Σελίδες

29 Αυγ 2010

Αναπροσαρμογή στην πολιτική του μνημονίου

Ευέλικτο κυβερνητικό σχήμα, καλλικρατικοί δήμοι και περιφέρειες, τεχνοκράτες και μυστικοσύμβουλοι, όλοι στην υπηρεσία του κεφαλαίου


Η προσπάθεια της κυβέρνησης να πείσει ότι η επικαιροποίηση του μνημονίου τίποτα κακό δεν προμηνύει για τα λαϊκά στρώματα, είναι τουλάχιστον προκλητική. Οπως προκλητική για το λαό, που στενάζει από την πολιτική του ΠΑΣΟΚ και της τρόικας, είναι και η αγωνιώδης προσπάθεια του Γ. Παπακωνσταντίνου, την περασμένη Τετάρτη στη Βουλή, να πείσει ότι «οι θυσίες του λαού πιάνουν τόπο», ότι «τα δύσκολα τελείωσαν» και πως η κυβέρνηση βλέπει φως στην «άκρη του τούνελ».
Η αλήθεια είναι τελείως διαφορετική και απέχει έτη φωτός από τη διαπίστωση του κυβερνητικού εκπροσώπου ότι «ένα τουλάχιστον 80% των συμπολιτών μου (...) ακόμα και δεξιοί, όπως αυτοχαρακτηρίζονται ψηφοφόροι, λένε μην κάνετε πίσω. Προχωράτε», όπως έλεγε σε ραδιοφωνική του συνέντευξη την περασμένη βδομάδα.
Οσους εικονικούς συμπαραστάτες και αν ανακαλύψουν τα κυβερνητικά στελέχη ανάμεσα στο λαό, η πραγματικότητα λέει πως η λαϊκή δυσαρέσκεια
από τη βάρβαρη πολιτική του μνημονίου μεγαλώνει, προκαλώντας ιδιαίτερη ανησυχία στα επιτελεία κυβέρνησης και ΕΕ. Γι' αυτό η Κομισιόν, στην έκθεσή της για την πορεία υλοποίησης του μνημονίου στην Ελλάδα, ομολογεί το φόβο του κεφαλαίου για τον εχθρό λαό, καθώς προβλέπει «κινδύνους κοινωνικής αναταραχής και πολιτικών εντάσεων, που αποτελούν σημαντικές απειλές για το πρόγραμμα».
Η κυβέρνηση έχει να διαχειριστεί το βραχνά μιας βαθύτατης καπιταλιστικής κρίσης, της οποίας η δημοσιονομική δυστοκία είναι συνέπεια και όχι η αιτία. Οι προοπτικές τής - ούτως ή άλλως πρόσκαιρης και αναιμικής - ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας στην Ελλάδα, όπως και σε ολόκληρο τον κόσμο, παραμένουν δυσοίωνες για το κεφάλαιο, παρά την προσπάθεια να καλλιεργηθεί κλίμα τεχνητής ευφορίας. Ταυτόχρονα, η πλουτοκρατία βλέπει την κρίση σαν μοναδική ευκαιρία να ξεμπερδεύει με όποια εργατική κατάκτηση άφησε πίσω του ο 20ός αιώνας.
Από αυτήν τη σκοπιά, η κυβέρνηση και τα κόμματα - στυλοβάτες της στρατηγικής του μνημονίου, προσπαθούν, από τη μια, να προωθήσουν όλα εκείνα τα μέτρα που έχει ανάγκη το κεφάλαιο και, από την άλλη, να διαχειριστούν τις συνέπειες της κρίσης με τρόπο τέτοιο, ώστε να αποφευχθούν γενικευμένες και ριζοσπαστικές λαϊκές αντιδράσεις, οι οποίες, κάτω από προϋποθέσεις, μπορούν να απειλήσουν σοβαρά το αστικό πολιτικό σύστημα και τα δομικά συστατικά του.
Με δεδομένα τα παραπάνω, το επικαιροποιημένο μνημόνιο είναι μονόδρομος για την πλουτοκρατία και τα κόμματά της, καθώς ο σάπιος καπιταλισμός δεν μπορεί παρά να γίνεται ολοένα και πιο επιθετικός, πιο αντιδραστικός για το λαό.
Τσακίζουν ό,τι έχει μείνει όρθιο
Η νομοτελειακή δίψα του κεφαλαίου να εξασφαλίζει ολοένα και πιο φτηνή εργατική δύναμη, δεν μπορεί παρά να οδηγεί το πολιτικό του προσωπικό σε κλιμακούμενα μέτρα και νόμους που τείνουν στην ολοκληρωτική κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων, στην απαλλαγή της εργοδοσίας και του κράτους από τις ασφαλιστικές εισφορές, στην ταχύτερη ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίηση της Υγείας, της Πρόνοιας, της Παιδείας.
Η ανάγκη του κεφαλαίου να απομυζά κάθε ευρώ από τον κοινωνικά παραγόμενο πλούτο, δεν μπορεί παρά να υπαγορεύει στις κυβερνήσεις της πλουτοκρατίας πολιτικές λιτότητας και περικοπών στις κοινωνικές δαπάνες, ώστε, από τη μια, να μεγαλώνει ο χώρος δράσης της ιδιωτικής πρωτοβουλίας σε τομείς ζωτικής σημασίας για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης (Υγεία - Παιδεία) και, από την άλλη, να περισσεύει μεγαλύτερο κομμάτι του προϋπολογισμού που θα κατευθύνεται άμεσα ή έμμεσα σε μέτρα για την ενίσχυση των μεγαλοεπιχειρήσεων.
Απ' αυτή τη σκοπιά, πράγματι, το «επικαιροποιημένο» μνημόνιο τίποτα καινούριο δεν περιέχει. Είναι η αυτονόητη συνέχεια της αντιλαϊκής πολιτικής που άσκησαν στην Ελλάδα το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ τα τελευταία 35 χρόνια, συνδιαμορφώνοντας και προωθώντας τις στρατηγικές συμφωνίες της ΕΕ, με τελευταία την «ΕΕ 2020». Με τους νόμους τους, εξασφάλισαν την τεράστια κερδοφορία του κεφαλαίου, από τη μια, και, από την άλλη, οδήγησαν την εργατική λαϊκή οικογένεια σε σχετική και απόλυτη επιδείνωση των όρων που ζει και βγάζει το ψωμί της.
Με μια τέτοια προσέγγιση, είναι αυτονόητο ότι το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο δικαιούται να λέει πως βλέπει «φως στο τούνελ», στο βαθμό που η κυβέρνηση και τα άλλα αστικά κόμματα εμφανίζονται αποφασισμένα να δώσουν μέχρις εσχάτων τη μάχη για τα συμφέροντά του.
Αλλωστε, ο καθένας μπορεί σήμερα να διακρίνει πιο καθαρά αυτό που από την πρώτη στιγμή έλεγε το ΚΚΕ. Οτι, δηλαδή, η λογική του μνημονίου δεν επιβλήθηκε στην κυβέρνηση, αλλά αντίθετα αποτελεί έκφραση της στρατηγικής της στη δοσμένη ιστορική στιγμή.
Καθόλου τυχαία, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ Π. Ευθυμίου, ωρυόταν την περασμένη Τετάρτη ότι«η πολιτική της κυβέρνησης είναι ούτως ή άλλως σχεδιασμένη πέρα από το μνημόνιο και όπως σωστά κατά καιρούς ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει τονίσει, μια σειρά από θεωρούμενα μέτρα του μνημονίου υπήρξαν θεμελιώδεις τοποθετήσεις του ΠΑΣΟΚ, ήδη από το πρόγραμμα που καταθέσαμε το Μάρτιο του 2007 (...) Οτιδήποτε περιελήφθη στο Ασφαλιστικό είχε προδιαγραφεί ως δέσμευσή μας εκ των προτέρων»!
Διασταυρούμενα αντιλαϊκά πυρά
Μέσα από αυτό το πρίσμα, πρέπει να ιδωθούν και οι κυοφορούμενες αλλαγές στη δομή της κυβέρνησης, ο ανασχηματισμός, αλλά κυρίως οι επερχόμενες εκλογές για την τοπική Διοίκηση.
Η καλλιέργεια φρούδων προσδοκιών ότι ο ανασχηματισμός θα σημάνει και στροφή της κυβερνητικής πολιτικής σε φιλολαϊκή δήθεν κατεύθυνση, είναι πρόκληση που πρέπει να απαντηθεί από το λαό. Αλλωστε, σε θέσεις κλειδιά αναμένεται να διατηρηθούν ή να ανακυκλωθούν στελέχη που έχουν περάσει με απόλυτη επιτυχία τις εξετάσεις στην προώθηση και στην προπαγανδιστική υπεράσπιση του αντιλαϊκού έργου.
Η κυβέρνηση προσαρμόζεται στις νέες, αυξημένες απαιτήσεις που γεννά η επιτάχυνση στην εφαρμογή του μνημονίου, γεγονός που προϋποθέτει πιο ευέλικτα κυβερνητικά σχήματα και μικρότερα κέντρα αποφάσεων, για να αποφεύγονται διαχειριστικές τριβές και καθυστερήσεις.
Καθόλου τυχαία, αμέσως μετά την ψήφιση του μνημονίου, η κυβέρνηση πέρασε νόμο, με τον οποίο καταργεί την ίδια τη Βουλή σε ό,τι αφορά τη συζήτηση και την έγκριση των αντιλαϊκών συμφωνιών που υπογράφουν τα στελέχη της με την τρόικα. Συνέχεια αυτών και άλλων αντιδραστικών πρωτοβουλιών αποτελούν και οι επερχόμενες αλλαγές στον τρόπο οργάνωσης της κυβέρνησης.
Τόσο ο διορισμός «υπουργού συντονισμού», όσο και οι αλλαγές στη λειτουργία του πρωθυπουργικού γραφείου, έχουν ως στόχο να συγκροτηθεί το κατάλληλο κυβερνητικό σχήμα που το επόμενο διάστημα θα κληθεί να πάει ένα βήμα πιο πέρα τη γενικευμένη επίθεση στα δικαιώματα του λαού.
Το ομολογεί, άλλωστε, ο ίδιος ο πρωθυπουργός, λέγοντας στην πρόσφατη άτυπη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου ότι οι αλλαγές στη δομή της κυβέρνησης στόχο έχουν «την παρακολούθηση, την αξιολόγηση και την προώθηση των προτεραιοτήτων μέσα από ένα κεντρικό επιτελείο».
Αυτό το επιτελείο, σε συνεργασία με τους τεχνοκράτες της τρόικας και το άτυπο διευθυντήριο των μυστικοσύμβουλων του πρωθυπουργού, θα αναλάβει να περάσει το επόμενο διάστημα τα νέα μέτρα και τις σαρωτικές ανατροπές που έχουν ήδη δρομολογηθεί και θα αναπροσαρμόζονται προς το χειρότερο ύστερα από κάθε τρίμηνη επικαιροποίηση του μνημονίου.
Συστατικό κομμάτι αυτής της νέας αντιλαϊκής δομής θα αποτελέσουν και οι εκλεγμένοι περιφερειάρχες και δήμαρχοι του «Καλλικράτη». Ο ίδιος ο Γ. Παπανδρέου ξεκαθάρισε στο άτυπο υπουργικό συμβούλιο ότι «με την εφαρμογή του "Καλλικράτη", δεν πραγματοποιείται μόνο μια πολιτική ανατροπή, αλλά και η ανατροπή της αντίληψης για τη δομή και τη λειτουργία του κράτους, με μια επιτελική κυβέρνηση και με αποκεντρωμένες σοβαρές αρμοδιότητες, πόρους και λειτουργίες, κοντά στον πολίτη, από την Αυτοδιοίκηση».
Με άλλα λόγια, οι εκλεγμένοι στην τοπική διοίκηση θα αποτελέσουν το βασικό μοχλό για το πέρασμα της αντιλαϊκής στρατηγικής και της εφαρμογής του μνημονίου, κύρια στους τομείς των εργασιακών σχέσεων, της Υγείας - Πρόνοιας - Παιδείας. Ταυτόχρονα, θα αποτελέσουν τη δύναμη κρούσης στο άνοιγμα νέων κερδοφόρων πεδίων για το κεφάλαιο, εξειδικεύοντας σε τοπικό επίπεδο τον νέο «αναπτυξιακό» νόμο.
Οσοι περισσότεροι εκπρόσωποι του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΛΑ.Ο.Σ. εκλεγούν στην τοπική διοίκηση, τόσο πιο αποτελεσματικά θα υπηρετηθεί η πολιτική του μνημονίου, ενώ και η στρατηγική του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί μέρος και όχι λύση του προβλήματος.
Μόνο οι συνδυασμοί της «Λαϊκής Συσπείρωσης», τους οποίους στηρίζει το ΚΚΕ, πάνε στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές με ξεκάθαρο μέτωπο ενάντια στη στρατηγική του μνημονίου.
Οι επικείμενες εκλογές είναι μια πολιτική αναμέτρηση εφ' όλης της ύλης, στην οποία ο λαός έχει τη δυνατότητα να καταγράψει στην κάλπη τις θετικές διεργασίες που γίνονται στη συνείδησή του, με την καταδίκη της πολιτικής ΠΑΣΟΚ - ΝΔ - ΛΑ.Ο.Σ. και του καιροσκοπισμού του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ.
Προς το δικό του συμφέρον είναι να δώσει δύναμη στους συνδυασμούς που στηρίζει το ΚΚΕ και στους χιλιάδες αγωνιστές που συστρατεύονται στα ψηφοδέλτια της «Λαϊκής Συσπείρωσης». Για να συναντήσει ισχυρά αναχώματα και να ηττηθεί η πολιτική του μνημονίου. Να ενισχυθούν οι αναγκαίες προϋποθέσεις για τη δημιουργία ενός παλλαϊκού μετώπου, που θα παλέψει για τον άλλο δρόμο ανάπτυξης.

Περ. Κ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου