Η πολυσυζητημένη φετινή διοργάνωση του διαγωνισμού της Γιουροβίζιον έφερε πιο έντονα στην επιφάνεια τον αντιδραστικό χαρακτήρα και τον πραγματικό ρόλο αυτού του παμπάλαιου θεσμού, που καθιερώθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1950, σε μια περίοδο που σοβούσε ο «ψυχρός πόλεμος» με έξαρση της αντισοβιετικής - αντικομμουνιστικής προπαγάνδας και ανοιχτές προσπάθειες υπονόμευσης και αποσταθεροποίησης των νεαρών Λαϊκών Δημοκρατιών. Την ίδια περίοδο, η ένωση των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, η τότε ΕΟΚ, έκανε τα πρώτα της βήματα, αξιοποιώντας φυσικά και κάθε μέσο στην προσπάθεια «νομιμοποίησής» της στα μάτια των λαών στους οποίους έως και σήμερα αυτοπαρουσιάζεται ως τάχα «ένωσή τους».
Ολα αυτά και πολλά ακόμα μετέπειτα δεν άφησαν ποτέ «αδιάφορο», ένα θεσμό, τη Γιουροβίζιον που, από την ίδρυσή του, αποτελεί μηχανισμό ιδεολογικής χειραγώγησης και πολιτικής παρέμβασης της αστικής τάξης. Πολιτική, άλλωστε,
είναι και η αποστολή του, όχι για να αναδείξει και να επιβραβεύσει τα καλύτερα δείγματα τραγουδιών από την πλούσια καλλιτεχνική παραγωγή κάθε τόπου, αλλά για να διαδώσει τον αποκαλούμενο μαζικό πολιτισμό. Εναν εμπορευματοποιημένο «πολιτισμό», που η αστική τάξη προορίζει για τις πλατιές λαϊκές μάζες και ιδιαίτερα τα νεολαιίστικα τμήματά τους, με βασικά συστατικά του τον απλοϊκό στίχο, το στερεότυπο ύφος, τα τυποποιημένα μουσικά μοτίβα και τελικά το ρηχό κι άνευρο περιεχόμενο, που ανακυκλώνει τις παραδεδομένες από την κυρίαρχη ιδεολογία αντιλήψεις και τις κάλπικες ή και παρακμιακές αξίες της.
Τίποτα, επομένως, δε συνδέει τη Γιουροβίζιον με τον αληθινό Πολιτισμό και τη γνήσια καλλιτεχνική δημιουργία, τη δημιουργία που εμπνέει βαθιά συναισθήματα και ανοίγει τους ορίζοντες της σκέψης και της γνώσης για τη ζωή. Μια πασαρέλα απρόσωπων κι ανάλατων τραγουδιών είναι, παρασκευασμένων με τις συνταγές των μεγαθηρίων της πολιτιστικής βιομηχανίας, που μέσα στο φανταχτερό περιτύλιγμα και τα εντυπωσιακά εφέ προσπαθούν να κρύψουν τη γύμνια τους, την απουσία κάθε δημιουργικής πνοής και επαφής με την πραγματική ζωή, τις αντιθέσεις, τις συγκρούσεις και τα αιτήματά της. Η φυγή, άλλωστε, από την πραγματικότητα αποτελεί βασικό στόχο αυτών των υποπροϊόντων της βιομηχανίας του θεάματος, που συναγωνίζονται, για να εμφυσήσουν τον εφησυχασμό, να εκτονώσουν την αγανάκτηση και να παραλύσουν τη σκέψη, διασφαλίζοντας τον εγκλωβισμό στο κυρίαρχο σύστημα αντιλήψεων και τη στερέωση της εξουσίας του κεφαλαίου.
Τα μονοπώλια του οπτικοακουστικού θεάματος, οι επιχειρηματικοί όμιλοι, που προβάλλονται ως «χορηγοί», οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας που εισπράττουν από τα μηνύματα και τα ringtones, τα συγκροτήματα μαζικής ενημέρωσης, οι βιομηχανίες ρούχων life style δεν είναι βέβαια οι μόνοι που υπαγορεύουν το στίγμα και το περιεχόμενο του διαγωνισμού.
Πίσω από τη βιτρίνα αυτής της δήθεν ενοποιητικής πανευρωπαϊκής πολιτιστικής συνεύρεσης και συσπείρωσης διαγκωνίζονται όχι μόνο ειδικά οικονομικά συμφέροντα, αλλά και οι γενικότερες οικονομικές, πολιτικές, γεωπολιτικές επιδιώξεις των ιδιοκτητών του πλούτου και μαίνεται ο πόλεμος των ανταγωνισμών ανάμεσα στις κυβερνήσεις που τις εκπροσωπούν.
Πίσω από τη βιτρίνα αυτής της δήθεν ενοποιητικής πανευρωπαϊκής πολιτιστικής συνεύρεσης και συσπείρωσης διαγκωνίζονται όχι μόνο ειδικά οικονομικά συμφέροντα, αλλά και οι γενικότερες οικονομικές, πολιτικές, γεωπολιτικές επιδιώξεις των ιδιοκτητών του πλούτου και μαίνεται ο πόλεμος των ανταγωνισμών ανάμεσα στις κυβερνήσεις που τις εκπροσωπούν.
Στο γενικό συμφέρον της τάξης τους, όμως, όλοι ομονοούν: Τα εκατομμύρια των καταπιεσμένων Ευρωπαίων, θεατών της Γιουροβίζιον, πρέπει να πείθονται και να υιοθετούν ως σοφότερη και βολικότερη στάση απέναντι στη ζωή την κοινωνική, πολιτική αδρανοποίηση. Αλίμονο αν αυτό το πλήθος αρχίσει να συνειδητοποιεί την κατάστασή του ως αντικείμενο και θύμα της πολιτικής του κεφαλαίου! Γι' αυτό, άλλωστε, ο κανονισμός της Γιουροβίζιον, τυπικά, απαγορεύει κάθε ανάμειξη των στίχων, της μουσικής και του τρόπου παρουσίασης των τραγουδιών στην πολιτική. Φυσικά, πρόκειται για απύθμενη υποκρισία, αφού όλη αυτή η κοινωνική αποχαύνωση και πολιτιστική ισοπέδωση που διαχέεται από το βλακώδες, αλλά καθόλου ακίνδυνο περιεχόμενό της, είναι πράξη βαθύτατα πολιτική. Μια πράξη που αφορά την πεμπτουσία της πολιτικής, την ταξική πάλη γύρω από το θέμα της εξουσίας.
Από τα παραπάνω, εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι η πολιτική δεν ήταν ποτέ εκτός Γιουροβίζιον, όπως θέλουν να παρουσιάσουν οι συντελεστές της. Ετσι κι αλλιώς, ακόμα και στο πιο άπειρο μάτι είναι φανερό ότι η θεματολογία, οι νικητές ή οι συμμετοχές, ακόμα και οι βαθμολογίες των κριτών και των επιτροπών, εξυπηρετούν κάθε χρόνο συγκεκριμένες σκοπιμότητες, συμμαχίες κ.ά., ενώ ανοίγουν θέματα και προωθούν αξίες που καμία σχέση δεν έχουν με τα λαϊκά συμφέροντα. Η διαφορά είναι ότι, για μια σειρά λόγους, τα τελευταία χρόνια που η βαρβαρότητα του καπιταλισμού και των ιμπεριαλιστικών ενώσεων, όπως η ΕΕ, αποκαλύπτεται σε όλο της το μεγαλείο, δημιουργώντας και δυνατότητες στους λαούς να βγάλουν συμπεράσματα, η Γιουροβίζιον υποχρεώνεται να εκθέσει ανοιχτά, χωρίς προσποιήσεις, προσχήματα και κωλύματα κανονισμών, την πολιτική στράτευσή της στο πλευρό του κεφαλαίου, προσθέτοντας με τη σειρά της μια «καλλιτεχνική» πινελιά στα γενικότερα μέτρα πρόληψης κάθε απειλητικού για την αστική εξουσία ενδεχόμενου.
Κάπως έτσι φτάνουμε και στην απονομή του φετινού πρώτου βραβείου στην Ουκρανία, για το ψευτοσυναισθηματικό τραγουδάκι της «1944», μια καταγγελία στην υποτιθέμενα βίαιη, από τη μεριά της Σοβιετικής Ενωσης, εκτόπιση των Τατάρων από την Κριμαία κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι στίχοι του, καλώντας την ανθρωπότητα, που κλαίει για το «έγκλημα», να ορθώσει το ανάστημά της απέναντι σε ανάλογες βιαιοπραγίες, αλλά και οι σχολιασμοί του από τα αστικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, δεν αφήνουν αμφιβολία πως η πρόκρισή του δε σχετίζεται απλά με τη γενναιόδωρη υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ενωσης προς την αντιδραστική ουκρανική κυβέρνηση στην αντιπαράθεσή της με τη σημερινή καπιταλιστική Ρωσία. Αλλωστε, κάτι αντίστοιχο έχει επαναληφθεί και με μια άλλη νικήτρια του διαγωνισμού, τη Ρουσλάνα, που πρωταγωνίστησε στις διαδηλώσεις ενάντια στη φιλορωσική κυβέρνηση Γιανουκόβιτς. Το συγκεκριμένο όμως τραγούδι προτιμήθηκε, γιατί πάνω απ' όλα συντονίζεται με τη γενικότερη εκστρατεία ξεδιάντροπης πλαστογράφησης της Ιστορίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση, με σκοπό να κηλιδώσει το πρώτο εργατικό κράτος και να συκοφαντήσει τελικά τα πιο προωθημένα ιδανικά της ανθρωπότητας και τη μοναδική ελπίδα της, τα ιδανικά του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.
Μην προσβλέπετε προς τα εκεί, μοιάζει να λέει το τραγουδάκι. Οσοι προσπάθησαν να οικοδομήσουν το σοσιαλισμό, όσοι συνέτριψαν το ναζισμό, όσοι και σήμερα παλεύουν για την ανατροπή του καπιταλισμού, είναι «εγκληματίες», «τύραννοι», «δικτάτορες», «μπήκαν στα σπίτια μας και μας σκότωσαν όλους». Και στο κάτω - κάτω «όλοι το ίδιο είναι», λένε στους λαούς που βλέπουν τις ΝΑΤΟικές και ευρωενωσιακές στρατιωτικές ορδές να δολοφονούν λαούς και να σκορπίζουν τον τρόμο και το θάνατο όπου Γης.
Η ανθρωπότητα πραγματικά πρέπει να κλάψει, αλλά όχι για τους μύθους περί «γενοκτονίας» και «εγκλημάτων της Σοβιετικής Ενωσης», αλλά από ντροπή. Από ντροπή, γιατί επιτρέπει και ανέχεται χωρίς να εξεγείρεται να διασύρονται οι πραγματικοί ήρωες, που, με εκατόμβες θυμάτων, κατάφεραν να συντρίψουν το τερατώδες αποκύημα του καπιταλισμού, το φασισμό, κερδίζοντας το θαυμασμό των εκατομμυρίων του πλανήτη, την ίδια στιγμή που στήνονται ανδριάντες και πλέκονται ύμνοι στους ναζί και τους συνεργάτες τους, όπως η πλειονότητα των Τατάρων.
Η ανθρωπότητα πρέπει να κλάψει και από οργή. Από οργή για τα παλιά και νέα εγκλήματα του καπιταλισμού που συνεχώς πολλαπλασιάζονται και από παντού την κυκλώνουν σε έναν αιώνα που υπάρχουν όλες οι υλικές προϋποθέσεις για να ζήσει ευτυχισμένα: Για την ολοένα στυγνότερη εκμετάλλευση, τα εκατομμύρια των ανέργων, των αστέγων και των πεινασμένων, την ανείπωτη ανέχεια, τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, το μαζικό ξεριζωμό των αμάχων, την αθλιότητα στην οποία καταδικάζει τους χιλιάδες πρόσφυγες.
Η ανθρωπότητα, και πάνω απ' όλους η εργατική τάξη και η νέα γενιά της, πρέπει να κλείσει τ' αυτιά της στα κακόηχα μοιρολατρικά τραγούδια των εκμεταλλευτών της πως τίποτα πια δε γίνεται. Οι νόμοι της διαλεκτικής είναι αμείλικτοι:
Οποιος την κατάστασή του έχει αναγνωρίσει, πώς να εμποδιστεί;
Οταν πουν ό,τι είχανε οι κυρίαρχοι να πούνε,
θα μιλήσουν οι κυριαρχούμενοι.
Οι νικημένοι του σήμερα είναι οι νικητές του αύριο.
(Μπ. Μπρεχτ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου