Ταχύτατη είναι η προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ στα νέα δεδομένα που δημιουργεί η αναμόρφωση που προωθεί η αστική τάξη στο πολιτικό σκηνικό και στην οποία φιλοδοξεί να πρωταγωνιστήσει. Αφήνοντας στην άκρη ακόμα και εκείνα τα προεκλογικά συνθήματα, με τα οποία υφάρπαξε ψήφους, δίνει εξετάσεις στην άρχουσα τάξη ως επίδοξος διαχειριστής των υποθέσεών της.
Είναι χαρακτηριστική η στάση του μετά τη Σύνοδο Κορυφής, οπότε τα στελέχη του πανηγύριζαν για λογαριασμό των Ραχόι και Μόντι, και κατ' επέκταση της ντόπιας πλουτοκρατίας. Πρόβαλλαν μάλιστα σαν παραδειγματικό τον τρόπο που διαπραγματεύτηκαν για λογαριασμό των αστικών τάξεων των χωρών τους, αποσιωπώντας το γεγονός ότι αμφότεροι τσακίζουν τους λαούς τους με αιματηρά μέτρα λιτότητας και σφαγιασμού των δικαιωμάτων τους, χωρίς μνημόνια και συμφωνίες με την τρόικα.
«Η χθεσινή ημέρα της ευρωσυνόδου στις Βρυξέλλες ήταν απολύτως ενδεικτική του τι σημαίνει "σκληρή διαπραγμάτευση", με ξεκάθαρη τακτική και σαφείς στόχους (...) Η χθεσινή ημέρα θα πρέπει να διδάσκεται ως παράδειγμα των κανόνων του αποτελεσματικού "διαπραγματεύεσθαι"», έλεγε εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ η Ρ. Δούρου.
Στη βάση αυτή αξίωσε απ' την ελληνική κυβέρνηση να τους μιμηθεί υπερασπιζόμενη τα συμφέροντα των αστών της χώρας, κοροϊδεύοντας ότι η διαπραγμάτευση μπορεί να έχει θετικά για τους λαούς αποτελέσματα: «Οταν υπάρχει πραγματική θέληση και τακτική για διαπραγμάτευση, υπάρχουν αποτελέσματα» δήλωσε η ίδια, ενώ ο Ν. Χουντής είδε και το «πρώτο ρήγμα στις πολιτικές που προσπαθούν να ρίξουν τα βάρη της μεγάλης δημοσιονομικής και τραπεζικής κρίσης που πλήττει την Ευρώπη στις πλάτες των εργαζομένων»!
Τις διαθέσεις του ο ΣΥΡΙΖΑ τις είχε δείξει από την προηγούμενη της Συνόδου, όταν έγραφε σε ανακοίνωσή του ότι «ο λαός έθεσε πάρα πολύ ψηλά τον πήχη (...) μέσα από την ετυμηγορία του στις δυο εκλογικές αναμετρήσεις, τον πήχη των διεκδικήσεων απέναντι στην τρόικα και την ΕΕ». Επιβεβαίωνε έτσι ότι θέληση και του ίδιου είναι μια καλύτερη τάχα αναδιαπραγμάτευση του μνημονίου και όχι η κατάργησή του, όπως υποσχόταν προεκλογικά.
Στην ίδια ανακοίνωση κατήγγειλε την κυβέρνηση ότι «σ' αυτές τις υψηλές απαιτήσεις διεκδίκησης και επαναδιαπραγμάτευσης, (...) δεν έχουν κανένα σχέδιο και καμιά οργάνωση», εκφράζοντας μάλιστα τη λύπη του επειδή «τέτοιες ευκαιρίες δεν θα έχουμε πολλές από δω και στο εξής, όσο περνάει ο καιρός, οι ευκαιρίες θα συρρικνώνονται δραματικά». Επί της ουσίας, προϊδεάζει από τώρα για τα όρια της διαχείρισης που και ο ίδιος θα ασκήσει, αν αναβαθμιστεί ο ρόλος του στο αστικό σύστημα.
Μοιράζει αυταπάτες με τη σέσουλα
Στη λογική της αναδιαπραγμάτευσης και ο Δ. Παπαδημούλης ο οποίος δήλωσε σχολιάζοντας τη Σύνοδο Κορυφής, ότι μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ «θα προσπαθούσε να αξιοποιήσει αυτή την κινητικότητα και να βάλει στο τραπέζι και το ελληνικό πρόβλημα»!
Δεν εννοούσε βεβαίως τα προβλήματα του λαού, όπως έσπευσε να διευκρινίσει:«Χρειάζεται μια ευρωπαϊκή ασπίδα στο τραπεζικό σύστημα (...) Χρειάζεται μια ευρωπαϊκή ρύθμιση του χρέους (...) Χρειάζεται επίσης αντικατάσταση του μνημονίου 2 με ένα διαφορετικό πρόγραμμα που να μην εξασφαλίζει μόνο μακρύτερο χρόνο δημοσιονομικής προσαρμογής αλλά και βαθύτερο κούρεμα και εξασφάλιση κονδυλίων»! Διαπραγμάτευση δηλαδή για τους αστούς και τις τράπεζες.
Συμπληρωματικά στα παραπάνω, πριν απ' τη Σύνοδο, με παρέμβασή του ο ΣΥΡΙΖΑ ζητούσε περισσότερη και ισχυρότερη ΕΕ, χρήση περισσότερων εργαλείων διαχείρισης της κρίσης. Αποκρύπτοντας το χαρακτήρα και την οξύτητά της, όπως και το γεγονός ότι όλα τα εργαλεία που αποφασίζει η ΕΕ στόχο έχουν να φορτώσουν τις συνέπειες στους λαούς, για να σωθεί η πλουτοκρατία. Οι προτάσεις του σταθερά ταυτισμένες με αυτές που διατυπώνουν μερίδες της πλουτοκρατίας, συνοδεύονται από επικίνδυνες αυταπάτες.
«Γίνεται πλέον ξεκάθαρο ότι χρειάζεται επαναθεμελίωση της Ευρώπης και συνολική αλλαγή της αρχιτεκτονικής της Ευρωζώνης (...) Είναι απαραίτητο να υπάρξει ένα σχέδιο μετατροπής των επιμέρους δημόσιων χρεών των χωρών σε κοινό ευρωπαϊκό χρέος και η δημιουργία αναδιανεμητικού ευρωπαϊκού προϋπολογισμού»,προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Τα αιτήματα που καταθέτει είναι ίδια με αυτά που επικαλούνται οι δυνάμεις που προωθούν τη βαθύτερη πολιτική και οικονομική ενοποίηση της ΕΕ. Το ίδιο ζητάει στην πραγματικότητα και ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος κατά τ' άλλα κόπτεται και φωνάζει για την παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Στα παραπάνω προσθέτει: «Γίνεται ακόμα πιο επιτακτική η ανάγκη για αλλαγή του ρόλου της ΕΚΤ με απευθείας δανεισμό των κρατών, αλλά και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για τη στήριξη της απασχόλησης και της ανάπτυξης».Αναπαράγει θέσεις που προβάλλουν σταθερά ανταγωνιζόμενες μερίδες της πλουτοκρατίας, που ζητάνε φθηνότερο χρήμα και μεγαλύτερη διάχυση της ζημιάς από την ελεγχόμενη καταστροφή κεφαλαίου. Κοροϊδεύει το λαό ότι αν τα μονοπώλια εξασφαλίσουν πηγές φθηνότερου χρήματος, τότε θα ανοίξει ο δρόμος της ευημερίας και για τον ίδιο.
Στόχος η πλήρης ενσωμάτωση του λαού
Η πολιτική που έχει ανάγκη το κεφάλαιο, δεν μπορεί να περάσει αν δεν χτυπηθεί η ριζοσπαστικοποίηση και δεν εξασφαλιστεί η λαϊκή ενσωμάτωση. Αυτό απασχολεί τα όργανα του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ, οι συνεδριάσεις των οποίων ολοκληρώνονται σήμερα.
Σε κείμενο που διέρρευσαν την περασμένη Πέμπτη, με τίτλο «Τελικό σχέδιο πολιτικής απόφασης», διαπιστώνεται ότι πρέπει να ενισχύσουν την «κινηματική λογική» σε συνδυασμό με τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο κόμμα, «όπου θα συνυπάρχουν ρεύματα από την κομμουνιστική αριστερά, μέχρι την αριστερή σοσιαλδημοκρατία και τη ριζοσπαστική οικολογία», προκειμένου να είναι πιο αποτελεσματική η χειραγώγηση του λαού στη νέα σούπα της σοσιαλδημοκρατίας.
Σε ό,τι αφορά το εργατικό κίνημα, κάνουν λόγο για «αντινεοφιλελεύθερο»προσανατολισμό, με σαφή διάθεση να βάλουν εμπόδια στη ριζοσπαστικοποίηση των εργατικών λαϊκών ανθρώπων, κρύβοντας την ταξική ουσία της επίθεσης που σήμερα δέχονται οι εργαζόμενοι και ο λαός.
Σε άλλο σημείο αναφέρονται στην ανάγκη ύπαρξης «ενός ευρύτατου αυτόνομου ταξικού ρεύματος μέσα στα συνδικάτα, που δεν θα αντιστοιχείται με την κομματική διαίρεση, ώστε να διεκδικήσει την ανατροπή των συνδικαλιστικών συσχετισμών σε βάρος των συμβιβασμένων ηγεσιών και να δημιουργηθεί ένας συντονισμός αγώνα πρωτοβάθμιων σωματείων και ομοσπονδιών που θα υπερβεί την ακινησία των κεντρικών συνδικαλιστικών οργάνων».
Εδώ ο στόχος βγάζει μάτι. Επιδιώκουν το χτύπημα του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος, του ΠΑΜΕ, με τη συγκρότηση συσπειρώσεων που θα αντιτίθενται δήθεν στις συμβιβασμένες πλειοψηφίες, με τις οποίες όμως ο ΣΥΡΙΖΑ βαδίζει χέρι - χέρι, έχοντας μάλιστα προσφέρει στέγη και σε πολλούς πρώην ΠΑΣΟΚους εργατοπατέρες.
Στόχος τους παραμένει αυτονόητα το ΚΚΕ και η προσπάθεια να ενσωματώσουν πλήρως στη στρατηγική της διαχείρισης λαϊκές συνειδήσεις που συναντήθηκαν με το Κόμμα, αλλά στις τελευταίες εκλογές έκαναν πίσω, κάτω από το βάρος του φόβου και των αυταπατών.
Γράφουν μεταξύ άλλων: «Η ανθενωτική - σεχταριστική και άκρως επιθετική στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ θέτει μπροστά μας νέα ζητήματα. Η διεύρυνση της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ/ΕΚΜ τον καταγράφει ως την μεγαλύτερη συνιστώσα (...) Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται μια συζήτηση με ένα σημαντικό τμήμα δυνάμεων που μας στήριξε στις εκλογές από το ΚΚΕ (...) και η προσπάθεια συσπείρωσης και ένταξής τους στην κοινή μας προσπάθεια».
Η προσπάθεια αυτή θα γίνει αναμηρυκάζοντας τα γνωστά ψεύδη και επιστρατεύοντας τη λασπολογία σε βάρος του ΚΚΕ για «αντιενωτική πολιτική και σεχταριστική στάση πολιτικής απομόνωσης και αδιαφορίας που επέδειξε στην αντιμετώπιση των άμεσων και τεράστιων προβλημάτων της εργατικής τάξης και του λαού καθώς και της ταύτισής του με την κινδυνολογία του συστήματος».
Οι ίδιοι συνεχίζουν να αναμασούν ξεδιάντροπα τα περί «ενότητας της αριστεράς» και ομολογούν ότι στόχος τους είναι να παρέμβουν στη στρατηγική άλλων κομμάτων, λέγοντας ότι «η υπόθεση της ενότητας της αριστεράς δεν εξαντλείται στις διεργασίες εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει να παρακολουθούμε τις εξελίξεις στα άλλα κόμματα της αριστεράς».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου