Σελίδες

8 Οκτ 2010

Η καταστολή ως άγνωστη λέξη

   
   Δεν είναι η πρώτη φορά που οι αρθρογράφοι της «Καθημερινής» αισθάνονται την υποχρέωση να αναφερθούν απαξιωτικά στο ΚΚΕ. Η συχνότητα μάλιστα αυτών των παρεμβάσεών τους, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πρόκειται μάλλον για συμβατική τους υποχρέωση. Ο παρονομαστής των απαξιωτικών αυτών σχολίων είναι σταθερός: Το ΚΚΕ ανήκει σε άλλη εποχή και πιθανώς σε άλλον πλανήτη. Αδυνατεί να κατανοήσει τον κόσμο, την ελληνική πραγματικότητα, το συμφέρον των λίγων και των πολλών, τις αλλαγές στην ιστορία. Με άλλα λόγια, αυτοί του ΚΚΕ δεν ξέρουν κυριολεκτικά τι τους γίνεται. Σε αντίθεση, φυσικά, με τους αρθρογράφους της «Καθημερινής» που, ο καθένας ξεχωριστά και όλοι μαζί, μας αναλύουν με ακρίβεια αυτό που είναι ο κόσμος και αυτό που πρέπει να κάνουμε για να «προσαρμοστούμε» και να τον ακολουθήσουμε.
Γράφει, λοιπόν, ο Στέφανος Κασιμάτης στην «Καθημερινή» της Κυριακής 3 Οκτώβρη, για πόσο αιθεροβάμων υπήρξε ο υπουργός Οικονομικών, Παπακωνσταντίνου, όταν ζήτησε οργισμένος στη Βουλή από το ΚΚΕ να «αναλάβει τις ευθύνες του». Μα είναι «πασίδηλο» ότι το ΚΚΕ είναι ανεύθυνο, εξανίσταται ο αρθρογράφος και προσδιορίζει: «Οι ευθύνες (σ.σ. του ΚΚΕ) αφορούν (...) μία καταδικασμένη από την ιστορία θεωρία για την οργάνωση της κοινωνίας μπροστά στην οποία οι πραγματικοί άνθρωποι και οι ζωές τους έχουν δευτερεύουσα σημασία». Λόγια βαριά και ασήκωτα που, οπωσδήποτε, χρειάζονται κάποια εξήγηση, κάποιο παράδειγμα να τα στηρίξει. Το παράδειγμα αντλείται από άρθρο του «Ριζοσπάστη», ένα μήνα πριν. Στην «υπέρ της δημόσιας υγείας» κυβερνητική σταυροφορία για την απαγόρευση του καπνίσματος, ο «Ρ», γράφει ο κος Κασιμάτης, βλέπει «κατασταλτικά μέτρα».

Σε μία κοινωνία όπου ο χαφιεδισμός διαφημίζεται με μεγαλοαφίσες στους σταθμούς του μετρό και όπου η επίδειξη της αστυνομικής πυγμής του κράτους είναι πληθωρική, η έννοια «καταστολή» δε θα έπρεπε να ξενίζει τον έγκριτο αρθρογράφο. Η καπνοαπαγόρευση εμπεριέχει και τα δύο αυτά: Στις ταβέρνες ήδη τρώμε παρέα είτε με τους δημοτικούς ή κανονικούς αστυνόμους, είτε με τον τσιλιαδόρο για την αποφυγή των πρώτων. Υπάρχει εξάλλου και ένα διδακτικό προηγούμενο, του οποίου τη γνώση η παιδεία του κου Κασιμάτη ίσως να μην περιλαμβάνει.
   Στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής αισθάνονταν ανασφάλεια και ανησυχία καθώς μάλιστα πλησίαζε η ώρα που θα μετείχαν και αυτές στον ως τότε ευρωπαϊκό πόλεμο. Η χώρα ήταν ακόμα τότε ένα μωσαϊκό εθνοτήτων και μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού της είχε γεννηθεί ακριβώς στις εμπόλεμες χώρες της Ευρώπης. Υπήρχε, λοιπόν, ο κίνδυνος να μεταφερθούν στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού, στο εσωτερικό των ΗΠΑ, τα μίση και τις διαφορές που ο πόλεμος και οι εθνικισμοί προκαλούσαν. Ακόμα μεγαλύτερος κίνδυνος παρουσιάστηκε λίγο αργότερα: Το αντιπολεμικό κίνημα, που προοδευτικά πλησίαζε τις ριζοσπαστικές σοσιαλιστικές ιδέες, απειλούσε, εκτός από την ενότητα της χώρας, τον ίδιο τον καπιταλιστικό της χαρακτήρα - εξαιρετικά ανεπίτρεπτη προοπτική εάν το έβλεπε κανείς από την πλευρά των βιομηχάνων, των τοκογλύφων τραπεζιτών και των μεγαλεμπόρων.
Για την αντιμετώπιση αυτών των κινδύνων, η κυβέρνηση των ΗΠΑ σκέφτηκε ένα μεγαλόπνοο σχέδιο «πειθάρχησης» του πληθυσμού. Ανέσυρε από τα πλέον συντηρητικά ερμάρια της αμερικανικής ιστορίας τις ιδέες εκείνες που ανέθεταν στο Θεό - και εν τη απουσία αυτού στο Κράτος - την απόλυτη ευθύνη για την υγεία των πολιτών και για τη χρηστή συμπεριφορά και διαγωγή τους. Το Δεκέμβρη του 1917, ακριβώς στις μέρες που οι ειδήσεις από την επαναστατημένη Ρωσία τρομοκρατούσαν τον καπιταλισμό, ψηφίστηκε η 18η Τροπολογία του Συντάγματος των ΗΠΑ που έφερε το χαρακτηριστικό τίτλο ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ (Prohibition).
Με αυτή απαγορευόταν η παραγωγή, διάθεση και ειδικά η κατανάλωση κάθε είδους ποτού που εμπεριείχε οινόπνευμα. Μέχρι το Γενάρη του 1920 η Τροπολογία ίσχυε σε όλες τις Πολιτείες και οι γραφικοί φανατικοί - Πουριτανοί, Μεθοδιστές, Βαπτιστές, Κουακέροι ... - μαζί με τους εμπόρους του τσαγιού και αεριούχων ποτών (θυμίζει τίποτα το τελευταίο;) αναδείχθηκαν σε ρόλο ιεροεξεταστών (ή χαφιέδων, μαζί πάνε αυτά) με απόλυτες δικαιοδοσίες πάνω στην υγεία, την ηθική και τον «καθωσπρεπισμό» των συμπολιτών τους.
   Η Ποτοαπαγόρευση σφράγισε μία ολόκληρη ιστορική περίοδο των ΗΠΑ. Με τη βοήθεια πιο ριζοσπαστικών μεθόδων, λίγων εκτελέσεων (Σάκο και Βαντζέτι), πολλών μαζικών εγκλεισμών και απελάσεων (με πρόσχημα την υγεία φυσικά, για να «αντιμετωπιστούν τα τραχώματα» και να σωθεί η όραση των «καθωσπρέπει» Αμερικανών) και με το κτίσιμο ισχυρών κατασταλτικών μηχανισμών, οι πολίτες των ΗΠΑ «ενοποιήθηκαν», «πειθάρχησαν» στις κοινές αξίες και απέταξαν τον Σατανά και τους πειρασμούς αυτού: κομμουνισμό, αναρχισμό και βάλε.
Το 1933 ο Ρούσβελτ με την 21η Τροπολογία κατάργησε την ποτοαπαγόρευση. Προς Θεού! Δεν τη θεώρησε άδικη και κατακριτέα, ούτε ξέχασε την ηθική και τη δημόσια υγεία - απλά είχε άλλα προβλήματα. Σε περιόδους ανέχειας, στέρησης και πείνας, όπως αυτή που ξεκίνησε στις ΗΠΑ με την οικονομική κρίση του 1929, το οινόπνευμα αποτελεί πρώτης τάξης προμηθευτή θερμίδων για τους εργαζόμενους: Με τη συνδρομή του πεθαίνουν λιγότεροι από την πείνα και έτσι μπορεί ο όποιος εργοδότης τους να τους σκοτώνει ελεύθερα στα φαραωνικά δημόσια έργα της εποχής, στα εργοστάσια, στις στοές ή στα χωράφια των «σταφυλιών της οργής» που περιέγραψε ο μεγάλος Στάινμπεκ.
Εντάξει, οι καπιταλιστές της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν είναι τόσο σκληροί όσο οι Αμερικανοί αντίστοιχοι, έναν σχεδόν αιώνα πριν. Μας άφησαν το οινόπνευμα, μας έκοψαν (;) το τσιγάρο - ή τουλάχιστον αποφάσισαν ότι θα «συνδιοικούν» τις επιθυμίες μας και ότι θα μας χαφιεδίζουν για το λόγο αυτό ως το κατώφλι της κρεβατοκάμαράς μας (προς το παρόν). Στο κάτω κάτω για διαφορά μεγεθών πρόκειται: Τότε, ο αμερικανικός καπιταλισμός έπαιζε την κυριαρχία του κόσμου, τώρα ο ευρωπαϊκός αντίστοιχος μια σκιά ψάχνει να χωθεί, είτε προς την Αμερική, είτε προς την Κίνα, είτε όπου αλλού προκύψει. Στις Βρυξέλλες όμως εμπνέονται από όλα τα ιστορικά παραδείγματα που αφορούν την καταστολή, την «πειθάρχηση» και τον «εξανδραποδισμό» των ανθρώπων. Τέτοιες μέρες που ζούμε μάλιστα...
***
Στην Παιδεία του ΚΚΕ είναι ενσωματωμένη η ιστορία των ανθρώπων, τα επιμέρους κεφάλαια του αδυσώπητου ταξικού αγώνα στα χρόνια που πέρασαν. Αποτελεί εφόδιο για τα χρόνια που θα έρθουν, για τους αγώνες που θα φέρουν. Στους είρωνες αρθρογράφους της «Καθημερινής» δεν υπάρχει τέτοια Παιδεία: Ο κόσμος τους είναι ψεύτικος, παραπλανητικός, φανατικός, απαίδευτος. Δεν είναι εύκολο καθήκον να πείσεις τους λαούς ότι το μέλλον τους είναι η δουλεία και ότι επιπλέον θα ζουν ευτυχισμένοι μέσα σε αυτή.


Του
Γιώργου ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ*
* Ο Γιώργος Μαργαρίτης είναι καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου