του Νικόλα Μόττα.
Δεν είναι υπερβολικός ο τίτλος. Ούτε προσπαθεί να δημιουργήσει εντυπώσεις, όπως πιθανόν να σκεφτούν ορισμένοι. Η ιστορία των φυλακών του Γκουαντάναμο, στη νοτιοανατολική Κούβα, είναι συνιφασμένη με την προσπάθεια του αμερικανικού ιμπεριαλισμού να τρομοκρατήσει όσους στρέφονται εναντίον του.
Είναι μια ιστορία ενός πραγματικού κολαστηρίου που ξεκίνησε με τον περίφημο «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» του προέδρου Μπους και που στις 9 Ιανουαρίου συμπλήρωσε 11 χρόνια λειτουργίας. Κάτι που βαραίνει πλέον τον σημερινό πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος, τέσσερα σχεδόν χρόνια μετά την εκλογή του στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα, έχει αθετήσει προκλητικά την υπόσχεση που είχε δώσει για το κλείσιμο των φυλακών.
Είναι μια ιστορία ενός πραγματικού κολαστηρίου που ξεκίνησε με τον περίφημο «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» του προέδρου Μπους και που στις 9 Ιανουαρίου συμπλήρωσε 11 χρόνια λειτουργίας. Κάτι που βαραίνει πλέον τον σημερινό πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος, τέσσερα σχεδόν χρόνια μετά την εκλογή του στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα, έχει αθετήσει προκλητικά την υπόσχεση που είχε δώσει για το κλείσιμο των φυλακών.
Το αμαρτωλό παρελθόν.
Η αποικιοκρατική σχέση Κούβας-Ηνωμένων Πολιτειών έλαβε τέλος με τον θρίαμβο της Επανάστασης το 1959. Τότε, η νέα επαναστατική κυβέρνηση της Αβάνας ζήτησε από την Ουάσινγκτον την επιστροφή της περιοχής στον φυσικό και νόμιμο ιδιοκτήτη της – δηλαδή τον κουβανικό λαό. Η απάντηση των ΗΠΑ ήταν αρνητική. Από τότε και μέχρι σήμερα, η ναυτική βάση του Γκουαντάναμο αποτελεί επί της ουσίας το “άγρυπνο μάτι” της ιμπεριαλιστικής υπερδύναμης στο νησί και ευρύτερα στην περιοχή της Καραϊβικής. Το 1985 μάλιστα, ο ίδιος ο πρόεδρος Ρόναλντ Ρίγκαν, ίσως από υπερβολικά ειλικρινή κυνισμό, παραδέχθηκε δημόσια πως η παρουσία της στρατιωτικής βάσης στη νότια Κούβα στοχεύει στην εδραίωση των αμερικανικών συμφερόντων στην περιοχή, είτε το επιθυμούν είτε όχι οι κουβανοί.
Σε αντίθεση με τον ιμπεριαλιστικό “τραμπουκισμό” της Ουάσινγκτον, η κουβανική κυβέρνηση απαντά με επιχειρήματα που βασίζονται στις πρόνοιες του Διεθνούς Δικαίου. Έτσι, η Αβάνα θεωρεί ως παράνομη την στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στο νότιο μέρος του νησιού, αναφέροντας πως η συνθήκη του 1903 – όπως άλλωστε και η συμφωνία που ακολούθησε το 1934 – υπογράφησαν υπό την απειλή των όπλων και της βίας. Κάτι τέτοιο συνιστά σαφή παραβίαση των αρχών του Διεθνούς Δικαίου: Σύμφωνα με το άρθρο 52 της Διεθνούς Σύμβασης της Βιέννης (1969) μια συνθήκη μπορεί να κυρηχθεί παράνομη εάν αποτελεί προϊόν εκβιασμού και απειλής χρήσης στρατιωτικής δύναμης.
Σύγχρονο Άουσβιτς.
Πέραν του πως αποκτήθηκε η περιοχή που φιλοξενεί την ναυτική βάση των ΗΠΑ και τις φυλακές υψίστης ασφαλείας, τίθεται ένα άλλο πολύ σημαντικό ζήτημα. Τι συμβαίνει σε αυτό το μέρος που ονομάζεται “Φυλακή του Γκουαντάναμο”. Δέκα χρόνια πριν την έναρξη του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», στη ναυτική στρατιωτική ξεκίνησε να λειτουργεί τομέας κράτησης ατόμων που θεωρούνταν από την κυβέρνηση των ΗΠΑ ως “τρομοκράτες”, ή “εν δυνάμει τρομοκράτες” κατά των αμερικανικών συμφερόντων. Οι φυλακές άνοιξαν το 1991 – επί προεδρίας του πατέρα Τζωρτζ Μπους – και έκτοτε έχουν προκαλέσει την κατακραυγή διεθνών οργανισμών (Διεθνής Αμνηστία, Ερυθρός Σταυρός, Human Rights Watchκλπ) για τις συνθήκες κράτησης των φυλακισμένων. Συνθήκες οι οποίες περιλαμβάνουν αποτρόπαιους βασανισμούς που συγκρίνονται με αυτούς της Γκεστάπο κατά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
Από το 2002 και έπειτα οι φυλακές του Γκουαντάναμο “φιλοξενούν” έγκλειστους από το Αφγανιστάν, έπειτα από την ιμπεριαλιστική εισβολή των ΗΠΑ στην πολύπαθη χώρα της Μέσης Ανατολής. Το Μάη του ίδιου χρόνου, ομάδα εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ υποστήριξε ότι οι μέθοδοι που χρησιμοποιεί ο αμερικανικός στρατός για την ανάκριση των κρατουμένων παραβιάζουν τη Διεθνή Συνθήκη Ενάντια στα Βασανιστήρια (CAT, 1984). Πληροφορίες που “διέρευσαν” στους “Τάϊμς” της Νέας Υόρκης τον Ιούλιο του 2004 έκαναν λόγο για φρικτούς, σαδιστικούς, τρόπους βασανισμού των κρατουμένων που, μεταξύ άλλων, περιελάμβαναν: εξευτελισμούς, σεξουαλικά βασανιστήρια, πλήρης απομόνωση για μεγάλο διάστημα, ανάκριση υπό την άμεση απειλή όπλου, εικονικές εκτελέσεις, χρήση εκπαιδευμένων σκυλιών για εκφοβισμό, εγκλεισμό σε κελί με υπερβολικά υψηλές ή χαμηλές θερμοκρασίες.
Ψεύτικες υποσχέσεις.
- Το Μάη του 2010, η Επιτροπή Ενόπλων Υπηρεσιών των ΗΠΑ (Armed Services Committee) αποφάσισε ομόφωνα την απαγόρευση μεταφοράς κρατουμένων από το Γκουαντάναμο σε οποιοδήποτε σωφρονιστικό ίδρυμα των Ηνωμένων Πολιτειών, συμπεριλαμβανομένου του Ίλινοϊς.
- Από τους συνολικά 779 κρατούμενους που βρέθηκαν στα κελιά των φυλακών του Γκουαντάναμο, μόλις οι 9 είδαν τις υποθέσεις τους να οδηγούνται στη δικαιοσύνη. Οι υπόλοιποι είναι είτε “κρατούμενοι φαντάσματα”, είτε απολαμβάνουν την έννοια της δικαιοσύνης όπως την εννοεί ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός.
- Σήμερα στις φυλακές υψίστης ασφαλείας της ναυτικής βάσης υπάρχουν 166 κρατούμενοι. Μόνο όμως 55 από αυτούς έχουν χαρακτηριστεί “απελευθερώσιμοι” από τις αρχές των ΗΠΑ.
- Από την έναρξη της προεδρικής θητείας Ομπάμα έχουν απελευθερωθεί 71 κρατούμενοι υπό το βάρος διεθνών πιέσεων. Παρ' όλα αυτά, με νομοθετική του παρέμβαση το Κογκρέσο έθεσε ιδιαίτερα σκληρούς περιορισμούς στη δυνατότητα προεδρικής απόφασης για περαιτέρω απελευθέρωση φυλακισμένων.
- Το κόστος κάθε κρατούμενου στο Γκουαντάναμο ανέρχεται, σύμφωνα με έκθεση του Κογκρέσου των ΗΠΑ, σε 800.000 δολάρια ετησίως για τους αμερικανικούς φορολογούμενους, την ίδια στιγμή που το αντίστοιχο κόστος σε φυλακή υψίστης ασφαλείας εντός των ΗΠΑ δεν θα ξεπερνούσε τα 35.000 δολάρια.
Το συμπέρασμα θα μπορούσε να συνοψιστεί σε μια φράση του Φιντέλ Κάστρο, το Δεκέμβρη του 1971 κατά τη διάρκεια ομιλίας του στη Χιλή: «Το Γκουαντάναμο είναι εκεί για να εξευτελίζει την Κούβα, σαν ένα μαχαίρι καρφωμένο στην καρδιά της κουβανικής αξιοπρέπειας και κυριαρχίας». Σήμερα, θα μπορούσαμε να συμπληρώσουμε πως η ύπαρξη του Γκουαντάναμο είναι μια μαχαιριά στην ίδια την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ένα από τα καλύτερα πειστήρια για τις προθέσεις και τα συμφέροντα του σύγχρονου ιμπεριαλισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου