Σελίδες

16 Οκτ 2011

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΤΩΝ ΓΙΑ «ΝΕΟ ΕΑΜ»



Οπορτουνιστικές και άλλες σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις, κύρια στελέχη του ΠΑΣΟΚ που εκλέχτηκαν με το αντιλαϊκό του πρόγραμμα και αποχώρησαν όταν η λαϊκή δυσαρέσκεια φούντωσε, άφησαν στην άκρη προς στιγμήν τα κηρύγματα για την «ενότητα της αριστεράς» και λανσάρουν την πρόταση για ένα «νέο ΕΑΜ». 
Η πρότασή τους έχει για αφετηρία την εκτίμηση ότι σήμερα η χώρα βρίσκεται υπό κηδεμονία και οικονομική κατοχή από το μνημόνιο και την τρόικα και άρα αυτό που χρειάζεται είναι ένα μέτωπο όλων των αντιμνημονιακών δυνάμεων, το οποίο, μέσα από εκλογές, θα διασφαλίσει την «εθνική ανεξαρτησία» της χώρας, η οποία κατά την εκτίμησή τους θίγεται και κινδυνεύει.
Η πλειοψηφία των δυνάμεων που υποστηρίζουν τη μια ή την άλλη παραλλαγή της πρότασης για ένα «νέο ΕΑΜ», βλέπουν τη λύση του πολιτικού ζητήματος στην ανάδειξη μιας «άλλης» κυβέρνησης, η οποία, με σκόπιμα θολές διακηρύξεις, θα προωθήσει μέτρα που θα επαναφέρουν το βιοτικό επίπεδο στην προ μνημονίου κατάσταση, αφού διακηρυγμένος εχθρός τους είναι το μνημόνιο και όχι η στρατηγική των κομμάτων που το υπηρετούν. Αντιλαϊκά μέτρα, όμως, και ανατροπές είχαμε στην Ελλάδα και πολύ πριν το μνημόνιο, με τη ενεργό συμβολή μάλιστα πολλών από εκείνους που σήμερα καλούν σε «μέτωπα» ενάντια στην πολιτική του ΠΑΣΟΚ. Κύρια από το 1992 και έπειτα, εργατικές κατακτήσεις που στοίχησαν ακόμα και το αίμα του λαού, παίρνονται πίσω, και μάλιστα σε περιόδους καπιταλιστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα και την ΕΕ.
Για παράδειγμα, το τσάκισμα των μισθών και των συντάξεων ξεκίνησε πολύ πριν το μνημόνιο, όπως και το ξήλωμα της κοινωνικής ασφάλισης, που περιγράφεται αναλυτικά στη Στρατηγική της Λισαβόνας (2000) και σε άλλες αποφάσεις της ΕΕ, που συνδιαμόρφωσαν από κοινού οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Το ίδιο ισχύει και με τις ιδιωτικοποιήσεις στρατηγικών τομέων της παραγωγής, τις οποίες σήμερα, οι αυτοαποκαλούμενες «αντιμνημονιακές» δυνάμεις παρουσιάζουν σαν το απαύγασμα της απώλειας της εθνικής κυριαρχίας, αφού τα ξένα μονοπώλια ισχυροποιούν τη θέση τους σε υποδομές και μέσα παραγωγής, που ανήκαν παλιότερα στο κράτος ή σε ντόπιους επιχειρηματικούς ομίλους.
Ομως, η διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων είναι πολύ παλιότερη από το μνημόνιο. Εδράζεται στους κανόνες της ενιαίας αγοράς και έπειτα στις τέσσερις ελευθερίες του Μάαστριχτ. Τα στελέχη που αποχώρησαν από το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, άλλες δυνάμεις που κινούνται στις παρυφές τους, είναι κατά των ιδιωτικοποιήσεων, αλλά υπέρ της ΕΕ και ψήφισαν το Μάαστριχτ. Είναι κατά της μείωσης των μισθών και των συντάξεων, αλλά στήριξαν την ΟΝΕ, οργανικό κομμάτι της οποίας ήταν το Σύμφωνο Σταθερότητας, το οποίο προβλέπει αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία με πολιτικές λιτότητας, για να διατηρεί τη δύναμή του το ευρώ στον παγκόσμιο νομισματικό πόλεμο.
Διαχείριση και ενσωμάτωση
Ολα αυτά, οι δυνάμεις που καλούν σε ένα νέο ΕΑΜ προσπαθούν να τα παραγράψουν και μαζί τις ευθύνες που έχουν για τη σημερινή δεινή κατάσταση που βιώνει ο λαός. Πατάνε στην ανυπομονησία ανώριμων πολιτικά λαϊκών και μικροαστικών στρωμάτων, που βυθίζονται βίαια στη χρεοκοπία από τα μέτρα της κυβέρνησης και της τρόικας και αναζητούν εύκολες λύσεις που θα οδηγούν σε αποκατάσταση της οικονομικής τους κατάστασης, και όχι βέβαια σε ριζοσπαστικές αλλαγές προς όφελος συνολικά του λαού. Ο ορίζοντας των «αλλαγών» που ευαγγελίζονται φτάνει μόνο ως την αλλαγή φρουράς στην αστική διαχείριση, η οποία, ακόμα κι αν μια κυβέρνηση έχει τις καλύτερες προθέσεις, έχει τις δικές της νομοτέλειες και τους δικούς της όρους, ενάντια στο λαό και τα δικαιώματά του.
Για παράδειγμα, διαγραφή του χρέους υπέρ του λαού, όπως λένε ότι θα κάνει ο «νέος συνασπισμός εξουσίας», δε γίνεται, όσο η χώρα παραμένει στην ΕΕ και τα μονοπώλια κρατούν τα κλειδιά της παραγωγής. Διαπραγμάτευση και διαγραφή («κούρεμα») του χρέους κάνει και η σημερινή κυβέρνηση, σε βάρος του λαού, δείχνοντας τα όρια της αστικής διαχείρισης. Ούτε η πρόταση για εθνικοποίηση μιας ή δυο τραπεζών μπορεί να αποτελέσει μοχλό φιλολαϊκής ανάπτυξης, στο βαθμό που η οικονομία παραμένει καπιταλιστική και ο επιχειρηματίας επενδύει εκεί που υπάρχει κέρδος και όχι κοινωνική ανάγκη. Αλλωστε, από την έναρξη της κρίσης, οι καπιταλιστές έχουν γίνει οι ίδιοι μανούλες στην κρατικοποίηση προβληματικών τραπεζών, τα χρέη των οποίων φορτώνουν στους λαούς και τις παραδίδουν ξανά καθαρές στο κεφάλαιο.
Η επιλογή επίσης του όρου «νέο ΕΑΜ» δεν είναι τυχαία. Η χρησιμοποίησή της, στόχο έχει να διεγείρει το θυμικό χιλιάδων λαϊκών οικογενειών, που έχουν προσφέρει ένα τουλάχιστον μέλος τους στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, ψυχή του οποίου υπήρξε το ΚΚΕ. Με ανιστόρητους παραλληλισμούς, προσπαθούν να πείσουν ότι και σήμερα, το άμεσο πολιτικό καθήκον είναι η απελευθέρωση της χώρας από τη «νέα κατοχή». Αγνοούν οι ίδιοι ή κρύβουν από το λαό το χαρακτήρα και τις πραγματικές αιτίες της κρίσης, τις νομοτέλειες του καπιταλισμού στο ανώτερο στάδιο του ιμπεριαλισμού, τις δυσκολίες που προκύπτουν για τους αστούς να διαχειριστούν την κρίση με τα εργαλεία του παρελθόντος.
Κυρίως, συγκαλύπτουν τις ευθύνες των ελληνικών αστικών κομμάτων και της ντόπιας πλουτοκρατίας στο γκρέμισμα των εργατικών λαϊκών δικαιωμάτων και τον πρωταγωνιστικό τους ρόλο στη σημερινή αντιλαϊκή διαχείριση της κρίσης. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός δε χάνει ευκαιρία να επαναλαμβάνει ότι τα μέτρα που σήμερα εφαρμόζονται και οι διαρθρωτικές ανατροπές (κατάργηση των συμβάσεων, ανατροπές στο Δημόσιο, αντιδραστική αναδιάρθρωση του ασφαλιστικού συστήματος, φοροαφαίμαξη του λαού και πάει λέγοντας), είναι κατά 90% προγραμματικές προτάσεις του ΠΑΣΟΚ.
Με αυτές τις θέσεις εκλέχτηκαν πολλοί από εκείνους τους σημερινούς δήθεν «ανεξάρτητους», που καλλιεργούν αυταπάτες στο λαό ότι το ΠΑΣΟΚ ήταν καλό όσο οι ίδιοι το υπηρετούσαν, αλλά «χάλασε», γι' αυτό και αποχώρησαν. Η ρητορική τους και η ρητορική των οπορτουνιστών οδηγεί αντικειμενικά στη συμφιλίωση του λαού με την αστική τάξη και την πολιτική της, προωθεί την ενσωμάτωση στο ρεαλισμό της βαρβαρότητας, αφού λένε στο λαό ότι δεν υπάρχει τίποτα έξω από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και πως πρέπει να αναζητήσει λύσεις εντός των ορίων του, όπου όμως είναι από χέρι καμένος.
Μαζί με τους συμμάχους τους από τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ και άλλες δυνάμεις, αναπαράγουν μάλιστα συνθήματα της περιόδου του '80, όταν το ΠΑΣΟΚ περνούσε σε μεγάλο μέρος του λαού τον τεχνητό διαχωρισμό «δεξιά - αντιδεξιά», «φως και σκότος», «ή μαζί μου ή γυρνάμε ξανά στα Μακρονήσια», για να δημιουργήσουν συνειρμούς και να εγκλωβίσουν συνειδήσεις, σε μια περίοδο που πυκνώνουν οι κινήσεις για αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού.
Αφερέγγυοι
Το ΠΑΣΟΚ ήταν και είναι το αγαπημένο παιδί της αστικής τάξης, που μαζί με τη ΝΔ, έβγαλαν τις προηγούμενες δεκαετίες όλη τη βρώμικη δουλειά σε βάρος των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων. Η ένταξη της χώρας στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, στην οποία αντιτάχθηκε το ΚΚΕ, ήταν στρατηγική επιλογή της ντόπιας αστικής τάξης, η οποία συνεχίζει να συνδέει τα συμφέροντά της με τη συμμετοχή στο ευρωενωσιακό οικοδόμημα.
Από αυτήν τη συμμετοχή, όμως, πηγάζουν υποχρεώσεις και συνέπειες που καθορίζονται από την ανισομετρία στον καπιταλιστικό τρόπο ανάπτυξης, η οποία κάνει τις χώρες που βρίσκονται χαμηλότερα στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα να μοιάζουν στα μάτια του λαού σαν εξαρτημένες από τις οικονομικά ισχυρότερες. Επιπλέον, οι ιμπεριαλιστικές συμμαχίες δε βασίζονται στην αρχή της αλληλεγγύης, όπως για χρόνια παραμύθιαζαν το λαό τα κόμματα του ευρωμονόδρομου, αλλά στο αμοιβαίο συμφέρον που αποκομίζουν οι καπιταλιστές της κάθε χώρας, χτυπώντας ενιαία τους λαούς και ισχυροποιώντας τη θέση τους στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Μέσα σε τέτοιες λυκοσυμμαχίες, οι ανταγωνισμοί συνεχίζουν να υπάρχουν και οξύνονται σε συνθήκες κρίσης.
Ακριβώς επειδή ισχύουν τα παραπάνω και επειδή οι καπιταλιστικές οικονομίες έχουν μεγάλο βαθμό αλληλοδιαπλοκής και αλληλεξάρτησης στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, η παρουσία της τρόικας στην Ελλάδα και το μνημόνιο, δεν είναι το αποτέλεσμα μιας οποιασδήποτε κατοχής, αλλά στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης και των συμμάχων της για λογαριασμό της ντόπιας αστικής τάξης, τα συμφέροντα της οποίας είναι ταυτισμένα με τη συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ και το ευρώ.
Ενα εξίσου παράδοξο και προκλητικό στοιχείο, που δείχνει και τη φύση του οπορτουνισμού, είναι και το γεγονός ότι οι κάθε λογής δυνάμεις του χώρου προσχώρησαν στον αστικό κοσμοπολιτισμό, θεωρώντας μάλιστα ότι η εθνοκρατική οργάνωση έχει ξεπεραστεί, στα πλαίσια της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης. Ολοι αυτοί, εμφανίζονται σήμερα να υπερασπίζονται την «εθνική ανεξαρτησία» της Ελλάδας από την ΕΕ και τους μηχανισμούς της! Είναι οι ίδιοι που κατηγορούσαν το ΚΚΕ για εθνοκεντρισμό και απομονωτισμό, όταν πολεμούσε, για παράδειγμα, τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, η οποία αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της συνειδητής παραχώρησης μέρους της εθνικής κυριαρχίας από την αστική τάξη και το πολιτικό της προσωπικό στο διακρατικό ιμπεριαλιστικό σχηματισμό της ΕΕ και τα όργανά του.
Σήμερα, αυτό που αντικειμενικά τίθεται σαν επείγον πολιτικό ζήτημα, είναι η παρεμπόδιση των βάρβαρων μέτρων, δεμένη με την πάλη για την ανατροπή της στρατηγικής που τα επιβάλλει. Αλλος τρόπος για να γίνει αυτό δεν υπάρχει από το να στεριώσει παντού και να δυναμώσει η κοινωνική συμμαχία ανάμεσα στην εργατική τάξη, στους αυτοαπασχολούμενους, στη φτωχή αγροτιά, στα ριζοσπαστικά κινήματα των γυναικών και της νεολαίας, όλων αυτών δηλαδή που πλήττονται από τα μονοπώλια και έχουν αντικειμενικό συμφέρον από την κοινωνικοποίησή τους. Αυτήν την αναγκαία προοπτική προσπαθούν να θολώσουν ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ και άλλες δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας και του οπορτουνισμού, ανοίγοντας το δρόμο να σταθεροποιηθεί η αστική ιδεολογία και πολιτική στο εργατικό λαϊκό κίνημα, σε μια περίοδο που γνωρίζει έντονες αναταράξεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου