«Με κυρίαρχο σλόγκαν "Λιγότερη εθνική κυριαρχία για πιο αποτελεσματική Ευρώπη" οι κυρίαρχες ευρωπαϊκές ελίτ επιδιώκουν, υπό τη γερμανική καθοδήγηση, να προωθήσουν, αρχής γενομένης από αυτό το εξάμηνο, ρυθμίσεις όπως η τραπεζική ένωση, που θα θέτουν υπό τη σιδηρά νεοφιλελεύθερη εποπτεία τις κυβερνήσεις και τους λαούς. Πρόκειται για μια "διαφορά με θεμελιώδεις επιπτώσεις", όπως παραδέχεται ο Ευρωπαίος αρχιτραπεζίτης Μάριο Ντράγκι. Εξηγεί ότι είναι αναγκαία η επιβολή "υγιών δημοσιονομικών πολιτικών", δηλαδή η επέκταση της δημοσιονομικής πειθαρχίας σε όλα τα κράτη - μέλη, που ισοδυναμεί με τον έλεγχο των εθνικών προϋπολογισμών από υπερεθνικά μη νομιμοποιημένα δημοκρατικά όργανα. Οι κυρίαρχες ευρωπαϊκές ελίτ δεν διανοούνται ότι μπορεί να υπάρξει λύση στο ευρωπαϊκό αδιέξοδο πέρα από τη λιτότητα».Αυτά έγραφε στο κύριο άρθρο της η «Αυγή», 8/1/2014.
Διαβάζοντας κανείς το κύριο άρθρο της «Αυγής» μπορεί να δημιουργούνται ερωτήματα στην προσπάθεια ερμηνείας της θέσης του ΣΥΡΙΖΑ. Μήπως έχει δίκιο η ΝΔ που τον κατηγορεί ως «αντιευρωπαϊκή δύναμη»; Μήπως ο ΣΥΡΙΖΑ εγκαταλείπει τη θέση ότι η «ΕΕ είναι νομοτελειακή διαδικασία», «πεδίο της ταξικής πάλης», ότι η αντίθεση στην ΕΕ είναι «εθνική αναδίπλωση»; Οτι το ζήτημα είναι η αλλαγή της ΕΕ από τα μέσα;
Τίθεται το ερώτημα: Με δεδομένη όχι μόνο τη συμφωνία του για συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ, αλλά και στην Ευρωζώνη και στο ευρώ πώς είναι δυνατόν να διαφωνεί με το σλόγκαν περί «λιγότερης εθνικής κυριαρχίας για πιο αποτελεσματική Ευρώπη»;
Το πώς ακριβώς θέλει την ΕΕ και την Ευρωζώνη ο ΣΥΡΙΖΑ, το αναφέρει παραστατικά σε άρθρο του στο «Βήμα» της περασμένης Κυριακής ο Γ. Σταθάκης. Να τι έγραφε: «Η έμφαση δόθηκε στις πολιτικές της λιτότητας και της εσωτερικής υποτίμησης. Η ιδέα ήταν απλή. Η Ευρώπη είναι ένα άθροισμα εθνικών οικονομιών με διαφοροποιημένες επιδόσεις (...) Η ιδέα αυτή αποτελεί πλήρη αντιστροφή της ίδιας της ιδέας της συγκρότησης της Ευρώπης ως ενιαίας οικονομίας, όπου οι εθνικές οικονομίες αποτελούν τμήματά της αλλά η δυναμική υπερβαίνει το άθροισμά τους. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση εδράζεται στα οφέλη που θα προέκυπταν από την ενιαία αγορά και τη σύγκλιση τιμών και μισθών μέσα από την κινητικότητα των επενδύσεων και των εργαζομένων (...) εδώ θα ήταν οι μηχανισμοί των Βρυξελλών, για να διασφαλίζουν την αναδιανομή πόρων σε υποδομές και ανθρώπους με εξισορρόπηση ευκαιριών και διόρθωση ανισοτήτων».
Τι εννοεί ο Γ. Σταθάκης; Οτι η ΕΕ, ή πιο σωστά η Ευρωζώνη, δεν πρέπει να νοείται ως άθροισμα ξεχωριστών καπιταλιστικών οικονομιών, αλλά ως ενιαία καπιταλιστική οικονομία. Στο πλαίσιο μιας ενιαίας οικονομίας βλέπει και τις συγκλίσεις. Η αντίληψη αυτή δε διαφέρει από αυτήν των οπαδών της «εμβάθυνσης της ΕΕ», διαφωνώντας βεβαίως στον τρόπο με τον οποίο αυτή προωθείται σήμερα κατηγορώντας την ελληνική κυβέρνηση και τη Γερμανία ότι ενισχύουν την ύφεση, υπονομεύοντας την ανάπτυξη. Ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό το ζήτημα συντάσσεται με θέσεις που εκφράζονται κυρίως από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού αλλά και με ανάλογες θέσεις που υποστηρίζει ο ΣΕΒ στην Ελλάδα. Σύμφωνα με αυτές απαιτείται δημοσιονομική χαλάρωση, εξασφάλιση χρηματοδότησης της βιομηχανίας, της μεταποίησης, του εμπορίου (αυτό που η αστική οικονομική ορολογία ονομάζει «πραγματική οικονομία»), διαμόρφωση ισχυρών τραπεζών με χρηματοδότησή τους αφού λυθεί η υπόθεση «κόκκινα δάνεια» και καθαρίσουν τα χαρτοφυλάκιά τους. Ταυτόχρονα, θέτουν ζήτημα διάσκεψης για το χρέος με στόχο το «κούρεμά» του και την αποπληρωμή του με «ρήτρα ανάπτυξης».
Στον προβληματισμό και άλλων αστών πολιτικών και οικονομολόγων είναι πώς θα αντιμετωπιστεί ο αποπληθωρισμός, η έλλειψη ρευστότητας για επενδύσεις στο πλαίσιο της Ευρωζώνης εξασφαλίζοντας όμως τη δημοσιονομική σταθερότητα. Ενώ έχουν εκφραστεί απόψεις ακόμα και για την ανάγκη να βρεθεί τρόπος να «κοπεί χρήμα» στο πλαίσιο της Ευρωζώνης χωρίς όμως, από την άλλη πλευρά, να διαμορφωθεί ανεξέλεγκτος πληθωρισμός.
Η ομιλία του Αλ. Τσίπρα σε εκδήλωση προς τιμήν του Αυστριακού Σοσιαλδημοκράτη Μπρούνο Κράιτσκι είναι αποκαλυπτική. Ο Αλ. Τσίπρας διευκρίνισε ότι η «αριστερή κυβέρνηση θα απλώσει το χέρι στους σοσιαλδημοκράτες της Ευρώπης, στους ελεύθερα σκεπτόμενους φιλελεύθερους», με σχέδιο τη «σταθεροποίηση της Ευρωζώνης, ένα πρώτο βήμα για μια ανοιχτή, δημοκρατική και συνεκτική Ευρώπη». Μια τέτοια κυβέρνηση θα επιδιώξει ένα«ευρωπαϊκό Σχέδιο Μάρσαλ», που θα περιλαμβάνει: «μια σωστή τραπεζική ένωση, ένα δημόσιο χρέος που θα διαχειρίζεται κεντρικά από την ΕΚΤ και ένα τεράστιο πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων». Αυτοί οι στόχοι, διαβεβαιώνει κατηγορηματικά ο Αλ. Τσίπρας, μπορούν να ικανοποιηθούν χωρίς «αλλαγές στις συνθήκες» της ΕΕ !! Ούτε καν αλλαγές των συνθηκών της ΕΕ δε διεκδικεί, τόσος ριζοσπαστισμός!
Επομένως, η μη συμμετοχή του Αλ. Τσίπρα στην κυβερνητική φιέστα για την ανάληψη της Προεδρίας της ΕΕ από την Ελλάδα, που τόσος ντόρος έγινε στα αστικά ΜΜΕ και στην «Αυγή», δε σημαίνει αντίθεση στην ΕΕ και την Ευρωζώνη. Δεν ήταν παρά μια κίνηση εντυπωσιασμού, προσπαθώντας να συνδεθεί με ένα κλίμα δυσαρέσκειας που υπάρχει σε εργαζόμενους απέναντι στους θεσμούς της ΕΕ.
Χρειάζεται, βεβαίως, να σημειώσουμε ότι καμιά αστική πολιτική δύναμη δε μένει «δογματικά προσκολλημένη» σε ένα μείγμα αστικής διαχείρισης, όταν διαμορφώνεται η αναγκαιότητα για την αλλαγή του. Εξάλλου οι διαφορές στις πολιτικές διαχείρισης δεν είναι και αβυσσαλέες, γι' αυτό μιλάμε για μείγματα. Θυμίζουμε χαρακτηριστικά ότι τόσο νεοφιλελεύθεροι όσο και σοσιαλδημοκράτες πρωτοστάτησαν, αντίστοιχα, σε κρατικοποιήσεις ή σε ιδιωτικοποιήσεις όταν αυτό ήταν χρήσιμο για το κεφάλαιο. Η αντίθεση στο μείγμα διαχείρισης, βεβαίως, εκφράζει αντιθέσεις στο πλαίσιο του κεφαλαίου. Σε αυτές τις αντιθέσεις διεκδικεί ο ΣΥΡΙΖΑ να πρωταγωνιστήσει ως δύναμη αστικής διαχείρισης.
Το ερώτημα είναι αν αυτά τα διαφορετικά μείγματα σημαίνουν κάτι διαφορετικό για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Τα δύο μείγματα αντιπαρατίθενται στο έδαφος του ίδιου καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, εκφράζοντας υπαρκτές άλυτες αντιφάσεις του.
Το πέρασμα από την καπιταλιστική κρίση στη φάση της ανάκαμψης δεν πρόκειται να φέρει την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα στην κατάσταση που ήταν προ κρίσης. Ακόμα και αν μειωθεί η ανεργία, αν αυξηθούν τα εισοδήματα ενός τμήματος των εργαζομένων το σίγουρο είναι ότι η όποια ανάκαμψη θα πατήσει πάνω σε περιορισμένα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα, σε μειωμένες απαιτήσεις των εργαζομένων. Είναι όρος για την αναπαραγωγή της κερδοφορίας και της καπιταλιστικής ανάπτυξης η μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης. Πολύ περισσότερο που ενδέχεται η ανάκαμψη να είναι αναιμική και να γίνει γρήγορα το πέρασμα στη νέα φάση της κρίσης. Ταυτόχρονα η ανάκαμψη θα συνοδευτεί με πολιτικές διαχείρισης της ακραίας φτώχειας και ανασφάλειας, εργασιακή περιπλάνηση, με μορφές «κοινωνικής οικονομίας», τα διάφορα δίκτυα «κοινωνικών ιατρείων, φαρμακείων, παντοπωλείων», που ωθούν τους ανθρώπους του μόχθου σε αποδοχή της ζωής με μειωμένες απαιτήσεις. Στοιχεία που αποτελούν συστατικό μέρος του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ.
Γι' αυτό, για την εργατική τάξη, τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, αυτή η ενδοαστική πολιτική αντιπαράθεση για την ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας, είναι ξένη με τα συμφέροντά τους. Γιατί, ούτε η πολιτική καπιταλιστικής ανάπτυξης του ΣΥΡΙΖΑ θα αντιμετωπίσει τα οξύτατα λαϊκά προβλήματα και τη βελτίωση της θέσης τους.
Ο ελληνικός λαός πρέπει να δυναμώσει την αντίθεσή του στις πολιτικές των ΕΕ, κυβέρνησης και κεφαλαίου. Να αξιοποιήσει την πολύχρονη πείρα του, που δείχνει ότι η ΕΕ χειρότερη μπορεί να γίνει, καλύτερη όχι. Να δυναμώσει τη Λαϊκή Συμμαχία, με στόχο να απελευθερωθεί ο ελληνικός λαός από τα δεσμά της ΕΕ, να γίνει ιδιοκτήτης του πλούτου που παράγει. Να συμπορευτεί με το ΚΚΕ, που εδώ και χρόνια έχει προειδοποιήσει για τις σημερινές εξελίξεις, για το χαρακτήρα της ΕΕ, και σήμερα προβάλλει τη μοναδική ρεαλιστική πρόταση για την απόκρουση της αντιλαϊκής επίθεσης και για μια πραγματικά φιλολαϊκή διέξοδο από την κρίση.
Διαβάζοντας κανείς το κύριο άρθρο της «Αυγής» μπορεί να δημιουργούνται ερωτήματα στην προσπάθεια ερμηνείας της θέσης του ΣΥΡΙΖΑ. Μήπως έχει δίκιο η ΝΔ που τον κατηγορεί ως «αντιευρωπαϊκή δύναμη»; Μήπως ο ΣΥΡΙΖΑ εγκαταλείπει τη θέση ότι η «ΕΕ είναι νομοτελειακή διαδικασία», «πεδίο της ταξικής πάλης», ότι η αντίθεση στην ΕΕ είναι «εθνική αναδίπλωση»; Οτι το ζήτημα είναι η αλλαγή της ΕΕ από τα μέσα;
Τίθεται το ερώτημα: Με δεδομένη όχι μόνο τη συμφωνία του για συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ, αλλά και στην Ευρωζώνη και στο ευρώ πώς είναι δυνατόν να διαφωνεί με το σλόγκαν περί «λιγότερης εθνικής κυριαρχίας για πιο αποτελεσματική Ευρώπη»;
Σε τι, λοιπόν, διαφωνεί ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν λέει ότι όχι μόνο δεν αμφισβητεί την ΕΕ και την Ευρωζώνη, αλλά κόπτεται να εγγυηθεί τη διατήρησή της όπως άλλωστε το διατυμπανίζει συνεχώς; Το είπε σε όλους τους τόνους ο Αλ. Τσίπρας στο Τέξας, στο συνέδριο του ΣΕΒ, στο Μπρούγκινκς, στο ελληνοαμερικανικό επιμελητήριο κ.λπ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί με την προπαγάνδα του να συσκοτίσει το γεγονός ότι η συμμετοχή ενός καπιταλιστικού κράτους σε μια διακρατική καπιταλιστική ένωση, όπως είναι η ΕΕ, σημαίνει αντικειμενικά εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων. Οχι, βεβαίως, εξαιτίας της γερμανικής κατοχής όπως διατείνονται αποπροσανατολιστικά διάφορες εθνικιστικές δυνάμεις του αστικού «αντιμνημονιακού ρεύματος», συνθηματολογία που έχουν κατά καιρούς υιοθετήσει και δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά ως επιλογή συνειδητή, στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου κάθε κράτους, και της Ελλάδας, με σκοπό την ενίσχυση της οικονομικής και πολιτικής του θέσης. Διακρατικές ενώσεις που διαμορφώνονται στο πλαίσιο της ολοένα εντεινόμενης καπιταλιστικής διεθνοποίησης, που σημαίνει ολοένα και πιο μεγάλη διαπλοκή τμημάτων του κεφαλαίου διαφορετικών κρατών, ανάπτυξη σχέσεων μεταξύ τους, αλληλεξάρτηση των καπιταλιστικών οικονομιών, και ως συνέπεια, των καπιταλιστικών κρατών. Σχέσεις που βεβαίως στη βάση της ανισόμετρης ανάπτυξης είναι ανισότιμες, σχέσεις που διαμορφώνονται με κριτήριο την οικονομική και πολιτική δύναμη. Η ΕΕ και η Ευρωζώνη σε περιφερειακό επίπεδο αυτό αντανακλούν. Αλλωστε, υπάρχουν και σε άλλα σημεία του πλανήτη ανάλογες προσπάθειες όπως π.χ. στη Λατινική Αμερική με την ΑΛΜΠΑ και την Μερκοσούρ, στις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες παλιότερα με την ΚΑΚ, τώρα με τη Ρωσία και τη συγκρότηση τελωνειακής ένωσης κ.ά.
Διαβάζοντας όμως καλύτερα το απόσπασμα από το κύριο άρθρο της «Αυγής» προσεκτικά, θα διαπιστώσει κανείς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διαφωνεί μόνο με τη «γερμανική καθοδήγηση της ΕΕ και της Ευρωζώνης», διαφωνεί όχι με τους ελέγχους των προϋπολογισμών αλλά ότι γίνονται από μη «νομιμοποιημένα όργανα». Αν π.χ. γίνονταν από το Ευρωκοινοβούλιο ούτε γάτα ούτε ζημιά, επειδή λέει ότι είναι το μόνο όργανο της ΕΕ δημοκρατικά εκλεγμένο. Διαφωνεί επίσης με την «πολιτική λιτότητας». Ουσιαστικά, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αμφισβητεί την αναγκαιότητα διακρατικών ιμπεριαλιστικών ενώσεων όπως η ΕΕ. Ούτε, βεβαίως, διαφωνεί με την ύπαρξη των διακρατικών οργάνων της ΕΕ, αλλιώς ο Αλ. Τσίπρας δε θα ήταν υποψήφιος για τη θέση του Μπαρόζο. Η αντίθεσή του αφορά στο μείγμα διαχείρισης της κρίσης που ασκείται στην ΕΕ που ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζει ως νεοφιλελεύθερο και στο οποίο πρωτοστατεί η Γερμανία με τους συμμάχους της.
Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί με την προπαγάνδα του να συσκοτίσει το γεγονός ότι η συμμετοχή ενός καπιταλιστικού κράτους σε μια διακρατική καπιταλιστική ένωση, όπως είναι η ΕΕ, σημαίνει αντικειμενικά εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων. Οχι, βεβαίως, εξαιτίας της γερμανικής κατοχής όπως διατείνονται αποπροσανατολιστικά διάφορες εθνικιστικές δυνάμεις του αστικού «αντιμνημονιακού ρεύματος», συνθηματολογία που έχουν κατά καιρούς υιοθετήσει και δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά ως επιλογή συνειδητή, στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου κάθε κράτους, και της Ελλάδας, με σκοπό την ενίσχυση της οικονομικής και πολιτικής του θέσης. Διακρατικές ενώσεις που διαμορφώνονται στο πλαίσιο της ολοένα εντεινόμενης καπιταλιστικής διεθνοποίησης, που σημαίνει ολοένα και πιο μεγάλη διαπλοκή τμημάτων του κεφαλαίου διαφορετικών κρατών, ανάπτυξη σχέσεων μεταξύ τους, αλληλεξάρτηση των καπιταλιστικών οικονομιών, και ως συνέπεια, των καπιταλιστικών κρατών. Σχέσεις που βεβαίως στη βάση της ανισόμετρης ανάπτυξης είναι ανισότιμες, σχέσεις που διαμορφώνονται με κριτήριο την οικονομική και πολιτική δύναμη. Η ΕΕ και η Ευρωζώνη σε περιφερειακό επίπεδο αυτό αντανακλούν. Αλλωστε, υπάρχουν και σε άλλα σημεία του πλανήτη ανάλογες προσπάθειες όπως π.χ. στη Λατινική Αμερική με την ΑΛΜΠΑ και την Μερκοσούρ, στις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες παλιότερα με την ΚΑΚ, τώρα με τη Ρωσία και τη συγκρότηση τελωνειακής ένωσης κ.ά.
Διαβάζοντας όμως καλύτερα το απόσπασμα από το κύριο άρθρο της «Αυγής» προσεκτικά, θα διαπιστώσει κανείς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διαφωνεί μόνο με τη «γερμανική καθοδήγηση της ΕΕ και της Ευρωζώνης», διαφωνεί όχι με τους ελέγχους των προϋπολογισμών αλλά ότι γίνονται από μη «νομιμοποιημένα όργανα». Αν π.χ. γίνονταν από το Ευρωκοινοβούλιο ούτε γάτα ούτε ζημιά, επειδή λέει ότι είναι το μόνο όργανο της ΕΕ δημοκρατικά εκλεγμένο. Διαφωνεί επίσης με την «πολιτική λιτότητας». Ουσιαστικά, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αμφισβητεί την αναγκαιότητα διακρατικών ιμπεριαλιστικών ενώσεων όπως η ΕΕ. Ούτε, βεβαίως, διαφωνεί με την ύπαρξη των διακρατικών οργάνων της ΕΕ, αλλιώς ο Αλ. Τσίπρας δε θα ήταν υποψήφιος για τη θέση του Μπαρόζο. Η αντίθεσή του αφορά στο μείγμα διαχείρισης της κρίσης που ασκείται στην ΕΕ που ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζει ως νεοφιλελεύθερο και στο οποίο πρωτοστατεί η Γερμανία με τους συμμάχους της.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και η «αριστερή κυβέρνηση» για την ΕΕ και την Ευρωζώνη
Το πώς ακριβώς θέλει την ΕΕ και την Ευρωζώνη ο ΣΥΡΙΖΑ, το αναφέρει παραστατικά σε άρθρο του στο «Βήμα» της περασμένης Κυριακής ο Γ. Σταθάκης. Να τι έγραφε: «Η έμφαση δόθηκε στις πολιτικές της λιτότητας και της εσωτερικής υποτίμησης. Η ιδέα ήταν απλή. Η Ευρώπη είναι ένα άθροισμα εθνικών οικονομιών με διαφοροποιημένες επιδόσεις (...) Η ιδέα αυτή αποτελεί πλήρη αντιστροφή της ίδιας της ιδέας της συγκρότησης της Ευρώπης ως ενιαίας οικονομίας, όπου οι εθνικές οικονομίες αποτελούν τμήματά της αλλά η δυναμική υπερβαίνει το άθροισμά τους. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση εδράζεται στα οφέλη που θα προέκυπταν από την ενιαία αγορά και τη σύγκλιση τιμών και μισθών μέσα από την κινητικότητα των επενδύσεων και των εργαζομένων (...) εδώ θα ήταν οι μηχανισμοί των Βρυξελλών, για να διασφαλίζουν την αναδιανομή πόρων σε υποδομές και ανθρώπους με εξισορρόπηση ευκαιριών και διόρθωση ανισοτήτων».
Τι εννοεί ο Γ. Σταθάκης; Οτι η ΕΕ, ή πιο σωστά η Ευρωζώνη, δεν πρέπει να νοείται ως άθροισμα ξεχωριστών καπιταλιστικών οικονομιών, αλλά ως ενιαία καπιταλιστική οικονομία. Στο πλαίσιο μιας ενιαίας οικονομίας βλέπει και τις συγκλίσεις. Η αντίληψη αυτή δε διαφέρει από αυτήν των οπαδών της «εμβάθυνσης της ΕΕ», διαφωνώντας βεβαίως στον τρόπο με τον οποίο αυτή προωθείται σήμερα κατηγορώντας την ελληνική κυβέρνηση και τη Γερμανία ότι ενισχύουν την ύφεση, υπονομεύοντας την ανάπτυξη. Ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό το ζήτημα συντάσσεται με θέσεις που εκφράζονται κυρίως από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού αλλά και με ανάλογες θέσεις που υποστηρίζει ο ΣΕΒ στην Ελλάδα. Σύμφωνα με αυτές απαιτείται δημοσιονομική χαλάρωση, εξασφάλιση χρηματοδότησης της βιομηχανίας, της μεταποίησης, του εμπορίου (αυτό που η αστική οικονομική ορολογία ονομάζει «πραγματική οικονομία»), διαμόρφωση ισχυρών τραπεζών με χρηματοδότησή τους αφού λυθεί η υπόθεση «κόκκινα δάνεια» και καθαρίσουν τα χαρτοφυλάκιά τους. Ταυτόχρονα, θέτουν ζήτημα διάσκεψης για το χρέος με στόχο το «κούρεμά» του και την αποπληρωμή του με «ρήτρα ανάπτυξης».
Στον προβληματισμό και άλλων αστών πολιτικών και οικονομολόγων είναι πώς θα αντιμετωπιστεί ο αποπληθωρισμός, η έλλειψη ρευστότητας για επενδύσεις στο πλαίσιο της Ευρωζώνης εξασφαλίζοντας όμως τη δημοσιονομική σταθερότητα. Ενώ έχουν εκφραστεί απόψεις ακόμα και για την ανάγκη να βρεθεί τρόπος να «κοπεί χρήμα» στο πλαίσιο της Ευρωζώνης χωρίς όμως, από την άλλη πλευρά, να διαμορφωθεί ανεξέλεγκτος πληθωρισμός.
Η ομιλία του Αλ. Τσίπρα σε εκδήλωση προς τιμήν του Αυστριακού Σοσιαλδημοκράτη Μπρούνο Κράιτσκι είναι αποκαλυπτική. Ο Αλ. Τσίπρας διευκρίνισε ότι η «αριστερή κυβέρνηση θα απλώσει το χέρι στους σοσιαλδημοκράτες της Ευρώπης, στους ελεύθερα σκεπτόμενους φιλελεύθερους», με σχέδιο τη «σταθεροποίηση της Ευρωζώνης, ένα πρώτο βήμα για μια ανοιχτή, δημοκρατική και συνεκτική Ευρώπη». Μια τέτοια κυβέρνηση θα επιδιώξει ένα«ευρωπαϊκό Σχέδιο Μάρσαλ», που θα περιλαμβάνει: «μια σωστή τραπεζική ένωση, ένα δημόσιο χρέος που θα διαχειρίζεται κεντρικά από την ΕΚΤ και ένα τεράστιο πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων». Αυτοί οι στόχοι, διαβεβαιώνει κατηγορηματικά ο Αλ. Τσίπρας, μπορούν να ικανοποιηθούν χωρίς «αλλαγές στις συνθήκες» της ΕΕ !! Ούτε καν αλλαγές των συνθηκών της ΕΕ δε διεκδικεί, τόσος ριζοσπαστισμός!
Επομένως, η μη συμμετοχή του Αλ. Τσίπρα στην κυβερνητική φιέστα για την ανάληψη της Προεδρίας της ΕΕ από την Ελλάδα, που τόσος ντόρος έγινε στα αστικά ΜΜΕ και στην «Αυγή», δε σημαίνει αντίθεση στην ΕΕ και την Ευρωζώνη. Δεν ήταν παρά μια κίνηση εντυπωσιασμού, προσπαθώντας να συνδεθεί με ένα κλίμα δυσαρέσκειας που υπάρχει σε εργαζόμενους απέναντι στους θεσμούς της ΕΕ.
Ιδια η στόχευση
Χρειάζεται, βεβαίως, να σημειώσουμε ότι καμιά αστική πολιτική δύναμη δε μένει «δογματικά προσκολλημένη» σε ένα μείγμα αστικής διαχείρισης, όταν διαμορφώνεται η αναγκαιότητα για την αλλαγή του. Εξάλλου οι διαφορές στις πολιτικές διαχείρισης δεν είναι και αβυσσαλέες, γι' αυτό μιλάμε για μείγματα. Θυμίζουμε χαρακτηριστικά ότι τόσο νεοφιλελεύθεροι όσο και σοσιαλδημοκράτες πρωτοστάτησαν, αντίστοιχα, σε κρατικοποιήσεις ή σε ιδιωτικοποιήσεις όταν αυτό ήταν χρήσιμο για το κεφάλαιο. Η αντίθεση στο μείγμα διαχείρισης, βεβαίως, εκφράζει αντιθέσεις στο πλαίσιο του κεφαλαίου. Σε αυτές τις αντιθέσεις διεκδικεί ο ΣΥΡΙΖΑ να πρωταγωνιστήσει ως δύναμη αστικής διαχείρισης.
Το ερώτημα είναι αν αυτά τα διαφορετικά μείγματα σημαίνουν κάτι διαφορετικό για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Τα δύο μείγματα αντιπαρατίθενται στο έδαφος του ίδιου καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, εκφράζοντας υπαρκτές άλυτες αντιφάσεις του.
Το πέρασμα από την καπιταλιστική κρίση στη φάση της ανάκαμψης δεν πρόκειται να φέρει την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα στην κατάσταση που ήταν προ κρίσης. Ακόμα και αν μειωθεί η ανεργία, αν αυξηθούν τα εισοδήματα ενός τμήματος των εργαζομένων το σίγουρο είναι ότι η όποια ανάκαμψη θα πατήσει πάνω σε περιορισμένα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα, σε μειωμένες απαιτήσεις των εργαζομένων. Είναι όρος για την αναπαραγωγή της κερδοφορίας και της καπιταλιστικής ανάπτυξης η μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης. Πολύ περισσότερο που ενδέχεται η ανάκαμψη να είναι αναιμική και να γίνει γρήγορα το πέρασμα στη νέα φάση της κρίσης. Ταυτόχρονα η ανάκαμψη θα συνοδευτεί με πολιτικές διαχείρισης της ακραίας φτώχειας και ανασφάλειας, εργασιακή περιπλάνηση, με μορφές «κοινωνικής οικονομίας», τα διάφορα δίκτυα «κοινωνικών ιατρείων, φαρμακείων, παντοπωλείων», που ωθούν τους ανθρώπους του μόχθου σε αποδοχή της ζωής με μειωμένες απαιτήσεις. Στοιχεία που αποτελούν συστατικό μέρος του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ.
Ποια η πραγματική αντίθεση από τη σκοπιά των εργατικών - λαϊκών συμφερόντων;
Γι' αυτό, για την εργατική τάξη, τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, αυτή η ενδοαστική πολιτική αντιπαράθεση για την ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας, είναι ξένη με τα συμφέροντά τους. Γιατί, ούτε η πολιτική καπιταλιστικής ανάπτυξης του ΣΥΡΙΖΑ θα αντιμετωπίσει τα οξύτατα λαϊκά προβλήματα και τη βελτίωση της θέσης τους.
Ο ελληνικός λαός πρέπει να δυναμώσει την αντίθεσή του στις πολιτικές των ΕΕ, κυβέρνησης και κεφαλαίου. Να αξιοποιήσει την πολύχρονη πείρα του, που δείχνει ότι η ΕΕ χειρότερη μπορεί να γίνει, καλύτερη όχι. Να δυναμώσει τη Λαϊκή Συμμαχία, με στόχο να απελευθερωθεί ο ελληνικός λαός από τα δεσμά της ΕΕ, να γίνει ιδιοκτήτης του πλούτου που παράγει. Να συμπορευτεί με το ΚΚΕ, που εδώ και χρόνια έχει προειδοποιήσει για τις σημερινές εξελίξεις, για το χαρακτήρα της ΕΕ, και σήμερα προβάλλει τη μοναδική ρεαλιστική πρόταση για την απόκρουση της αντιλαϊκής επίθεσης και για μια πραγματικά φιλολαϊκή διέξοδο από την κρίση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου