Η σκληρή ενδοαστική διαμάχη που λαμβάνει χώρα το τελευταίο διάστημα στην Ισπανία, με το λεγόμενο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Καταλονίας, αποτελεί απότοκο αντιθέσεων και συγκρούσεων ανάμεσα σε τμήματα του κεφαλαίου. Πρόκειται για ένα αστικό «μπραντεφέρ» μεταξύ μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, κάποια εκ των οποίων θεωρούν πως τα σχέδια τους ικανοποιούνται περισσότερο μέσω της ανεξαρτητοποίησης της Καταλονίας και άλλων που θεωρούν βλαπτική την απόσχιση της περιοχής από την Ισπανία και τις επακόλουθες επιπτώσεις που αυτή θα επέφερε (π.χ. αυτόματη έξοδος απ΄ την ΕΕ).
Η ωμή βία και καταστολή στην οποία κατέφυγαν οι ισπανικές αρχές τη μέρα του δημοψηφίσματος είναι ενδεικτική του μεγέθους, αλλά και της σκληρότητας, της αντιπαράθεσης που ξεδιπλώνεται στις πλάτες του λαού της Ισπανίας. Ενός λαού που τα αντιτιθέμενα συμφέροντα μερίδων του κεφαλαίου επιχειρούν να τον εγκλωβίσουν στη δίνη τοπικιστικών-εθνικιστικών διαχωρισμών.
Χρησιμοποιώντας υπαρκτές εθνοτικές ιδιαιτερότητες, η αστική τάξη αποπροσανατολίζει και χειραγωγεί την ισπανική εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα (καστιγιάνους, καταλανούς, βάσκους εργαζόμενους κλπ.) κάτω από τις δικές της ξένες σημαίες. Έτσι, η λαϊκή πάλη μεταφέρεται από το ταξικό πεδίο στο- βολικό για τα αστικά συμφέροντα- πεδίο των εθνοτικών συγκρούσεων.
Όσοι επιχειρούν- από υποτιθέμενα μαρξιστική μάλιστα οπτική- να παρουσιάσουν το ζήτημα της Καταλονίας ως ζήτημα «εθνικής ανεξαρτησίας», διολισθαίνουν σε αντι-ιστορικές και κατά συνέπεια αντι-μαρξιστικές θέσεις, όσες γονυκλισίες κι’ αν κάνουν στο μαρξισμό-λενινισμό. Τα ζητήματα που άπτονται αιτημάτων περί «εθνικής ανεξαρτησίας» δε μπορούν να αντιμετωπίζονται από τους κομμουνιστές με αταξικά κριτήρια. Αντιθέτως, πρέπει αφενός μεν να εξετάζονται στο πλαίσιο των δεδομένων κάθε φορά ιστορικών συνθηκών και, αφετέρου, να αντιμετωπίζονται υπό το πρίσμα της προώθησης της υπόθεσης της εργατικής τάξης. Αξίζει να θυμίσουμε ότι κατά το παρελθόν, η αστική προπαγάνδα δε δίστασε να παρουσιάσει αντιδραστικές δυνάμεις (π.χ. UCK στην περιοχή του Κοσόβου) ως «εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα» προκειμένου να δικαιολογήσει ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις (π.χ. Αμερικανονατοϊκή επέμβαση στα Βαλκάνια).
«Ο αστός δημοκράτης (καθώς και ο σημερινός σοσιαλιστής οπορτουνιστής, που βαδίζει τα ίχνη του)», έγραφε ο Λένιν, «φαντάζεται πως η δημοκρατία εξαλείφει την ταξική πάλη και γι’ αυτό βάζει όλες τις πολιτικές διεκδικήσεις αφηρημένα, γενικά, «απόλυτα», από την άποψη των συμφερόντων «όλου του λαού» ή ακόμη από την άποψη της αιώνιας και απόλυτης ηθικής αρχής. Ο σοσιαλδημοκράτης ξεσκεπάζει αμείλιχτα αυτή την αστική αυταπάτη παντού και πάντα είτε αυτή εκδηλώνεται στην αφηρημένη ιδεαλιστική φιλοσοφία είτε στη διατύπωση της ανεπιφύλαχτης διεκδίκησης της εθνικής ανεξαρτησίας» (Β. Ι. Λένιν: «Το εθνικό ζήτημα στο Πρόγραμμά μας». Απαντα, τ. 7, σελ. 233).
Αυτό δεν αναιρούσε καθόλου την αναγκαιότητα υποστήριξης του αιτήματος της αυτοδιάθεσης των εθνών την εποχή του Λένιν (εποχή ανάπτυξης αντι-αποικιακών κινημάτων), αλλά υπό την προϋπόθεση ότι το αίτημα αυτό συνδέονταν με το συνολικότερο αγώνα για την ανατροπή του καπιταλισμού και της αστικής εξουσίας.
Η μαρξιστική-λενινιστική θέση λοιπόν ερμηνεύει και αντιμετωπίζει το αίτημα της αυτοδιάθεσης στο πλαίσιο μιας διαλεκτικής πορείας με στόχο την ανατροπή της αστικής εξουσίας. Η αναγκαιότητα υποστήριξης τέτοιων αιτημάτων, σημείωνε ο Λένιν, ήταν η ανάγκη για συνένωση των «εθνικών εξεγέρσεων και πολέμων» με τους πολέμους και τις εξεγέρσεις του προλεταριάτου ενάντια στην αστική τάξη (Β. Ι. Λένιν: «Το στρατιωτικό πρόγραμμα της Προλεταριακής Επανάστασης». Απαντα, τ. 30,σελ. 134).
Με ζήτημα της αυτοδιάθεσης των εθνών καταπιάνεται στο έργο του «Ο μαρξισμός και το εθνικό ζήτημα» και ο Ι.Β.Στάλιν. Αναφερόμενος στις συνθήκες μετά την αποτυχία της επανάστασης του 1905 στην τσαρική Ρωσία, ο Στάλιν σημείωνε σε ένα χαρακτηριστικό κομμάτι του έργου του: «Το έθνος έχει το δικαίωμα να οργανωθεί αυτόνομα. Έχει το δικαίωμα και να αποχωριστεί ακόμα. Αυτό όμως δεν σημαίνει επίσης ότι πρέπει να το κάνει αυτό κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, ότι η αυτονομία είτε ο αποχωρισμός συμφέρουν παντού και πάντα στο έθνος, δηλαδή στην πλειοψηφία του, δηλαδή στα εργαζόμενα στρώματα». Παρά το γεγονός ότι στο συγκεκριμένο εδάφιο ο Στάλιν χρησιμοποιεί το παράδειγμα των Τατάρων της Υπερκαυκασίας της δεκαετίας του 1910, εντούτοις οι προβληματισμοί του διατηρούν στο ακέραιο την επικαιρότητα τους σήμερα: «Ποια λύση συμβιβάζεται με τα συμφέροντα των εργαζόμενων μαζών: η αυτονομία, η ομοσπονδία ή ο αποχωρισμός; Όλα αυτά είναι ζητήματα που η λύση τους εξαρτιέται από τις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες που περιβάλλουν το δοσμένο έθνος. Πολύ περισσότερο που οι συνθήκες, όπως και το καθετί, αλλάζουν, και μια λύση που είναι σωστή για τη δοσμένη στιγμή μπορεί να αποδειχθεί ότι είναι ολότελα απαράδεκτη για μια άλλη στιγμή» (Ι.Β.Στάλιν, «Ο μαρξισμός και το εθνικό ζήτημα», Απαντα, τ. 2, σελ. 351-352.)
Υπάρχουν σήμερα οι απαιτούμενες αντικειμενικές εκείνες συνθήκες ώστε η ενδεχόμενη ανεξαρτησία της Καταλονίας να συνδεθεί με την επαναστατική, οργανωμένη πάλη για την ανατροπή της αστικής εξουσίας; Ποιές δυνάμεις είναι αυτές που θα πρωτοστατήσουν στην υποτιθέμενη αλλαγή των ταξικών συσχετισμών έπειτα από μια πιθανή απόσχιση της Καταλονίας; Πρόκειται για ερωτήματα που μια σειρά οπορτουνιστές και σοσιαλδημοκράτες, που στο καταλανικό δημοψήφισμα είδαν… σημάδια «επαναστατικών ανατροπών», καλούνται να απαντήσουν. Βέβαια, ακόμη να απαντήσουν για το «μεγάλο χτύπημα» που τάχα θα δέχονταν το ιμπεριαλιστικό εποικοδόμημα της Ε.Ε από τις συνέπειες του Brexit, την υποτιθέμενη «επαναστατική προοπτική» που θα ανοίγονταν για τους βρετανούς εργαζόμενους από την έξοδο της χώρας απ’ την ΕΕ (με άθικτο, ασφαλώς, το καπιταλιστικό σύστημα) κλπ…
Θετικό στοιχείο στην περίπτωση των γεγονότων στην Καταλονία αποτελεί αναμφίβολα η στάση του Κομμουνιστικού Κόμματος των Λαών της Ισπανίας (PCPE), υπό την ηγεσία του Γεν. Γραμματέα του κόμματος Αστορ Γκαρσία. Μια στάση συνεπής, στη βάση των αρχών του μαρξισμού-λενινισμού, που καλεί την εργατική τάξη να χαράξει τον δικό της αυτοτελή δρόμο. «Μόνο με την ήττα του καπιταλιστικού κράτους οι λαοί της Ισπανίας θα ανοίξουν δρόμο που θα επιτρέπει ελεύθερη δημοκρατική απόφαση του μέλλοντός τους. Μονομερής απόφαση ανεξαρτησίας δεν έχει κανένα πραγματικό αποτέλεσμα σε ένα κράτος όπου η εξουσία των μονοπωλίων παραμένει άθικτη, κατά συνέπεια και η ικανότητά του να ασκεί βία», σημειώνεται μεταξύ άλλων σε πρόσφατη ανακοίνωση του Κόμματος («Ριζοσπάστης», 5 Οκτώβρη 2017).
Να λοιπόν ποιό είναι το χρέος της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, στην Ισπανία και αλλού – να οργανώσουν την πάλη τους στοχεύοντας τον πραγματικό εχθρό, το καπιταλιστικό σύστημα και την εξουσία των μονοπωλίων. Μόνο αυτή η προοπτική – μιας σοσιαλιστικής Ισπανίας με το λαό αφεντικό στον τόπο του- θα μπορούσε να οδηγήσει σε λύση των όποιων εθνοτικών ζητημάτων και να ικανοποιήσει, στη βάση των λαϊκών αναγκών, το δίκαιο αίτημα της αυτοδιάθεσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου