Σελίδες

21 Ιουλ 2013

Το μήνυμα του Σόιμπλε


Η επίσκεψη του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Β. Σόιμπλε στην Αθήνα δεν είχε εκπλήξεις. Η πιο εμβληματική πολιτική φωνή της γερμανικής άρχουσας τάξης ανέλαβε να στηρίξει τη σημερινή ελληνική κυβέρνηση, όπως και τις προηγούμενες, στην κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης. Επανέλαβε, για μια ακόμα φορά, ότι αποτελούν μονόδρομο η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και των αναδιαρθρώσεων στις εργασιακές σχέσεις, στο Ασφαλιστικό και γενικότερα οι θυσίες του λαού στο βωμό της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων. Τη χορωδία αυτής της χιλιοειπωμένης πρόσκλησης στο λαό για νέες θυσίες πλαισίωσαν με δηλώσεις τους τόσο ο πρόεδρος του ΣΕΒ όσο και ο Ελληνας υπουργός Γ. Στουρνάρας που τόνισε ότι «αυτά που μας ενώνουν με τον κ. Σόιμπλε είναι περισσότερα από αυτά που μας χωρίζουν».

Με γνώμονα τα συμφέροντα των μονοπωλιακών ομίλων, οι Σόιμπλε και Στουρνάρας είπαν τα πράγματα με το όνομά τους. Σε συνθήκες σκληρού διεθνούς ανταγωνισμού με δυνάμεις όπως η Ινδία, η Κίνα, η Βραζιλία (με μισθούς πείνας), η αστική πολιτική σε όλα τα ιμπεριαλιστικά κέντρα προσπαθεί να διασφαλίσει φθηνότερη εργατική δύναμη και νέα πεδία κερδοφορίας του κεφαλαίου με ιδιωτικοποιήσεις και αναδιαρθρώσεις.
Το ξεζούμισμα των εργαζομένων, η αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης, το άνοιγμα της ψαλίδας ανάμεσα στην παραγωγικότητα και στο ύψος του μισθού, είναι μονόδρομος για να συγκρατηθεί η πτώση του ποσοστού κέρδους τόσο στην ΕΕ (που εφαρμόζεται η περιοριστική συνταγή διαχείρισης της Μέρκελ) όσο και στις ΗΠΑ με την επεκτατική πολιτική Ομπάμα.
Αυτή η κατεύθυνση αντιλαϊκής πολιτικής μνημονίου διαρκείας αφορά όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, κλιμακώνεται σε συνθήκες κρίσης στην Ευρωζώνη, και αποτυπώνεται σε κοινοτικές αποφάσεις όπως η στρατηγική για την ΕΕ 2020, το Σύμφωνο Σταθερότητας, και σε νέες προτάσεις όπως του σχεδίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την «αποφασιστική συμφωνία μιας βαθιάς οικονομικής ένωσης που θα βασίζεται στην πολιτική ένωση».
Ποιοι κερδίζουν;
Το συγκεκριμένο ταξικό χαρακτήρα της αστικής πολιτικής συσκοτίζουν τα αποπροσανατολιστικά προσκλητήρια του κάλπικου αγώνα κατά της «γερμανικής κατοχής» που αφήνουν στο απυρόβλητο και απαλλάσσουν απ' τη συνενοχή την εγχώρια άρχουσα τάξη. Η υποκριτική, χωρίς ταξικό πρόσημο, συνθηματολογία περί «προάσπισης της εθνικής ανεξαρτησίας» συγκαλύπτει τα κοινά στρατηγικά συμφέροντα όλων των αστικών τάξεων που συγκροτούν την ιμπεριαλιστική συμμαχία της ΕΕ. Φυσικά, μέσα στην ΕΕ όπως και σε κάθε ιμπεριαλιστική συμμαχία, οι σχέσεις των κρατών διέπονται απ' τον ανταγωνισμό, την ανισόμετρη ανάπτυξη και γι' αυτό είναι ανισότιμες. Ομως, αυτές οι ανισότιμες σχέσεις, οι εξαρτήσεις, δεν μπορούν να καταργηθούν, να λυθούν προς όφελος του λαού αν δεν ανατραπεί η εξουσία των μονοπωλίων, αν δε λυθεί η βασική αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας.
Σ' αυτό το ευρωενωσιακό πλαίσιο, οι νέες συγκεκριμένες προτάσεις Σόιμπλε στοχεύουν στη βαθύτερη διείσδυση των γερμανικών μονοπωλίων στην ελληνική αγορά και στην ισχυροποίηση κοινοπραξιών με ελληνικές εταιρείες.
Πρόκειται για την υπογραφή μνημονίου για την ίδρυση Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου έως το τέλος του 2013, με έδρα το Λουξεμβούργο. Σκοπός του Ταμείου θα είναι η διευκόλυνση του δανεισμού κατασκευής περιφερειακών έργων υποδομής και μικρομεσαίων επιχειρήσεων (με βάση την κατάταξη της ΕΕ, δηλαδή κυρίως μεγάλων ελληνικών). Στην πραγματικότητα, μέσω του Ταμείου δεσμεύονται 350 εκ. ευρώ της ελληνικής κρατικής χρηματοδότησης που αφορούν το ΕΣΠΑ και το πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων, ενώ η γερμανική τράπεζα KfW θα συνεισφέρει 100 εκ. ευρώ. Το Ταμείο θα επιλέγει τη στήριξη επενδύσεων με γνώμονα την αναμενόμενη κερδοφορία και θα λειτουργεί συμπληρωματικά προς τις τράπεζες.
Γι' αυτό και ήδη εκδηλώνουν ενδιαφέρον συμμετοχής και συνεργασίας οι εγχώριοι τραπεζικοί όμιλοι καθώς και τα ιδρύματα Ωνάση, Νιάρχου, το Γαλλικό Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και άλλοι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί.
Στην πράξη, η ενεργοποίηση του Ταμείου δεν αφορά αυτοαπασχολούμενους και μικρές επιχειρήσεις, που σήμερα συνθλίβονται στις μυλόπετρες της βαθιάς κρίσης και της κυβερνητικής πολιτικής. Ηδη το ελληνογερμανικό επιμελητήριο έχει διαμορφώσει την πλατφόρμα Pro Greece όπου έχουν εγγραφεί πάνω από 500 ελληνικές επιχειρήσεις, με στόχο την ενίσχυση της ελληνογερμανικής οικονομικής συνεργασίας.
Παράλληλα, ο Σόιμπλε προώθησε τη λειτουργία γερμανικών περιφερειακών τραπεζών στην Ελλάδα, με πιθανή έναρξη πιλοτικής καταστημάτων στην Πελοπόννησο και στην Κεντρική Μακεδονία. Υπάρχουν ήδη δημοσιογραφικές αναφορές για σχετικές κινήσεις του γερμανικού τραπεζικού ομίλου Sparkassen. Ο στόχος είναι περιοχές με τουριστική προοπτική και πλούσια αγροτική παραγωγή, όπου μέσω του δανεισμού θα διευκολυνθεί και η συγκέντρωση γης στις τράπεζες. Παράλληλα, κινούνται κερδοσκοπικοί ομίλου (distress Funds) που αγοράζουν προβληματικά «κόκκινα» δάνεια και λεηλατούν τους φτωχούς δανειολήπτες.
Στην ίδια κατεύθυνση, στο στόχαστρο των γερμανικών τραπεζών βρίσκεται τώρα η Eurobank που ήδη απορρόφησε το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, με τις ευλογίες τρόικας και ελληνικής κυβέρνησης.
Το ενδιαφέρον της γερμανικής πλευράς επεκτείνεται γενικότερα στην ισχυροποίηση των θυγατρικών τους (π.χ. Deutsche Telecom στον ΟΤΕ, Siemens, Bosch κ.λπ.) στον έλεγχο κρίσιμων υποδομών που θα ιδιωτικοποιηθούν, αλλά και στην αναβάθμιση των διμερών εμπορικών σχέσεων. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη διετία 2011 - 2012 η Γερμανία έχασε την πρωτοκαθεδρία της ως εμπορικός προμηθευτής της Ελλάδας έναντι της Ρωσίας, αλλά και ως χώρα υποδοχής των ελληνικών εξαγωγών απ' την Ιταλία. Η Ελλάδα αντιμετωπίζεται απ' τη Γερμανία ως κρίκος στη διαπάλη για τον έλεγχο της Αν. Μεσογείου και για την ηγεμονία στην ΕΕ.
Επαναδιαπραγμάτευση των όρων δανεισμού: Για ποιον;
Παράλληλα, ο Σόιμπλε επανέλαβε στην Αθήνα τη γνωστή άρνησή του σε νέο «κούρεμα» του ύψους του υπέρογκου ελληνικού κρατικού χρέους καιεπανέλαβε τις γνωστές δεσμεύσεις των αποφάσεων του Eurogroup του 2012, σύμφωνα με τις οποίες μπορεί να εξετασθεί νέα μείωση των επιτοκίων, νέα επιμήκυνση της διάρκειας αποπληρωμής του κρατικού χρέους καθώς και απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των εγχώριων τραπεζών, αν υπάρξει πρωτογενές πλεόνασμα το 2013 στην ελληνική οικονομία.
Αφησε, επίσης, ανοιχτό το ενδεχόμενο νέου δανείου προς την Ελλάδα μετά τις γερμανικές εκλογές (για να καλυφθεί το περιβόητο «δημοσιονομικό κενό» έως το 2016) που φυσικά θα συνοδευθεί με νέο σκληρό μνημόνιο. Οι δηλώσεις επανέφεραν στο επίκεντρο τη γνωστή διαμάχη σε ελληνικό και διεθνές επίπεδο (με πρωταγωνιστές το Βερολίνο και την Ουάσιγκτον) σχετικά με το κατάλληλο μείγμα δημοσιονομικής διαχείρισης και με αιχμή την πρόταση του ΔΝΤ για νέο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους. Με την πρόταση αυτή συμπλέει η θέση του ΣΥΡΙΖΑ για επαναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης, ακύρωση των επαχθών όρων της, λογιστικό έλεγχο του χρέους.
Η συγκεκριμένη ενδοαστική διαπάλη δεν αφορά την ικανοποίηση των αναγκών του λαού και συσκοτίζει την πραγματική αιτία κλιμάκωσης της αντιλαϊκής επίθεσης.
Οι αναδιαρθρώσεις, η κατεδάφιση λαϊκού εισοδήματος και δικαιωμάτων υλοποιούνται απ' τη δεκαετία του '90 για τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων σ' όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ και όχι μόνο στα υπερχρεωμένα. Ας σκεφτούμε πότε έγιναν τα πρώτα βήματα ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ, των ΕΛΠΕ, του ΟΤΕ ή η πρόταση ασφαλιστικής μεταρρύθμισης Γιαννίτση.
Η όποια μείωση του ύψους του κρατικού χρέους αυτό που θα διασφαλίσει είναι ευνοϊκότερους όρους χρηματοδότησης των εγχώριων μονοπωλίων, των ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων και όχι αποκατάσταση των λαϊκών απωλειών στη διάρκεια της κρίσης σχετικά με τους μισθούς, τις συντάξεις, τις ιδιωτικές δαπάνες υγείας, τις αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές. Ταυτόχρονα, η όποια διαχείριση του χρέους δεν μπορεί να απαλείψει την αιτία εκδήλωσης της καπιταλιστικής κρίσης, που συμβάλλει στη διόγκωση του κρατικού χρέους.
Ο λαός έχει ήδη πείρα απ' τα δύο προηγούμενα «κουρέματα» του δημόσιου χρέους καθώς και απ' την πορεία ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας την τελευταία πενταετία. Το μόνο που κέρδισε είναι θυσίες δίχως τέλος, τσάκισμα δικαιωμάτων και εκτίναξη της ανεργίας.
Γι' αυτό και όποιος υπόσχεται, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, φιλολαϊκή λύση με επαναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης στο πλαίσιο του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης και της ΕΕ, εξαπατά τους εργαζόμενους. Κρύβει τις θυσίες στο βωμό της ανταγωνιστικότητας και τις δεσμεύσεις που ισχύουν για όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ (π.χ. υποχρεωτική απελευθέρωση της αγοράς στρατηγικών τομέων της οικονομίας). Εμφανίζει ανύπαρκτους συμμάχους όπως τις κυβερνήσεις και τις αστικές πολιτικές δυνάμεις του Μεσογειακού Νότου, οι οποίες προωθούν τις αναδιαρθρώσεις στις χώρες τους και ορισμένες αποτελούν πιστωτές του ελληνικού κράτους, όπως η Γαλλία. Αποδέχεται να πληρώσει ο λαός μεγάλο μέρος ενός κρατικού χρέους απ' το οποίο δεν ωφελήθηκε και δεν ευθύνεται για τη δημιουργία του. Συσκοτίζει τον πραγματικό αντίπαλο, την εγχώρια άρχουσα τάξη και τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες που τη στηρίζουν. Δημιουργεί αυταπάτες για φιλολαϊκό μετασχηματισμό της ΕΕ, γιατί όχι και του ΝΑΤΟ.
Ενα κίνημα εγκλωβισμένο στα δίχτυα αυτής της άσφαιρης διαπάλης για εναλλαγή αστικής κυβέρνησης εντός αυτών των τειχών οδηγεί το λαό σε σίγουρη ήττα. Δεν πρόκειται ούτε καν να ανακόψει την αστική επίθεση την οποία υλοποιούν χέρι - χέρι σήμερα οι Μέρκελ, Ολάντ, Λέτα και Σαμαράς.
Για να βάλει ο λαός τη σφραγίδα του στις εξελίξεις πρέπει να οργανώσει την αντεπίθεσή του σε κάθε εργασιακό χώρο, κάθε κλάδο, κάθε γειτονιά. Κλιμακώνοντας την πάλη του προς τον μόνο ελπιδοφόρο δρόμο της κοινωνικοποίησης των μονοπωλίων, την αποδέσμευση απ' την ΕΕ, της ρήξης και ανατροπής της εξουσίας της άρχουσας τάξης.
*Ο Μάκης Παπαδόπουλος είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου