεων παραγωγής, το σύνολο αυτών των διαδικασιών δεν είναι τίποτα άλλο από την ενίσχυση της κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου, διαδικασία που προϋποθέτει την καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, αφού οι μεν εργαζόμενοι που περισσεύουν στρατολογούνται στις ορδές των ανέργων, τα εργοστάσια μετατρέπονται σε κουφάρια και τα μέσα παραγωγής γίνονται παλιοσίδερα.

Η συσσώρευση κεφαλαίων...
Στον ίδιο ακριβώς παρανομαστή, στην αναπότρεπτη καταστροφή, δηλαδή, παραγωγικών δυνάμεων, οδηγεί και η διαδικασία συνεχούς συσσώρευσης κεφαλαίων, η υπερσυσσώρευση, που λέμε συνεχώς το τελευταίο διάστημα. Τι έχει συμβεί εδώ. Το καθεστώς της όλο και μεγαλύτερης εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, μαζί με την πολιτική στήριξης του κεφαλαίου εκ μέρους των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, οδήγησαν σε μια πρωτοφανή αύξηση του πλούτου που συγκέντρωσαν στα χέρια τους οι μεγάλες επιχειρηματικές μονάδες. Ακόμα και αν πάρει κανείς τα επίσημα στοιχεία που εμφανίζουν οι μεγάλοι και πολύ μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι (ΑΕ και ΕΠΕ) διαπιστώνεται ότι μέσα στην πενταετία 2004-2009, τα κεφάλαια που συσσώρευσαν, κατακλέβοντας τον πλούτο που παρήγαγαν οι εργαζόμενοι, αγγίζουν εξωφρενικά επίπεδα. Συγκεκριμένα το συνολικό ενεργητικό του εταιρικού τομέα από 388,5 δισεκατομμύρια ευρώ το 2004 εκτοξεύθηκε το 2009 στα 832,7 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση της τάξης του 114,4%!!!
Για να καταλάβουμε περί τίνος πρόκειται, αρκεί να αναφέρουμε ότι σε μια περίοδο που οι μισθοί και οι συντάξεις για την απόλυτη πλειοψηφία του λαού παρέμειναν καθηλωμένες, χάνοντας μάλιστα από την αγοραστική τους αξία, το ενεργητικό των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων από 230% του ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 354% του ΑΕΠ!!! Εκεί, δηλαδή, που η εταιρική περιουσία των κεφαλαιοκρατών ήταν κάτι λιγότερο από 2,5 φορές το ΑΕΠ της χώρας, μέσα σε πέντε χρόνια την ανέβασαν στα 3,5 ΑΕΠ!!! Αυτή η διαδικασία της απότομης, της ξέφρενης συγκέντρωσης πλούτου από τους εκπροσώπους του κεφαλαίου ήταν και το προμήνυμα ότι πολύ σύντομα θα ξεσπούσε μια οικονομική κρίση.

Η συνεχής αύξηση και υπερσυσσώρευση των κεφαλαίων, σύμφωνα με τις αξιώσεις του μεγάλου κεφαλαίου, θα έπρεπε να συνοδευτεί από ανάλογη αύξηση της κερδοφορίας. Ετσι, αφού τα επιχειρηματικά κέρδη το 2004 ήταν της τάξης των 36 δισ. ευρώ και αποτελούσαν το 9,3% του ενεργητικού τους, αποδόσεις αντίστοιχου επιπέδου το 2009 θα σήμαινε κέρδη περίπου 77 δισ. ευρώ. Αυτό όμως ήταν πέρα για πέρα αδύνατον να συμβεί, σε μια κοινωνία που συστηματικά λεηλατείται από το κεφάλαιο. Ηταν αδύνατον να εξασφαλίσει το κεφάλαιο τέτοια κέρδη, αφού, η πορεία πλουτισμού της άρχουσας τάξης γίνεται σε βάρος των λαϊκών μαζών, οι οποίες αναγκάζονται να επιβιώσουν σε καθεστώς συνεχούς μείωσης -σχετικής και απόλυτης- των εισοδημάτων τους.
...προάγγελος της κρίσης...
Για να πούμε μάλιστα τα πράγματα με το όνομά τους, και τα 26 δισ. κερδών του 2004 ήταν αστρονομικό ποσό και εξασφαλίστηκε μόνο και μόνο επειδή το σύστημα ενεργοποίησε τις τράπεζες για να χρηματοδοτήσουν τη λειτουργία και την κερδοφορία των επιχειρηματιών. Πώς; Με τη χορήγηση επιχειρηματικών δανείων προς τους εκπροσώπους του κεφαλαίου και με τα λογής λογής δάνεια, που οι τραπεζίτες αφειδώς «προσέφεραν» προς τους εργαζόμενους, με στόχο τα δάνεια αυτά να καταλήγουν επίσης στα ταμεία των μεγάλων επιχειρήσεων.
Ολα αυτά προσέφεραν ανάσες στους κεφαλαιοκράτες να συνεχίσουν την παραγωγική δραστηριότητα διατηρώντας την κερδοφορία τους, ήταν όμως από τότε απόλυτα βέβαιο ότι το μόνο που εξασφάλιζε το σύστημα με τέτοιες παρεμβάσεις ήταν απλά να μεταθέσει το ξέσπασμα της κρίσης για αργότερα. Δηλαδή, για την περίοδο που... διανύουμε τώρα.
Σε αυτή τη φάση όμως δεν μιλάμε για κρίση ενός κλάδου, όπως για παράδειγμα με την κλωστοϋφαντουργία που λέγαμε στην αρχή. Ούτε έχουμε απέναντί μας μια ιστορία όπως εκείνη με το παστεριωμένο γάλα ή τις συνήθεις συγχωνεύσεις και κλεισίματα επιχειρήσεων. Τώρα βρισκόμαστε στη φάση της κρίσης του κύκλου της καπιταλιστικής οικονομίας, όπου έχουν ανατραπεί συνολικά οι αναλογίες, που επέτρεπαν την αναπαραγωγή του κεφαλαίου, έχουμε μια κρίση που προκλήθηκε από την υπερσυσσώρευση του κεφαλαίου σε τέτοια επίπεδα και που για το ξεπέρασμά της δεν αρκεί η απλή καταστροφή κάποιων βιομηχανιών και άλλων μονάδων, αλλά η μαζική καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων. Απαιτείται η βίαιη αποκατάσταση των βασικών για το κεφάλαιο και αναγκαίων για την καπιταλιστική παραγωγή συνθηκών και ισορροπιών, ώστε να καταστεί δυνατή εκ νέου η αναπαραγωγή του κεφαλαίου. Οι καπιταλιστές, δηλαδή, και το κράτος τους, που πάντα ενδιαφέρεται ώστε μία οικονομική κρίση να μη μετεξελιχθεί σε ανοιχτή αμφισβήτηση του συστήματος, πασχίζουν να φέρουν σε πέρας την αποστολή της διαμόρφωσης των απαραίτητων δεδομένων, ώστε να μπορέσει το κεφάλαιο συνολικά και όσες επιχειρηματικές ομάδες διασωθούν, να ξεκινήσουν ένα νέο κύκλο κερδοφορίας, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την εξουσία του. Ε, αυτό δεν είναι τίποτα άλλο από μια διαδικασία ελεγχόμενης πτώχευσης και καταστροφής των παραγωγικών δυνάμεων.
...και της καταστροφής
Η καταστροφή πρώτα και κύρια της εργατικής δύναμης βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Το δείχνουν τα εφιαλτικά στοιχεία για την ανεργία και την υποαπασχόληση, η μαζικοποίηση των ελαστικών μορφών απασχόλησης, οι ρυθμίσεις για τη μείωση των μισθών και των ημερομισθίων, η ακύρωση εργασιακών κατακτήσεων ολόκληρων δεκαετιών, οι προσπάθειες για κατάργηση του βασικού μισθού και μεροκάματου.
Η καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων αγγίζει ήδη και μεγάλα τμήματα του κεφαλαίου, με βιομηχανικές μονάδες να μετατρέπονται σε κουφάρια, εργοστάσια να κλείνουν, μηχανολογικό εξοπλισμό να απαξιώνεται...
Τώρα έρχεται η σειρά του, επίσης υπερσυσσωρευμένου, τραπεζικού κεφαλαίου και των ανακατατάξεων που πρέπει να γίνουν στους κόλπους του. Οι μεγάλες, ντόπιες και ξένες, τράπεζες, που έχουν θησαυρίσει και μέσα από τη διαχείριση των κρατικών χρεών, δεν θα μείνουν αλώβητες. Ολοι συνομολογούν ότι μέρος από τα δάνεια - κεφάλαια που τους χρωστά η Ελλάδα (και άλλες χώρες), πρέπει να... αναδιαρθρωθούν, ώστε να επέλθει και εδώ μια νέα ισορροπία, ως αποτέλεσμα των κεφαλαίων που θα καταστραφούν - διαγραφούν. Εδώ αναδύονται τα αντιτιθέμενα συμφέροντα και οι ανταγωνισμοί ανάμεσα σε διάφορα τμήματα του κεφαλαίου και χώρες - δυνάμεις που τα εκπροσωπούν, με την κάθε πλευρά να προσπαθεί να μειώσει τη δική της χασούρα, γι' αυτό και καθημερινά προβάλλονται διαφορετικές γνώμες για το θέμα.

Η μορφή που θα πάρει τελικά η ελεγχόμενη χρεοκοπία στην οποία οδηγεί το λαό η πολιτική στήριξης του κεφαλαίου, αποτελεί δευτερεύουσα πλευρά των ζητημάτων, που ορθώνονται μπροστά στους εργαζόμενους. Πολύ περισσότερο που ακόμα και να ξεπεραστεί η σημερινή κρίση, αύριο τα πάντα θα είναι εντελώς διαφορετικά. Οχι μόνο δεν υπάρχει καμιά απολύτως περίπτωση τα πράγματα να ξαναγίνουν όπως ήταν στην προ της κρίσης περίοδο, αλλά είναι αδιαμφισβήτητο ότι θα αλλάξουν δραματικά οι όροι εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, στα πλαίσια ενός ακόμα πιο βελτιωμένου μοντέλου διαχείρισης των συμφερόντων του κεφαλαίου. Οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να έχουν την παραμικρή ψευδαίσθηση για κάτι διαφορετικό. Ισα ίσα αυτό που πρέπει είναι, μέσα από την εμπειρία της κρίσης που βιώνουμε σήμερα, να συνειδητοποιήσουμε αφενός τις ανειρήνευτες ταξικές διαφορές εργαζομένων - κεφαλαιοκρατών, αφετέρου τις τεράστιες δυνατότητες που ξανοίγονται για την κοινωνία και για το σύνολο των εργαζομένων όταν, απαλλαγμένοι από την εξουσία του κεφαλαίου, μπορέσουμε και θέσουμε σε πλέρια λειτουργία το παραγωγικό δυναμικό με σκοπό αυτή τη φορά όχι τα κέρδη των ολίγων, αλλά την ικανοποίηση των αναγκών των πολλών.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου