Η αποδόμηση της κυρίαρχης πολιτιστικής πολιτικής από τη σκοπιά του ΚΚΕ και η διέξοδος προς όφελος του λαού ήταν στο επίκεντρο της σχετικής θεματικής εκδήλωσης στο Φεστιβάλ της ΚΝΕ και του «Οδηγητή».
Κάλεσμα προς το λαϊκό κίνημα και τους καλλιτέχνες «να δώσουν συγκροτημένα και οργανωμένα τη μάχη για έναν άλλο πολιτισμό, που στο κέντρο του θα έχει τον άνθρωπο και τις πραγματικές του ανάγκες, στο πλαίσιο της λαϊκής οικονομίας και λαϊκής εξουσίας» απευθύνει το ΚΚΕ.
Το κάλεσμα αυτό ήταν και το συμπέρασμα, ουσιαστικά, της εκδήλωσης με θέμα τις εξελίξεις στον πολιτισμό και τις επιπτώσεις τους στην κατάσταση της εργατικής τάξης και των καλλιτεχνών, που πραγματοποιήθηκε το περασμένο Σάββατο στο πλαίσιο του 37ου Φεστιβάλ ΚΝΕ - «Οδηγητή». Την κεντρική εισήγηση έκανε το μέλος του Πολιτιστικού Τμήματος της ΚΕ του ΚΚΕ Στράτος Σαραντίδης, ενώ τις εξειδικεύσεις στους τομείς της μουσικής και του κινηματογράφου έκαναν τα στελέχη του Κόμματος Βασίλης Παρασκευόπουλος, μουσικός, και Κώστας Σταματόπουλος, σκηνοθέτης.
Συντονίστρια ήταν το στέλεχος του Κόμματος και ηθοποιός Λίλα Καφαντάρη.
Ο εισηγητής ξεκαθάρισε ότι και το ζήτημα του πολιτισμού «οφείλουμε να το εξετάσουμε μέσα από το πρίσμα του ιστορικού υλισμού, τη μαρξιστική - λενινιστική αντίληψη για την αλληλεπίδραση της οικονομικής βάσης της κοινωνίας με το εποικοδόμημα». Η εισήγηση επικεντρώθηκε στον κινηματογράφο, το θέατρο και τη μουσική, αφού σε αυτούς τους τομείς «έχει ολοκληρωθεί σε μεγαλύτερο βαθμό η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου».
Από δημιουργός... έμπορος
Αφού έκανε μια αναγκαία ιστορική αναδρομή στο πώς αντιμετώπιζε το κεφάλαιο τον πολιτισμό μέχρι και τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, ο ομιλητής σημείωσε ότι με την Ευρωπαϊκή Ενωση «προβάλλει η αναγκαιότητα της ύπαρξης ενιαίας ευρωπαϊκής ταυτότητας ως προϋπόθεση για την ύπαρξη ενιαίας πολιτιστικής αγοράς, που είναι και ο στόχος τους (...) Η ελληνική κυβέρνηση με μικρά αποσπασματικά μέτρα και με τον πολυνόμο του ΥΠΠΟ Βενιζέλου, πετάει έξω από τις επιτροπές τους φορείς των καλλιτεχνών (έχοντας εξασφαλίσει προηγούμενα την ανοχή της μεγάλης μάζας των μελών τους). Βαθαίνει ακόμη περισσότερο την εμπορευματοποίηση στην τέχνη. Οπου, όπως στα εικαστικά, η παραγωγή στηρίζεται στον ατομικό δημιουργό - παραγωγό, το κεφάλαιο πασχίζει να τον μετατρέψει επίσημα από καλλιτέχνη δημιουργό σε έμπορο και αποπειράται να τον εντάξει στο τότε ΤΕΒΕ (...).
(...) Κάνουν την εμφάνισή τους στο θέατρο οι πρώτες μονοπωλιακές ενώσεις (...) Στόχος η εξασφάλιση του ελέγχου του μηχανισμού κυκλοφορίας του "εμπορεύματος" που λέγεται θεατρική παράσταση. Αυτές οι διεργασίες γεννούν το μονοπώλιο της ΕΛΘΕΑ (σ.σ. Ελληνική Θεαμάτων) στο θέατρο. Η ΕΛΘΕΑ, παράλληλα με τις όποιες παραγωγές, αγοράζει αίθουσες προκαλώντας τον πανικό στις μικρομεσαίες παραδοσιακές επιχειρήσεις του θεάτρου.
(...) Αρχίζουν σιγά σιγά να δημιουργούνται και άλλοι χώροι πολλαπλής πολιτιστικής αξιοποίησης (...) Πίσω από αυτές τις επιχειρήσεις βρίσκονται μονοπωλιακοί όμιλοι ή πολιτιστικά ιδρύματα μονοπωλιακών ομίλων, που βλέπουν πως υπάρχουν όροι κερδοφορίας (...)».
Μετά τις τελευταίες εκλογές ένα από τα πρώτα μέτρα της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ είναι η δημιουργία κοινού υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού, «μια διαδικασία που έχει προαναγγελθεί από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, όταν αρχαιολογικά μνημεία που αξιοποιούνταν για διάφορα φεστιβάλ λ.χ. Ηρώδειο, θέατρο Επιδαύρου, παραδίδονται στο ίδρυμα Λαμπράκη». Το καλοκαίρι του 2009 το ΠΑΣΟΚ «είχε ψηφίσει μαζί με τη ΝΔ (που ήταν τότε κυβέρνηση), το ΣΥΡΙΖΑ και το ΛΑ.Ο.Σ. την κύρωση της σύμβασης με το ίδρυμα"«Νιάρχος" για την παραχώρηση σ' αυτό του Δέλτα του Φαλήρου, στο οποίο θα ενταχθούν η ΕΛΣ (σ.σ. Εθνική Λυρική Σκηνή) και η Εθνική Βιβλιοθήκη, υπό την εποπτεία και τον έλεγχο του ιδρύματος. Η ένταξη του τουρισμού στις αρμοδιότητες του ΥΠΠΟ (...) είναι ένα ακόμη βήμα στην ολοκλήρωση της εμπορευματοποίησης της τέχνης (...) Εντείνεται η αποϊδεολογικοποίηση του θεατρικού έργου, ακόμη και έργων του κλασικού ρεπερτορίου, αφαιρούνται δηλαδή εκείνα τα στοιχεία που ουσιαστικά αποτελούν την άποψη του συγγραφέα για την εποχή του, τη θέση του απέναντι στα ζητήματα που η εποχή του έβαζε για λύση».
Κυβερνητικό μέτρο για την αλλαγή της πολιτικής στις επιχορηγήσεις του λεγόμενου «ελευθέρου θεάτρου», «δηλαδή των ιδιωτικών θεατρικών επιχειρήσεων». «Δεν πρόκειται για επιχορηγήσεις των σχημάτων. Πρόκειται για χρηματοδότηση προγραμμάτων του υπουργείου Πολιτισμού - Τουρισμού, στα οποία προγράμματα μπορούν να ενταχθούν οι ενδιαφερόμενοι εφόσον έχουν τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την ένταξή τους. Η αλλαγή αυτή, από επιχορηγήσεις σε προγράμματα, κρύβει μια ουσία (...) Η εκτίμησή μας είναι ότι πέραν των άλλων με αυτό το μέτρο επιχειρεί να ξεκαθαρίσει ίσως το τοπίο από κάποιους ενοχλητικούς μικρούς και να συνεχίσει με ένα νέο πακέτο αργότερα, ώστε να στηρίξει με νέους όρους την καπιταλιστική ανάπτυξη στο χώρο του θεάτρου.
Στα καλλιτεχνικά κριτήρια (...) στο όνομα της «πρωτοτυπίας» επιχειρείται να μοριοδοτηθεί η μορφική ανανέωση της θεατρικής τέχνης σε βάρος του περιεχόμενου (...) Πρόκειται για συστηματική ενίσχυση και προώθηση του αποκαλούμενου μεταμοντέρνου ρεύματος στην τέχνη. Ενα ρεύμα που εμφανίζεται ως πρωτοποριακό και σύγχρονο, τη στιγμή που εξυπηρετεί τον παμπάλαιο και βαθύτατα αντιδραστικό στόχο της ιδεολογικής χειραγώγησης, την έκφραση με νέα μορφή της αμετάβλητης κυρίαρχης ιδεολογίας, ώστε να φαίνεται πάντα φρέσκια και ελκτική. Πίσω από τη δημαγωγία για ενίσχυση των νέων τάσεων και της πρωτοτυπίας κρύβεται η επιχείρηση αλλοίωσης του περιεχομένου και του νοήματος ακόμη και των έργων του κλασικού θεατρικού ρεπερτορίου, με σκοπό την προσαρμογή τους στις σύγχρονες πολιτικές και ιδεολογικές αναγκαιότητες και επιδιώξεις του κεφαλαίου (ξαναγράψιμο της Ιστορίας, αποδόμηση, αντικομμουνισμός κλπ.).
(...) Εντάσσει στο καθεστώς της εργασιακής εφεδρείας μέσα στην πρώτη ομάδα των 151 φορέων 20 πολιτιστικούς φορείς. Ανάμεσά τους όλοι οι βασικοί κρατικοί φορείς όπως η ΕΛΣ, το Εθνικό Θέατρο, το ΚΘΒΕ (σ.σ. Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος), το ΕΚΚ (σ.σ. Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου), το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης κλπ. Αυτή η εξέλιξη θα επιφέρει μια αύξηση ανεργίας στο χώρο, θα αδυνατίσει αυτούς τους κρατικούς φορείς, θα τους υποχρεώσει να δεθούν ακόμη περισσότερο από το ιδιωτικό κεφάλαιο (...) με σοβαρές επιπτώσεις στο περιεχόμενο και την κατεύθυνση της καλλιτεχνικής τους παραγωγής.
Πολιτιστικό μέτωπο αντίστασης και ανυπακοής!
Η εργατική τάξη, η νεολαία και τα άλλα λαϊκά στρώματα «δεν βιώνουν μόνο τις οικονομικές επιπτώσεις της κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος (...) αλλά αποξενώνονται ακόμη περισσότερο από την τέχνη (...) την ίδια ώρα που το έχουν περισσότερο ανάγκη, για να αντιληφθούν, με τον αναντικατάστατο τρόπο που η τέχνη μπορεί να το κάνει, την αντικειμενική πραγματικότητα, να εμψυχωθούν και να μπουν στη μάχη για να διεκδικήσουν όχι μόνο αυτό που δημιουργούν και το λυμαίνονται οι εκμεταλλευτές τους, αλλά και τη δική τους εξουσία.
Θα περιοριστεί η ουσιαστική ικανοποίηση των αναγκών τους για ψυχαγωγία και αισθητική καλλιέργεια. Για μεγάλα τμήματα του λαού μοναδική άθλια διέξοδος θα είναι τα παρακμιακά σκουπίδια του κυρίαρχου πολιτισμού.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες προβάλλουν και στις τέχνες και τον πολιτισμό γενικότερα δύο τρόποι ανάπτυξης. Ο ένας η καπιταλιστική ανάπτυξη. Στο κέντρο της έχει τα κέρδη των μονοπωλίων, την ακόμη μεγαλύτερη συγκέντρωση κεφαλαίων, τη μεγαλύτερη εξαθλίωση -οικονομική και πολιτισμική- του λαού. Ο άλλος είναι η ανάπτυξη που στηρίζεται στη λαϊκή εξουσία και τη λαϊκή οικονομία. Εχει στο κέντρο του ενδιαφέροντός της την ανάπτυξη του πολιτιστικού επιπέδου του λαού, τις λαϊκές ανάγκες για ψυχαγωγία και πολιτιστική καλλιέργεια. Δεν υπάρχουν πια άλλα περιθώρια. Ο λαός και οι καλλιτέχνες δεν έχουν να περιμένουν τίποτε καλό από τις θυσίες που τους επιβάλει αυτή η κυβέρνηση. Πρέπει να ξεφύγουν από τα πλαστά διλήμματα που ορθώνουν μπροστά τους τα φερέφωνα του συστήματος. Είναι αναγκαίο να πιστέψουν στη δύναμή τους, να ορθώσουν και στον πολιτισμό μέτωπο αντίστασης και ανυπακοής. Να αγωνιστούν για μια ισχυρή ταξική κοινωνική συμμαχία, ικανή να ανατρέψει αυτήν την πολιτική και ακόμη παραπέρα να κλονίσει το καπιταλιστικό σύστημα που γεννά τη φτώχεια, την εξαθλίωση, την απόλυτη κοινωνική ανισότητα. Να δώσουν συγκροτημένα και οργανωμένα τη μάχη για έναν άλλο πολιτισμό, που στο κέντρο του θα έχει τον άνθρωπο και τις πραγματικές του ανάγκες, στο πλαίσιο της λαϊκής οικονομίας και λαϊκής εξουσίας».
Μουσική και οπτικοακουστικά στο μονοπωλιακό «στόχαστρο»
Β. Παρασκευόπουλος σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι «μεγάλοι μονοπωλιακοί όμιλοι όπως το Ιδρυμα Νιάρχου, Ιδρυμα Ωνάση, Ιδρυμα Θεοχαράκη, επενδύουν με σοβαρές βλέψεις στο χώρο του πολιτισμού. Αντίστοιχα, οι κρατικές υποδομές συρρικνώνονται και βρίσκονται στο σημείο της πλήρους υποχρηματοδότησης (κρατικά θέατρα, Λυρική, κρατικό ωδείο Β. Ελλάδας, Ωδείο Αθηνών, επιχορηγούμενες ορχήστρες, Κρατική Ορχήστρα Ελληνικής Μουσικής και των Χρωμάτων)».
Πρόσθεσε ότι η παραχώρηση γης (Φαληρικό Δέλτα) και πολιτιστικών φορέων (Λυρική, Εθνική Βιβλιοθήκη) στο Ιδρυμα Νιάρχου εντάσσεται «στον ανταγωνισμό για το παραλιακό μέτωπο της Αττικής», στον τουρισμό, στη διαχείριση του ελεύθερου χρόνου. «Ενώ το ΥΠΠΟΤ μειώνει σε τραγικά επίπεδα την επιχορήγηση στη Λυρική, έχουν αποφασίσει να χρηματοδοτούν τη νέα ΑΕ που θα διαχειρίζεται το χώρο με 48 εκ. το χρόνο για τις λειτουργικές ανάγκες. Παίρνουν χρήματα από το λαό και τα δωρίζουν στο μεγάλο κεφάλαιο». Επίσης, η Ορχήστρα των Χρωμάτων «ενώ δεν χρηματοδοτείται πλέον καθόλου από το ΥΠΠΟΤ, έχει κάνει συμφωνία με το Ιδρυμα Ωνάση για να καλύπτει ανάγκες του Ιδρύματος και αυτή τη στιγμή το Ιδρυμα εκβιάζει τους μουσικούς να πληρώνονται ανά συναυλία».
Αναφερόμενος στη «βεντάλια της συναίνεσης και στο χώρο του πολιτισμού» όπως εκφράζεται στους δήμους, ανέφερε τη συνέχιση της αντιδραστικής πολιτιστικής πολιτικής του πρώην δημάρχου Αθήνας «που υποστηρίχθηκε από τη ΝΔ, τον ΛΑ.Ο.Σ. και την Μπακογιάννη», από τη σημερινή δημοτική αρχή που υποστηρίζεται από το ΠΑΣΟΚ και τη «Δημοκρατική Αριστερά».
Ο Κ. Σταματόπουλος ανέφερε ότι το ευρωπαϊκό κεφάλαιο ενδιαφέρεται πολύ για τον οπτικοακουστικό τομέα και για οικονομικούς και για ιδεολογικούς λόγους. Στο ιδεολογικό κομμάτι έφερε σαν παράδειγμα την προηγούμενη χρονιά «όπου βλέπουμε μια τάση σε ευρωπαϊκές παραγωγές να αναπτύσσεται και το "μεταμοντέρνο" και η αναθεώρηση της Ιστορίας με αιχμή του δόρατος τον αντικομμουνισμό. Μόνο οι αντικομμουνιστικές ταινίες που ασχολούνται με τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο είναι επτά, παραγωγής ή συμπαραγωγής της ΕΕ. Από αυτές οι τρεις είναι γερμανικές».
Εκανε ιδιαίτερη αναφορά στη στήριξη του αντιδραστικού νόμου για τον κινηματογράφο από «κινηματικές κατασκευές» όπως οι λεγόμενοι «Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη», ενώ έδωσε χαρακτηριστικά παραδείγματα αποδόμησης του δημόσιου χαρακτήρα της κινηματογραφικής παραγωγής από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες που αποδεικνύουν ότι η εμπορευματοποίηση του κινηματογράφου είναι στρατηγική επιλογή των μονοπωλίων.
«Το ερώτημα είναι ανάπτυξη από ποιον για ποιον και στον πολιτισμό. Γιατί η τέχνη δεν είναι μια ιστορία κέρδους, αλλά πνεύματος και ηθικού αναστήματος ενός λαού», κατέληξε.
Χρειάζεται οργάνωση
παντώντας σε ερωτήσεις για την ερασιτεχνική δημιουργία και τα πνευματικά δικαιώματα ο Στρ. Σαραντίδης σημείωσε ότι «οι αυθόρμητες κινήσεις πρέπει να μπουν με έναν τρόπο πιο οργανωμένο στη δράση. Ανεξάρτητα από τη θέλησή τους, αν έχεις απέναντί σου ένα οργανωμένο κράτος, δεν μπορείς με αυθόρμητες κινήσεις να αντιμετωπίσεις αυτήν την κατάσταση. Χρειάζεται οργάνωση, συγκρότηση, σχεδιασμός».
«Ο όρος πνευματικά δικαιώματα είναι ένας όρος που τον χρησιμοποιούμε μόνο εμείς. Στη νομοθεσία και στα κείμενά τους υπάρχει ο όρος πνευματική ιδιοκτησία και δικαιώματα που απορρέουν από αυτή. Η πνευματική ιδιοκτησία θέλουν να περάσει στα χέρια του παραγωγού και όχι στα χέρια του πραγματικού δημιουργού». Πρόσθεσε ότι δεν τους ενδιαφέρει μόνο το κέρδος αλλά συνολικά ο έλεγχος της πνευματικής δημιουργίας: «Υπάρχουν απαγορεύσεις έργων, όπως π.χ. ο "Κύκλος με την Κιμωλία" του Μπρεχτ. Θέλησε η ΚΝΕ να κάνει μια διασκευή του έργου για παιδιά. Είναι το μόνο έργο του Μπρεχτ που δεν έχει πνευματικά δικαιώματα. Γιατί ο ίδιος ο Μπρεχτ με δικαστική απόφαση θεώρησε ότι το συγκεκριμένο έργο, επειδή το έχει πάρει ατόφιο από ένα παραμύθι γεωργιανό, δεν είναι δικό του. Αυτός που είχε πάρει διεθνώς τα δικαιώματα του Μπρεχτ απαγόρευσε να γίνει αυτή η παράσταση. Χρειάζεται λοιπόν η οργανωμένη αντιπαράθεση. Και όσο γενικεύεται ένα τέτοιο κίνημα ανυπακοής ενάντια στα μονοπώλια, τόσο το καλύτερο για το λαό».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου