Οι ευρωεκλογές τελείωσαν. Ηρθε η ώρα για τους δύο βασικούς διεκδικητές της επόμενης αστικής κυβέρνησης, τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, να διαγωνισθούν μπροστά στους πραγματικούς εξεταστές τους, τους μονοπωλιακούς ομίλους που κρατούν στα χέρια τους τα κλειδιά της οικονομίας.
Ενας απ' τους βασικούς φορείς της εξουσίας των μονοπωλίων, ο ΣΕΒ, προσκάλεσε στην ετήσια Γενική Συνέλευση των μετόχων του, τον Αντ. Σαμαρά και τον Αλ. Τσίπρα, για να παρουσιάσουν τις θέσεις τους σχετικά με τη νέα Ελλάδα της ανάπτυξης, χωρίς τα γνωστά προπαγανδιστικά περιτυλίγματα της προεκλογικής περιόδου.
Ο νέος πρόεδρος του ΣΕΒ, Θ. Φέσσας, υπενθύμισε τον βασικό αστικό προσανατολισμό για μια ανταγωνιστική, παραγωγική, εξωστρεφή καπιταλιστική οικονομία, η οποία δε θα στηρίζεται σε δανεικά. Ανέδειξε ως προτεραιότητα τη μείωση του λεγόμενου «μη μισθολογικού κόστους», δηλαδή την επιτάχυνση της αντιλαϊκής αναδιάρθρωσης του Ασφαλιστικού, με επέκταση του ιδιωτικού πυλώνα της Ασφάλισης, καθώς και τη διασφάλιση της «κοινωνικής συνοχής», που μεταφράζεται σε στοιχειώδη προστασία της ακραίας φτώχειας. Επανέλαβε τις γνωστές απαιτήσεις για νέα φορολογική ελάφρυνση και μείωση του ενεργειακού κόστους των μονοπωλιακών ομίλων.
Η αλήθεια είναι ότι οι δύο διαγωνιζόμενοι γνωρίζουν τις λεπτομέρειες της εξεταστέας ύλης πολύ νωρίτερα. Απ' την αρχή της εκδήλωσης της κρίσης είχαν προσδιορισθεί οι βασικοί άξονες της αστικής αναπτυξιακής στρατηγικής, με σχετικές εκδόσεις που συνυπέγραψαν το Ελληνοαμερικανικό και το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο καθώς και το ΙΟΒΕ. Κοινός τόπος αυτών των μελετών ήταν ο προσανατολισμός στα λεγόμενα «συγκριτικά πλεονεκτήματα» της χώρας (τον ποιοτικό τουρισμό, τις ΑΠΕ και την πράσινη Ενέργεια, την ισχυρή ναυτιλία, την ανταγωνιστική γεωργία, τη βιομηχανία τροφίμων και ποτών) καθώς και στην επέκταση των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων και τη διασφάλιση φθηνής εργατικής δύναμης. Κοινός στόχος, η βελτίωση της αποτελεσματικότητας του αστικού κράτους με διατήρηση του κρατικού ελέγχου σε ορισμένους κλάδους στρατηγικής σημασίας (π.χ. νερό, Ενέργεια) και παράλληλη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα.
Ανάπτυξη για όλους;
Η προσήλωση του Αντ. Σαμαρά σ' αυτόν τον αντιλαϊκό δρόμο και οι ολέθριες συνέπειες της πολιτικής της συγκυβέρνησης για τα λαϊκά στρώματα δεν χρειάζονται καμία απόδειξη. Τα νέα χτυπήματα του Μεσοπρόθεσμου στο Ασφαλιστικό, η δυνατότητα ομαδικών απολύσεων, η αύξηση των έμμεσων φόρων έχουν ήδη δρομολογηθεί.
Το ενδιαφέρον εστιάζεται αντικειμενικά σ' αυτόν που αυτοπροβάλλεται ως μεγάλος ανατροπέας και σκληρός διαπραγματευτής, στον Αλ. Τσίπρα.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ πράγματι τα έδωσε όλα στις εξετάσεις της άρχουσας τάξης. Διαβεβαίωσε ότι επιδιώκει την ειλικρινή συνεργασία και την ανάπτυξη λειτουργικής σχέσης με τον ΣΕΒ και ύψωσε τη σημαία της ταξικής συνεργασίας, προσδιορίζοντας το πλαίσιο μιας «νέας κοινωνικής συμφωνίας». Απ' το πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ φυσικά απουσιάζει κάθε απαίτηση για άμεση ανάκτηση των τεράστιων απωλειών των λαϊκών στρωμάτων της περιόδου της κρίσης.
Τίθεται ο στόχος της επιστροφής στην ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας με προστασία της ακραίας φτώχειας. Βασική αιχμή αποτελεί η επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Η «εγγύηση» του κατώτατου μισθού εφαρμόσθηκε σε πολλά κράτη - μέλη της ΕΕ και αξιοποιήθηκε ως εφαλτήριο για συμπίεση του μέσου μισθού, για εξίσωση των μισθών προς τα κάτω, για επέκταση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων.
Η «εγγύηση» του ΣΥΡΙΖΑ προσπερνά χωρίς απαντήσεις τα δύσκολα ερωτήματα: Πόσους μήνες το χρόνο και πόσες ώρες το μήνα θα δουλεύουν όσοι βρίσκουν δουλειά; Ποια θα είναι η πραγματική αγοραστική δύναμη αυτού του μισθού;
Το κυριότερο είναι πως ο ΣΥΡΙΖΑ επαναφέρει το γνωστό μύθο της «ανθρωποκεντρικής καπιταλιστικής ανάπτυξης για όλους», με ταυτόχρονο όφελος για το κεφάλαιο και την εργατική τάξη.
Παραδίδοντας εγχειριδιακά μαθήματα κεϋνσιανής διαχείρισης, ο Αλ. Τσίπρας τόνισε την ευεργετική επίδραση μιας αύξησης των μισθών στην τόνωση της κατανάλωσης, στην «ενεργό ζήτηση», που δίνει τελικά ώθηση στην καπιταλιστική ανάπτυξη. Ισχυρίστηκε ότι η υποβάθμιση της κατάστασης της εργατικής τάξης δεν διασφαλίζει την αύξηση της ανταγωνιστικότητας.
Η αλήθεια είναι ότι οι μεγαλομέτοχοι των μονοπωλιακών ομίλων γνωρίζουν πολύ καλά το ταξικό τους συμφέρον όταν απαιτούν φθηνότερη εργατική δύναμη και αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης για να θωρακίσουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, η αντιλαϊκή επίθεση στους μισθούς με την «εσωτερική υποτίμηση» αναβάθμισε θεαματικά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια.
Γενικότερα, η καπιταλιστική παραγωγή δεν είναι μια παραγωγή εμπορευμάτων που απλά πρέπει να πουληθούν. Είναι μια παραγωγή με σκοπό το κέρδος. Η αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης του εργαζόμενου είναι μονόδρομος για την αύξηση του ποσοστού κέρδους του κεφαλαίου. Ο κάθε καπιταλιστής θα ήταν ευτυχής αν ο ίδιος διέθετε πάμφθηνη εργατική δύναμη και οι ανταγωνιστές του έδιναν υψηλούς μισθούς για να υπάρχει ένα υψηλό επίπεδο κατανάλωσης.
Ομως, εδώ βρισκόμαστε μπροστά σε μια απ' τις εγγενείς, άλυτες αντιφάσεις της καπιταλιστικής παραγωγής. Δεν είναι η μοναδική. Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής δεν μπορεί επίσης να ξεπεράσει την αναρχία της παραγωγής, τον ανελέητο ανταγωνισμό, την ανισόμετρη ανάπτυξη επιχειρήσεων και κλάδων. Ολες αυτές οι εγγενείς αντιφάσεις και δυσαναλογίες είναι γνήσια τέκνα του συστήματος της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Γι' αυτό εξάλλου και καμιά μορφή αστικής διαχείρισης, ούτε η νεοφιλελεύθερη, ούτε η κεϋνσιανή, δεν κατάφερε να αποτρέψει την περιοδική εκδήλωση καπιταλιστικών κρίσεων υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου. Η ανάγκη του κεφαλαίου για φθηνότερη εργατική δύναμη περιλαμβάνει φυσικά και τους κλάδους υψηλής τεχνολογίας, τους οποίους προτάσσει η κυβερνητική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Αρκεί να δούμε τις μεγάλες πραγματικές απώλειες των μισθωτών στις τηλεπικοινωνίες και την πληροφορική τα τελευταία χρόνια. Αυτή η ανάγκη των μονοπωλίων αποτυπώνεται στις αποφάσεις που δεσμεύουν όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, όπως η Στρατηγική «Ευρώπη 2020». Απλά μπορεί να αλλάξουν οι μορφές στις οποίες δίνεται το κύριο βάρος για τη ληστεία της εργατικής τάξης (π.χ., αντί της άμεσης μείωσης του μισθού, να προτάσσονται η αύξηση των ασφαλιστικών βαρών των εργαζομένων, η αύξηση της ψαλίδας μισθού - παραγωγικότητας, κ.λπ.).
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ πιστεύει πραγματικά ότι τα μονοπώλια πρόκειται να στηρίξουν ανάκτηση των απωλειών των εργαζομένων, γιατί δεν προχωρά σε δέσμευση για επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού;
Παλιά Ελλάδα της ανασφάλειας και της φτώχειας
Με γενικόλογες θολές διακηρύξεις επιχείρησε να ξεπεράσει ο Αλ. Τσίπρας και τις στρατηγικές δεσμεύσεις που θωρακίζουν την ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων σ' όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ. Δήλωσε ότι θα αποτρέψει την επιδρομή κερδοσκοπικών κεφαλαίων και θα βάλει φρένο στις ιδιωτικοποιήσεις (π.χ. του νερού και της ηλεκτρικής ενέργειας).
Ομως, η ελεύθερη κίνηση κεφαλαίου και η «απελευθέρωση» του τομέα ηλεκτρικής ενέργειας έχουν δρομολογηθεί απ' την εποχή της Συνθήκης του Μάαστριχτ, σ' ολόκληρη την ευρωενωσιακή αγορά.
Η κοινοτική οδηγία που διευκολύνει την πλήρη εμπορευματοποίηση του νερού, επιβαρύνοντας την κατανάλωση αντί για την ενίσχυση των επίγειων και υπόγειων υδροφορέων, εφαρμόζεται επίσης σ' όλη την ΕΕ.
Τι εννοεί ο ΣΥΡΙΖΑ; Δεσμεύεται ότι θα ανακαλέσει τις ιδιωτικοποιήσεις, όπως του ΟΤΕ, της ΔΕΗ, του ΔΕΣΦΑ και πώς θα το κάνει;
Στην πραγματικότητα, το μόνο που μπορεί να κάνει, είναι η αλλαγή της μορφής ιδιωτικοποίησης με τη διατήρηση ενός κρατικού ή δημοτικού φορέα που θα διανέμει κάποια κερδοφόρα φιλέτα των υποδομών και των υπηρεσιών καθώς και μειοψηφικά πακέτα μετοχών σε ιδιωτικούς ομίλους.
Αντίστοιχα, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ διακηρύσσει την αναβάθμιση της εγχώριας παραγωγής, δε λέει κουβέντα για το πώς θα αντιμετωπίσει τις κοινοτικές δεσμεύσεις που την καθηλώνουν, π.χ. τις ποσοστώσεις στο κρέας, στο γάλα, στη ζάχαρη. Θέτει ως προτεραιότητα την ενίσχυση κλάδων με «συγκριτικά πλεονεκτήματα» που έχει υποδείξει η άρχουσα τάξη, προσπερνώντας τις μεγάλες εγχώριες παραγωγικές δυνατότητες (π.χ. ενεργειακές πηγές, ορυκτός πλούτος), που μπορούν να αξιοποιηθούν για την επαρκή κάλυψη των βασικών λαϊκών αναγκών.
Μιλά για δημόσιο τομέα - εργαλείο του δημοκρατικού προγραμματισμού. Ομως, το αστικό κράτος υπηρετεί την κερδοφορία των μονοπωλίων. Οι υποδομές και οι υπηρεσίες του δεν αποτελούν λαϊκή περιουσία. Ακόμα και αν υπάρχει κυβερνητική πρόθεση ικανοποίησης των κοινωνικών αναγκών, ο κρατικός σχεδιασμός δεν έχει στα χέρια του τα κλειδιά της οικονομίας, δεν μπορεί να καταργήσει την αναρχία και τον ανελέητο ανταγωνισμό της καπιταλιστικής παραγωγής.
Γι' αυτό και η μόνη συγκεκριμένη δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ είναι η πρόθεση πολύμορφης κρατικής στήριξης του «πραγματικού επενδυτή», δηλαδή του κεφαλαιοκράτη που επενδύει με κριτήριο το ποσοστό κέρδους (π.χ. με τη μείωση του ενεργειακού κόστους).
Κάλπικη και πραγματική ανατροπή
Είναι φανερό ότι μετά τις ευρωεκλογές ο πραγματικός αντίπαλος του λαού, η άρχουσα τάξη, στέκει ακλόνητος στη θέση του και έτοιμος να προωθήσει τις αντιλαϊκές κατευθύνσεις του. Καμιά μεταβολή του συσχετισμού μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να αλλάξει αυτήν την κατάσταση. Και οι δύο διεκδικητές της επόμενης αστικής κυβέρνησης υποκλίνονται στους στόχους της αστικής τάξης. Το μόνο επομένως που μπορούν να διαπραγματευτούν είναι οι όροι σφαγής του λαού.
Ο στόχος της επιστροφής σε υψηλούς ρυθμούς καπιταλιστικής ανάπτυξης και της προσέλκυσης επενδύσεων δεν οδηγεί στη λαϊκή ευημερία, ούτε καν σε ανάκτηση των μεγάλων απωλειών του λαού την περίοδο της κρίσης. Πρόκειται για τη συνέχεια του ίδιου δρόμου που μας έφερε ως εδώ. Αύξηση των κερδών των μονοπωλιακών ομίλων και ουσιαστική ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών δεν συμβαδίζουν, βρίσκονται στον αντίποδα. Οποια παραλλαγή διαχείρισης και αν εφαρμοσθεί στο πλαίσιο αυτού του δρόμου της ανασφάλειας, της ανεργίας, της εκμετάλλευσης, στην ουσία θα αφορά κάποια ψίχουλα για τις ομάδες ακραίας φτώχειας, τα οποία θα κληθούν να πληρώσουν οι υπόλοιποι μισθωτοί και αυτοαπασχολούμενοι και όχι τα μονοπώλια.
Χρειάζεται ριζική αλλαγή πορείας, ριζικά διαφορετικός δρόμος ανάπτυξης με κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό της παραγωγής, αποδέσμευση απ' την ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Χρειάζεται ανασύνταξη του κινήματος, που θα σημαδεύει τον πραγματικό αντίπαλο, την άρχουσα τάξη, την εξουσία των μονοπωλίων και όχι μόνο τα συμπτώματα της κυριαρχίας τους, όπως είναι η διαφθορά, και την εκάστοτε αστική κυβέρνηση.
Μπορεί και πρέπει να γίνουν άμεσα βήματα για την οργάνωση της λαϊκής αντεπίθεσης των μισθωτών, των αυτοαπασχολούμενων στην πόλη και το χωριό, των νέων που πνίγονται στο σημερινό βάλτο.
Σ' αυτήν την κατεύθυνση ξεδιπλώνουμε καθημερινά, αποφασιστικά, μαχητικά τη δράση μας, σε κάθε χώρο δουλειάς, κάθε κλάδο, κάθε γειτονιά.
*Ο Μάκης Παπαδόπουλος είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος της Ιδεολογικής Επιτροπής και του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου