Τα 70χρονα από την ίδρυση του ΕΑΜ (27 Σεπτέμβρη 1941) έχουν γίνει αφορμή για δημοσιεύματα στον αστικό και οπορτουνιστικό Τύπο σχετικά με την αποτίμηση της ιστορικής πείρας της περιόδου 1941 - 1945, αλλά και τα διδάγματά της στο σήμερα.
Αυτές οι αναφορές στο ΕΑΜ δεν είναι αθώες.
Μέσα από διάφορους αυθαίρετους συνειρμούς και λαθροχειρίες, επιδιώκουν να προσανατολίσουν σε «επίκαιρα διδάγματα» για τις λαϊκές δυνάμεις, που είναι όμως ακίνδυνα για το σύστημα.
Εξαίροντας την ανιδιοτέλεια και τον ηρωισμό των αγωνιστών που συσπείρωσε στις γραμμές του, τον παλλαϊκό χαρακτήρα της πάλης, επιδιώκουν να εξυπηρετήσουν στις μέρες μας την αναγκαιότητα μιας γραμμής συσπείρωσης που ουσιαστικά αποτελεί γραμμή ενσωμάτωσης στο σύστημα, σε ευθεία αντίθεση με την πολιτική γραμμή του ΚΚΕ για τη συγκρότηση της κοινωνικής συμμαχίας της εργατικής τάξης με τα λαϊκά στρώματα σε γραμμή σύγκρουσης με την αστική εξουσία.
Επιδιώκουν να ασκήσουν πίεση στο ΚΚΕ για υποχώρηση από τις στρατηγικές του επιλογές, ενώ παράλληλα προσπαθούν να επιδράσουν σε κοινωνικές δυνάμεις, που όλο και περισσότερο αντιλαμβάνονται τη βαρβαρότητα και τα αδιέξοδα του καπιταλιστικού συστήματος, ριζοσπαστικοποιούνται και αντιλαμβάνονται την ανάγκη συμπόρευσης με το ΚΚΕ.
Λένε ότι, όπως τότε, έτσι και σήμερα, το διακύβευμα δεν είναι ο στόχος της αλλαγής της τάξης στην εξουσία, ο στόχος για την εργατική εξουσία αλλά η «σωτηρία» του λαού1, υπονοώντας ότι υπάρχει δρόμος σωτηρίας του λαού στα πλαίσια των καπιταλιστικών σχέσεων και της αστικής εξουσίας. Προσπαθούν, μέσα από αυθαίρετους συνειρμούς, να τεκμηριώσουν στο σήμερα τη γραμμή για ένα «νέο ΕΑΜ», σε αντιπαράθεση με τη γραμμή για την αξιοποίηση της επαναστατικής κατάστασης σε μια χώρα που εμφανίζεται ως αδύνατος κρίκος του ιμπεριαλιστικού συστήματος με στόχο την ανατροπή της αστικής εξουσίας.2
Μιλούν για «αριστερές» κυβερνητικές λύσεις «προοπτικής», που είναι δυνατόν να λειτουργήσουν μεταβατικά και να μας φέρουν πιο κοντά στην προοπτική για την οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας, η οποία όμως, με βάση τις εκτιμήσεις τους, εξαιτίας των αρνητικών σημερινών συσχετισμών σε όλα τα επίπεδα (αν και την αποκαλούν σοσιαλιστική), ούτε σαφή χαρακτηριστικά μπορεί να έχει, ούτε επίκαιρη είναι και γι' αυτό την παραπέμπουν στη «δευτέρα παρουσία». Με τον τρόπο αυτό σπέρνουν αυταπάτες για μια «αριστερή διακυβέρνηση» του καπιταλισμού, η οποία θα αναστείλει την επίθεση που δέχεται σήμερα η εργατική τάξη και τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα. Προβάλλουν ως πολιτικό πρόγραμμα μιας τέτοιας διακυβέρνησης την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, με μέτρα όπως: την κρατικοποίηση τραπεζών ή και κάποιων επιχειρήσεων, την αναδιαπραγμάτευση ή και τη διαγραφή του χρέους, για έξοδο από την Ευρωζώνη ή και την ΕΕ κ.λπ. Η ζωή έδειξε ότι αυτό το οικονομικό περιεχόμενο το επιλέγει η αστική εξουσία μόνο όταν κινδυνεύει η ύπαρξή της, για να διασωθεί και να περάσει σε νέα επίθεση. Τέτοιος είναι ο χαρακτήρας των εθνικοποιήσεων στον καπιταλισμό. Ακόμα κι όταν αυτές συνοδεύονται από συγκυριακή άνοδο μισθών, έχει στρωθεί το έδαφος της μελλοντικής υποθήκευσής τους.
Στην ανάλυσή τους, παραβλέπουν όχι μόνο την ιστορική πείρα του κινήματος στη μεταπολεμική Ελλάδα, αλλά ολόκληρη την πείρα του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος ακόμη και τις πιο πρόσφατες ιστορικά εμπειρίες όπως στη Χιλή, στην Πορτογαλία, στη Νικαράγουα κ.λπ., που επιβεβαιώνουν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι αν δε φύγει η αστική τάξη από την εξουσία, αν δεν της αφαιρεθεί η βασική πηγή της εξουσίας της, που είναι η ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, αν δεν τσακιστεί το αστικό κράτος και οι μηχανισμοί του, η προσπάθεια, πέρα από προθέσεις και διακηρύξεις, θα είναι αδιέξοδη, η αποτυχία και το πισωγύρισμα δεδομένα και τα αποτελέσματα για την εργατική τάξη, το λαό και το εργατικό - λαϊκό κίνημα ολέθρια.
Σήμερα είναι αναγκαίο να δούμε, από τη σκοπιά των συμφερόντων της εργατικής τάξης και της ιστορικής της αποστολής, τα διδάγματα της Ιστορίας της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης, προκειμένου η ιστορική πείρα να μετατραπεί σε υλική δύναμη που θα συμβάλει στον αγώνα για τον επαναστατικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Στην αρθρογραφία των τελευταίων ημερών, συνειδητά αποκρύπτεται ο ιμπεριαλιστικός χαρακτήρας του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, που επιβεβαιώνεται από το χαρακτήρα της εποχής, τις δυνάμεις που τον προκάλεσαν και συμμετείχαν σε αυτόν, ποια συμφέροντα και ποιες ανάγκες εξυπηρετούσε. Είναι αδιαμφισβήτητο ότι πέρα από το ξαναμοίρασμα αγορών, βασικό στόχο οι διάφορες ιμπεριαλιστικές συμμαχίες είχαν τη συντριβή της ΕΣΣΔ, του μοναδικού, εκείνη την εποχή, σοσιαλιστικού κράτους στον κόσμο. Παρουσιάζουν το φασισμό ως ένα ιδιαίτερο φαινόμενο, απομονωμένο από τον ταξικό του χαρακτήρα, ανεξάρτητο από τη μήτρα που τον γέννησε και τις ανάγκες του καπιταλιστικού συστήματος στις οποίες απαντούσε, ενώ αποσιωπούν το ρόλο και τη στάση της σοσιαλδημοκρατίας στην εξέλιξη και ανάπτυξή του.
Μικρόψυχα, αλλά με συνέπεια στις πολιτικές τους επιλογές, αποκρύπτουν τον καθοριστικό ρόλο της ΕΣΣΔ για την έκβαση του πολέμου, προβάλλοντας γενικά και αόριστα το ρόλο των «αντιφασιστικών συμμαχικών δυνάμεων», τον οποίο επίσης δεν παρουσιάζουν ολοκληρωμένα.
Η ναζιστική επίθεση ενάντια στη Σοβιετική Ενωση οδήγησε τη δεύτερη στην πρόσκαιρη συμμαχία της με καπιταλιστικά κράτη, ενάντια στη ναζιστική Γερμανία.
Το γεγονός αυτό επέδρασε στο εύρος των συμμαχιών που διαμόρφωσαν οι κομμουνιστές στο μέτωπο ενάντια στην κατοχή στην Ελλάδα, συνέβαλε στο να δημιουργηθούν αυταπάτες για το ρόλο τμημάτων της αστικής τάξης, αυταπάτες που αναιρέθηκαν στην πράξη από τη σύγκρουση του Δεκέμβρη 1944 και όσα ακολούθησαν.
Ο υπερτονισμός που γίνεται από την εν λόγω αρθρογραφία στο λεγόμενο δοσιλογισμό (τον οποίο πλήρωσαν με πολύ αίμα οι κομμουνιστές και άλλοι λαϊκοί αγωνιστές), ουσιαστικά αποσκοπεί να συσκοτίσει το ρόλο της αστικής τάξης και του πολιτικού της προσωπικού εκείνη την περίοδο, την ταξική τους συνέπεια που επιβεβαιώνεται από τη στάση και το ρόλο που διαδραμάτισαν, μιας και οι «δοσίλογες» κυβερνήσεις καθόλου «δοσίλογες» δεν ήταν ως προς τα συμφέροντα της αστικής τάξης και ως προς την προοπτική της αστικής εξουσίας.
Με αυθαίρετες αναγωγές, διευκολύνεται το πολιτικό συμπέρασμα ότι και σήμερα βρισκόμαστε σε καθεστώς «κατοχής», μας κυβερνούν εθελόδουλοι, σύγχρονοι «κουίσλινγκς», που προδίδουν την πατρίδα και την ξεπουλάνε στους «ξένους», και συνεπώς η λύση βρίσκεται στην αξιοποίηση της πείρας του ΕΑΜ με τη συγκρότηση ενός μετώπου από το σύνολο των πατριωτικών δυνάμεων της χώρας. Προσπαθούν να «παίξουν» με αυτόν τον τρόπο και με το συναίσθημα ενός λαού, που σχεδόν σε κάθε οικογένεια υπάρχει κάποιος αγωνιστής του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ.
Σβήνουν όμως από την ιστορική μνήμη τα δεινά που ακολούθησαν για τη λαϊκή πλειοψηφία παρά την ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας στην Ελλάδα: Την πείνα, τη φτώχεια, την τεράστια ανεργία, τη μαζική ερήμωση των χωριών και τη μετανάστευση για τρεις δεκαετίες. Επομένως, το ζητούμενο πολιτικό συμπέρασμα είναι, γιατί ο λαϊκός ένοπλος αγώνας δεν μπόρεσε να οδηγήσει σε ανατροπή της εξουσίας της τάξης που και πριν και μετά τον πόλεμο ερχόταν σε αντίθεση με τις ανάγκες της λαϊκής πλειοψηφίας. Από την πείρα του 1940 - 1944 προκύπτει το δίδαγμα ότι η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της πρέπει να συγκροτήσουν το δικό τους μέτωπο που θα διεκδικήσει την εξουσία ενάντια στην αστική τάξη, γεγονός που προϋποθέτει η εργατική τάξη να μην πέσει στην παγίδα της επιλογής ανάμεσα στις διάφορα τμήματα της αστικής τάξης, να μη γίνει ουρά στις ενδοαστικές και ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις.
Το ΚΚΕ, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση του ΠΓ στις 27.9.2011, «είναι υπερήφανο που υπήρξε η ψυχή, ο καθοδηγητής και ο κύριος αιμοδότης του ΕΑΜ».... «Το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ αποτελούν τα μεγαλύτερα και λαμπρότερα κατορθώματα του λαϊκού - εργατικού κινήματος και παρακαταθήκη του αγώνα του ΔΣΕ. Αποτέλεσαν και αποτελούν ορόσημο και απόδειξη ότι τη μεγάλη επαναστατική και πρωτοπόρα δύναμη του καιρού μας αποτελεί η εργατική τάξη και το επαναστατικό κόμμα της».
Οι αρθρογράφοι του οπορτουνισμού αποστεώνουν την πείρα του ΕΑΜ ως μαζική ένοπλη λαϊκή πάλη, διαστρεβλώνουν την πολιτική σημασία και το ρόλο της πολιτικής ανυπακοής και απειθαρχίας, όπως αυτή εκφράστηκε με τη μαζική αντίσταση και ανυπακοή στην αστική εξουσία της κατεχόμενης Ελλάδας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ήταν οι απεργιακές κινητοποιήσεις σε συνθήκες γερμανικής κατοχής, η αποτροπή της επιστράτευσης, αλλά και η δράση ενάντια στις συνέπειες της πείνας και του λιμού.
Καμία σχέση δεν έχει αυτή η δράση με τα κινήματα «δεν πληρώνω», που δε συνδέονται με μορφές οργάνωσης της εργατικής τάξης και κοινής δράσης με λαϊκά στρώματα, και δεν συνιστούν οργανωμένη αμφισβήτηση της αστικής νομιμότητας, αλλά ακτιβίστικες ενέργειες με στενό περιεχόμενο, που όμως προσφέρουν στους οπορτουνιστές «αγωνιστική πιστοποίηση». Χαρακτηριστική είναι η στάση οργανωμένων τους δυνάμεων στα σωματεία, που θεωρούν επικίνδυνο και παράτολμο να πάρουν την ευθύνη και να καλέσουν τους εργαζόμενους οργανωμένα να αρνηθούν την πληρωμή των χαρατσιών.
Οι πρωτοπόρες για την εποχή μορφές οργάνωσης του λαού στην ελεύθερη Ελλάδα (ΠΕΕΑ), οι λαογέννητοι θεσμοί αυτοδιοίκησης, οι επεξεργασίες για την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου και την ανάπτυξη της βιομηχανίας, αποτέλεσαν σημαντική ιστορική πείρα για τη δυνατότητα ο λαός να οργανώσει τη ζωή και την πάλη του χωρίς την αστική τάξη και το πολιτικό της προσωπικό. Η ιστορική αποτίμηση του ΕΑΜ επιβεβαιώνει τον πρωτοπόρο ρόλο της εργατικής τάξης, αφού δεν είναι τυχαίο ότι το Εργατικό ΕΑΜ αποτέλεσε τη βάση για τη συγκρότηση του ΕΑΜ. Αυτή η ιστορική πείρα, καμία σχέση δεν έχει με τη δημοκρατία της «πλατείας» και τις προπαγανδιστικές «κορόνες» περί «άμεσης δημοκρατίας» που αποκρύπτουν τον ταξικό, κεφαλαιοκρατικό χαρακτήρα του πολιτικού συστήματος.
Το κύρος του ΕΑΜ αξιοποιείται, για να δικαιώσουν τις πολιτικές επιλογές τους για συμμαχία με τμήματα της αστικής τάξης, και κυρίως για να κατηγορήσουν το ΚΚΕ για σεχταρισμό, να υποστηρίξουν ότι η σημερινή του γραμμή έρχεται σε αντίθεση με ιστορικές περιόδους, όπως αυτή της Εθνικής Αντίστασης. Αποφεύγουν να τοποθετηθούν στα ερωτήματα: Αν οι Συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας εκφράζανε τον πραγματικό συσχετισμό στην Ελλάδα, ποιες ήταν οι αιτίες αυτών των πολιτικών παρεκκλίσεων, γιατί το εργατικό κίνημα, με επικεφαλής το ΚΚΕ, στην ήδη διαμορφωμένη τον Οκτώβρη του 1944 επαναστατική κατάσταση στην Ελλάδα δεν κατόρθωσε να έχει ως στόχο την εργατική εξουσία; Υποβαθμίζουν την περίοδο της ένοπλης ταξικής αναμέτρησης 1946 - 1949, ακόμα και αν αναφέρονται στον ηρωισμό της, θεωρούν ότι ήταν εκ των προτέρων χαμένη και προδομένη υπόθεση, αποτέλεσμα τυχοδιωκτισμών της ηγεσίας του ΚΚΕ.
Το ΚΚΕ έχει εκτιμήσει τη στρατηγική του αδυναμία, η λαϊκή συσπείρωση που διαμορφώθηκε ενάντια στην κατοχή, να αξιοποιηθεί στην κατεύθυνση της πάλης για την ανατροπή της αστικής εξουσίας. Να αξιοποιηθεί η πείρα της ένοπλης πάλης, της μαζικής λαϊκής οργάνωσης, οι μορφές λαϊκής αυτοδιοίκησης στην κατεύθυνση της μετατροπής της αντίστασης στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο σε ταξική πάλη για τη λαϊκή εξουσία. Η αδυναμία αυτή εκδηλώθηκε εντονότερα στις συνθήκες της απελευθέρωσης (Οκτώβρης 1944). Την περίοδο εκείνη η πλειοψηφία του λαού στήριζε το ΕΑΜ και το ΚΚΕ, η αστική εξουσία ήταν αποδυναμωμένη, με την ηγεσία της στο εξωτερικό, ο λαός ήταν οπλισμένος και οι Αγγλοι είχαν ελάχιστες δυνάμεις στην Ελλάδα. Ιστορικά, υπήρχε αυτό που ονομάζουμε επαναστατική κατάσταση.
Οι αιτίες αυτής της αδυναμίας θα πρέπει να αναζητηθούν σε όλη την πορεία της διαμόρφωσης της στρατηγικής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος τις δεκαετίες του 1920 και 1930 αναπόσπαστο κομμάτι του οποίου ήταν το ΚΚΕ.
Ολη η πορεία του Β' Παγκοσμίου Πολέμου δημιούργησε αυταπάτες για το ρόλο της Αγγλίας και σε συνδυασμό με το στόχο της «δημοκρατικής ομαλότητας» (σε αντίθεση προς τη βασιλεία και την αναστολή του κοινοβουλευτισμού), για διαμόρφωση κυβέρνησης εθνικής ενότητας, με άμεσους στόχους τον εκδημοκρατισμό, εκλογές για συντακτική εθνοσυνέλευση, κατάσχεση της περιουσίας μαυραγοριτών και δοσιλόγων, εθνικοποίηση τραπεζών και κάποιων επιχειρήσεων, κ.λπ.
Συνέπεια αυτής της πολιτικής ήταν οι Συμφωνίες του Λιβάνου, της Καζέρτας και της Βάρκιζας με τα γνωστά αποτελέσματα. Τα παραπάνω αναιρούσαν στην πράξη την ίδια την επαναστατική προοπτική, την οποία, αν και ποτέ δεν απεμπόλησε το ΚΚΕ, δεν την αντιμετώπισε ως άμεσο πολιτικό καθήκον. Εξαιτίας αυτής της λαθεμένης στρατηγικής ακόμη και η ένοπλη σύγκρουση στην Ελλάδα (Δεκέμβρης 1944) δεν πήρε τα χαρακτηριστικά της πάλης για την εργατική εξουσία, αφού ακόμη και κατά τη διάρκειά της κυριαρχούσαν αυταπάτες για το ρόλο των αστικών πολιτικών δυνάμεων της εποχής και η θέση για κυβέρνηση εθνικής ενότητας και ομαλές δημοκρατικές εξελίξεις. Υποτιμήθηκε το γεγονός ότι η συμμετοχή αστικών και μικροαστικών πολιτικών δυνάμεων στα πλαίσια του ΕΑΜ δεν ήταν αυτοσκοπός, ότι αντικειμενικά θα ερχόταν η στιγμή αναδιάταξης της ίδιας της συμμαχίας.
Η πείρα της ΕΑΜικής αντίστασης αποτέλεσε την παρακαταθήκη για τον ηρωικό αγώνα του ΔΣΕ 1946 - 1949 της κορυφαίας στιγμής της ταξικής πάλης στη χώρα μας. Στο βαθμό βεβαίως που δεν αντιμετωπίσθηκαν έγκαιρα τα προβλήματα στρατηγικής επέδρασαν σε αυτόν, εκφράστηκαν σε αδυναμίες και λάθη που αφορούσαν καθυστερήσεις και αντιφάσεις.
Οι διάφοροι «αριστεροί» αναλυτές, αρθρογράφοι και ιστορικοί, απολογητές και ειδικοί στη συντήρηση και αναπαλαίωση του αστικού συστήματος, προφανώς δε θέλουν να υιοθετήσουν μέσα από μια βαθιά ταξική ανάλυση την αποκρυσταλλωμένη πείρα του κομμουνιστικού κινήματος. Στην ουσία καλούν σε επανάληψη λαθών και αδυναμιών που εκδηλώθηκαν στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα, σε συνθήκες γενικευμένου ιμπεριαλιστικού πολέμου. Η στάση τους όμως αυτή δεν αποτελεί σήμερα ένδειξη ιδεολογικο-πολιτικών ανεπαρκειών αλλά διάθεση συνειδητής υποταγής στο σύστημα.
Το Κόμμα μας, μέσα από τη διαδικασία συγγραφής της Ιστορίας του, αλλά και μέσα από ένα σύνολο σύγχρονων θεωρητικών επεξεργασιών του, κατάφερε να βγάλει ώριμα και πολύτιμα συμπεράσματα από τους αγώνες αλλά και τα λάθη του λαϊκού και εργατικού κινήματος, μέσα από την υπέρ 90χρονη πορεία του, εμπλουτίζοντας την ίδια τη θεωρία για τη στρατηγική και την τακτική του επαναστατικού κινήματος. Οι αντιλήψεις, που κυριάρχησαν στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα προπολεμικά, ανέδειξαν μια σειρά αδυναμίες και αντιφάσεις στη διαμόρφωση της στρατηγικής του. Γι' αυτό εκτιμά αναγκαία τη μελέτη της στρατηγικής του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος πριν και κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η μελέτη δεν αφορά μόνο την ελληνική πραγματικότητα, αλλά την ικανότητα του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, να έχει καθαρή στρατηγική μετατροπής της αντίστασης στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, της πάλης ενάντια στην ξένη κατοχή, σε ταξική αναμέτρηση με την αστική τάξη, για να πάρει η εργατική τάξη την εξουσία και να οικοδομήσει το Σοσιαλισμό - Κομμουνισμό.
Το συμπέρασμα σήμερα είναι: Καμιά συμμαχία με την αστική τάξη, αλλά και την αστική πολιτική που στο εργατικό κίνημα την εκφράζει ο οπορτουνισμός. Η ήττα των αστικών και οπορτουνιστικών δυνάμεων αποτελεί προϋπόθεση για απεγκλωβισμό λαϊκών δυνάμεων από την αστική πολιτική, για την επαναστατικοποίηση της εργατικής τάξης, για τη διαμόρφωση της συμμαχίας της με τα λαϊκά στρώματα. Για να ανταποκριθεί στις νέες απαιτήσεις του σήμερα και του αύριο, των βαθύτερων και πιο γενικευμένων οικονομικών κρίσεων του καπιταλισμού, των ολοένα και περισσότερων εστιών ιμπεριαλιστικών πολέμων, των ολοένα και νέων ρηγμάτων στις υπάρχουσες ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, των ρηγμάτων στη συνοχή μεταξύ τμημάτων του κεφαλαίου και στη συνοχή της αστικής διακυβέρνησης. Σε τελευταία ανάλυση, για να φέρει πιο κοντά και με επιτυχία τη μέρα της κατάκτησης της εξουσίας.
Παραπομπές:
1. Το ΕΑΜ συγκροτήθηκε ως μέτωπο συνεργασίας κομμάτων και αργότερα προσωπικοτήτων και κοινωνικών δυνάμεων με διαφορετικές ιδεολογικές και πολιτικές αφετηρίες, αλλά με έναν μείζονα κοινό στόχο, που υπερέβαινε όλες τις διαφορές. Τη σωτηρία του λαού μας από την πείνα και την εξαθλίωση. Την απελευθέρωση της χώρας από τον ξένο ζυγό.(...) Το διακύβευμα, λοιπόν, για την αριστερά, αλλά και για το λαό μας σήμερα, όπως και τότε, τον Σεπτέμβρη του '41, δεν είναι ο δρόμος προς το σοσιαλισμό, αλλά ο δρόμος για τη σωτηρία της λαού και της κοινωνίας. Και βαδίζοντας αυτόν τον δρόμο, είναι βέβαιο ότι θα έρθουμε πολύ πιο κοντά και στο δρόμο της κοινωνικής δικαιοσύνης και του σοσιαλισμού. (Ομιλία Αλέξη Τσίπρα στο Φεστιβάλ της Νεολαίας του ΣΥΝ 2.10.2011)
2. Μπορεί να υπάρξει σήμερα ένα ΕΑΜ; Ναι, εάν η καινούργια υποδούλωση της χώρας στην ηγεμονία του χρηματιστικού κεφαλαίου επέφερε εθνικές αντιδράσεις και οδηγούσε στη θεωρία των καταστροφών. Ναι, αν η παγκοσμιοποίηση υποβάλλει διεθνικές υπερβάσεις της χρηματιστικής φάσης του καπιταλισμού. Τότε θα ανασηματοδούνταν τα υπόρρητα και άφατα της αριστερής εκδοχής της απελευθέρωσης. Αλλά τούτο θα σήμαινε ότι αφήνουμε στην άκρη την παλιά θεωρία για τον ασθενή κρίκο, δηλαδή την τακτική διαχείριση της επαναστατικής στρατηγικής (υπενθυμίζω την υπόθεση του Μαρξ ότι η προλεταριακή επανάσταση θα γίνει στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, μολονότι είχε δεχθεί το ενδεχόμενο να αναγραφεί στο Σινικό Τείχος η φράση «Ελευθερία - Ισότης - Αδελφότης»). (ΑΥΓΗ: 02/10/2011 Σπ. Ασδραχα).
*Ο Δημήτρης Ξεκαλάκης είναι μέλος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου