Η ιστορία είναι γνωστή. Ο ΣΥΡΙΖΑ αναδύεται το 2012 σε κυβερνητική επιλογή σαν αποτέλεσμα της αποσταθεροποίησης του πολιτικού συστήματος αλλά και των αγώνων που έλαβαν χώρα στο διάστημα της μέχρι τότε κρίσης -ίσως και του κύκλου του μαηιουνη του φοιτητικού κινήματος του 2006/7- αγώνες οι οποίοι στράφηκαν περισσότερο εναντίον του πολιτικού συστήματος του καπιταλισμού και όχι στην ουσία του. Άμεσο αποτέλεσμα αυτής της ανάδυσης, το κάθε λογής κίνημα να μαραζώνει, μιας και ο κόσμος που συμμετείχε σε αυτό βρήκε έναν πιο εύκολο και “ρεαλιστικό” τρόπο να αλλάξει τα πράγματα, μέσα από την εκλογική διαδικασία. Ο ΣΥΡΙΖΑ εκλέχθηκε, 8/10 υποσχέσεις, με μεγάλη την ακύρωση των μνημονίων, φεύγουν από το παράθυρο, νέο μνημόνιο, απογοήτευση στον ήδη παραιτημένο κινηματικά κόσμο της εκλογικής του βάσης, χάνει πανηγυρικά τις εκλογές. Κυβέρνηση ΝΔ, ακραία καταστολή και αντιλαϊκή πολιτική. Κολυμπήθρα του Σιλωάμ για τον ΣΥΡΙΖΑ και τα κυβερνητικά αμαρτήματά του, ο οποίος ξαναβγαίνει μπροστάρης στους αγώνες για να ρίξει την κυβέρνηση.
Όλα είναι γνωστά και λίγο-πολύ σωστά… εκτός από το τελευταίο. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μπροστά σε κανέναν απολύτως αγώνα. Και όχι μόνο δεν είναι, αλλά δεν φαντάζει ούτε οργανωτικά, ούτε ιδεολογικά ικανός να το κάνει. Όμως, ένα κάποιο κίνημα όντως αναδύεται, με ένα κυρίως αντικατασταλτικό περιεχόμενο. Και το κίνημα αυτό τον τροφοδοτεί, όπως φαίνεται από διάφορους ποιοτικούς και ποσοτικούς δείκτες. Πώς γίνεται αυτό;
Η απάντηση είναι γνωστή στους παροικούντες την κινηματική Ιερουσαλήμ: είναι ο οπορτουνισμός.
Χ
Στη μετά το 1989 πορεία του, ο ΣΥΝ/ΣΎΡΙΖΑ δεν κατάφερε ποτέ να είναι σοβαρήκινηματική δύναμη. Δεν το κατάφερε στα ‘90s που πάλευε με το ζόρι να μπει στην Βουλή, δεν το είχε στα ‘00s που έκανε την “κινηματική” του συγκρότηση με τη συγκόλληση διαφόρων οργανώσεων του εξωκοινοβουλίου μαζί του, δεν το είχε ούτε στα ‘10s που ήταν κυβερνητική δύναμη. Η μικροαστική και καθωσπρεπική ταυτόχρονα ταυτότητά του τον ρίχνει στο μεταίχμιο δύο καταστάσεων: Από την μία δεν του επιτρέπει να έχει την εργατική κινηματική δύναμη (όπως το ΚΚΕ) αλλά ταυτόχρονα ούτε την, μόνιμα ισχνή αριθμητικά αλλά πολιτικά και κοινωνικά αισθητή, δυναμική της (βίαιης) μικροαστικήςανυπομονησίας, που εκφράζεται σε άλλους, πιο αριστερίστικους χώρους. Παρόλα αυτά, πάντα κατάφερνε να ηγεμονεύει σε αυτές τις αριστερίστικες δυνάμεις. Ιδεολογικά αλλά και πολιτικά.
Στα χρόνια πριν την εκλογή του στην κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ συμμετέχει σε μια σειρά από “από τα κάτω” κινηματικές δραστηριότητες μαζί με δυνάμεις της
ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της αντιεξουσίας: από το “Συντονισμό πρωτοβάθμιων σωματείων”1 (το οποίο άμα τη εκλογή του το εγκαταλείπει για να οικοδομήσει τις δικές του συνδικαλιστικές δυνάμεις με αποτέλεσμα αυτό να διαλυθεί για να επανιδρυθεί χρόνια μετά, σκιά του παλιού εαυτού του), κοινά πλαίσια με τα ΕΑΑΚ στις σχολές (ενδεικτικά: μόνοι τους2 ή και παρέα με τα Αυτόνομα Σχήματα3), συνεργασία σε δημοτικές εκλογές4, πολιτικές εκδηλώσεις (που έφταναν μέχρι ομιλίες συριζαιων όπως ο Γ. Σταθακης ακόμα και με τον Νώντα Σκυφτούλητης Αντιεξουσιαστικης Κίνησης5), διάλογο σε περιοδικά κ. ά. παρόμοια.Αποτέλεσμα αυτού, όταν στις διπλές εκλογές του 2012 που το ΚΚΕ κατεβαίνει με σύνθημα “Μαύρο σε ΠΑΣΟΚ – ΝΔ. Μην εμπιστεύεσαι το ΣΥΡΙΖΑ”, ο χώρος του οπορτουνισμού έκανε κουβέντες περί “δυνατοτήτων που ανοίγονται” και “πίεσης από τα αριστερά” μιας τέτοιας κυβέρνησης, ή ακόμα και ανοιχτής συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο (μερικά μόνο παραδείγματα6, 7, 8). Αποτέλεσμα όλων αυτών, ο τραγέλαφος των διερευνητικών εντολών των πρώτων εκλογών του 2012, τη στιγμή που η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς την κυβέρνηση μπήκε σε ράγες, με τον Α. Χάγιο να συναντάει τον Α. Τσίπρα.Συνάντηση που περιγράφεται από τα φιλοΑΝΤΑΡΣΥΑ ΜΜΕ της εποχής ως “συνάντηση σε καλό κλίμα”, μέσα από την οποία “έχουν να μάθουν ο ένας από τον άλλο”9 δίνοντας έτσι το τόνο για το πως θα αντιμετωπίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ και στη συνέχεια.
Ο χώρος αυτός, τον οποίο σε δεύτερο χρόνο ο Α. Τσίπρας θα ονομάσει “αριστεροχώρι”, παρόλο το μικρό του μέγεθος, έχει να δώσει στην διαδικασία πολλαπλά. Αφενός τη δημιουργία μιας, μικρής αλλά υπαρκτής, εκλογικής δεξαμενής για τον ΣΥΡΙΖΑ. Αφετέρου και κυρίως όμως, τη χρήση του κόσμου αυτού σαν κινηματικό εργαλείο από μεριάς του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ έτσι δεν έχει ανάγκη να είναι μαζικός στο δρόμο. Η ατζέντα του κατεβαίνει στη κοινωνία μέσα από αυτούς στους οποίους ηγεμονεύει. Μετά, το μόνο που χρειάζεται να κάνει, είναι να κωδικοποιήσει κάποια από τα αιτήματά τους και να τους δώσει μια αίσθηση διεξόδου. Και είναι ακριβώς χάρη σε αυτό το μηχανισμό που ένα κόμμα της Αριστεράς με ανύπαρκτη παρουσία στη νεολαία και στο εργατικό κίνημα καταφέρνει να παραμένει σε κεντρικό επίπεδο. Αν σε όλο αυτό προσθέσει κανείς ένα ηθικό πλεονέκτημα που λάμβανε με τη συνεργασία του με αυτές τις δυνάμεις (το πολυακουσμένο την εποχή του 2012 επιχείρημα “αν είναι τόσο κακοί, γιατί συνεργάζονται οι άλλοι μαζί τους;”), βλέπει κανείς το πολυεπίπεδο κέρδος από αυτήν τη σχέση και τη συνθήκη που αυτή δημιούργησε μέχρι την πρώτη εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ.
Χ
Σήμερα το κίνημα ξαναζωντανεύει. Οι ακραία κατασταλτικές πολιτικές της κυβέρνησης μαζί με τα εξαρτημένα αντιδεξιά χαρακτηριστικά βγάζουν στο δρόμο έναν κόσμο που είχε πέσει σε χειμερία νάρκη τα τελευταία χρόνια. Ταυτόχρονα όμως, ενώ θεριεύει ένα τέτοιο κίνημα που στην θεωρία είναι όσο πιο ριζοσπαστικό γίνεται, έχουμε το “παράδοξο” φαινόμενο αυτή που βγαίνει από το πολιτικό καναβάτσο να είναι η κεντροαριστερά του ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό λέει πολλά για την ποιότητα των αγώνων που δίνονται αυτή τη περίοδο.
Το φάντασμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι σχεδόν10 πανταχού παρόν, ακόμα και αν δεν φαίνεται σε πρώτη φάση. Στη συνθηματολογία που μιλάει για Δεξιά, νεοφιλελευθερισμό, “κανονικότητα“. Στο περιεχόμενο, που βάζει όλη την μεταμοντέρνα ατζέντα και αδιαφορεί επιδεικτικά για την ταξική πάλη (παράδειγμα που κράζει από χιλιόμετρα, η αδιαφορία του κόσμου αυτού για τις δραματικές εξελίξεις στο ασφαλιστικό και στο συνδικαλιστικό), ακόμα και οργανωτικά, με εκδηλώσεις που φοράνε γενικόλογες ετικέτες και σπρώχνονται από τα συριζαίικα ΜΜΕ και τον γενικό μηχανισμό.
Το φάντασμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι σχεδόν10 πανταχού παρόν, ακόμα και αν δεν φαίνεται σε πρώτη φάση. Στη συνθηματολογία που μιλάει για Δεξιά, νεοφιλελευθερισμό, “κανονικότητα“. Στο περιεχόμενο, που βάζει όλη την μεταμοντέρνα ατζέντα και αδιαφορεί επιδεικτικά για την ταξική πάλη (παράδειγμα που κράζει από χιλιόμετρα, η αδιαφορία του κόσμου αυτού για τις δραματικές εξελίξεις στο ασφαλιστικό και στο συνδικαλιστικό), ακόμα και οργανωτικά, με εκδηλώσεις που φοράνε γενικόλογες ετικέτες και σπρώχνονται από τα συριζαίικα ΜΜΕ και τον γενικό μηχανισμό.
Μια καλή εικόνα του πώς λειτουργεί όλη αυτή η κατάσταση μπορεί να μας δώσει το παρακάτω: Η φιλοΣΥΡΙΖΑ Εφημερίδα των Συντακτών στις 8.12.2019 δημοσιεύει μεγάλο αφιέρωμα με τίτλο “Ο συγκρουσιακός κύκλος 2008-2015: Ο ξεσηκωμός των από τα κάτω”11. Η μελέτη για το αφιέρωμα, για να μην υπάρχουν τυχόν αμφιβολίες για τη στόχευση και
την προέλευσή της, γίνεται με βάση την αποδελτίωση του αρχείου της Ελευθεροτυπίας και της Αυγής. Τα προτάγματα τα οποία αναζητά στους αγώνες, η “παγκόσμια άμεση δημοκρατία”12 και η αμφισβήτηση του νεοφιλελευθερισμού. Δηλαδή, ένα τεράστιο εύρος πραγμάτων που ξεκινάνε από το μαξιμαλισμό με την κατάργηση τάξεων και κράτους εν μια νυκτί και καταλήγουν στον μινιμαλισμό με την αλλαγή από την κεντροδεξιά στην κεντροαριστερά μιας αστικής κυβέρνησης. Στο δια ταύτα βέβαια γίνεται ξεκάθαρος ο πραγματικός στόχος, μιας και η ανάλυση στρέφεται μονίμως ενάντια στις “πολιτικές ελίτ” και τον “κραταιό δικομματισμό”, αφήνοντας τις οικονομικές δομές του καπιταλιστικού συστήματος στο απυρόβλητο.Οι φωτογραφίες που ντύνουν το αφιέρωμα είναι μια προς μια όλες τους φωτογραφίες κινητοποιήσεων αυτών των χώρων που περιγράφονται στο παρόν κείμενο, δείχνοντας με τον καλύτερο τρόπο την αντίληψη του ΣΥΡΙΖΑ για το κίνημα, όπως και το πόσο άνετος νοιώθει με τις οργανώσεις αυτές. Ακόμα πιο χαρακτηριστικά, όλες πλην ελαχίστων είναι εικόνες από συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής13. Αντίθετα, από το αφιέρωμα λείπει εκκωφαντικά κάθε αναφορά στις απεργίες εκείνης της περιόδου, πέρα από γενικόλογες αναφορές σε κάποιες γενικές απεργίες που και αυτές γίνονται ανάμεσα σε άλλες δράσεις (λχ “Το κέντρο της Αθήνας κατακλύζεται από δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές και οι «Αγανακτισμένοι» κρατούν γερά παρά την άνευ προηγουμένου καταστολή. Τη χρονιά εκείνη έγιναν δεκάδες μαζικές απεργίες και κινητοποιήσεις σε όλη την Ελλάδα”). Ούτε μια αναφορά σε κάποια από τις απεργίες του ΠΑΜΕ που κράτησαν πάνω από 100 μέρες(ενδεικτικα αναφέρονται Ανακύκλωση Ηρακλείου Κρήτης14, Phone Marketing15 και βέβαια η Ελληνική Χαλυβουργία16). Ούτε μια εικόνα από περιφρούρηση απεργίας. Μόνο riot porn και… Αγανακτισμένοι. Στο μυαλό του μεταμοντέρνου μικροαστού η ταξική πάλη είναι στην καλύτερη απλά ένα από τα πεδία μάχης, και οι απεργίες είναι απλά η αφορμή για να γίνουν μπάχαλα στο κέντρο της πόλης. Τίποτα περισσότερο.
Να σημειωθεί εδώ πως το φλερτ δεν είναι μονόπλευρο από το ΣΥΡΙΖΑ προς τον οπορτουνισμό. Το Δίκτυο Σπάρτακος, κίνηση του ΝΑΡ στους φαντάρους, φιλοξενεί στο blog του τη μελέτη αυτή17 δείχνοντας ότι συμφωνεί με την όλη αφήγηση. Κάτι που βέβαια δεν εμποδίζει ταυτόχρονα ένα άλλο φιλοΝΑΡ site, το pandiera.gr, να φιλοξενεί άρθρο μέλους του ΚΣ της ΝΚΑ στο οποίο “απαντάει” σε άρθρο του Ριζοσπάστη σε κατηγορίες για την σχέση που περιγράφουμε και στο παρόν κείμενο18. Όπως έχουμε ξαναπεί και στη στήλη, σε αυτή την οργάνωση “ο καθένας έχει την άποψη του”. Κοινός τόπος η ιδεολογική πλατφόρμα (meta Αριστερά, “επαναθεμελιωμένος κομμουνισμός”, μεταβατικό πρόγραμμα) στην οποία κύρια πολιτική έκφραση στη χώρα παραμένει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Χ
Μπροστά μας λοιπόν υπάρχει ένα ερώτημα που δεν σηκώνει αναβολή: τι κάνουμε διαφορετικά αυτή τη φορά για να μην ξαναπέσει το κίνημα στην ίδια με το 2012/5 λούμπα. Να μην λιώσουμε σόλες, απολυθούμε από δουλειές, δεχθούμε βία, τρέχουμε σε δικαστήρια και στο τέλος καταλήξουμε με μια ροζ κεντροαριστερή κυβέρνηση που θα μας φέρει μνημόνια, αντεργατικούς νόμους και βάσεις του ΝΑΤΟ.Σίγουρα είναι μια δύσκολη ερώτηση με πολλές παραμέτρους στην απάντηση, που δεν αναλογεί στη στήλη (και ούτε σε κανένα άτομο εκτός οργάνωσης) να απαντήσει. Μια ασφαλής παρόλα αυτά απάντηση σε αυτό, μερική αλλά και βασική όσο δεν πάει, είναι το ότι είναι νευραλγικής σημασίας η αύξηση της οργάνωσης σε συνδικαλιστικό επίπεδο.
Τα συνδικάτα είναι η πρώτη και πιο βασική μορφή οργάνωσης της εργατικής τάξης και είναι αυτά τα οποία θα δώσουν μέσα από τον αγώνα τους και τις νίκες που αυτοί θα καταφέρουν την αυτοπεποίθηση στο κόσμο ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν. Επίσης, είναι ένα εργαλείο για να βγει μπροστά η ατζέντα που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει να μπει στο επίκεντρο, αυτή της ταξικής πάλης. Όσο το θέμα κινείται σε αντικατασταλτικό, αντιομοφοβικό, αντισεξιστικό κτλ επίπεδο με μια μεταμοντέρνα προσέγγιση, ο ΣΥΡΙΖΑ νοιώθει σαν ψάρι στο νερό. Όσο ριζοσπαστικά και να είναι τα σημαίνοντα (συνθήματα, χρήση βίας κτλ), αν το σημαινόμενο είναι τέτοιο, είναι μια κατάσταση που μπορεί να διαχειριστεί. Όταν το πράγμα πάει στο εργατικό και το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, όταν το αντικατασταλτικό συνδέεται με αυτά τα δύο, όταν το γυναικείο κίνημα μιλάει ταξικά και όχι μεταμοντέρνα, όταν ο αντιφασισμός στοχεύει στα μονοπώλια και όχι στο να γιατρέψει τον ρατσισμό με ταξίδια, εκεί έχουμε βραχυκύκλωμα εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ.
Χωρίς αυτό το εργατικό κίνημα, το οποίο θα αποτελέσει τη βάση για ένα ευρύτερο ταξικό κίνημα που θα επεκτείνεται και σε τομείς όπως το ιδεολογικό, το καλλιτεχνικό και το πολιτικό, η μάχη ενάντια στο συριζαϊσμό θα είναι καταδικασμένη να παίζει στο γήπεδο του αντιπάλου: ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το αέναο πάρε-δώσε που γίνεται στα social media μεταξύ των δύο πλευρών αυτών, με την μια πλευρά (αυτήν που αμφισβητεί το ΣΥΡΙΖΑ) να πιστεύει πως αν βρει το κατάλληλο επιχείρημα, θα μεταστρέψει το κλίμα και θα πείσει ανθρώπους που έχουν μετατραπεί σε άβουλα όντα και που σε μια κυβέρνηση βλέπουν τη μόνη ελπίδα για τη ζωή τους. Κάτι που φαντάζει μάλλον ατελέσφορο.
Τα συνδικάτα είναι η πρώτη και πιο βασική μορφή οργάνωσης της εργατικής τάξης και είναι αυτά τα οποία θα δώσουν μέσα από τον αγώνα τους και τις νίκες που αυτοί θα καταφέρουν την αυτοπεποίθηση στο κόσμο ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν. Επίσης, είναι ένα εργαλείο για να βγει μπροστά η ατζέντα που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει να μπει στο επίκεντρο, αυτή της ταξικής πάλης. Όσο το θέμα κινείται σε αντικατασταλτικό, αντιομοφοβικό, αντισεξιστικό κτλ επίπεδο με μια μεταμοντέρνα προσέγγιση, ο ΣΥΡΙΖΑ νοιώθει σαν ψάρι στο νερό. Όσο ριζοσπαστικά και να είναι τα σημαίνοντα (συνθήματα, χρήση βίας κτλ), αν το σημαινόμενο είναι τέτοιο, είναι μια κατάσταση που μπορεί να διαχειριστεί. Όταν το πράγμα πάει στο εργατικό και το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, όταν το αντικατασταλτικό συνδέεται με αυτά τα δύο, όταν το γυναικείο κίνημα μιλάει ταξικά και όχι μεταμοντέρνα, όταν ο αντιφασισμός στοχεύει στα μονοπώλια και όχι στο να γιατρέψει τον ρατσισμό με ταξίδια, εκεί έχουμε βραχυκύκλωμα εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ.
Χωρίς αυτό το εργατικό κίνημα, το οποίο θα αποτελέσει τη βάση για ένα ευρύτερο ταξικό κίνημα που θα επεκτείνεται και σε τομείς όπως το ιδεολογικό, το καλλιτεχνικό και το πολιτικό, η μάχη ενάντια στο συριζαϊσμό θα είναι καταδικασμένη να παίζει στο γήπεδο του αντιπάλου: ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το αέναο πάρε-δώσε που γίνεται στα social media μεταξύ των δύο πλευρών αυτών, με την μια πλευρά (αυτήν που αμφισβητεί το ΣΥΡΙΖΑ) να πιστεύει πως αν βρει το κατάλληλο επιχείρημα, θα μεταστρέψει το κλίμα και θα πείσει ανθρώπους που έχουν μετατραπεί σε άβουλα όντα και που σε μια κυβέρνηση βλέπουν τη μόνη ελπίδα για τη ζωή τους. Κάτι που φαντάζει μάλλον ατελέσφορο.
Ταυτόχρονα, είναι σημαντικό να κατακτήσουμε πως δεν μπορεί να περιμένει κανείς διόρθωση του οπορτουνισμού. Πρωτίστως, γιατί είναι η ταξική του θέση που γεννάει τις αναλύσεις και από το οποίο δύσκολα ξεφεύγει κάποιος. Δευτερευόντως, γιατί η πολιτική της συνέπειας και του απολογισμού δεν είναι κτήμα αυτού του χώρου. Ακόμα και σήμερα που αυτός ο χώρος στη θεωρία αποτάσσεται τον ΣΥΡΙΖΑ, ούτε ένας από όσους στήριζαν τότε την κυβέρνηση της Αριστεράς (άτομο ή οργάνωση) από αυτό το χώρο δεν βγήκε να κάνει την αυτοκριτική του στα χρόνια μετέπειτα: ότι πράχθηκε, έγινε καλώς. Στη καλύτερη υπήρξε μια αυτόματη μετάβαση για κάποιους εξ αυτών σε μια σφοδρή αλλά επιδερμική πολεμική στο ΣΥΡΙΖΑ, όχι στο πλαίσιο της δομικής κριτικής (και πώς αλλιώς άλλωστε, όταν ο πυρήνας τους είναι ο ίδιος) αλλά στο πλαίσιο της κριτικής μιας “προδοσίας”. Και ακριβώς για αυτό, επειδή δεν είναι ικανοί να αλλάξουν τον πυρήνα αυτόν, είναι και πάλι έτοιμοι να το ξανακάνουν από την αρχή.
Όλα αυτά δεν είναι τυχαία. Και είναι ενδείξεις της ανάγκης να μη συμβιβαστούμε με αυτές τις λογικές. Ο πόλεμος εναντίον του οπορτουνισμού είναι νευραλγικής σημασίας για την επαναστατική υπόθεση, κάτι που είναι κεκτημένο για το εργατικό κίνημα ήδη από το καιρό του Καρλ Λίμπκνεχτ και του Λένιν19. Είναι όρος απαράβατος για να οικοδομηθεί το επαναστατικό κίνημα. Και ειδικά σε μια εποχή που ένα νέο ξέσπασμα της κρίσης είναι εμπρός μας20, πράγμα που θα μας θέσει σε μια τεράστια νέα δίνη εξελίξεων, δεν έχουμε την πολυτέλεια να μένουμε απαθείς μπροστά σε όλο αυτό που εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας.
10Και εδώ να δώσουμε τα credits στις ισχνές μειοψηφίες που κρατάνε τίμια στάση στο θέμα μέσα σε όλο αυτόν τον οχετό νεοπασοκίλας, όσες διαφωνίες και αν έχουμε σε κάθε επίπεδο.
12Άμεση δημοκρατία από τη κυβέρνηση που έφερε τον αντιδραστικό συνδικαλιστικό νόμο Αχτσιόγλου για το 50+1 και που πέταξε ένα ολόκληρο δημοψήφισμα στα σκουπίδια. Μεγάλος ο καημός τους για την άμεση δημοκρατία!
13Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές γίνεται η παρουσίαση του βιβλίου του Φαμπιάν Περιέ “Αλέξης Τσίπρας και οι μεταμορφώσεις της πολιτικής”. Εκεί, η Ε. Αχτσιόγλου, ανάμεσα σε ένα προσωπολατρικό παραλήρημα για τον Α.Τ., δηλώνει πως “βεβαίως, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει σχέση με τη κινηματική βία, αυτό το ξέρουν όλοι”. Και είναι αλήθεια: ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει άμεση φυσική σχέση με τη βία. Δεν χρειάζεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου