Σελίδες

16 Μαΐ 2011

Η απόφαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Γ'Διεθνούς για τη διάλυσή της.



«Στις 22 του Μάη 1943 η Εκτελεστική Επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς έκανε γνωστή στον κόσμο μια απόφαση με την οποία προτεινόταν: 
"Να διαλυθεί η Κομμουνιστική Διεθνής σαν καθοδηγητικό κέντρο του διεθνούς εργατικού κινήματος και τα τμήματά της ν' απαλλαγούν από τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το καταστατικό της Κομμουνιστικής Διεθνούς και τις αποφάσεις των Συνεδρίων της". Η απόφαση έλεγε: "Το Προεδρείο της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς, μη μπορώντας, λόγω των
 συνθηκών, που δημιούργησε ο παγκόσμιος πόλεμος, να συγκαλέσει συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, υποβάλλει για έγκριση στα τμήματα της Κομμουνιστικής Διεθνούς την παρακάτω πρόταση" (διάλυσης). Την απόφαση την υπέγραφαν τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς: Γκότβαλντ, Ντιμιτρόφ, Ζντάνοφ, Κολάροφ, Κόπλενιγκ, Κουούσινεν, Μανουίλσκι, Μαρτί, Πικ, Τορέζ, Φλορίν και Ερκολι (Τολιάτι), και την υποστήριζαν με τις υπογραφές τους αντιπρόσωποι των Κομμουνιστικών Κομμάτων της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Φινλανδίας, της Ρουμανίας, της Ουγγαρίας. Η απόφαση πάρθηκε ομόφωνα στις 15 του Μάη 1943 στη Μόσχα»1.
Η απόφαση δημοσιοποιήθηκε στην εφημερίδα «Πράβντα» και στο περιοδικό «Κομουνίστ».
Η συζήτηση του Προεδρείου ξεκίνησε στις 13 του Μάη 1943. Σ' αυτήν συμμετείχαν: «Τα μέλη του Προεδρείου της ΕΕ της ΚΔ, Γ. Δημητρώφ, Δ. Μανουίλσκι, Β. Πικ, Μ. Τορέζ, Α. Μαρτί, Ι. Κοπλένιγκ, Β. Κολάροφ. Τα μέλη και τα αναπληρωματικά μέλη της ΕΕ της ΚΔ, Δ. Ιμπαρούρι, Μ. Ράκοσι, Β. Ούλμπριχτ, Γ. Σβέρμα, Βολφ (Μ. Φάρκας), οι αντιπρόσωποι των κομμάτων, Α. Πάουκερ (Κομμουνιστικό Κόμμα της Ρουμανίας), Βλάσοφ (Βλάχοβιτς) (Κομμουνιστικό Κόμμα της Γιουγκοσλαβίας), Ι. Λέχτινεν (Κομμουνιστικό Κόμμα της Φινλανδίας)»2.
Το προεδρείο του Α΄ Συνεδρίου της Γ΄ Διεθνούς
Η απόφαση του Προεδρείου κοινοποιήθηκε στα κόμματα - τμήματα της Γ΄ Διεθνούς, προκειμένου να αποφασίσουν αν θα την κάνουν αποδεκτή, αφού στις συγκεκριμένες συνθήκες του πολέμου κρίθηκε αδύνατη η διεξαγωγή Συνεδρίου της Διεθνούς για να αποφασιστεί αυτό το θεμελιακής σημασίας ζήτημα.
Στην απόφαση αναφέρεται: «Από τις 10 του Ιούνη 1943 η Εκτελεστική Επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς, το Προεδρείο και η Γραμματεία της Εκτελεστικής Επιτροπής, καθώς και η Διεθνής Επιτροπή Ελέγχου θεωρούνται διαλυμένες»3.
Στην ίδια απόφαση αναφερόταν:
«1. Η πρόταση για διάλυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς εγκρίθηκε ομόφωνα απ' όλα τα τμήματα (συμπεριλαμβανομένων και των πιο σημαντικών) που μπόρεσαν να γνωστοποιήσουν την απόφασή τους.
2. Αρχίζοντας από τις 10 του Ιούνη 1943 η Εκτελεστική Επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς, το Προεδρείο και η Γραμματεία της Εκτελεστικής Επιτροπής καθώς και η Διεθνής Επιτροπή Ελέγχου θεωρούνται διαλυμένες.
3. Αναθέτει σε μια επιτροπή, αποτελούμενη από τους Ντιμιτρόφ (πρόεδρο), Μ. Ερκολι (Τολιάτι), Ντμίτρι Μανουίλσκι και Βίλχελμ Πικ, να διευθετήσει τις υποθέσεις, να διαλύσει τα όργανα, να απαλλάξει το προσωπικό και να εκκαθαρίσει τα περιουσιακά στοιχεία της Κομμουνιστικής Διεθνούς»4.
Ο Λένιν στο βήμα του 3ου Συνεδρίου της Γ' Διεθνούς
Την απόφαση υπέγραψε για το Προεδρείο της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς ο Γκ. Ντιμιτρόφ με ημερομηνία 10 του Ιούλη 1943.
Την πρόταση για διάλυση της Διεθνούς είχαν εγκρίνει ομόφωνα 31 κόμματα. Αυτά μπόρεσαν να κάνουν γνωστή την απόφασή τους στο Προεδρείο και ήταν: «Τα Κομμουνιστικά Κόμματα Αυστραλίας, Αυστρίας, Αργεντινής, Βελγίου, Βουλγαρίας, Μεγάλης Βρετανίας, Ουγγαρίας, Γερμανίας, Ιρλανδίας, Ισπανίας, Ιταλίας, Καναδά, Κίνας, Κολομβίας, Κούβας, Μεξικού, Ρουμανίας, Συρίας, Σοβιετικής Ενωσης, Ουρουγουάης, Φινλανδίας, Γαλλίας, Τσεχοσλοβακίας, Χιλής, Ελβετίας, Σουηδίας, Γιουγκοσλαβίας, το Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα Καταλονίας, το Εργατικό Κόμμα Πολωνίας και η Κομμουνιστική Διεθνής Νέων»5.
Η Κομμουνιστική Διεθνής Νέων (ήταν η Διεθνής των Κομμουνιστικών Νεολαιών) συμμετείχε στη Διεθνή, ως τμήμα της, όπως και τα Κομμουνιστικά Κόμματα.
Η ίδρυση της Διεθνούς
Πώς όμως ιδρύθηκε η Γ' Διεθνής; Η νίκη της Μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης δεν άνοιξε μόνο το δρόμο μιας νέας ιστορικής εποχής στην ανθρωπότητα. Επισφράγισε τη νίκη του Μαρξισμού πάνω στον οπορτουνισμό της σοσιαλδημοκρατίας της Β' Διεθνούς. Ηδη, οι σοσιαλδημοκράτες μετά την ταχτική της στήριξης των αστικών κυβερνήσεων στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο πέρασαν με την αστική δημοκρατία. Η Οκτωβριανή Επανάσταση επέδρασε αποφασιστικά στην ίδρυση Κομμουνιστικών Κομμάτων σε πολλές χώρες του κόσμου. Επομένως, υπήρχαν και ώριμες προϋποθέσεις και οι δυνατότητες που, μαζί με την αναγκαιότητα της διεθνούς δράσης του προλεταριάτου ενάντια στο διεθνή καπιταλισμό, άνοιγαν το δρόμο για τη δημιουργία Κομμουνιστικής Διεθνούς.
5ο Συνέδριο ΚΔ. Αντιπρόσωποι του 5ου Συνεδρίου φτάνουν με τη σημαία της ΚΔ. Ανάμεσά τους ο αντιπρόσωπος του ΚΚ Λετονίας Καψούκας και ο αντιπρόσωπος του ΚΚ Ιαπωνίας Σεν Καταγιάμα
Ετσι, στις 24 του Γενάρη 1919, οι αντιπρόσωποι οχτώ μαρξιστικών κομμάτων δηλαδή, των κομμάτων της Ρωσίας, της Πολωνίας, της Ουγγαρίας, της Γερμανίας, της Αυστρίας, της Λετονίας, της Φινλανδίας και η Βαλκανική Επαναστατική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία (Φεντερασιόν), μαζί μ' έναν ανεπίσημο αντιπρόσωπο του αμερικάνικου εργατικού σοσιαλιστικού κόμματος (Ράινστάιν) συγκεντρώθηκαν στη Μόσχα και έστειλαν εξ ονόματος του Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος προσκλήσεις για ένα παγκόσμιο συνέδριο, που θα ιδρύσει μια 3η Διεθνή, κομμουνιστική. Η πρόσκληση στάλθηκε σε 39 κόμματα, συνδικάτα και άλλες αριστερές παρατάξεις σ' όλον τον κόσμο.
Η πρόσκληση για συνέδριο, που αποτελούσε ένα βασικό πρόγραμμα αρχών και δράσης καταρτισμένο «σύμφωνα με το πρόγραμμα της ομάδας "Σπάρτακος" της Γερμανίας και του Κομμουνιστικού Κόμματος (μπολσεβίκων) της Ρωσίας» περιελάμβανε 15 σημεία και διακήρυχνε την κατάχτηση της εξουσίας επαναστατικά, την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου, τον αφοπλισμό της αστικής τάξης και τον εξοπλισμό του προλεταριάτου, την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και το πέρασμά τους στα χέρια του προλεταριακού κράτους. Επίσης, έκανε μαρξιστική εκτίμηση του ρόλου των ομάδων της δεξιάς και του κέντρου και πρότεινε την ίδρυση μιας νέας παγκόσμιας οργάνωσης υπό την επωνυμία Κομμουνιστική Διεθνής.
7ο Συνέδριο της ΚΔ. Οι αντιπρόσωποι τιμούν τα θύματα του ταξικού αγώνα. Από αριστερά προς τα δεξιά: Μορίς Τορέζ, Ι. Β. Στάλιν, Μαρσέλ Κασέν, Γκιόργκι Ντιμιτρόφ και Βίλχεμ Πικ. Ομόφωνα εκλέχτηκε πρόεδρος του Συνεδρίου Ο Ερνστ Τέλμαν που βρισκόταν φυλακισμένος στη Γερμανία
Αυτή η ιστορική έκκληση έγινε σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή. Στη Ρωσία, οι εργάτες και οι αγρότες, με την καθοδήγηση της σοβιετικής κυβέρνησης, έκαναν έναν αγώνα ζωής και θανάτου ενάντια στην εγκληματική εσωτερική αντεπανάσταση και την ένοπλη επέμβαση των ιμπεριαλιστών της Αντάντ, νικητών στον παγκόσμιο πόλεμο, που είχε τελειώσει. Το επαναστατικό κύμα είχε αγκαλιάσει τη Γερμανία, την Αυστρία, την Ουγγαρία, την Ιταλία και τα Βαλκάνια. Στην Αγγλία, τη Γαλλία και σ' άλλες ευρωπαϊκές χώρες γίνονταν μεγάλες μαζικές απεργίες ακόμα και στις Ηνωμένες Πολιτείες, που υπόφεραν λιγότερο από τον πόλεμο, η απήχηση της μεγάλης επαναστατικής μεταπολεμικής κρίσης γινόταν αισθητή στο χωρίς προηγούμενο απεργιακό κίνημα του 1919 - 1922. Υστερα από το τερατώδες έγκλημα ενάντια στην ανθρωπότητα, που διαπράχθηκε με την εξαπόλυση του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα έτριζε κάτω από την πίεση των προλεταριακών μαζών της Δύσης, που αφυπνίστηκαν και πάλευαν. Μέσα σ' αυτές τις συνθήκες η έκκληση για την ίδρυση της Γ' Διεθνούς βρήκε απήχηση που εκφράστηκε με τις συμμετοχές στο ίδιο το ιδρυτικό συνέδριό της, στις 2 Μάρτη στα 1919.
Το ιδρυτικό Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς συνήλθε στη Μόσχα από τις 2 έως τις 6 του Μάρτη 1919. Στο συνέδριο παραβρέθηκαν 19 κόμματα και ομάδες. Μερικές άλλες αντιπροσωπείες είχαν συλληφθεί στο δρόμο από τις εχθρικές κυβερνήσεις. Να ο κατάλογος των αντιπροσωπειών και του αριθμού των ψήφων που διέθετε η καθεμιά: Αρμενία (Κομμουνιστικό Κόμμα) - 1, Αυστρία (Κομμουνιστικό Κόμμα) - 3, Εσθονία (Κομμουνιστικό Κόμμα) - 1, Φινλανδία (Κομμουνιστικό Κόμμα) - 3, Γερμανία (Κομμουνιστικό Κόμμα) - 5, Ουγγαρία (Κομμουνιστικό Κόμμα) - 3, Λετονία (Κομμουνιστικό Κόμμα) - 1, Λιθουανία (Κομμουνιστικό Κόμμα) - 1, Πολωνία (Κομμουνιστικό Κόμμα) - 3, Ρωσία (Κομμουνιστικό Κόμμα) - 5, Ουκρανία (Κομμουνιστικό Κόμμα) - 3, Νορβηγία (Εργατικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα) - 3, Σουηδία (Σοσιαλιστικό Κόμμα της Αριστεράς) - 3, Βαλκανική Επαναστατική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία (Φεντερασιόν) - 3, Γερμανοί άποικοι στη Ρωσία (Κομμουνιστικό Κόμμα) - 1, ανατολικές εθνότητες στη Ρωσία - 1, Τσιμερβαλντινοί της αριστεράς - 5, Ελβετία (Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, που έπαιρνε μέρος ανεπίσημα) - 3, και Ηνωμένες Πολιτείες (Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα, που παραβρισκόταν ανεπίσημα) - 5. Ηταν, επίσης, παρόντες ατομικοί παρατηρητές από την Ολλανδία, τη Γιουγκοσλαβία, την Κορέα, την Περσία, την Ελβετία, το Τουρκεστάν, την Τουρκία, τις Ενωμένες Πολιτείες, το Αζερμπαϊτζάν, τη Βουλγαρία, την Κίνα, την Τσεχοσλοβακία, τη Γαλλία, τη Γεωργία και τη Μεγάλη Βρετανία.
Η έναρξη των εργασιών του συνεδρίου έγινε από τον Λένιν, σε ένα από τα κτίρια του Κρεμλίνου:
«Με εντολή της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ρωσίας κηρύσσω την έναρξη του πρώτου, διεθνούς κομμουνιστικού συνεδρίου. Πριν απ' όλα, παρακαλώ τους παραβρισκόμενους να κρατήσουμε ενός λεπτού σιγή στη μνήμη του Καρλ Λίμπκνεχτ και της Ρόζας Λούξεμπουργκ, των καλύτερων εκπροσώπων της ΙΙΙ Διεθνούς (όλοι σηκώνονται όρθιοι). Σύντροφοι! Το συνέδριό μας έχει μεγάλη κοσμοϊστορική σημασία»6.
Το ξεχώρισμα από τον οπορτουνισμό
Το καθήκον διαχωρισμού των επαναστατικών δυνάμεων από τις οπορτουνιστικές σε διεθνές επίπεδο έμπαινε πριν ακόμα από την ίδρυση της Γ' Διεθνούς (1919). Ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι στη Ρωσία από το 1903 είχαν αναδείξει την ανάγκη οργάνωσης «Νέου Τύπου» που θα χαρακτηριζόταν από ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική ενότητα, θα αποτελούνταν από συνειδητούς πρωτοπόρους εργάτες και θα είχε ως στρατηγική την κατάκτηση της εξουσίας.
Με το ξέσπασμα του ιμπεριαλιστικού Α' Παγκόσμιου Πολέμου, τα σοσιαλδημοκρατικά - ρεφορμιστικά κόμματα πέρασαν στην ανοιχτή προδοσία της εργατικής τάξης, μετατράπηκαν σε κόμματα σοσιαλσοβινιστικά, στηρίζοντας την αστική τάξη των χωρών τους και καλώντας την εργατική τάξη στη χώρα τους να ριχτεί στη σφαγή. Καταπάτησαν τις αποφάσεις των διεθνών σοσιαλιστικών συνεδρίων της Στουτγάρδης (18 - 24 Αυγούστου 1907), της Κοπεγχάγης (28 Αυγούστου - 3 Σεπτέμβρη 1910) και της Βασιλείας (1912), για δράση μετατροπής του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε πάλη για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας, γραμμή που είχε διαμορφωθεί με την παρέμβαση του Λένιν κι άλλων συνεπών μαρξιστών επαναστατών.
Ανοιχτά και ξεδιάντροπα στήριξαν πλήρως τα ιμπεριαλιστικά πολεμικά συμφέροντα κορυφαίοι ηγέτες του οπορτουνισμού, όπως οι Φ. Εμπερτ και Φ. Σάιντεμαν στη Γερμανία, ο Β. Αντλερ στην Αυστρία, οι Π. Ρενοντέλ, Ζ. Γκεντ, Μ. Σαμπά στη Γαλλία, ο Γ. Χάιντμαν στην Αγγλία, ο Γ. Πλεχάνοφ στη Ρωσία, ο Λ. Μπισολάτι στην Ιταλία, ο Ε. Βαντερβέλντε στο Βέλγιο, ο Γ. Μπράντινγκ στη Σουηδία. «Η μετατροπή του παγκόσμιου πολέμου σε πόλεμο εμφύλιο θα ήταν τρέλα», έγραφε ο Γερμανός σοσιαλσοβινιστής Ε. Ντάβιντ στην πολεμική του κατά των μπολσεβίκων7.
Ολοι οι σοσιαλδημοκράτες ψήφισαν υπέρ των πολεμικών πιστώσεων στα κοινοβούλια των χωρών τους, ενώ τις καταψήφισαν μόνο οι Σέρβοι σοσιαλιστές στις 31 Ιούλη 1914, οι Ρώσοι μπολσεβίκοι στην 4η Κρατική Δούμα στις 8 Αυγούστου 1914 και ο Κ. Λίμπκνεχτ στο γερμανικό Ράιχσταγκ στις 2 Δεκέμβρη 1914. Στη Γαλλία, στην Αγγλία και στο Βέλγιο οι σοσιαλσοβινιστές συμμετείχαν με υπουργούς στις αστικές κυβερνήσεις που διεξήγαγαν τον πόλεμο. Αντικειμενικά η Β' Διεθνής διαλύθηκε, αφού οι ηγέτες της και τα μέλη του Διεθνούς Σοσιαλιστικού Γραφείου (ΔΣΓ) βρέθηκαν σε εχθρικά μεταξύ τους αστικά πολεμικά στρατόπεδα.
Εκτός από τους σοσιαλσοβινιστές εμφανίστηκε και το ρεύμα των κεντριστών, με διασημότερο εκπρόσωπό του τον Κάουτσκι, ο οποίος μιλούσε για ειρήνη, όμως στο όνομα της ενότητας δε συνέδεε σε καμία περίπτωση τον πόλεμο με την πάλη για την εξουσία, ούτε έθετε ζήτημα σύγκρουσης με τους σοσιαλσοβινιστές. Ετσι, ουσιαστικά έδιναν άλλοθι στους σοσιαλσοβινιστές, τους γλίτωναν από τη χρεοκοπία στη συνείδηση των εργαζομένων. Η θέση του Κ. Κάουτσκι, «πρακτικά το ερώτημα που μπαίνει είναι ένα: νίκη ή ήττα της δικής σου χώρας», προκαλούσε σύγχυση στην εργατική τάξη. Την απέτρεπε από την πάλη για την εξουσία, διακηρύσσοντας: «Τον καιρό του πολέμου πάλη για την ειρήνη και τον καιρό της ειρήνης ταξική πάλη»8.
Ο Β. Ι. Λένιν, τον Ιούνη του 1915, στο έργο του «Η χρεοκοπία της ΙΙ Διεθνούς», χαρακτήριζε το ρόλο των κεντριστών ως εξής: «Δεν είναι τόσο τρομερός και βλαβερός ο ανοιχτός οπορτουνισμός, που απωθεί αμέσως την εργατική μάζα από κοντά του, όσο αυτή η θεωρία της χρυσής μέσης, που δικαιολογεί με μαρξιστικά λογάκια την οπορτουνιστική πρακτική, υποστηρίζοντας με μια σειρά σοφιστείες το άκαιρο της επαναστατικής δράσης και άλλα»9.
«...Με τη σκόπιμα ασαφή έκφραση "πρακτικές συνέπειες", ο Κάουτσκι συγκάλυψε την απλή αλήθεια ότι τα μεγάλα και ισχυρά κόμματα φοβήθηκαν τη διάλυση των οργανώσεών τους, την κατάληψη των ταμείων τους, τη σύλληψη των ηγετών τους από την κυβέρνηση. Συνεπώς ο Κάουτσκι με τα επιχειρήματά του για "δυσάρεστες πρακτικές συνέπειες" της επαναστατικής τακτικής δικαιολογεί την προδοσία απέναντι στο σοσιαλισμό. Αυτό δε σημαίνει μήπως εκπόρνευση του μαρξισμού;»10.
Το κόμμα των Μπολσεβίκων, με την καθοδήγηση του Λένιν, στο μανιφέστο της Κεντρικής του Επιτροπής την 1η του Νοέμβρη 1914 με τίτλο «Ο Πόλεμος και η Ρωσική Σοσιαλδημοκρατία», επαναλάμβανε ακόμα μια φορά: «Η μετατροπή του σημερινού ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο πόλεμο είναι το μοναδικά σωστό προλεταριακό σύνθημα»11.
Με αυτήν τη γραμμή της μετατροπής του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε πόλεμο για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας, δηλαδή σε ήττα της αστικής τάξης στο εσωτερικό της χώρας, ο Λένιν αντιπαρατέθηκε στο σύνθημα «ούτε νίκη ούτε ήττα» που υποστήριζαν κεντριστές όπως ο Τρότσκι.
Στις 7 του Νοέμβρη 1917, κάτω από την ηγεσία του Κόμματος των Μπολσεβίκων, με την άμεση καθοδήγηση του Στρατιωτικού Επαναστατικού Κέντρου, οι εργάτες της Πετρούπολης, επαναστάτες στρατιώτες και οι ναύτες του Αβρόρα γκρέμισαν την αστική προσωρινή κυβέρνηση που είχε επικεφαλής τον Α. Κερένσκι, αρχηγό του Σοσιαλιστικού Επαναστατικού Κόμματος (Εσέροι). Εγκαθιδρύθηκε η εργατική εξουσία στη Ρωσία, που στηριζόταν στη συμμαχία της εργατικής τάξης με την τεράστια μάζα της φτωχής και άκληρης αγροτιάς. Η νικηφόρα σοσιαλιστική επανάσταση στη Ρωσία είχε τεράστια διεθνή ακτινοβολία και καθοριστική επίδραση στο πολιτικό κίνημα της εργατικής τάξης. Υπήρξε η έμπρακτη επιβεβαίωση της επαναστατικής γραμμής των Μπολσεβίκων.
Ακολούθησαν οι επαναστάσεις στη Φινλανδία, στην Ουγγαρία, στη Γερμανία, όπου, λόγω της προδοσίας των Σοσιαλδημοκρατών αλλά και των λαθών και ταλαντεύσεων των νεοδημιουργημένων ΚΚ, του μη διαχωρισμού των κομμουνιστών από τους σοσιαλδημοκράτες, ιδιαίτερα στη Γερμανία και στην Ουγγαρία, πνίγηκαν στο αίμα από την αστική τάξη.
Το 1918 ιδρύθηκαν Κομμουνιστικά Κόμματα στη Γερμανία, στην Αυστρία, στην Ουγγαρία, στη Φινλανδία. Την ίδια περίοδο πήραν διεθνιστική επαναστατική θέση το Εργατικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Βουλγαρίας (των λεγόμενων στενών σοσιαλιστών), το Διεθνιστικό Σοσιαλιστικό Κόμμα της Αργεντινής, το Αριστερό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Σουηδίας. Στις 17 του Νοέμβρη 1918 ιδρύθηκε το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΕΚΕ) που αργότερα μετονομάστηκε σε ΚΚΕ. Το 1918-'19 δημιουργήθηκαν κομμουνιστικές ομάδες και όμιλοι σε Τσεχοσλοβακία, Ρουμανία, Ιταλία, Γαλλία, Μ. Βρετανία, Δανία.
Σημαντικό ρόλο στην προπαγάνδιση της ιδέας της Κομμουνιστικής Διεθνούς έπαιξε η Ομοσπονδία των ξένων ομάδων της ΚΕ του ΚΚ(μπ.) και το Κεντρικό Γραφείο των μουσουλμανικών οργανώσεων του ΚΚ(μπ.). Ο Λένιν εκτιμούσε βαθιά τη δράση των ξένων ομάδων. Χάρη σ' αυτές χιλιάδες αιχμάλωτοι πολέμου, πολιτικοί πρόσφυγες, πρώην στρατιώτες των στρατευμάτων της επέμβασης γνώρισαν από κοντά τον μπολσεβικισμό στη Ρωσία, έγιναν πεπεισμένοι διεθνιστές. Επιστρέφοντας στις χώρες τους βοήθησαν σημαντικά στη διάδοση της αλήθειας για τη Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση, για την ανάγκη συνένωσης των εργατών κάτω από τη σημαία της Τρίτης Διεθνούς.
Πώς αιτιολογούσαν την απόφαση για διάλυση
Γιατί πάρθηκε η απόφαση αυτοδιάλυσης της Διεθνούς; Είναι ένα ερώτημα το οποίο απασχολεί με δεδομένη την αναγκαιότητα της διεθνούς ενότητας δράσης του κομμουνιστικού κινήματος, την αναγκαιότητα της ενιαίας στρατηγικής απέναντι στο διεθνή ιμπεριαλισμό, ο οποίος επίσης έχει ενιαία στρατηγική ενάντια στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα.
Σύμφωνα με την απόφαση του Προεδρείου, η διάλυση της Διεθνούς κρίθηκε αναγκαία γιατί «η οργανωτική μορφή συνένωσης των εργατών, που διάλεξε το πρώτο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς και που ανταποκρινόταν στις ανάγκες της αρχικής περιόδου αναγέννησης του εργατικού κινήματος, ξεπερνιόταν ολοένα και περισσότερο στο βαθμό που αναπτυσσόταν το κίνημα αυτό και γίνονταν περίπλοκα τα προβλήματά του στις διάφορες χώρες, ή και μάλιστα γινόταν εμπόδιο στην παραπέρα εδραίωση των εθνικών εργατικών κομμάτων»12.
Υπήρχε επίσης η εκτίμηση ότι «η πανεθνική άνοδος και η κινητοποίηση των μαζών για την πιο γρήγορη νίκη κατά του εχθρού μπορούν καλύτερα και πιο καρποφόρα να πραγματοποιηθούν από την πρωτοπορία του εργατικού κινήματος της κάθε χώρας στα πλαίσια του κράτους της»13.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι υπήρχαν προβληματισμοί από ηγέτες διαφόρων κομμάτων, αλλά και από ηγετικά στελέχη της Διεθνούς ότι η Διεθνής παρεμποδίζει την αυτοτέλεια στη δράση των Κομμουνιστικών Κομμάτων. Τέτοιοι προβληματισμοί εκφράζονταν ακόμη πριν τον πόλεμο. Ακόμη φαίνεται πως αυτό το ζήτημα ακόμη και αν ήταν υπαρκτό, μπορούσε να αντιμετωπιστεί στα πλαίσια της Διεθνούς και όχι να οδηγήσει στην άποψη για διάλυσή της.
Το 7ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς και η Εκτελεστική της Επιτροπή14«συνιστούσε να μην αναμειγνύεται άμεσα στις εσωτερικές οργανωτικές υποθέσεις των Κομμουνιστικών Κομμάτων». Για παράδειγμα, ο Μ. Τορέζ, κατά τη συζήτηση στο Προεδρείο του ζητήματος της διάλυσης της Διεθνούς, αφού την υποστήριξε, είπε: «Η παλιά μορφή διεθνούς συνένωσης των εργατών ξεπεράστηκε. Το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα ήδη πριν από τον πόλεμο αναπτυσσόταν χάρη στην εφαρμογή της πολιτικής του λαϊκού μετώπου. Τώρα στη Γαλλία μετά την κατάχτησή της από τους χιτλερικούς δημιουργήθηκε η βάση για ένα πλατύτατο "εθνικό μέτωπο"». Ο Τορέζ είπε επίσης ότι η απόφαση για τη διάλυση «θα συμβάλει στη διεύρυνση του εθνικού αντιχιτλερικού μετώπου στη Γαλλία»15.
Επίσης, ο Τολιάτι στην αυτοβιογραφία του, σχετικά με το συγκεκριμένο ζήτημα, έδωσε την εξής εξήγηση: «Από τότε που το κομμουνιστικό κίνημα είχε φουντώσει στις μεγαλύτερες χώρες της Ευρώπης, η Διεθνής είχε αλλάξει βαθιά τη διάρθρωσή της. Τα εθνικά τμήματα είχαν αναπτύξει τη δράση τους με πλέρια αυτονομία, ακολουθώντας ωστόσο μια κοινή γραμμή. Το προτσές δημιουργίας ενός καινούριου στρώματος καθοδηγητών του εργατικού ευρωπαϊκού κινήματος είχε φτάσει σε καταπληκτικά αποτελέσματα και κάθε κόμμα μπορούσε να τραβήξει μπροστά μόνο του. Η απόφαση να διαλυθεί η Κομμουνιστική Διεθνής σαν συγκεντρωτική οργάνωση δεν ήταν επομένως τίποτε άλλο παρά η τυπική αναγνώριση ενός τετελεσμένου γεγονότος, μιας αλλαγής και μιας ανάπτυξης που είχαν πια πραγματοποιηθεί»16.
Επομένως, ορισμένοι ηγέτες Κομμουνιστικών Κομμάτων θεωρούσαν ήδη τελειωμένη υπόθεση τη Διεθνή, σύμφωνα με τις παραπάνω τοποθετήσεις, γεγονός που δείχνει ότι δεν υπήρχαν πλέον περιθώρια για διαφορετική αντιμετώπιση.
Ο Φόστερ σχετικά μ' αυτά αναφέρει: «Οι κομμουνιστές έκριναν πως η αναστολή του ανεκτίμητου δικαιώματος διεθνούς οργάνωσης αποτελεί πραγματική θυσία, που έπρεπε να γίνει για το κέρδισμα του πολέμου και για τη διευκόλυνση της διαφύλαξης της ειρήνης στη μεταπολεμική περίοδο»17. Εδώ ο Φόστερ μιλά για αναστολή της δράσης της Διεθνούς.
Και συνεχίζει: «Η Εκτελεστική Επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς καθοδηγήθηκε από τις ίδιες αρχές, όταν έλαβε υπόψη και συμφώνησε με την απόφαση του Κομμουνιστικού Κόμματος των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής, του Νοέμβρη του 1940, να βγει από την Κομμουνιστική Διεθνή»18.
Ο Ι. Β. Στάλιν, σε συνέντευξη στον ανταποκριτή του πρακτορείου «Ρόιτερ» Χάρολντ Κινγκ, αιτιολογεί το γεγονός της διάλυσης της Διεθνούς ως εξής:
«Η διάλυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς είναι σωστή, γιατί:
α) Ξεσκεπάζει τα ψέματα των χιτλερικών ότι τάχα η Μόσχα έχει την πρόθεση να αναμειχθεί στη ζωή άλλων κρατών και να τα "μπολσεβικοποιήσει". Από δω και πέρα μπαίνει τέρμα στο ψέμα αυτό.
β) Ξεσκεπάζει τη συκοφαντία των αντιπάλων του κομμουνισμού στο εργατικό κίνημα, ότι τάχα τα κομμουνιστικά κόμματα των διαφόρων χωρών ενεργούν όχι προς το συμφέρον του λαού τους, αλλά σύμφωνα με οδηγίες απ' έξω. Από δω και πέρα μπαίνει τέρμα και σ' αυτή τη συκοφαντία.
γ) Διευκολύνει το έργο των πατριωτών στις φιλελεύθερες χώρες για την ένωση των προοδευτικών δυνάμεων της χώρας τους, ανεξάρτητα σε ποιο κόμμα ανήκουν και ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, σ' ένα ενιαίο εθνικοαπελευθερωτικό μέτωπο για τη διεξαγωγή του αγώνα ενάντια στο φασισμό.
δ) Διευκολύνει το έργο των πατριωτών σ' όλες τις χώρες για την ένωση όλων των φιλελεύθερων λαών σ' ένα ενιαίο διεθνές μέτωπο, για τον αγώνα ενάντια στον κίνδυνο παγκόσμιας κυριαρχίας του χιτλερισμού, εξομαλύνοντας έτσι το δρόμο για την οργάνωση στο μέλλον της συνεργασίας των λαών με βάση την ισοτιμία»19.
Ορισμένα εύλογα ερωτήματα
Από την αιτιολόγηση του Στάλιν, αλλά και του Φόστερ περί αναστολής, που συνδυάζει τη διάλυση της Διεθνούς με το άνοιγμα του δεύτερου μετώπου, φαίνεται σαν αυτή η απόφαση να συσχετιζόταν με την πορεία του πολέμου και την αναγκαιότητα να τερματιστεί όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Φαίνεται επίσης ότι η χιτλερική προπαγάνδα χρησιμοποιούνταν από την αστική προπαγάνδα των άλλων εμπόλεμων κρατών ενάντια στην όσο το δυνατόν πλατύτερη συσπείρωση των λαών στα εθνικοαπελευθερωτικά μέτωπα κατά του γερμανικού ιμπεριαλισμού, με δεδομένη την κατάκτηση μέσα στον απελευθερωτικό αγώνα της πρωτοπορίας των Κομμουνιστικών Κομμάτων, τα οποία είχαν αναδειχτεί σε ηγέτιδες πολιτικές δυνάμεις σ' αυτό τον αγώνα. Βεβαίως, τον αγγλοαμερικανικό ιμπεριαλισμό τον ανησυχούσε αυτή η πραγματικότητα, των οπλισμένων λαών που καθοδηγούνταν από τα Κομμουνιστικά Κόμματα, σε σχέση με τη διαμόρφωση του μεταπολεμικού κόσμου και την προοπτική ανατροπής, από την εξουσία, της αστικής τάξης σε μια σειρά από χώρες.
Ετσι, η απόφαση για διάλυση της Διεθνούς αιτιολογείται σαν κάτι ανάμεσα σε αναγκαίο συμβιβασμό σχετικά με τον πόλεμο και τον «αντιχιτλερικό συνασπισμό» και σε προβληματισμούς για αλλαγή της οργανωτικής μορφής της Διεθνούς.
Δικαιολογείται όμως μια τέτοια απόφαση από άποψη αρχών ακόμη και σαν συμβιβασμός; 'Η μήπως όντως είχε διαρραγεί η ενότητα όπως αναφέρει ο Τολιάτι, δεν υπήρχε ουσιαστικά και δεν μπορούσε να δράσει η Διεθνής και η απόφαση για διάλυσή της ήταν πλέον τυπικό ζήτημα;
Και τι σημαίνει η εκτίμηση του Φόστερ ότι η διάλυσή της αποφασίστηκε με τις ίδιες αρχές που «συμφώνησε με την απόφαση του Κομμουνιστικού Κόμματος των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής, του Νοέμβρη του 1940, να βγει από την Κομμουνιστική Διεθνή»; Δηλαδή ήδη προϋπήρχε διαπάλη με οπορτουνιστική πλατφόρμα που δε θεωρούσε αναγκαία τη Διεθνή; Υπήρχαν επίσης σκέψεις για μια διαφορετική μορφή οργάνωσης της Διεθνούς μεταπολεμικά; Η ίδρυση του «Διεθνούς Γραφείου Πληροφοριών» το 1947, από ορισμένα Κομμουνιστικά Κόμματα, δείχνει ότι παρά τη διάλυση της Γ΄ Διεθνούς, ανιχνεύονταν οι δυνατότητες και οι δρόμοι για την ενότητα του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. Αλλά τα ερωτήματα παραμένουν. Γιατί η ενότητα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος είναι ζήτημα στρατηγικής σημασίας.
Βεβαίως, δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο ότι οι συνθήκες του πολέμου, οι από το 7ο Συνέδριο της Διεθνούς αποφάσεις για το «Αντιφασιστικό Μέτωπο» και η πραγματοποίησή του με το χαρακτήρα εθνικοαπελευθερωτικού μετώπου στον πόλεμο, σε συνδυασμό με την πίεση τμημάτων της αστικής τάξης για «εθνική ενότητα», ερμηνεύονταν με τέτοιον τρόπο από κάποιες δυνάμεις που τις οδήγησε - κάτω και από την πίεση της αστικής προπαγάνδας - στην οπορτουνιστική άποψη ότι δε χρειάζεται αυτοτελές Κομμουνιστικό Κόμμα. Σχετικά μ' αυτό ο Φόστερ αναφέρει: «Πολλά αστικά στοιχεία ζήτησαν η διάλυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς να ακολουθηθεί από τη διάλυση των εθνικών κομμάτων, πράγμα που δεν πρότεινε καθόλου η απόφαση. Πραγματικά ύστερα από λίγους μονάχα μήνες, στο Κομμουνιστικό Κόμμα των ΗΠΑ ο οπορτουνιστής Browder αποπειράθηκε να πραγματοποιήσει αυτό το αστικό αίτημα επιδιώκοντας να διαλύσει το κόμμα»20.
Αλλά το γεγονός ότι εκφράζονταν πριν τον πόλεμο προβληματισμοί σε σχέση με τη μη αναγκαιότητα ύπαρξης της Διεθνούς ως παγκόσμιας οργάνωσης της εργατικής τάξης, σε αντιπαραβολή με την αυτοτέλεια των Κομμουνιστικών Κομμάτων, από τους ηγέτες κάποιων εξ αυτών, φαίνεται επίσης ότι επέδρασε στην απόφαση για τη διάλυσή της. Μόνο που αν αυτό επέδρασε είναι παρέκκλιση.
Η τοποθέτηση του ΚΚΕ στο 18ο Συνέδριο
Το ΚΚΕ, στην Απόφαση του 18ου Συνεδρίου στο δεύτερο θέμα «Eκτιμήσεις και συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα με επίκεντρο την ΕΣΣΔ. Η αντίληψη του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό»,στάθηκε και στη στρατηγική του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, στις εξελίξεις σε αυτό, στη διάλυση της Διεθνούς και στην επίδραση στις εξελίξεις, που οδήγησαν στην ανατροπή του σοσιαλισμού και στην αντεπανάσταση. Το ΚΚΕ στην Απόφαση του Συνεδρίου του τονίζει: «Aνεξάρτητα από τις αιτίες που οδήγησαν στη διάλυση της Kομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΔ), είναι αντικειμενική η ανάγκη, το κομμουνιστικό κίνημα, σε διεθνές επίπεδο, να διαμορφώνει ενιαία επαναστατική στρατηγική, να σχεδιάζει και να συντονίζει τη δράση του». Ας δούμε ολόκληρο το απόσπασμα της Απόφασης:
«27. Oι εξελίξεις στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, τα ζητήματα στρατηγικής του έπαιξαν σοβαρό ρόλο στην ταξική πάλη σε παγκόσμιο επίπεδο και στη διαμόρφωση του συσχετισμού των δυνάμεων21.
Προβλήματα ιδεολογικής και στρατηγικής ενότητας εκδηλώθηκαν σε όλη την πορεία της KΔ, σχετικά με το χαρακτήρα της επανάστασης, το χαρακτήρα του επερχόμενου πολέμου μετά την άνοδο του φασισμού στη Γερμανία22 και τη στάση απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία.
Oι οπορτουνιστικές ομάδες μέσα στο KK των μπολσεβίκων (τροτσκιστές - μπουχαρινικοί) συνδέθηκαν και με τη διαπάλη που εξελισσόταν μέσα στην Kομμουνιστική Διεθνή για τη στρατηγική του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, στο 6ο Συνέδριο της KΔ, ο Mπουχάριν, ως πρόεδρος της KΔ, υποστήριξε δυνάμεις μέσα στα KK και την KΔ που υπερέβαλαν τη "σταθεροποίηση του καπιταλισμού" και την αδυναμία εμφάνισης νέας επαναστατικής ανόδου, εξέφραζαν διαθέσεις συνεννόησης με τη σοσιαλδημοκρατία, ειδικά τη λεγόμενη "αριστερή", κ.λπ.
Xαλάρωση της λειτουργίας της KΔ ως ενιαίου κέντρου είχε εμφανιστεί πολλά χρόνια πριν την αυτοδιάλυσή της (1943)23. H διάλυση της KΔ (Mάης 1943), παρά τα προβλήματα ενότητας που αυτή είχε και ανεξάρτητα από το αν αυτή μπορούσε να διατηρηθεί ή όχι, στέρησε από το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα το κέντρο και τη δυνατότητα συντονισμένα να επεξεργαστεί την επαναστατική στρατηγική για τη μετατροπή του αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο ή στην ξένη κατοχή σε αγώνα για την εξουσία, ως ενιαίο καθήκον που αφορούσε το κάθε KK στις συνθήκες της δικής του χώρας24.
Aνεξάρτητα από τις αιτίες που οδήγησαν στη διάλυση της KΔ, είναι αντικειμενική η ανάγκη, το κομμουνιστικό κίνημα, σε διεθνές επίπεδο, να διαμορφώνει ενιαία επαναστατική στρατηγική, να σχεδιάζει και να συντονίζει τη δράση του. O βαθύτερος προβληματισμός για τη διάλυση της KΔ πρέπει να παίρνει υπόψη μια σειρά εξελίξεις25,όπως: Tο σταμάτημα της δράσης της Kόκκινης Συνδικαλιστικής Διεθνούς, το 1937, επειδή η συντριπτική πλειοψηφία των τμημάτων της ενώθηκε με τις μαζικές ρεφορμιστικές ενώσεις ή προσχώρησε σε αυτές. Tην απόφαση του 6ου Συνεδρίου της Kομμουνιστικής Διεθνούς των Nέων (1935), σύμφωνα με την οποία η πάλη ενάντια στο φασισμό και τον πόλεμο απαιτούσε την αλλαγή του χαρακτήρα των Eνώσεων της Kομμουνιστικής Nεολαίας, στη βάση της οποίας πραγματοποιήθηκαν συνενώσεις KN με Σοσιαλιστικές Νεολαίες (π.χ. στην Iσπανία, στη Λετονία) κ.ά.
O πόλεμος διαμόρφωσε συνθήκες μεγάλης όξυνσης των ταξικών αντιθέσεων στο εσωτερικό πολλών χωρών, όμως η αντιφασιστική πάλη οδήγησε στην ανατροπή της αστικής εξουσίας, με την καθοριστική υποστήριξη των λαϊκών κινημάτων από τον Kόκκινο Στρατό, μόνο σε χώρες της Kεντρικής και Aνατολικής Eυρώπης.
Στην καπιταλιστική Δύση τα KK δε διαμόρφωσαν στρατηγική μετατροπής του ιμπεριαλιστικού πολέμου ή του απελευθερωτικού αγώνα σε πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας. H στρατηγική του κομμουνιστικού κινήματος δεν αξιοποίησε το γεγονός ότι η αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας περιεχόταν στον αντιφασιστικό - απελευθερωτικό χαρακτήρα του ένοπλου αγώνα για μια σειρά χώρες, ώστε να θέσει στην ημερήσια διάταξη το πρόβλημα της εξουσίας, αφού ο σοσιαλισμός και η κομμουνιστική προοπτική αποτελούν τη μόνη εναλλακτική λύση στην καπιταλιστική βαρβαρότητα.
H έλλειψη τέτοιας στρατηγικής σε KK δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από τον αρνητικό συσχετισμό δύναμης, λόγω της στρατιωτικής παρουσίας των αμερικανικών και βρετανικών στρατευμάτων σε μια σειρά χώρες της Δυτικής Eυρώπης. Tα KK οφείλουν να διαμορφώνουν τη στρατηγική τους ανεξάρτητα από το συσχετισμό δύναμης. Σημειώθηκε σταδιακή υποχώρηση από τη θέση ότι ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό δε μεσολαβεί κάποιο ενδιάμεσο κοινωνικό σύστημα, επομένως και ενδιάμεση πολιτική εξουσία ανάμεσα στην αστική και την επαναστατική εργατική εξουσία.
H θέση αυτή ισχύει ανεξάρτητα από το συσχετισμό δυνάμεων, ανεξάρτητα από το πρόβλημα που μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για την επιτάχυνση των εξελίξεων, π.χ., όξυνση ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, ιμπεριαλιστικός πόλεμος, αλλαγές στη μορφή της αστικής εξουσίας που μπορεί να προκληθούν.
28. Mετά τη λήξη του B΄ Παγκόσμιου Πολέμου αναδιατάχθηκαν οι συμμαχίες. Tα καπιταλιστικά κράτη και οι αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις που συμμετείχαν στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα σε κάθε χώρα (π.χ. δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας) συνενώθηκαν ενάντια στο κομμουνιστικό κίνημα και στα σοσιαλιστικά κράτη.
Σε αυτές τις συνθήκες, έγιναν ακόμη περισσότερο φανερές οι αρνητικές συνέπειες της αυξανόμενης οπορτουνιστικής διάβρωσης σε ορισμένα τμήματα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. H σοβαρά λαβωμένη ιδεολογική ενότητα και η έλλειψη της οργανωτικής σύνδεσης των KK, με τη διάλυση της KΔ, δεν επέτρεψαν τη διαμόρφωση μιας αυτοτελούς ενιαίας στρατηγικής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος απέναντι στη στρατηγική του διεθνούς ιμπεριαλισμού.
Tο "Γραφείο Πληροφοριών" των KK26, που συγκροτήθηκε το 1947 και αυτοδιαλύθηκε το 1956, καθώς και οι διεθνείς διασκέψεις των KK, που γίνονταν στη συνέχεια, δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα παραπάνω προβλήματα.
Tο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα παρέμενε ισχυρό μετά τον πόλεμο, παρά την αναμφισβήτητη ενίσχυση των δυνάμεων του σοσιαλισμού. Aμέσως μετά το τέλος του πολέμου, ο ιμπεριαλισμός, υπό την ηγεμονία των HΠA, ξεκίνησε τον "ψυχρό πόλεμο". Aποτελούσε μια προσεχτικά επεξεργασμένη στρατηγική υπονόμευσης του σοσιαλιστικού συστήματος.
O "ψυχρός πόλεμος" περιλάμβανε την οργάνωση ψυχολογικού πολέμου, ένταση των στρατιωτικών εξοπλισμών για να εξουθενωθεί οικονομικά η EΣΣΔ, δίκτυα υπονόμευσης και φθοράς του σοσιαλιστικού συστήματος από τα μέσα, ανοιχτές προκλήσεις και υποδαύλιση αντεπαναστατικών εξελίξεων (π.χ. στη Γιουγκοσλαβία στο διάστημα 1947 - '48, στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία το 1953, στην Oυγγαρία το 1956, στην Tσεχοσλοβακία το 1968 κ.ά.). Aκολούθησε διαφοροποιημένη οικονομική και διπλωματική πολιτική απέναντι στα νέα σοσιαλιστικά κράτη για να διασπάσει τη συμμαχία τους με την EΣΣΔ, να ενδυναμώσει τις προϋποθέσεις οπορτουνιστικής διάβρωσής τους.
Tαυτόχρονα, το ιμπεριαλιστικό σύστημα, με ηγέτιδα δύναμη τις HΠA, προχωρούσε στη συγκρότηση στρατιωτικών, πολιτικών, οικονομικών συνασπισμών και οργανισμών διεθνούς δανεισμού (NATO, Eυρωπαϊκές Kοινότητες, ΔNT, Παγκόσμια Tράπεζα, διεθνικές συμφωνίες εμπορίου). Aυτοί εξασφάλιζαν το συντονισμό των καπιταλιστικών κρατών, γεφύρωναν ορισμένες αντιθέσεις μεταξύ τους, για να υπηρετήσουν τον κοινό στρατηγικό στόχο της πολύπλευρης πίεσης στο σοσιαλιστικό σύστημα. Oργάνωσαν ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, συστηματικές και πολύμορφες προβοκάτσιες και αντικομμουνιστικές εκστρατείες. Xρησιμοποίησαν τα πιο σύγχρονα ιδεολογικά όπλα χειραγώγησης των λαών, για να διαμορφώσουν ένα εχθρικό κλίμα σε βάρος των σοσιαλιστικών κρατών και του κομμουνιστικού κινήματος γενικότερα. Aξιοποίησαν τις οπορτουνιστικές παρεκκλίσεις και τα προβλήματα ιδεολογικής ενότητας του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Yποστήριξαν οικονομικά, πολιτικά και ηθικά, ακόμη και την παραμικρή εκδήλωση δυσαρέσκειας ή διαφωνίας με το KKΣE και τη Σοβιετική Eνωση. Διέθεσαν δισεκατομμύρια δολάρια, μέσα από τους κρατικούς προϋπολογισμούς τους, για τους σκοπούς αυτούς.
29. H γραμμή της "ειρηνικής συνύπαρξης", όπως αναπτύχθηκε τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ως ένα βαθμό στο 19ο (Oκτώβρης 1952)27 και κυρίως στο 20ό Συνέδριο του KKΣE (1956)28, αναγνώριζε την καπιταλιστική βαρβαρότητα και επιθετικότητα για τις HΠA και την Aγγλία, για ορισμένα τμήματα της αστικής τάξης και των αντίστοιχων πολιτικών δυνάμεων στα δυτικοευρωπαϊκά καπιταλιστικά κράτη, όχι όμως ως σύμφυτο στοιχείο του μονοπωλιακού καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού. Eτσι επέτρεψε την καλλιέργεια ουτοπικών αντιλήψεων ότι είναι δυνατόν ο ιμπεριαλισμός να αποδεχθεί μακροπρόθεσμα τη συμβίωση με δυνάμεις που έσπασαν την παγκόσμια κυριαρχία του.
Aπό το 20ό Συνέδριο του KKΣE (Φλεβάρης 1956) και με τη θέση του για "ποικιλία μορφών μετάβασης στο σοσιαλισμό, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις", η γραμμή της "ειρηνικής συνύπαρξης" συνδέθηκε και με τη δυνατότητα κοινοβουλευτικού περάσματος στο σοσιαλισμό στην Eυρώπη, στρατηγική που προϋπήρχε σε ορισμένα και επικράτησε στα περισσότερα KK. H θέση αυτή αποτελούσε ουσιαστικά αναθεώρηση των συμπερασμάτων από την επαναστατική σοβιετική εμπειρία και συνιστούσε μεταρρυθμιστική σοσιαλδημοκρατική στρατηγική.
Yποτιμήθηκε η ενιαία στρατηγική του καπιταλισμού ενάντια στα σοσιαλιστικά κράτη και το εργατικό κίνημα στις καπιταλιστικές χώρες. Oι αντιθέσεις μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών, που βεβαίως περιείχαν και το στοιχείο της εξάρτησης, όπως συμβαίνει στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, δεν αναλύθηκαν σωστά. Eπικράτησε η εκτίμηση ότι υπήρχε "σχέση υποτέλειας και εξάρτησης" κάθε καπιταλιστικής χώρας από τις HΠA29. Yιοθετήθηκε η στρατηγική της "αντιμονοπωλιακής διακυβέρνησης", μια μορφή σταδίου ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό, που θα έλυνε προβλήματα "εξάρτησης" από τις HΠA. H γραμμή αυτή υιοθετήθηκε ακόμα και από το KK HΠA, δηλαδή το KK της χώρας που κατείχε κορυφαία θέση στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Στην πολιτική πρακτική εκφράστηκε με τη συμμετοχή KK σε κυβερνήσεις διαχείρισης του καπιταλισμού σε συνεργασία με τη σοσιαλδημοκρατία.
Eτσι, KK επέλεξαν πολιτική συμμαχιών και με δυνάμεις της αστικής τάξης, αυτές που χαρακτηρίστηκαν ως "εθνικώς σκεπτόμενες", σε διάκριση από τις λεγόμενες "ξενόδουλες". Tέτοιες αντιλήψεις επικράτησαν και σε εκείνο το τμήμα του κομμουνιστικού κινήματος που κατά τη διάσπαση της δεκαετίας του 1960 προσανατολιζόταν στο KK Kίνας και που συγκρότησε το μαοϊκό ρεύμα.
H στάση πολλών KK απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία εντασσόταν σε αυτήν τη στρατηγική. Kυριάρχησε στα KK η εκτίμηση για διαχωρισμό της σοσιαλδημοκρατίας σε "δεξιά" και "αριστερή" πτέρυγα, αδυνατίζοντας εξαιρετικά το ιδεολογικό μέτωπο εναντίον της. Στο όνομα της ενότητας της εργατικής τάξης, τα KK προέβησαν σε σοβαρές ιδεολογικές και πολιτικές υποχωρήσεις, ενώ οι διακηρύξεις ενότητας από την πλευρά της σοσιαλδημοκρατίας δεν απέβλεπαν στην ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά στην απόσπαση της εργατικής τάξης από την επιρροή των κομμουνιστικών ιδεών και την ταξική αλλοτρίωσή της.
Στη Δυτική Eυρώπη, στις γραμμές πολλών KK, με πρόσχημα τις εθνικές ιδιομορφίες κάθε χώρας, επικράτησε το οπορτουνιστικό ρεύμα του "ευρωκομμουνισμού", που αρνιόταν τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής επανάστασης, τη δικτατορία του προλεταριάτου και γενικά την επαναστατική πάλη.
Kαι από τα δύο τμήματα του κομμουνιστικού κινήματος (εξουσίας και μη) υπερεκτιμήθηκε η δύναμη του σοσιαλιστικού συστήματος και υποτιμήθηκε η δυναμική στη μεταπολεμική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού. Παράλληλα, βάθυνε η κρίση στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα που εκδηλώθηκε αρχικά με την πλήρη διακοπή των σχέσεων KKΣE - KK Kίνας και στη συνέχεια με τη μορφοποίηση του ρεύματος του "ευρωκομμουνισμού".
H αλληλεπίδραση του τότε σύγχρονου οπορτουνισμού ανάμεσα στα KK των καπιταλιστικών χωρών και στα KK εξουσίας ενισχύθηκε σε συνθήκες φόβου για ένα πυρηνικό πλήγμα εναντίον των σοσιαλιστικών κρατών, όξυνσης της ταξικής πάλης στο εσωτερικό των σοσιαλιστικών κρατών (Kεντρικής και Aνατ. Eυρώπης) και νέων ιμπεριαλιστικών πολέμων (π.χ. ενάντια στην Kορέα, στο Bιετνάμ). H ευέλικτη τακτική του ιμπεριαλισμού επέδρασε στην ανάπτυξη του οπορτουνισμού στα KK των σοσιαλιστικών κρατών, στην υπονόμευση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, όπως και στην υπονόμευση της επαναστατικής πάλης στην καπιταλιστική Eυρώπη και παγκόσμια. Eτσι, ενισχύθηκε, άμεσα ή έμμεσα, η ιμπεριαλιστική πίεση πάνω στα σοσιαλιστικά κράτη, αξιοποιώντας, μεταξύ άλλων, τόσο το ρεύμα του ευρωκομμουνισμού, όσο και του τροτσκισμού και του μαοϊσμού, που, με τον έναν ή άλλον τρόπο, στον έναν ή άλλο βαθμό, στήριξαν τις ιμπεριαλιστικές επιθέσεις κατά της EΣΣΔ και άλλων σοσιαλιστικών κρατών».
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1, 2, 3, 4, 5, 6, 17, 18, 19, 20. Ουίλ. Φόστερ: «Η ιστορία των τριών Διεθνών», εκδόσεις «Γνώση», σελ. 567-571.
7. E. David, Die Sozialdemokratie im Weltkrieg, σελ. 172, Berlin, 1915 και στο Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ, Ιστορία της Τρίτης Διεθνούς, Β' έκδοση, σελ. 26, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή».
8. K. Kautsky, Die Internationalitat und der Krieg, Berlin, 1915. Και στο Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ, Ιστορία της Τρίτης Διεθνούς, Β' έκδοση, σελ. 26, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή».
9. Β. Ι. Λένιν, Απαντα, τόμ. 26, σελ. 267.
10. Β. Ι. Λένιν, Απαντα, τόμ. 26, σελ. 265.
11. Β. Ι. Λένιν, Απαντα, τόμ. 26, σελ. 22.
12, 13, 14, 15. Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ, «Ιστορία της Τρίτης Διεθνούς», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 552-557.
16. Μαρτσέλα και Μαουρίτσιο Φεράρα: «Μιλώντας με τον Παλμίρο Τολιάτι - Βιογραφικές σημειώσεις», «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις», 1956, σελ. 306.
21. Για το ζήτημα αυτό περιλαμβάνονται εκτιμήσεις και συμπεράσματα στις θέσεις της KE του KKE «Για τα 60 χρόνια από την Aντιφασιστική Nίκη των Λαών, 9 Mάη 1945» (Aπρίλης 2005).
22. Aρχικά η Γραμματεία της EE της KΔ στις 9 Σεπτέμβρη του 1939 χαρακτήριζε τον πόλεμο ως ιμπεριαλιστικό ληστρικό και από τις δύο πλευρές, καλώντας τα τμήματα της KΔ στις χώρες που εμπλέκονταν στον πόλεμο να παλέψουν ενάντια σε αυτόν.
23. Aκαδημία Eπιστημών της EΣΣΔ, «Iστορία της Tρίτης Διεθνούς», σελ. 428, εκδ. «Σύγχρονη Eποχή».
24. Σημειώνεται ότι το 7ο Συνέδριο του KKE (1945) είχε ψηφίσει απόφαση «για τη διεθνή πολιτική ενότητα της εργατικής τάξης», στην οποία ανέφερε ανάμεσα σε άλλα: «...το 7ο Συνέδριο του KKE (...) εκφράζει την ευχή να ενσωματωθούν το γρηγορότερο όλα τα εργατικά κόμματα του κόσμου, που πιστεύουν στο σοσιαλισμό, ανεξάρτητα από αποχρώσεις, σε μία ενιαία διεθνή πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης» («Tο KKE. Eπίσημα Kείμενα», εκδ. «Σύγχρονη Eποχή», τ. 6, σελ. 113).
25. Hδη, το 1935, το 7ο Συνέδριο της KΔ «σύστησε στην EE της KΔ να μεταφέρει το κέντρο βάρους της δράσης της στην επεξεργασία βασικών πολιτικών θέσεων και των θέσεων τακτικής του παγκόσμιου εργατικού κινήματος, υπολογίζοντας τις συγκεκριμένες συνθήκες και ιδιομορφίες κάθε χώρας» και, ταυτόχρονα, συμβούλευσε την EE της KΔ «να αποφεύγει κατά κανόνα την άμεση ανάμειξη στις εσωοργανωτικές υποθέσεις των κομμουνιστικών κομμάτων». Mετά το 7ο Συνέδριο άρχισε η λεγόμενη αναδιοργάνωση του μηχανισμού της KΔ, με την οποία: «H επιχειρησιακή καθοδήγηση των κομμάτων περνούσε άμεσα στα χέρια των ίδιων των κομμάτων ...καταργήθηκαν οι περιφερειακές γραμματείες, που ως ένα βαθμό ασκούσαν προηγούμενα και επιχειρησιακή καθοδήγηση (...) Στη θέση των πρώην τμημάτων της EE της KΔ δημιουργήθηκαν μόνο δύο: Το τμήμα στελεχών και το τμήμα προπαγάνδας και μαζικών οργανώσεων» (Aκαδημία Eπιστημών της EΣΣΔ, «Iστορία της Tρίτης Διεθνούς», εκδ. «Σύγχρονη Eποχή», σελ. 433 - 434).
26. KOMINΦOPM (Γραφείο Πληροφοριών των KK): Στο Γραφείο εκπροσωπούνταν τα Κομμουνιστικά και Εργατικά Κόμματα των Bουλγαρίας, Oυγγαρίας, Iταλίας, Πολωνίας, Pουμανίας, EΣΣΔ, Tσεχοσλοβακίας και Γαλλίας.
27. «Eκθεση Δράσης της KE του KK (μπ.) στο 19ο Συνέδριο», εκδ. KE του KKE, σελ. 28.
28. «20ό Συνέδριο του KKΣE», εκδ. «Zώγια», 1965, σελ. 8.
29. «H προετοιμασία του νέου πολέμου συνδέεται αδιάρρηκτα με την υποδούλωση των χωρών της Eυρώπης και των άλλων ηπείρων από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Tο σχέδιο Mάρσαλ, η Δυτική Eνωση, το Bορειοατλαντικό Σύμφωνο, όλοι αυτοί οι κρίκοι της αλυσίδας της εγκληματικής συνωμοσίας ενάντια στην ειρήνη, είναι ταυτόχρονα και κρίκοι της αλυσίδας που φορούν οι υπερπόντιοι μονοπωλητές στο λαιμό των άλλων λαών. Kαθήκον των κομμουνιστικών κι εργατικών κομμάτων στις καπιταλιστικές χώρες είναι να συνενώνουν τον αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία με τον αγώνα για την ειρήνη, να ξεσκεπάζουν αδιάκοπα τον αντεθνικό, προδοτικό χαρακτήρα της πολιτικής των αστικών κυβερνήσεων που έχουν μετατραπεί σε ανοιχτούς λακέδες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, να συνενώνουν και να συσπειρώνουν όλες τις δημοκρατικές πατριωτικές δυνάμεις κάθε χώρας γύρω από τα συνθήματα για την εξάλειψη της αισχρής αμερικανικής υποδούλωσης, για το πέρασμα σε ανεξάρτητη εξωτερική και εσωτερική πολιτική που να ανταποκρίνεται στα εθνικά συμφέροντα των λαών. Tα κομμουνιστικά κι εργατικά κόμματα πρέπει να κρατούν ψηλά τη σημαία της υπεράσπισης της εθνικής ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας των λαών τους» (Aρχείο KKE: Aποφάσεις του Γραφείου Πληροφοριών των Kομμουνιστικών και Eργατικών Kομμάτων, Σύσκεψη Nοέμβρη 1949, εκδ. «Nέα Eλλάδα», σελ. 73 - 74).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου