Σελίδες

25 Ιουν 2012

Ταξική πάλη και αστικές κοινοβουλευτικές εκλογές

«Η μεγάλη μείωση της εκλογικής δύναμης του ΚΚΕ σε συνθήκες αφόρητης πίεσης, δεν μπορεί και δεν πρέπει να ερμηνευθεί μόνο από τους υπαρκτούς αντικειμενικούς λόγους. Οπωσδήποτε επηρεάζεται αποφασιστικά από το επίπεδο ανάπτυξης της ταξικής πάλης, η οποία δεν καθορίζεται αποκλειστικά και μόνο από το Κόμμα, αλλά και από το γενικότερο συσχετισμό δυνάμεων. (...) Η ΚΕ και όλο το Κόμμα με ουσιαστική συζήτηση χρειάζεται να εξετάσει τους γενικότερους υποκειμενικούς παράγοντες που μεσοπρόθεσμα επιδρούν στην πολιτική διείσδυση του Κόμματος. (...) Το 18ο Συνέδριο και οι κατοπινές αποφάσεις της ΚΕ έχουν επισημάνει εκείνους τους παράγοντες που καθορίζουν την ικανότητα του Κόμματος να αντιστοιχείται στις ανάγκες και τις απαιτήσεις», εκτιμώντας ταυτόχρονα ότι «μπορεί αυτές οι αδυναμίες να μην έπαιξαν καθοριστικό παράγοντα στο εκλογικό ποσοστό, στις συγκεκριμένες εκλογικές συνθήκες, όπου ήταν δύσκολο να αναχαιτισθεί το ρεύμα φόβου και κυρίως αυταπατών, όμως παίζουν ουσιαστικό ρόλο στην προετοιμασία, ετοιμότητα και αποτελεσματικότητα, μπροστά στα νέα και πολύ σύνθετα καθήκοντα που μας περιμένουν». (Απόφαση της ΚΕ του ΚΚΕ, «Πρώτη τοποθέτηση για το εκλογικό αποτέλεσμα της 17ης Ιουνίου 2012»).
Η ΚΕ του ΚΚΕ βάζει ένα ζήτημα, το οποίο ως ερώτημα θα μπορούσε να τεθεί και ως εξής: Μπορούσαμε να αντιστρέψουμε ή να ανακόψουμε εντελώς αυτό το
ρεύμα «το ρεύμα φόβου και κυρίως αυταπατών», που δημιουργήθηκε κάτω από τις συγκεκριμένες αντικειμενικές συνθήκες; Δηλαδή το βάθεμα της οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης, την πολιτική διαχείρισής της ώστε να σωθεί το κεφάλαιο, επομένως να ρίχνει ολοένα και πιο βαριές συνέπειές της στις πλάτες της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων με στραγγαλισμό μισθών, συντάξεων, γενικότερα δραματικής μείωσης του λαϊκού εισοδήματος, απότομη αύξηση ανεργίας και φτώχειας; Και απαντά ότι οι υποκειμενικές αδυναμίες που πρέπει να ανιχνεύσουμε και να εντοπίσουμε δεν έπαιξαν καθοριστικό παράγοντα στο εκλογικό αποτέλεσμα.
Πολιτική συνείδηση και ταξική πάλη

Εχει σημασία η εκτίμηση (είναι βασικό κριτήριο), αυτό που αναφέρει η Απόφαση της ΚΕ, ότι η εκλογική δύναμη του ΚΚΕ «επηρεάζεται αποφασιστικά από το επίπεδο ανάπτυξης της ταξικής πάλης, η οποία δεν καθορίζεται αποκλειστικά και μόνο από το Κόμμα, αλλά και από το γενικότερο συσχετισμό δυνάμεων». Μ' αυτό το κριτήριο πρέπει να καταλαβαίνουμε επίσης την εκτίμηση της ΚΕ ότι: «Το συμπέρασμα είναι ότι το συνολικό εκλογικό αποτέλεσμα εκφράζει τάση ανάσχεσης του όποιου ταξικού ριζοσπαστισμού που αναπτύχθηκε στη διάρκεια της περιόδου της κρίσης (...) ότι οι αγώνες που αναπτύχθηκαν δεν μπόρεσαν να δώσουν μεγαλύτερο βάθος και σταθερότητα στο ριζοσπαστισμό, καθώς δεν απέκτησαν τη μαζικότητα και κυρίως την οργάνωση και τον πολιτικό προσανατολισμό που απαιτούν οι συνθήκες. Σε τελευταία ανάλυση, η όποια θετική τάση αναπτύχθηκε επηρεάσθηκε από το στενό αντιμνημονιακό περιεχόμενο, από τη μείωση των απαιτήσεων σε συνθήκες εξάπλωσης της φτώχειας, μαζικής ανεργίας».
Στη διαμόρφωση της πολιτικής συνείδησης των εργαζομένων, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων βασική επίδραση ασκεί η πείρα τους που διαμορφώνεται από την ίδια τους τη ζωή και το πώς την προσλαμβάνουν. Δεν αρκεί η εξαθλίωση της ζωής της οικογένειάς τους, για να επιδράσει στην πολιτική τους επιλογή, δηλαδή στο ποιο πολιτικό κόμμα εκφράζει τα συμφέροντά τους. Η κοινωνική συνείδηση στην ταξική κοινωνία, στον καπιταλισμό, διαμορφώνεται από την κυρίαρχη τάξη, την ιδεολογία και την πολιτική της στη διαπάλη με την ιδεολογία και την πολιτική της εργατικής τάξης και του ΚΚΕ. Αλλά το πεδίο αυτής της διαπάλης είναι οι ταξικοί αγώνες. Η συμμετοχή όχι απλά και μόνο στις εργατικές κινητοποιήσεις, αλλά η συμμετοχή στο συνδικάτο, στην οργάνωση των αγώνων, στην προετοιμασία τους, στη σύγκρουση με τους καπιταλιστές στους τόπους δουλειάς, εκεί που μπορεί να ξεχωρίσει η αντίθεση των ταξικών συμφερόντων και να συνειδητοποιείται η ανάγκη πάλης τάξης ενάντια σε τάξη, ώστε να διαμορφώνεται η αναγκαιότητα πολιτικής επιλογής από τους εργαζόμενους όχι των αστικών ή οπορτουνιστικών κομμάτων, αλλά του δικού τους κόμματος. Και έτσι μπορεί να εκφραστεί και σε ψήφο στο ΚΚΕ, αφού το κίνημα διαμορφώνει τέτοια εμπειρία που να απεγκλωβίζει λαϊκές δυνάμεις από την αστική πολιτική, να μη χειραγωγούνται στις δυνάμεις του οπορτουνισμού, να ενισχύουν το ΚΚΕ. Επομένως, ένας βασικός παράγοντας διαμόρφωσης και του εκλογικού συσχετισμού δυνάμεων είναι η στάθμη του εργατικού κινήματος, το επίπεδο ανάπτυξης της ταξικής πάλης.
Το επίπεδο της ταξικής πάλης

Το επίπεδο ανάπτυξης της ταξικής πάλης στην Ελλάδα, παρά τη μεγάλη ανάπτυξη πανεργατικών αγώνων - τη μεγαλύτερη στην Ευρώπη - κόντρα στην εφαρμοζόμενη πολιτική, είναι ακόμη αναντίστοιχο των απαιτήσεων.
Οταν λέμε το επίπεδο ανάπτυξης της ταξικής πάλης εννοούμε και το περιεχόμενο και τον ταξικό προσανατολισμό του εργατικού κινήματος και το επίπεδο προώθησης της συμμαχίας των εργατών με τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα και βεβαίως την οργάνωση της εργατικής τάξης στα συνδικάτα (είναι το 15% - 20% των εργατών) και το βαθμό ικανότητας των συνδικάτων για κινητοποίηση, που σημαίνει μορφές οργάνωσης στους τόπους δουλειάς, στις εργατογειτονιές κ.λπ. το συσχετισμό των δυνάμεων μέσα στο ίδιο το κίνημα, την πολιτικοποίηση των αγώνων, τον αντιμονοπωλιακό, αντικαπιταλιστικό τους προσανατολισμό. Επιδρά και η διαπάλη μέσα στο εργατικό κίνημα με δυνάμεις όπως ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ - «Αυτόνομη Παρέμβαση», που αποτελούν μοχλό στήριξης της αστικής πολιτικής στο συνδικαλιστικό κίνημα και της ταξικής συνεργασίας. Εδώ οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ έφτασαν να συμμαχούν με ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ ενάντια στις ταξικές δυνάμεις. Αλλωστε, έχουν θεμέλιο της στρατηγικής τους τη «διαφύλαξη της κοινωνικής συνοχής», επομένως εχθρεύονται την ταξική πάλη.
Ολα αυτά εξηγούν το γιατί η όποια θετική τάση ριζοσπαστικοποίησης αναπτύχθηκε επηρεάσθηκε από το στενό αντιμνημονιακό περιεχόμενο.
Στην Πολιτική Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ σχετικά με την κρίση και την ταξική πάλη αναφέρονται τα εξής: «H κρίση απαιτεί εργατική αντεπίθεση, ένταση της ταξικής πάλης. Πίσω από την αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή γραμμή πάλης υπάρχει μόνο υποχώρηση και ενσωμάτωση. Mπροστά σε όλο το Kόμμα, υψώνονται νέες, ακόμα μεγαλύτερες, απαιτήσεις του ιδεολογικού αγώνα, της πάλης των ιδεών μέσα στις γραμμές του κινήματος, η ανάγκη, δίπλα στο βασικό στόχο να αδυνατίσουν οι αστικές αντιλήψεις και τα αστικά ιδεολογήματα, να δεχτούν ιδεολογικοπολιτικό χτύπημα οι ρεφορμιστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις, που μπαίνουν βασικό εμπόδιο στην ενότητα σε ταξική βάση, στην κοινωνική συμμαχία, στη ριζοσπαστικοποίηση της λαϊκής συνείδησης και δράσης, στη διαμόρφωση ενός ενιαίου κοινωνικοπολιτικού μετώπου που οργανώνει την πάλη για την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων, υπέρ της Λαϊκής Εξουσίας και Οικονομίας.(...). Aπό το συσχετισμό μέσα στα κινήματα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της καθορίζεται η μαζικότητα, η εμβέλεια, η αποτελεσματικότητα της πάλης, η συγκέντρωση δυνάμεων για την αντεπίθεση, τη ρήξη, την ανατροπή. H πάλη των ιδεών πρέπει να διαποτίζει την πρακτική δράση και σε ορισμένες περιπτώσεις να αποκτά και προτεραιότητα (...) H ιδεολογική αντεπίθεση παίζει σήμερα, περισσότερο από πριν, ρόλο οργανωτικού παράγοντα στην αφύπνιση λαϊκών μαζών, πριν απ' όλα εργατοϋπαλλήλων, μισθωτών, της νέας βάρδιας της εργατικής τάξης, της νεολαίας. Aνάλογες απαιτήσεις αφορούν στο αγροτικό κίνημα, ιδιαίτερα τους μικρομεσαίους αγρότες και γενικότερα τους αυτοαπασχολούμενους. (...)
Σήμερα, είναι ακόμα πιο αναγκαίο και επιτακτικό να κερδίσει έδαφος η αντίληψη ότι η πάλη για τα οξυμένα προβλήματα, η πάλη κατά των συνεπειών της κρίσης, η πάλη κατά των νέων αντεργατικών και αντιλαϊκών μέτρων πρέπει να εξελιχτεί σε πάλη κατά της εξουσίας των μονοπωλίων, των ιμπεριαλιστικών ενώσεών τους. (...)
Η αγανάκτηση να μετατρέπεται, όσο το επιτρέπουν οι συνθήκες, σε πολιτική συνείδηση και ωρίμανση με επίκεντρο τους δύο δρόμους ανάπτυξης και εξέλιξης της ελληνικής οικονομίας, της κοινωνίας γενικότερα. Ωστε να δυναμώνει η αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή συνείδηση, να κατανοείται η ανάγκη της σημασίας του AAΔM ως κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας, σε συνδυασμό με την ολόπλευρη στήριξη και ενδυνάμωση του KKE, που αποτελεί εγγύηση μαχητικότητας, σωστής κατεύθυνσης για το κίνημα, αποτελεσματικότητας των αγώνων του, ικανότητας του κινήματος να δρα κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες».
Να γιατί η Απόφαση της ΚΕ επισημαίνει ότι «το 18ο Συνέδριο και οι κατοπινές Αποφάσεις της ΚΕ έχουν επισημάνει εκείνους τους παράγοντες που καθορίζουν την ικανότητα του Κόμματος να αντιστοιχείται στις ανάγκες και τις απαιτήσεις», και κάνει λόγο για «προετοιμασία, ετοιμότητα και αποτελεσματικότητα, μπροστά στα νέα και πολύ σύνθετα καθήκοντα που μας περιμένουν».
ΚΚΕ και αστική διακυβέρνηση
Ταυτόχρονα, το ΚΚΕ δέχτηκε τεράστια, ανελέητη επίθεση κατά την προεκλογική περίοδο που είχε στόχο τη στρατηγική του, την άρνηση συμμετοχής σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης της κρίσης.
Η Απόφαση της ΚΕ, σε σχέση με το ζήτημα συμμετοχής σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης, αναφέρει τα εξής:
«Η παραμικρή όμως υποχώρηση του Κόμματος στην πίεση για συμμετοχή σε κυβέρνηση διαχείρισης της κρίσης θα οδηγούσε στον αφοπλισμό και στην υποχώρηση - ήττα του εργατικού κινήματος, στη ματαίωση της προσπάθειας για τη συγκρότηση ισχυρής κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας που συγκρούεται με την πολιτική γραμμή των μονοπωλίων, των ιμπεριαλιστικών ενώσεων της ΕΕ, του ΝΑΤΟ. Θα ακύρωνε κάθε προσπάθεια για συσπείρωση στην πάλη για τα καθημερινά προβλήματα που οξύνονται όλο και πιο πολύ, στην προοπτική της εργατικής λαϊκής εξουσίας. Το ΚΚΕ θα βρισκόταν σε μια πρακτική ακύρωσης της συνέπειας και σταθερότητας λόγων και έργων, καθώς από το Κόμμα ζητούνταν επιζήμιες, καθοριστικά λαθεμένες υποχωρήσεις τόσο από το πρόγραμμά του όσο και από τα άμεσα καθήκοντα πάλης».
Η παραπάνω εκτίμηση απαντά σε έναν παράγοντα που και στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις προβλήθηκε από τα αστικά επιτελεία, την αστική προπαγάνδα ως το μοναδικό κριτήριο ψήφου και «πατούσε» πάνω σε δύο αντικειμενικούς παράγοντες. Ο πρώτος, ότι οι αστικές κοινοβουλευτικές εκλογές γίνονται για να αναδειχτεί κυβέρνηση. Ο δεύτερος, ότι η καπιταλιστική οικονομική κρίση και η πολιτική των αστικών κυβερνήσεων για τη διέξοδο σε όφελος του κεφαλαίου, που μετέφερε τις συνέπειες της κρίσης στις πλάτες της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων ωθώντας στη φτώχεια, την ανεργία και την εξαθλίωση, καλλιεργούσε την ψυχολογία στο λαό για «εδώ και τώρα» λύσεις. Στην προκειμένη περίπτωση, λαϊκές δυνάμεις αναζητούσαν κυβέρνηση που μπορεί να αποτρέψει τα χειρότερα, να ανακουφίσει έστω και ελάχιστα το λαό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πρόβαλε ότι υπάρχει δυνατότητα για τέτοια κυβερνητική λύση. Αυτό εκτιμούσαμε από πριν τις εκλογές της 6ης Μάη είναι ένα στοιχείο που αναδεικνύει και τη μεγαλύτερη από πριν σκληρότητα της εκλογικής αναμέτρησης, αφού η επιλογή δεν ήταν πλέον ανάμεσα στα αστικά κόμματα ΠΑΣΟΚ - ΝΔ, αλλά ανάμεσα σε μια αστική κυβέρνηση και μια γιαλαντζί αστική κυβέρνηση, που προσδιορίζονταν είτε ως αριστερή, είτε ως αντιμνημονιακή.
Την παραμικρή χαραμάδα να άφηνε το ΚΚΕ ότι υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο και ότι θα ήταν η δύναμη εκείνη που θα μπορούσε από κυβερνητική θέση να το επιβάλει, θα ακύρωνε τα όποια θετικά βήματα έχουν γίνει στην ανάπτυξη του εργατικού κινήματος ως τώρα. Και, βεβαίως, θα καλλιεργούσε συνείδηση οπισθοχώρησης από τη θέση ότι ιδιαίτερα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης δεν υπάρχει το παραμικρό περιθώριο και το κεφάλαιο να σωθεί και να αναπτυχθεί και οι εργάτες να ανακουφιστούν. Γι' αυτό το ΚΚΕ έθετε το ζήτημα ότι η πάλη για τα άμεσα πιεστικά προβλήματα πρέπει να κατευθύνεται στην εναντίωση στα μονοπώλια, στο κεφάλαιο και τα κόμματά του, τις κυβερνήσεις του.
Με ποια γραμμή
Την εκλογική μάχη, που είναι μια γενικευμένη πολιτική μάχη, αλλά όχι η μητέρα των μαχών, το ΚΚΕ τη δίνει με τη γενική πολιτική του γραμμή, ενταγμένη όπως κάθε ταξική μάχη στη συγκέντρωση των δυνάμεων για τον άλλο δρόμο ανάπτυξης και όχι με αστικά κοινοβουλευτικά κριτήρια. Αλλωστε, το ίδιο κάνουν όλα τα κόμματα από τη σκοπιά των ταξικών συμφερόντων που εκφράζει και υπηρετεί η πολιτική τους. Αντικειμενικά, ένα Κομμουνιστικό Κόμμα σε μια γενικευμένη πολιτική μάχη βάζει το ζήτημα της πολιτικής διεξόδου που αντικειμενικά μπορεί να δώσει οριστική λύση στα λαϊκά προβλήματα, σε συνδυασμό βεβαίως με την ανάδειξη θέσεων, προτάσεων, για όλα τα προβλήματα. Αυτό έκανε και το ΚΚΕ και την προεκλογική περίοδο όπως βεβαίως κάνει καθημερινά στη δράση του. Εντός και εκτός Βουλής. Αλλωστε, ήταν γνωστό ότι είχε καταθέσει προτάσεις νόμου όπως π.χ. για την ανεργία, για την ασφάλιση, για την προστασία των υπερχρεωμένων νοικοκυριών κ.λπ. που καταψηφίστηκαν στη Βουλή, αφού ήταν σε κόντρα με την πολιτική εξόδου από την κρίση σε όφελος του κεφαλαίου, σε συνδυασμό με πρωτοβουλίες για να αναπτυχθεί μαζική πάλη όπως π.χ. ενάντια στα χαράτσια, για το φάρμακο, για την Υγεία, όπως και για τους μισθούς, τα επιδόματα ανεργίας, τα συσσίτια στα σχολεία, στους παιδικούς σταθμούς κ.λπ.
Αυτό όμως που κυριάρχησε ήταν η λογική μιας κυβέρνησης να δώσει «εδώ και τώρα λύση», αλλά «εδώ και τώρα λύση» με τα μονοπώλια να έχουν την ιδιοκτησία και εντός της ΕΕ και της Ευρωζώνης όπως πρόβαλαν όλα τα άλλα κόμματα, «μνημονιακά» και «αντιμνημονιακά» δεν μπορεί να δοθεί.
Να γιατί η Απόφαση της ΚΕ εκτιμά ότι «το ΚΚΕ έδωσε τη μάχη κόντρα στο ρεύμα της φοβίας και μοιρολατρίας, των ποικιλώνυμων απειλών (από την έξωση από την Ευρωζώνη ως την ακυβερνησία), και της αυταπάτης που συστηματικά καλλιέργησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Ανέδειξε στο λαό το χαρακτήρα της κρίσης και των προϋποθέσεων για διέξοδο υπέρ των εργαζομένων, τις προϋποθέσεις για να συμμετάσχει το ΚΚΕ στη διακυβέρνηση, που συνδέονται με την αποδέσμευση, τη μονομερή διαγραφή του χρέους, την κοινωνικοποίηση, δηλαδή τη διακυβέρνηση της εργατικής λαϊκής εξουσίας. Εδωσε τη μάχη αυτή, παίρνοντας υπόψη τον κίνδυνο του εκλογικού κόστους», εκτιμώντας επίσης ότι «η μεγάλη μείωση της εκλογικής δύναμης του ΚΚΕ (...) οπωσδήποτε επηρεάζεται αποφασιστικά από το επίπεδο ανάπτυξης της ταξικής πάλης, η οποία δεν καθορίζεται αποκλειστικά και μόνο από το Κόμμα, αλλά και από το γενικότερο συσχετισμό δυνάμεων».
Βεβαίως, όλα τα παραπάνω, όπως και η γραμμή του στις εκλογές, απορρέουν από την Πολιτική Απόφαση του 18ου Συνεδρίου που εκτιμά τα εξής: «H εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα της χώρας μας δεν έχουν κανένα συμφέρον από "λύσεις" που βοηθούν το σύστημα να βγει από την κρίση του. Tο ταξικό εργατικό κίνημα πρέπει να αποκαλύψει, να απορρίψει και να εναντιωθεί στις σκόπιμα παραπλανητικές απόψεις περί "κοινού προβλήματος", "από κοινού αντιμετώπισης", "ρύθμισης", "εξυγίανσης", "εξανθρωπισμού" του καπιταλισμού, που "δαιμονοποιούν" το φιλελευθερισμό μόνο και μόνο για να σώσουν τον καπιταλισμό. (...) Σε αυτές τις συνθήκες, το KKE στρέφει την προσοχή του και την όλη δραστηριότητά του, υποτάσσει τη δράση του, στην κατεύθυνση της μόνης πραγματικής διεξόδου για το λαό και τη νεολαία: NA EΠITAXYNΘEI H ΔIAΔIKAΣIA THΣ ANAΣYNTAΞHΣ TOY EPΓATIKOY KINHMATOΣ, THΣ KOINΩNIKHΣ ΣYMMAXIAΣ ME TIΣ AΓΩNIZOMENEΣ ΔYNAMEIΣ TΩN AYTOAΠAΣXOΛOYMENΩN KAI THΣ MIKPOMEΣAIAΣ AΓPOTIAΣ, NA ENIΣXYΘEI TO ΠAΓKOΣMIO EPΓATIKO KINHMA».
Να, επίσης, γιατί η Απόφαση της ΚΕ αναφέρει ότι «η ΚΕ και όλο το Κόμμα με ουσιαστική συζήτηση χρειάζεται να εξετάσει τους γενικότερους υποκειμενικούς παράγοντες που μεσοπρόθεσμα επιδρούν στην πολιτική διείσδυση του Κόμματος, εκτιμώντας ταυτόχρονα ότι «μπορεί αυτές οι αδυναμίες να μην αποτέλεσαν καθοριστικό παράγοντα στο εκλογικό ποσοστό».
Ορισμένες ακόμη επισημάνσεις
Οι συνθήκες της οικονομικής κρίσης δεν είναι μονοσήμαντα ευνοϊκές και μάλιστα οι πιο ευνοϊκές για να εκφραστεί η εργατική, η λαϊκή δράση θετικά και μάλιστα να ενισχύσει το Κομμουνιστικό Κόμμα. Δεν είναι μόνον τα ιστορικά παραδείγματα που το επιβεβαιώνουν. Ο φόβος, η τρομοκρατία στους τόπους δουλειάς, σε συνδυασμό με τις αυταπάτες για εύκολες λύσεις, πισωγυρίζουν τη συνείδηση, ή δημιουργούν ψυχολογία αναδίπλωσης. Γι' αυτό και από το 18ο Συνέδριο ακόμη εκτιμούσαμε ότι μπορεί να υπάρξει και απότομη άνοδος της ταξικής πάλης, αλλά και πισωγύρισμα.
Τέλος, η διάσπαση των αστικών κομμάτων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, όσο και αν βοηθήθηκε από τη λαϊκή παρέμβαση ήταν επιλογή της άρχουσας τάξης, με δεδομένη την τεράστια φθορά αυτών των κομμάτων. Δεν ήταν απλά και μόνο αναχώματα. Ηταν η μαγιά για την αναμόρφωση του αστικού πολιτικού συστήματος. Η συμβολή τους μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, στη μετατόπιση της διαπάλης από την πολιτική διεξόδου από την κρίση και σε όφελος ποιου (των αστών ή των εργαζομένων;) στην κάλπικη αντίθεση «μνημόνιο - αντιμνημόνιο» εντός της ΕΕ μετά τη συγκυβέρνηση Παπαδήμου, ήταν βασικός παράγοντας διαμόρφωσης του εκλογικού αποτελέσματος. Ας μην ξεχνάμε ότι η ΝΔ, ως αξιωματική αντιπολίτευση στην κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, σήκωσε την αντιμνημονιακή ρητορεία και μάλιστα όταν μπήκε στη συγκυβέρνηση Παπαδήμου, η βασική κριτική του ΣΥΡΙΖΑ ενάντιά της ήταν ότι εγκατέλειψε το «αντιμνημονιακό στρατόπεδο». Ο Π. Καμμένος, με αυτό το πρόσχημα, έφυγε και έστησε τους «Ανεξάρτητους Ελληνες». Επίσης, ας μην ξεχνάμε ότι, ενώ μπορούσαν να κάνουν κυβέρνηση μετά τις 6 του Μάη, όλοι το τορπίλισαν για να ξαναπάμε σε εκλογές. Επρεπε να εκβιάσουν το λαό, για να προχωρήσει ακόμη πιο γοργά η αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος. Και εδώ βεβαίως συνέβαλαν και οι έξωθεν επεμβάσεις των συμμάχων των αστών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου