Το τελευταίο διάστημα καταιγισμός δημοσιευμάτων, ακόμη και
«πληρωμένες καταχωρήσεις» προβάλλουν τη δυνατότητα μετατροπής των Ιωαννίνων σε «Silicon Valley» της Ηπείρου... της Ελλάδας... των Βαλκανίων.
Φυσικά μόνο κάποιος αφελής θα συνέκρινε την ανάπτυξη του κλάδου της πληροφορικής στην πρωτεύουσα της Ηπείρου με τον «παράδεισο» της παγκόσμιας παραγωγής νέων τεχνολογιών και έδρα των «Apple», «Google» κ.τ.λ. στις ΗΠΑ, τη «μητρόπολη» του καπιταλισμού.
Η υπερβολή σε βαθμό αστειότητας των τοπικών αρχόντων, βουλευτών και άλλων παρατρεχάμενων, επιχειρώντας να στηρίξουν ένα εντυπωσιακό αφήγημα «ευκαιριών και ανάπτυξης», στην ουσία αποτελεί ένα κάλεσμα στον
γιαννιώτικο λαό να στοιχηθεί με τους επιχειρηματικούς σχεδιασμούς και τα business plan των ομίλων σε τέτοιους κλάδους, να δεχτεί θυσίες στον βωμό της ισχυροποίησης των επιχειρηματικών κολοσσών που δραστηριοποιούνται σε αυτούς.Αποτελεί μέρος της προπαγάνδας για το «θαύμα» της καπιταλιστικής ανάπτυξης που φέρνουν οι «επενδύσεις τεχνολογίας», προβάλλοντας τον φιλολαϊκό τάχα χαρακτήρα τους και ότι ωφελούν ταυτόχρονα ομίλους και εργαζόμενους.
Σταθμό στην ανάπτυξη του κλάδου της πληροφορικής στα Γιάννενα αποτέλεσε η εγκατάσταση της γερμανικής εταιρείας παραγωγής λογισμικού «P&I AG» το 2017, για να ακολουθήσει αμέσως μετά η «TeamViewer», εταιρεία λογισμικού εφαρμογών που παρέχουν τη δυνατότητα επικοινωνίας και ελέγχου συσκευών από απόσταση του ίδιου επιχειρηματικού ομίλου.
Δίπλα σε αυτές αναπτύσσουν δράση τοπικές επιχειρήσεις στην παραγωγή λογισμικού ασφαλείας και τραπεζικών συναλλαγών, ενώ πληροφορίες θέλουν να «κλειδώνει» η εγκατάσταση άλλων δύο πολυεθνικών.
Πόλο έλξης όλων των εταιρειών αποτελεί το Τμήμα Μηχανικών Πληροφορικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, ενώ ως «ανταγωνιστικό πλεονέκτημα» κρίνεται η διασφάλιση φθηνών, καλά εξειδικευμένων «ταλέντων», όπως ομολογούν στελέχη των εταιρειών, αφού ο μέσος μισθός ενός προγραμματιστή στη Γερμανία είναι υπερδιπλάσιος σε σχέση με τον αντίστοιχο ελληνικό.
Φυσικά, οι επενδυτικοί όμιλοι δεν πτοήθηκαν να ζητήσουν ακόμα περισσότερα. Από νωρίς αναδείχθηκαν «στρεβλώσεις» που απαιτούσαν λύσεις. Από στέλεχος της «P&I» σε τοπικά μέσα επισημάνθηκε η ανάγκη «τα πανεπιστήμια να απαλλάσσονταν από την ιδεοληψία της διασύνδεσής τους με το επιχειρείν, που ακόμα και σήμερα είναι ταμπού για κάποιους ιδεολόγους»,ενώ δεν έλειψαν οι γκρίνιες για «ξεπερασμένες αγκυλώσεις» στο εργασιακό δίκαιο της χώρας, όπως για παράδειγμα το 8ωρο κ.ά.
Επιπλέον, άνοιξε νωρίς η κουβέντα για την ανάγκη στήριξης από το κράτος σε υλικοτεχνική υποδομή, που φυσικά βρήκε ανοιχτά αυτιά σε Περιφέρεια, δήμο και κυβέρνηση. Η παραχώρηση χώρου στο «Επιστημονικό και Τεχνολογικό Πάρκο Ηπείρου» για τη λειτουργία των γραφείων τους, μέσα στην έκταση του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, ήταν από τα πρώτα μέτρα που αποφασίστηκαν.
Παράλληλα, «έτρεξε» η άμεση σύνδεση της Πολυτεχνικής Σχολής με τις εν λόγω επιχειρήσεις μέσα από «Ημέρες Καριέρας» που οργανώνονται στο Πανεπιστήμιο και την άμεση επαφή της Σχολής με τους αντίστοιχους επενδυτές, για να διασφαλιστούν τα απαραίτητα εχέγγυα και διαβεβαιώσεις για την ικανότητα των αποφοίτων της.
Ακολούθησε η απόφαση της Περιφέρειας Ηπείρου να κατασκευάσει νέο «Πάρκο Υψηλής Τεχνολογίας», δίπλα στο Πανεπιστήμιο, για τη συστέγαση των αντίστοιχων επιχειρήσεων, αφού, όπως τόνισε ο αντιδήμαρχος Οικονομικών και Ψηφιακής Διακυβέρνησης του δήμου Ιωαννιτών, Φ. Βάββας «η "TeamViewer" δεν κατάφερε να εγκατασταθεί στο πάρκο λόγω έλλειψης χώρου».
Το νέο Πάρκο, έκτασης 40 στρεμμάτων και κτίρια 15.000 τ.μ., με εξασφαλισμένη χρηματοδότηση 25 εκατ. ευρώ από το ΕΣΠΑ, δείχνει την αποτελεσματικότητα του κράτους όταν είναι να αναλάβει τμήμα του κόστους λειτουργίας των επιχειρηματικών ομίλων. Είναι το ίδιο κράτος που εξαντλεί την αποτελεσματικότητά του στην κάλυψη των λαϊκών αναγκών όταν, για παράδειγμα, 75 σχολικές μονάδες, το 56,4% αυτών στον νομό, στερούνται οικοδομική άδεια, σύγχρονους αντισεισμικούς κανονισμούς, με όποιους κινδύνους απορρέει από αυτό για την ασφάλεια μαθητών, εκπαιδευτικών και εργαζομένων.
Οι σχετικά καλύτερες αμοιβές από τον μέσο μισθό για τους εργαζόμενους στις εταιρείες αυτές δεν μπορούν να κρύψουν τις κακές συνθήκες εργασίας που επικρατούν για την πλειοψηφία τους.
Οι υπερωρίες, τα εξαντλητικά ωράρια δίνουν και παίρνουν. Σχεδόν πουθενά η εργάσιμη μέρα δεν μετριέται με την ώρα αλλά με βάση τους στόχους που έχουν τεθεί από την εργοδοσία, με βάση τα πρότζεκτ που πρέπει να παραδοθούν. Αν ένας εργαζόμενος δεν έχει πιάσει τον ημερήσιο στόχο του, πρέπει να δουλέψει 10 και 12 ώρες για να το καταφέρει. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις εργαζομένων που αποφάσισαν να παραιτηθούν, μην αντέχοντας την ασφυκτική πίεση της εργοδοσίας.
Οι εργαζόμενοι σε πολλές περιπτώσεις αντιμετωπίζονται ως αναλώσιμοι, γρανάζια μιας μηχανής που εύκολα μπορεί να αντικατασταθούν αν δεν πειθαρχήσουν με την «εταιρική κουλτούρα», δηλαδή με την πλήρη κατάργηση, στην πράξη, κάθε τυπικού εργασιακού τους δικαιώματος.
Ο διαχωρισμός των εργαζομένων σε «παλιούς» και «νέους», ο ανταγωνισμός μεταξύ ομάδων κ.ά. επιτείνουν το άγχος και την ανασφάλεια για τη δουλειά. Η εργοδοσία καλλιεργεί έντεχνα τον ανταγωνισμό μεταξύ των εργαζομένων, που μπαίνουν σε έναν διαρκή αγώνα να καλύπτουν τα κριτήρια κερδοφορίας της επιχείρησης.
Οι μισθοί που παίρνουν τελικά οι εργαζόμενοι, δεν είναι παρά ψίχουλα σε σχέση με τα εκατομμύρια των κερδών που παράγουν σε μηνιαία βάση. Γιατί η «υψηλή τεχνολογία», η πληροφορική δηλαδή, με τις ανεξάντλητες όπως φαίνεται από την ανάπτυξή της εφαρμογές, τόσο σε μέσα παραγωγής, όσο και σε αντικείμενα κατανάλωσης, δημιουργεί συνθήκες παραγωγής που χρειάζονται λιγότερη ζωντανή εργασία, δηλαδή λιγότερους εργαζόμενους, αφού αυξάνει την παραγωγικότητα της εργασίας.
Πάνω σε αυτήν τη δυνατότητα οι εταιρείες υψηλής τεχνολογίας διασφαλίζουν τόσο για τις ίδιες όσο και για τους πελάτες τους μια τεράστια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, ληστεύοντας ακόμη μεγαλύτερο τμήμα του κοινωνικού πλούτου.
Από τη μία, λοιπόν, υπερκέρδη και κρατική στήριξη για τις πολυεθνικές και, από την άλλη, άγχος, ανασφάλεια και ατέλειωτη δουλειά για τους εργαζόμενους. Μόνο το πέρασμα του συνόλου των μέσων παραγωγής και της τεχνολογίας στην κοινωνική ιδιοκτησία και τον εργατικό έλεγχο και η λειτουργία τους με βάση ένα κεντρικό επιστημονικό σχέδιο θα απελευθερώσουν τις δυνατότητες των παραγωγικών δυνάμεων από τον βραχνά του καπιταλιστικού κέρδους για να αξιοποιηθούν για την κάλυψη των αναγκών, όχι μόνο των εργαζομένων σε αυτές τις εταιρείες αλλά για όλη την κοινωνία.
Υπάρχει λοιπόν πλούσιο έδαφος παρέμβασης από την πλευρά των κομμουνιστών και του ταξικού εργατικού κινήματος. Μιας παρέμβασης που αποκτά μεγάλη σημασία αν αναλογιστούμε πως ο κλάδος απασχολεί μεγάλο μέρος από τη νέα βάρδια της εργατικής τάξης (η μέση ηλικία δεν ξεπερνά τα 35 χρόνια), συγκεντρωμένη σε μεγάλους χώρους δουλειάς, απασχολούμενη σε έναν ταχύτατα αναπτυσσόμενο κλάδο, που ιεραρχείται ψηλά από το κεφάλαιο σε παγκόσμιο επίπεδο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου