Το «μονοπώλιο της βίας», μας λένε ορισμένοι, «ανήκει μόνο στο κράτος σε μια δημοκρατική πολιτεία». Αποκρύβουν, όμως, σκόπιμα, το σημαντικότερο στοιχείο: αυτό της ταξικότητας, τόσο του κράτους, όσο και της «δημοκρατικής πολιτείας». Βαφτίζουν το κράτος ως κράτος όλων των πολιτών, ανεξαρτήτως της κοινωνικής τους θέσης. Μας λένε, δηλαδή, ότι το κράτος αυτό, που έχει σύμφωνα με αυτούς το «μονοπώλιο της βίας», εξυπηρετεί τα συμφέροντα και του μεγαλοβιομηχάνου και του εργάτη, και του εφοπλιστή και του ναυτεργάτη, με λίγα λόγια και της αστικής και της εργατικής τάξης.
Η προσπάθεια απέκδυσης του κράτους – και της «δημοκρατικής πολιτείας» - από τον ταξικό τους χαρακτήρα αποτελεί, στην καλύτερη των περιπτώσεων, αυθαιρεσία. Και αυτό διότι, κατ' ουσίαν, αποκρύβεται το γεγονός της ύπαρξης κοινωνικών δυνάμεων με εκ διαμέτρου αντίθετα ταξικά συμφέροντα. Αποκρύβεται η ύπαρξη εκμεταλλευτή και εκμεταλλευόμενου ως αποτέλεσμα της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής.
Το κράτος, λοιπόν, έχει ξεκάθαρα προσδοιορισμένο ταξικό χαρακτήρα. Δεν είναι το κράτος «όλων των πολιτών» - είναι το αστικό κράτος. Είναι το κράτος που, φορώντας το μανδύα της νομιμοφάνειας της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, υπάρχει για να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης – που στον Καπιταλισμό δεν είναι άλλη από την αστική τάξη.
Η πραγματικότητα επιβεβαιώνει στο ακέραιο την άποψη του Λένιν για τον ταξικό χαρακτήρα του κράτους: «Η ως τα τώρα κοινωνία, που κινείται μέσα σε ταξικές αντιθέσεις, είχε ανάγκη από το κράτος, δηλαδή από μια οργάνωση της κάθε φορά εκμεταλλεύτριας τάξης για να διατηρεί τους εξωτερικούς της όρους παραγωγής, δηλαδή κυρίως για να κρατάει με τη βία την εκμεταλλευόμενη τάξη κάτω από τους δοσμένους όρους καταπίεσης που καθορίζονται από τον υπάρχοντα τρόπο παραγωγής» (Κράτος και Επανάσταση, Κεφ. 1, Τμ.4).
Το «μονοπώλιο της βίας», λοιπόν, για το οποίο μας μιλάνε, δεν είναι τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο, από την υλική δύναμη της κρατικής εξουσίας της εκμεταλλεύτριας τάξης που χρησιμοποιείται ενάντια στους αγώνες της εργατικής τάξης. Πρόκειται για το «μονοπώλιο της βίας» που επικαλούνται όλες οι αστικές κυβερνήσεις (ανεξαιρέτως φιλελεύθερου, σοσιαλδημοκρατικού ή άλλου πολιτικού προσίμου) όταν επιχειρούν να τσακίσουν το εργατικό-λαϊκό κίνημα που πάει να «σηκώσει κεφάλι».
Είναι το ίδιο «μονοπώλιο της βίας» του αστικού κράτους που, μεταξύ 1923 και 1936, επί κυβερνήσεων Γονατά, Παπαναστασίου, Ζαϊμη, Τσαλδάρη και Μεταξά, δολοφόνησε τουλάχιστον 37 εργάτες και τραυμάτισε χιλιάδες, κατά τη διάρκεια απεργιών και συλλαλητηρίων που βάφτηκαν στο αίμα.
Είναι το ίδιο «μονοπώλιο της βίας» του αστικού κράτους που – χάρην της «τάξης, της ασφάλειας και της εύρυθμης λειτουργίας του πολιτεύματος» - έστελνε χιλιάδες κομμουνιστές στην εξορία, σκότωνε, βασάνιζε και τρομοκρατούσε λαϊκούς αγωνιστές τις δεκαετίες του '50 και του '60.
Είναι το «μονοπώλιο της βίας» του κράτους που επικαλούνταν αστοί πολιτικοί, απ' τον Ελευθέριο Βενιζέλο μέχρι το Μεταξά και το Γεώργιο Παπανδρέου, για να καταστείλουν με τους πλέον απροκάλυπτα βάρβαρους τρόπους το εργατικό-λαϊκό κίνημα και να ποινικοποιήσουν την κομμουνιστική ιδεολογία. Να θυμήσουμε τον φασίστα Μεταξά που μιλούσε για την «αδιάκοπον φροντίδαν δια την στερέωσιν του αστικού καθεστώτος με όλας τας αναγκαίας θυσίας» η και τον Γεώργιο Παπανδρέου που χαρακτήριζε, το 1965, τον Κομμουνισμό ως «εχθρό του έθνους και της δημοκρατίας»;
Είναι το «μονοπώλιο της βίας» του αστικού κρατικού μηχανισμού που επιβάλλει την εισβολή των ΜΑΤ στη Χαλυβουργία, στην ΕΡΤ, σε χώρους απεργίας. Πρόκειται για το ίδιο «μονοπώλιο της βίας» που «χτυπάει» βάναυσα τις διαδηλώσεις του ΠΑΜΕ και των ταξικών σωματείων (όπως σήμερα έξω απ' το υπουργείο οικονομικών), που οπλίζει τα χέρια της αστυνομίας ενάντια σε εργαζόμενους, συνταξιούχους, μαθητές.
Είναι το «μονοπώλιο της βίας», που όταν δεν χτυπάει στο ψαχνό με τα γκλομπ, χρησιμοποιεί διατάξεις του αστικού νομικού συστήματος για να τσακίσει το ταξικό κίνημα, άλλοτε διώκοντας και καταδικάζοντας πρωτοπόρους συνδικαλιστές και άλλοτε κηρύσσοντας παράνομες και καταχρηστικές 9 στις 10 απεργίες!
Είναι το «μονοπώλιο της βίας» που πηγάζει απ' τους ίδιους τους αστικούς θεσμούς, ασχέτως εαν αυτοί επικαλούνται υποκριτικά την «λαϊκή κυριαρχία». Η λαϊκή κυριαρχία τελειώνει εκεί που αρχίζει η αμφισβήτηση της εξουσίας της αστικής τάξης, της εξουσίας των μονοπωλίων. Το νομικό εποικοδόμημα που αποτελεί το αστικό Σύνταγμα δεν έπαψε να είναι αυτό που είχαν γράψει το 1848 οι Μαρξ και Ένγκελς: «το δίκαιο και η θέληση της τάξης σας που αναγορεύτηκε σε νόμο, θέληση που το περιεχόμενό της καθορίζεται από τις υλικές συνθήκες ύπαρξης της τάξης σας» (Κομ. Μανιφέστο).
Είναι δε τέτοια η υποκρισία όσων κάνουν λόγο για το «μονοπώλιο της έννομης άσκησης βίας στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες» που συχνά πέφτουν σε εξόφθαλμες αντιφάσεις. Αντιφάσεις που αποδεικνύουν ότι χρησιμοποιούν την έννοια της βίας «αλα καρτ», ανάλογα με τα καιρούς συμφέροντα που επικρατούν στις ενδοκαπιταλιστικές και ενδοιμπεριαλιστικές τους διενέξεις. Φτάνουμε λοιπόν στο σημείο οι ίδιοι που στηρίζουν τη βίαιη αστυνομική καταστολή ενάντια στο εργατικό κίνημα, ενάντια στους απεργούς χαλυβουργούς, ναυτεργάτες, εκπαιδευτικούς, αγρότες στη χώρα μας, να αναγάγουν σε... «επαναστατικές ενέργειες» τις πρόσφατες ένοπλες εκδηλώσεις βίας της ουκρανικής «αντιπολίτευσης» στο Κίεβο. Που πήγε άραγε το «μονοπώλιο της βίας» που υποτίθεται πως είχε η εκλεγμένη (αστική) κυβέρνηση του Γιανουκόβιτς; Μάλλον χάθηκε κάπου ανάμεσα στις συμπληγάδες των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων που συντρίβουν τον ουκρανικό λαό.
Συμπέρασμα 1ο: Η θεωρία του «μονοπωλίου της βίας» και η «θεωρία των δύο άκρων» είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Οι θιασώτες τους επιχειρούν να συσκοτίσουν τον ταξικό χαρακτήρα του κράτους και της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, προσπαθούν να εξομοιώσουν εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους, να ποινικοποιήσουν στα μάτια της κοινής γνώμης την πάλη του ταξικού κινήματος.
Συμπέρασμα 2ο: Είναι οι ίδιοι που με αυτές τις θεωρίες – και προβάλλοντας ταυτόχρονα το «μπαμπούλα» του χρυσαυγίτικου νεοναζισμού που το καπιταλιστικό σύστημα εξέθρεψε – επιχειρούν να εκβίασουν το εργατικό-λαϊκό κίνημα. Επιχειρούν δηλαδή, στο όνομα της νομικής αντιμετώπισης του φασιστικού φαινομένου, να αποσπάσουν δηλώσεις νομιμοφροσύνης απέναντι στο αστικό πολιτικό σύστημα και στο νομικό πλαίσιο που το προστατεύει. «Εάν θέλεις να αντιμετωπιστεί η Χρυσή Αυγή τότε μπες και συ στην κιβωτό της αστικής νομιμότητας» λένε.
Συμπέρασμα 3ο: Την απάντηση στο «μονοπώλιο της βίας» του αστικού κράτους μπορεί να τη δώσει μόνο το οργανωμένο ταξικό κίνημα. Στη – νομιμοφανή ή μη - βία της άρχουσας τάξης μπορεί και πρέπει να απαντήσει μόνο η αντεπίθεση της εκμεταλλευόμενης τάξης. Μια αντεπίθεση που συνοψίζεται με τον καλύτερο τρόπο στο τετράστιχο του ποιητή: «Την πόρτα αν δεν ανοίγει, τη σπαν, σας είπα. Τι στέκεστε, τι γέρνετε σκυφτοί; Λαέ σκλάβε, δειλέ, ανανιώσου, χτύπα! Και κέρδισε μονάχος το ψωμί» (Κ.Βάρναλης).
του Νικόλαου Μόττα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου