Κομβικό ζήτημα για την εξαγωγή σωστών συμπερασμάτων για την πορεία του Κόμματος είναι ανάμεσα στα άλλα η κατανόηση της πίεσης που δέχεται αντικειμενικά η επαναστατική γραμμή στη συγκεκριμένη περίοδο.
Οποιος το προσπερνάει αυτό οδηγείται μοιραία σε αδιέξοδα ή και συνειδητά λοξοδρομεί.
Ιστορικά έχει αποδειχθεί πως πριν τη φάση της ανόδου του επαναστατικού κινήματος, προηγείται η περίοδος που στο κίνημα ασκείται μεγάλη πίεση, αμφισβητείται, είναι μειοψηφικό. Αυτό είναι αντικειμενικό. Η πείρα του παγκόσμιου κινήματος το επιβεβαιώνει. Για παράδειγμα - χωρίς σε καμία περίπτωση οι συνθήκες να είναι οι ίδιες - στη Ρωσία του '17, πριν τον Οκτώβρη, υπήρχε ο Φλεβάρης και ο Ιούλης. Αν οι μπολσεβίκοι έλεγαν ναι στην Προσωρινή Κυβέρνηση ή αν υιοθετούσαν τη γραμμή των «παλαιών» μπολσεβίκων, δε θα μιλάγαμε με τον ίδιο τρόπο σήμερα για τον Οκτώβρη που συγκλόνισε τον κόσμο.
Αν το Κόμμα μας συμμετείχε ή έδειχνε ανοχή σε μια «αριστερή» κυβέρνηση διαχείρισης της κρίσης, σήμερα δε θα μιλάγαμε για διέξοδο από την κρίση με λαϊκή εξουσία. Τη θέση αυτή θα την είχαμε ακυρώσει στην πράξη. Θα συζητάγαμε για «μεταβατικό πρόγραμμα», για «σκαλοπάτι» προς το σοσιαλισμό κ.ά. Ο σοσιαλισμός θα έμπαινε στο κάδρο, μοιραία θα αλλάζαμε και θέσεις και στρατηγική, μιας και οι διακηρύξεις μας θα ήταν κενό γράμμα. Γι' αυτό και είναι παρακαταθήκη για το Κόμμα μας η στάση μας απέναντι στο ζήτημα της κυβέρνησης.
Είναι πάνω απ' όλα όμως παρακαταθήκη γιατί προφύλαξε το κίνημα από ένα μεγάλο λάθος που θα του στερούσε τη δυνατότητα να δοθεί συνέχεια στον αγώνα. Η πείρα του διεθνούς κινήματος το επιβεβαιώνει. Καμία τέτοιου είδους κυβέρνηση δε βοήθησε τελικά το κίνημα, ακόμη και αυτές που είχαν τις καλύτερες των προθέσεων. Για παράδειγμα, στη Χιλή, εκτός από το ζήτημα της ανατροπής της κυβέρνησης Αλιέντε, αξίζει να απαντηθεί και το εξής ερώτημα: Γιατί μετά το πραξικόπημα δεν κατάφεραν να ανασυνταχθούν οι λαϊκές δυνάμεις; Γιατί, τελικά, αντί μια «κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών - αντιμονοπωλιακών δυνάμεων» να ξυπνήσει τα «επαναστατικά ένστικτα» του λαού, τα «κοίμισε» με τις κοινοβουλευτικές αυταπάτες. Αντί να «σπρώξει» μια τέτοια κυβέρνηση τα πράγματα προς τα μπρος, προς την επαναστατική κατάσταση, αποδείχτηκε πως η επαναστατική κατάσταση δε «σπρώχνεται», δεν εκβιάζεται, είναι γεγονός που διαμορφώνεται αντικειμενικά.
Η τετραετία που πέρασε φανέρωσε ένα μεγάλο προσόν που το Κομμουνιστικό Κόμμα πρέπει να έχει για να φτάσει μέχρι το τέλος, αυτό της αντοχής. Αντοχή όχι μόνο απέναντι στον ταξικό αντίπαλο, αλλά και στην πίεση που ασκούν οι ανώριμες μάζες. Και μερικές φορές η πίεση των μαζών μπορεί να αποδειχθεί απείρως πιο επικίνδυνη απ' ό,τι η βία και η καταστολή του ταξικού αντιπάλου.
Σε τέτοια πίεση κάποιοι - και λόγω κοινωνικής θέσης - είναι λογικό να μην αντέξουν. Μετατρέπονται από εκπροσώπους της πρωτοπορίας μέσα στο κίνημα, σε εκπροσώπους των μικροαστικών στρωμάτων μέσα στην εργατική τάξη και στο Κόμμα της. Αλλη μια απόδειξη της ανάγκης να πυκνώσουν οι γραμμές του Κόμματός μας με εργάτες και εργάτριες.
Στις νέες, πιο σύνθετες συνθήκες, η πλειοψηφία ψάχνει να βρει το βηματισμό της, το ρυθμό της. Και είναι φυσιολογικό να συμβαίνει, μιας και αποδεικνύεται στην πράξη ότι το ζήτημα της προσαρμογής σε νέες συνθήκες δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Τι σχέση έχει η κατάσταση στην Ελλάδα της καπιταλιστικής ανάπτυξης, της πολιτικής - δικομματικής - σταθερότητας, των σταθερών συμμαχιών της αστικής τάξης με μεσαία στρώματα, με τις συνθήκες της καπιταλιστικής κρίσης, της αναμόρφωσης του πολιτικού σκηνικού, της άρσης των συμμαχιών της αστικής τάξης με τμήματα μικροαστών και ταυτόχρονα της πιο έντονης κινητικότητας και δραστηριότητας όλων των τάξεων;
Ενα παράδειγμα που δείχνει τη δυσκολία: Υπάρχει ανάγκη ανάπτυξης των δυνάμεων της ΚΝΕ στα σχολεία; Ναι, υπάρχει. Φταίει η γραμμή μας που συναντάμε δυσκολίες; Μα δε συζητάμε για μείωση της επιρροής της επαναστατικής γραμμής μέσα στα σχολεία. Συζητάμε για συνολικό πισωγύρισμα στις συλλογικές διαδικασίες, στην έννοια της οργανωμένης πάλης (την έκανε τη δουλειά του ο Δεκέμβρης του '08 που κάποιοι τότε είχαν γοητευτεί). Σε τέτοιες συνθήκες απουσίας οργανωμένου κινήματος με μια πολύ πιο επεξεργασμένη παρέμβαση του αντιπάλου στα σχολεία πρέπει να κρίνουμε τη δουλειά μας. Αυτές οι συνθήκες δεν έχουν καμία σχέση με τις συνθήκες του 1998 και το «κάτσε καλά Γεράσιμε» (χωρίς να μειώνεται στο ελάχιστο ο μεγάλος μαθητικός αγώνας εκείνης της περιόδου). Στις σημερινές λοιπόν συνθήκες, ναι, είναι θέμα να γινόμαστε πιο ικανοί στην αντιπαράθεση με τις άλλες δυνάμεις, είναι ζήτημα να κατακτούμε καλύτερα την τέχνη της οργάνωσης και όχι μόνο της προπαγάνδας και της ζύμωσης. Μόνο που αυτά δεν έχουν να κάνουν με την ορθότητα της γραμμής μας ή όχι. Εχουν να κάνουν με την ικανότητά μας να δουλεύουμε με τη στρατηγική μας. Εδώ, ούτε λόγος ότι θέλουμε βελτίωση, πρέπει να γίνουμε εμείς οι πιο αυστηροί κριτές του εαυτού μας, μην πάμε όμως να «βαφτίσουμε το κρέας ψάρι».
Εν μέσω πίεσης δεν μας ενσωματώνουν. Γιατί; Γιατί στο Κόμμα μας υπάρχει πρώτα και κύρια βαθιά συμφωνία στα βασικά ζητήματα που το ισχύον Πρόγραμμα του 15ου Συνεδρίου έλυσε. Η συμφωνία μας ότι η εποχή μας είναι εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, στο σοσιαλιστικό χαρακτήρα της επανάστασης, ότι δε μεσολαβεί κάποιο ενδιάμεσο στάδιο ανάμεσά τους, άρα δεν υπάρχει και κάποια ενδιάμεση εξουσία που δεν θα είναι ούτε αστική ούτε σοσιαλιστική. Σ' αυτά, στα «θεμέλια» του ισχύοντος Προγράμματος διαφωνούν όσοι «όψιμα» σήμερα το υπερασπίζονται.
Και φυσικά, προσαρμογή στις νέες συνθήκες δεν θα είχαμε εάν και η ίδια η στρατηγική μας δεν εξελισσόταν αντίστοιχα. Και εξέλιξη σημαίνει και ανάπτυξη, σημαίνει και διόρθωση.
Κι αν αυτή η εξέλιξη της συλλογικής σκέψης του Κόμματός μας, που είναι αποτέλεσμα της συνειδητής συμφωνίας των μελών του ΚΚΕ και προήλθε μέσα από την ανώτερη εσωκομματική διαδικασία που προβλέπει το Καταστατικό μας - τα Συνέδρια - βαφτίζεται από κάποιους «αντικαταστατική διαδικασία αναθεώρησης», ο λαός μας λέει: «Στο σπίτι του κρεμασμένου δε μιλάνε για σχοινί».
Μέλος του ΚΣ της ΚΝΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου