Παρουσιάζοντας τις προάλλες τα ψηφοδέλτια του κόμματός του, ο Ευ. Βενιζέλος θριαμβολογούσε ότι η «ανανέωση υπερβαίνει το 60%».
Η ΝΔ παρουσιάζει σαν δική της επιτυχία τη «μετεγγραφή» μιας πρώην βουλευτή του ΠΑΣΟΚ, όπως και των δύο υπουργών που είχε ο ΛΑ.Ο.Σ. στη συγκυβέρνηση Παπαδήμου, πριν αποχωρήσει. Ο ΛΑ.Ο.Σ., κάθε τρεις και λίγο ανακοινώνει και μια καινούρια εκλογική συνεργασία, με πρώην τοπικά στελέχη της ΝΔ και άλλους, προβάλλοντας κι αυτός τις μετεγγραφές του σαν απόδειξη ότι διεμβολίζει άλλους πολιτικούς χώρους.
Η ΔΗΜΑΡ έχει στεγάσει όλο το πρώην «εκσυγχρονιστικό» ΠΑΣΟΚ, ενώ και ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ έχει γίνει υποδοχέας πρώην βουλευτών του ΠΑΣΟΚ που εκλέχτηκαν με το αντιλαϊκό του πρόγραμμα και στη συνέχεια παραιτήθηκαν. Η Μπακογιάννη δημιούργησε ένα κόμμα με πυρήνα πρώην βουλευτές της ΝΔ, όπως και ο Καμμένος. Με πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ στελέχωσαν το κόμμα τους και οι Κατσέλη - Καστανίδης.
Ολοι τους προπαγανδίζουν το «νέο» και το μόνο που έχουν να προβάλουν είναι ανακυκλωμένα παλιά υλικά, τα οποία μάλιστα, κάνουν περατζάδες από το ένα κόμμα στο άλλο, περιφέροντας τον εαυτό τους, ενδεχόμενα και τη στενή εκλογική τους πελατεία, χωρίς αυτή η κινητικότητα να αντιστοιχείται σε ανάλογη κίνηση στις μάζες.
Η «ανανέωση» που διαφημίζουν αστικά και οπορτουνιστικά κόμματα είναι αλλαγή βιτρίνας και όχι αλλαγή πολιτικής.
Ο λαός έχει πείρα και πρέπει να την αξιοποιήσει. Με το σύνθημα της «ανανέωσης», το ΠΑΣΟΚ εκλέχτηκε κυβέρνηση το 2009. Στην προπαγάνδα του κυριάρχησαν τότε τα «νέα» τάχα πρόσωπα που στελέχωσαν τον κρατικό μηχανισμό. Γρήγορα όμως, η φούσκα έσκασε. Υπουργοί όπως ο Δρούτσας, ο Γερουλάνος, ο Πεταλωτής και άλλοι αποδείχτηκαν ικανότατοι διαχειριστές και προπαγανδιστές της αντιλαϊκής πολιτικής του ΠΑΣΟΚ, που σάρωσε στην κυριολεξία μισθούς και δικαιώματα.
Αλλο παράδειγμα είναι ο Καμίνης. Με την ιδιότητα του «Συνήγορου του Πολίτη», συμμετείχε στο πρώτο Υπουργικό Συμβούλιο και αξιοποιήθηκε από το ΠΑΣΟΚ σαν πειστήριο για την πρόθεσή του να επιβάλει διαφάνεια στο αστικό σύστημα. Αποδείχτηκε όμως ο πιο φανατικός πολέμιος των εργασιακών και λαϊκών δικαιωμάτων, από τη θέση του δημάρχου Αθηναίων, όπου τον εξέλεξαν από κοινού ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.
Ακόμα και ο Γ. Παπανδρέου, ο οποίος παρουσιάστηκε από το αστικό σύστημα σαν λυτρωτής του λαού από το «φαύλο σύστημα» της ΝΔ, μέσα σε δυόμισι χρόνια πετάχτηκε στην κυριολεξία σαν στυμμένη λεμονόκουπα από εκείνους που τον ανέδειξαν και τώρα προσπαθούν ξανά να κοροϊδέψουν το λαό με ψευτιές για «ανανέωση». Το 2009, την ίδια πορεία είχε ακολουθήσει και ο Κ. Καραμανλής.
Προσαρμογή στη νέα κατάσταση
Στην πραγματικότητα, το αστικό πολιτικό σύστημα επιχειρεί την προσαρμογή του στη νέα κατάσταση που γέννησε η βαθιά καπιταλιστική κρίση και ο αντίκτυπός της στα παραδοσιακά αστικά κόμματα. Στόχος της ανακαίνισης στη βιτρίνα είναι να γίνει αποτελεσματική η διαχείριση της αστικής εξουσίας, γεγονός που προϋποθέτει να ανακοπεί η τάση ριζοσπαστικοποίησης που δείχνουν ο λαός και το κίνημα.
Η κυρίαρχη τάξη, η αστική τάξη, που μέχρι τις προηγούμενες εκλογές στηριζόταν στη δικομματική εναλλαγή για να ασκεί εξουσία στο επίπεδο της πολιτικής διαχείρισης (στο επίπεδο της οικονομίας εξουσιάζει άμεσα, χωρίς διαμεσολαβητές, αφού κατέχει τα μέσα παραγωγής και εκμεταλλεύεται «νόμιμα» τους εργάτες), τώρα αδυνατεί να το κάνει και ψάχνει νέους τρόπους. Αυτό εξυπηρετούν τα «νέα» κόμματα που συγκροτήθηκαν τα τελευταία χρόνια ή μήνες, και τα οποία δε διαφοροποιούνται στρατηγικά από τα «μητρικά» τους κόμματα.
Επιβεβαίωση αυτού είναι και η ευκολία, με την οποία τα στελέχη του ενός γίνονται μέσα σε μια νύχτα στελέχη του άλλου. Το φαινόμενο αυτό ενισχύθηκε μετά το σχηματισμό της συγκυβέρνησης ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ, τη ΝΔ και τον ΛΑ.Ο.Σ., η οποία έριξε και τους τελευταίους μύθους για τις μεταξύ τους διαφορές, που είναι στα επιμέρους. Γι' αυτό μπορούν να συνεργάζονται ακόμα και στο επίπεδο της διακυβέρνησης, αν αυτό επιβάλει το συμφέρον της αστικής τάξης, το οποίο όλοι τους υπηρετούν.
Τι διαφορετικό στρατηγικά κομίζει το κόμμα του Καμμένου, σε σχέση με τη ΝΔ, πέρα από την αντιμνημονιακή φρασεολογία, την οποία μέχρι πρότινος αναμασούσε και ο Α. Σαμαράς; Τίποτα απολύτως. Ο Καμμένος υπήρξε στέλεχος και υπουργός στις κυβερνήσεις Καραμανλή, υπηρέτησε όλες τις αντεργατικές αντιλαϊκές ανατροπές. Με την εκλογή Σαμαρά, υπερψήφισε μαζί με όλους τους άλλους βουλευτές, που τώρα μεταπήδησαν στο κόμμα του, το 60% των νομοσχεδίων που περιελάμβανε το 1ο μνημόνιο (το οποίο κατά τα άλλα καταψήφισαν).
Ο Καμμένος προπαγάνδισε φανατικά το «Ζάππειο 2» του Σαμαρά, που περιλαμβάνει ένα κάρο φιλομονοπωλιακά μέτρα, πρόσθετα στα όσα προωθούσε τότε το ΠΑΣΟΚ με το μνημόνιο. Ο ίδιος έχει συμβολή στον αποπροσανατολισμό του λαού για την πραγματική αιτία της κρίσης και των μέτρων, παρουσιάζοντας λίγο έως πολύ τα μέτρα εξόντωσης της εργατικής λαϊκής οικογένειας, σαν αποτέλεσμα της εμμονής συγκεκριμένων προσώπων να εξυπηρετήσουν συμφέροντα που κερδοσκοπούν με την ελληνική χρεοκοπία.
Τέτοιες αναλύσεις, όπως και αυτές που τώρα ασπάζεται ο Καμμένος και το κόμμα του, για «κατοχή» της Ελλάδας από τη Γερμανία και άλλα παρόμοια, το μόνο που κάνουν είναι να θολώνουν την ουσία για τον ταξικό χαρακτήρα των μέτρων και τη μόνη διέξοδο που συμφέρει το λαό. Γι' αυτό η πλουτοκρατία τρίβει τα χέρια της με το κόμμα Καμμένου, ξέροντας ότι μετεκλογικά μπορεί και αυτός να αποτελέσει ικανή εφεδρεία στη διαχείριση της κρίσης υπέρ των συμφερόντων της.
Συγκοινωνούντα δοχεία
Παρόμοια περίπτωση από τη μεριά του ΠΑΣΟΚ, είναι το κόμμα της Κατσέλη και του Καστανίδη. Υπηρέτησαν σαν υπουργοί την κυβέρνηση Παπανδρέου και το σύνολο των βάρβαρων μέτρων και κάτω από την πίεση της λαϊκής δυσαρέσκειας για την πολιτική του ΠΑΣΟΚ αποχώρησαν, συσπειρώνοντας και αυτοί στελέχη από τον κομματικό μηχανισμό, δοκιμασμένους στυλοβάτες της πολιτικής εξαπάτησης και εξαθλίωσης του λαού.
Στο θερμοκήπιο της στρατηγικής που ενιαία υπηρετούν, φύονται και οι μετεγγραφές της ΔΗΜΑΡ από το ΠΑΣΟΚ, ή ακόμα και του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ. Για παράδειγμα, η ΔΗΜΑΡ, στις πρόσφατες τοπικές εκλογές, είχε συνεργαστεί σε 57 δήμους με το ΠΑΣΟΚ, ανάμεσά τους και οι μεγαλύτεροι της χώρας, όπου κατοικεί και ψηφίζει το μισό και πλέον εκλογικό σώμα της Ελλάδας. Η ίδια δηλώνει ότι επιδιώκει «προγραμματικές συμφωνίες» για συγκυβέρνηση, και εξαρτά τις όποιες εξελίξεις από το εκλογικό της ποσοστό.
Επίσης, τα στελέχη της διαβεβαιώνουν κάθε ενδιαφερόμενο εντός και εκτός Ελλάδας ότι η δανειακή σύμβαση, άπαξ και υπογράφτηκε, τελείωσε, άρα αναπόφευκτα τα αντιλαϊκά μέτρα. Με δεδομένα τα παραπάνω, μπορεί κανείς να εξηγήσει την ευκολία με την οποία πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ μεταπηδούν στη ΔΗΜΑΡ και αναβαπτίζονται στην κολυμβήθρα της πολιτικής διαχείρισης.
Το ίδιο ισχύει και για τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος συμπίπτει στρατηγικά σε πολλά ζητήματα με το ΠΑΣΟΚ και τα άλλα αστικά κόμματα (παραμονή στην ΕΕ, διαχείριση του χρέους, αστική νομιμότητα, κοινοβουλευτισμός κ.ά.) έχει συνεργαστεί μαζί τους στην Τοπική Διοίκηση, σε σωματεία, Ομοσπονδίες και φορείς του λαϊκού κινήματος, πάντα ενάντια στον κοινό τους αντίπαλο, το ΚΚΕ.
Οι δυνάμεις του συμμετέχουν πρόθυμα και πρωταγωνιστικά σε αταξικούς διαχωρισμούς εντός του πολιτικού συστήματος, όπως «συντηρητικοί - προοδευτικοί», «μνημονιακοί - αντιμνημονιακοί» και πάει λέγοντας. Με τέτοια και άλλα τερτίπια κρύβει την ουσία, που είναι η στρατηγική την οποία υπηρετεί το κάθε κόμμα. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η «λύση» που προτείνουν αυτές οι δυνάμεις, «κουμπώνει» με την πολιτική που υπηρετούν τα παραδοσιακά αστικά κόμματα, είναι διαχειριστική και δεν αμφισβητεί στο ελάχιστο την εξουσία των μονοπωλίων, στην Ελλάδα και την ΕΕ.
Περιφέρουν την αυταπάτη ότι μια καλύτερη δήθεν διαχείριση μπορεί να φέρει αποτέλεσμα υπέρ του λαού και έτσι επιδρούν σε συνειδήσεις που είτε προσδοκούν μάταια την επιστροφή στην προ μνημονίου κατάσταση, είτε απομακρύνονται από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, δεν έχει όμως ακόμα ωριμάσει στη συνείδησή τους η ανάγκη να συγκρουστούν και με την τάξη που αυτά τα κόμματα υπηρετούν.
Μόνη εγγύηση το ΚΚΕ
Κάθε κόμμα κρίνεται από τη στρατηγική την οποία υπηρετεί και εδώ τα πράγματα είναι ή άσπρο ή μαύρο. Τα περισσότερα από τα κόμματα που σήμερα δηλώνουν «αντιμνημονιακά», είναι έτοιμα την επόμενη μέρα να συμμετέχουν σε μια κυβέρνηση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, τη ΝΔ ή και τους δυο, αν αυτό απαντάει στο άμεσο συμφέρον της αστικής τάξης. Ακόμα κι αν σήμερα λένε πως δεν έχουν τέτοια πρόθεση, καμιά εμπιστοσύνη δεν πρέπει να τους δείξει ο λαός.
Ενάντια σε κάθε μορφή συγκυβέρνησης ήταν και ο Σαμαράς επί δυόμισι σχεδόν χρόνια, αλλά τελικά, κάτω από την ανάγκη από κοινού με το ΠΑΣΟΚ να τσακίσουν το λαό και να συγκεράσουν αντιπαλότητες στο εσωτερικό της αστικής τάξης, φτιάχτηκε η συγκυβέρνηση Παπαδήμου. Το ίδιο θα κάνουν μετεκλογικά και όσοι τώρα δηλώνουν έτοιμοι να αναβαθμιστούν στην αστική διαχείριση, ξορκίζουν όμως τη συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ ή τη ΝΔ.
Η αστική τάξη είναι αυτή που κρατάει το πεπόνι και το μαχαίρι σε ό,τι αφορά τη συμπεριφορά των κομμάτων της. Και είναι αυτονόητο ότι - σε ό,τι αφορά το γενικό της συμφέρον - δε θα αφήσει τις «ιδιαιτερότητες» και τις φιλοδοξίες του καθενός να βάλουν σε κίνδυνο το προχώρημα των προαποφασισμένων μέτρων, με επόμενο σταθμό τον Ιούνη.
Μόνο το ΚΚΕ, με την πείρα και τη στρατηγική του, μπορεί σήμερα να εγγυηθεί ότι δε θα εγκαταλείψει μετεκλογικά το λαό. Οτι θα μεταγγίσει κάθε ψήφο που θα πάρει στους αγώνες των εργαζομένων και του λαού για την απόκρουση της βάρβαρης επίθεσης, για την ανατροπή της εξουσίας των αστών, για τη λαϊκή εξουσία, που είναι ο μόνος δρόμος για τη λαϊκή ευημερία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου