Πριν σχεδόν δυο βδομάδες σε πρωινή εκπομπή του ΑΝΤ1 ο υπουργός Εργασίας Γ. Κατρούγκαλος για να υπερασπιστεί το ασφαλιστικό που είχε την προηγούμενη μέρα ψηφιστεί δήλωσε πως ««Θα έτρεμε η γη έξω από τη Βουλή, αν το νομοσχέδιό μας ήταν "νόμος - λαιμητόμος" και απαξιώνοντας τις λαϊκές αντιδράσεις "είδαμε ότι υπήρχαν διαμαρτυρίες από τις οργανώσεις, είδαμε και πόσος κόσμος μαζεύτηκε" προσπάθησε να δικαιώσει τις επιλογές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Στην πραγματικότητα, με τον ισχυρισμό του ο υπουργός αντιστρέφοντας την διάχυτη απορία για την αναντιστοιχία του μεγέθους των κινητοποιήσεων με την αγριότητα των μέτρων, βγάζει το συμπέρασμα πως ακριβώς το μέγεθος των κινητοποιήσεων δείχνει πως τα μέτρα δεν είναι σκληρά, επιμένοντας να αποδεικνύει το …φιλολαϊκό πρόσωπο της κυβέρνησης χλευάζοντάς μας.
Για πολλούς από μάς τους υπόλοιπους, που κάθε υπερψήφιση νομοσχεδίων μας οδηγεί σε ολοένα και μεγαλύτερη εξαθλίωση, κάθε κινητοποίηση επειδή δεν έχει άμεσο αποτέλεσμα θεωρείται μάταιη, ενώ βιώνεται προκαταβολικά η ήττα δικαιολογώντας έτσι την αδράνειά μας.
Κι επειδή η εκμετάλλευσή μας πραγματοποιείται με διάφορες μεθόδους που διατηρούν τον επιφανειακό χαρακτήρα νομιμότητας, -πρόστιμα, φόροι, σταθεροποιητικά προγράμματα, κλπ στην τελική νομιμοποιούνται στη συνείδησή μας. Δεν συνειδητοποιούμε ότι όλα αυτά τα μέτρα που θρασύτατα ισχυρίζονται ότι με σπαραγμό καρδιάς οι αυτοπροσδιοριζόμενοι αριστεροί του ΣΥΡΙΖΑ ψηφίζουν ("Θρηνώ γιατί θα ψηφίσω μέτρα που δεν θέλω" ισχυρίζεται ανερυθριάστως ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Γ. Δημαράς) υλοποιούν τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης και παραπλανημένοι εμείς τους επιτρέπουμε να δικαιολογούν την επιβολή τους στο κοινωνικό σύνολο σαν κάτι το οικονομικά αναπόφευκτο και κοινωνικά αναγκαίο.
Κι επειδή η εκμετάλλευσή μας πραγματοποιείται με διάφορες μεθόδους που διατηρούν τον επιφανειακό χαρακτήρα νομιμότητας, -πρόστιμα, φόροι, σταθεροποιητικά προγράμματα, κλπ στην τελική νομιμοποιούνται στη συνείδησή μας. Δεν συνειδητοποιούμε ότι όλα αυτά τα μέτρα που θρασύτατα ισχυρίζονται ότι με σπαραγμό καρδιάς οι αυτοπροσδιοριζόμενοι αριστεροί του ΣΥΡΙΖΑ ψηφίζουν ("Θρηνώ γιατί θα ψηφίσω μέτρα που δεν θέλω" ισχυρίζεται ανερυθριάστως ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Γ. Δημαράς) υλοποιούν τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης και παραπλανημένοι εμείς τους επιτρέπουμε να δικαιολογούν την επιβολή τους στο κοινωνικό σύνολο σαν κάτι το οικονομικά αναπόφευκτο και κοινωνικά αναγκαίο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν η λαϊκή αγανάκτηση άρχισε να αναπτύσσεται σαν ένας αδιαμόρφωτος αλλά σημαντικός αντίπαλος της μνημονιακής πολιτικής, δεν δίστασε να συμπαραταχθεί μαζί του, κατορθώνοντας να υπερκεράσει τελικά τις δυνάμεις της κομμουνιστικής αριστεράς, με λόγο που κολάκευε τις μάζες, αλλά απαλλαγμένο από κάθε ταξικό προσδιορισμό, καταχρώμενος και διαστρεβλώνοντας τον μαρξιστικό λόγο. Κατάφερε έτσι να στεγάσει χωρίς κλυδωνισμούς μεγάλα στρώματα εργαζομένων, διαμορφώνοντας σταδιακά και τη δική του ταυτότητα ως διαφορετικό κόμμα εξουσίας, αποδεκτό μάλιστα και στους κόλπους της αστικής τάξης. Στην τελική πέτυχε να αναγνωριστεί σαν χειροπιαστή προοπτική εξουσίας, χωρίς να βαρύνει πάνω του το στίγμα και η φθορά του παλαιού πολιτικού κόσμου και του πολιτικού προσωπικού του. Κι έτσι κατόρθωσε, χειραγωγώντας μεγάλα τμήματα εργαζομένων, να εφαρμόσει, προς όφελος της κυρίαρχης τάξης, πολιτικές επιλογές που τα αστικά κόμματα του δικομματισμού θα δυσκολεύονταν να εφαρμόσουν. Και αν τώρα μεγάλο μέρος όσων εναπόθεσαν τις ελπίδες για μια άλλη πολιτική νιώθουν προδομένοι, η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ όμως κατάφερε (απαιτώντας να γίνει αποδεκτό η αριστερά να συνηγορεί στα μνημόνια) σε απόψεις και αντιλήψεις που ωμά εξυπηρετούν το κεφάλαιο να διεκδικούν δικαιωμένη παρουσία σ’ έναν αριστερό λόγο. Κι έτσι χωρίς να φαίνεται άμεσα και απροκάλυπτα εχθρικός ο ΣΥΡΙΖΑ εξουδετερώνει τον αριστερό λόγο, (η δήλωση του Γ. Κατρούγκαλου πως είναι κομμουνιστής την ίδια σκοπιμότητα εξυπηρετεί) διαστρεβλώνοντας τον, συκοφαντώντας τον με την πολιτική του, ώστε να πειστούν μεγάλα τμήματα εργαζομένων πως διέξοδος δεν υπάρχει. Αρωγός στο έργο αυτό του ΣΥΡΙΖΑ έρχεται και η Ν.Δ που σκοπίμως τον ταυτίζει ιδεολογικά με την κομμουνιστική αριστερά.
Σκέφτεται κανείς ότι οι συνέπειες της επτάχρονης δικτατορίας σχεδόν μισό αιώνα από την επιβολή της ακόμα μας ταλανίζουν και μας προσδιορίζουν. Γιατί με την πτώση της θεωρήθηκαν τα αιτήματα του πολιτικοκοινωνικού εκδημοκρατισμού και εκσυγχρονισμού του συστήματος επαναστατικά κι επειδή και κομμουνιστές πάλευαν γι’ αυτά ταυτίστηκαν δημοκρατικά αιτήματα και ταξικές διεκδικήσεις. Η αντίσταση στη δικτατορία ομογενοποίησε αστούς και κομμουνιστές και έδωσε την ευκαιρία στην αστική τάξη να περάσει σε μια συναινετική φάση της ταξικής της ηγεμονίας. Στη μεταπολίτευση θεωρήθηκε η εκπλήρωση δημοκρατικών αιτημάτων, που εντάσσονταν στο γενικό σχέδιο σταθεροποίησης του συστήματος μέσα από τον δημοκρατικό εκσυγχρονισμό που δεν ήταν απλά επιλογή αλλά και αναγκαιότητα μπρος στην απειλή των λαϊκών δυνάμεων, ριζοσπαστισμός που οδηγεί στο μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Κι ήρθαν τα μνημόνια που απροκάλυπτα έδειξαν τα όρια του εκδημοκρατισμού και της «κοινωνικοποίησης» του κράτους και αποκάλυψαν τον αριστερό λεγόμενο λόγο που ήθελε να υπερβαίνει τις ταξικές αντιπαλότητες. Σφετεριζόμενος ο ΣΥΡΙΖΑ το λόγο και τους αγώνες των κομμουνιστών επιχειρεί να ασκήσει την πιο ανάλγητη πολιτική όχι απειλώντας και εκβιάζοντας όπως το ΠΑΣΟΚ και η Ν. Δημοκρατία, αλλά υποκρινόμενος τον υπερασπιστή των δικαιωμάτων των εργαζομένων που δεν έχει άλλη εναλλακτική από την πολιτική που ασκεί. Οι συνέπειες της πολιτικής του είναι πιο καταστροφικές απ’ αυτές των κομμάτων του πάλαι ποτε δικομματισμού, γιατί εγκαθιστά την μοιρολατρία και ακυρώνει κάθε προοπτική για μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Καιρός να πάψουμε ν’ αντιμετωπίζουμε το ΣΥΡΙΖΑ σαν κόμμα που υπερασπιζόταν τους εργαζόμενους αλλά για χάρη της εξουσίας τους πρόδωσε. Κι είναι δική μας αφέλεια να χρεώνουμε την πολιτική που ασκεί και το λόγο του που την δικαιολογεί σε αυταπάτες και εξαναγκασμούς. Δεν αυτοκτονεί ο ΣΥΡΙΖΑ και η αριστερά του για τη δική μας σωτηρία. Ο ρόλος του είναι αυτός ακριβώς που φαίνεται: παραπλανητικός για τις μάζες των εργαζομένων, υποστηρικτικός για το κεφάλαιο.
Το πρόβλημα λοιπόν πια είναι εμείς τι κάνουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου