Σελίδες

10 Μαΐ 2012

Αριστερή αντιμνημονιακή λύση από τη λυκοσυμμαχία!

«Οι πολίτες καταψήφισαν σε συντριπτικό ποσοστό τη βάρβαρη πολιτική των μνημονίων. Η λαϊκή ετυμηγορία καθιστά με σαφήνεια άκυρο το μνημόνιο, καθιστά με σαφήνεια άκυρες τις εγγυητικές επιστολές των κυρίων Βενιζέλου και Σαμαρά στην Ευρώπη, στο ΔΝΤ και καθιστά πλέον ως πρώτη εναλλακτική επιλογή μια αριστερή κυβέρνηση που θα θέσει οριστικό τέλος στα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις της υποτέλειας». Αυτές τις διαπιστώσεις έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ μέσω του Αλ. Τσίπρα στην παρουσίαση των 5 προγραμματικών αξόνων για το σχηματισμό κυβέρνησης. Είναι η πρότασή του συνεπής με τις διαπιστώσεις του; Κάθε άλλο. Τι πρότεινε ο Αλ. Τσίπρας;
Την «ανάγκη άμεσης ακύρωσης εφαρμογής των μέτρων του μνημονίου και ειδικότερα των επαίσχυντων εκείνων νόμων που περικόπτουν περαιτέρω μισθούς και συντάξεις. Την ακύρωση των νόμων που καταργούν στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα και ειδικότερα του νόμου που ορίζει ότι άμεσα, στις 15 Μάη, καταργείται η μετενέργεια και παύουν οι Συλλογικές Συμβάσεις».

Δεν είναι τυπικό το ζήτημα «ακύρωση του μνημονίου» και ανάγκη ακύρωσης εφαρμογής των μέτρων για περαιτέρω μείωση των μισθών και των συντάξεων, για τα στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα και την κατάργηση της μετενέργειας.
Τα μνημόνια και οι εφαρμοστικοί τους νόμοι περιλαμβάνουν πολλαπλάσια αντεργατικά αντιλαϊκά μέτρα, όπως οι δραστικές περικοπές σε Παιδεία, Υγεία, Πρόνοια, και κάθε άλλο κοινωνικό επίδομα, αντιλαϊκά φορολογικά μέτρα, τον ασφαλιστικό νόμο με την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των συντάξεων και την αύξηση των ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης, ιδιωτικοποιήσεις, κ.λπ. Οσο για την κατάργηση της μετενέργειας, δε φτάνει προκειμένου να προστατευτούν οι Συλλογικές Συμβάσεις, αφού υπάρχουν και οι ατομικές συμβάσεις που εφαρμόζονται κατά κόρον στις μεγάλες επιχειρήσεις.
Για όλα τα παραπάνω η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ δε λέει κουβέντα. Ετσι, ενώ λέει ότι ο λαός έδωσε με την ψήφο του εντολή για «άκυρο το μνημόνιο, καθιστά με σαφήνεια άκυρες τις εγγυητικές επιστολές των κυρίων Βενιζέλου και Σαμαρά στην Ευρώπη, στο ΔΝΤ», η πρότασή του δεν καταργεί το μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση.
Διαπιστευτήρια στην ΕΕ
Ταυτόχρονα, ο Αλ. Τσίπρας, προβάλλοντας τους προγραμματικούς άξονες της κυβερνητικής λύσης, που την προτείνει ως μοναδική φιλολαϊκή διέξοδο από την κρίση, παρέπεμψε την έξοδο από την κρίση στην Ευρωπαϊκή Ενωση. «Η κρίση δεν αποτελεί ελληνική ιδιαιτερότητα, είναι κρίση ευρωπαϊκή και σε ευρωπαϊκό πλαίσιο πρέπει να αναζητηθεί λύση».
Την ίδια ώρα που εξαρτά τα δήθεν φιλολαϊκά μέτρα που η κυβέρνησή του θα εφαρμόσει από ευρωενωσιακές αποφάσεις, δε λέει κουβέντα για τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, όπως είναι η στρατηγική «Ευρώπη 2020» ως συνέχεια της στρατηγικής της Λισαβόνας για την ανταγωνιστικότητα της καπιταλιστικής οικονομίας. Που σημαίνει μέτρα για φτηνή εργατική δύναμη, άρα πολιτικές που είναι ενσωματωμένες και στο μνημόνιο και στη δανειακή σύμβαση. Με αυτή τη στρατηγική της ΕΕ τι θα κάνει; Τίποτα. Αρα αυτά που υπόσχεται ως φιλολαϊκή λύση τα παραπέμπει στην ΕΕ να τα λύσει. Καλλιεργεί έτσι την αναμονή των εργαζομένων, του λαού, για λύσεις έξω από την Ελλάδα, τις οποίες θα διαπραγματευτεί μια κυβέρνηση που είναι υπέρμαχος της λυκοσυμμαχίας, αδρανοποιώντας τους διεκδικητικούς αγώνες της εργατικής τάξης, των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων της χώρας, υπονομεύοντας την ταξική πάλη κόντρα στους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους για να μπουν εμπόδια στην ατέρμονη επίθεσή τους στους εργαζόμενους. Ουσιαστικά εγκλωβίζει το λαό που είναι θύμα της ΕΕ να αναζητεί και να περιμένει λύσεις από το θύτη του, το συνασπισμένο ευρωενωσιακό κεφάλαιο, στο οποίο είναι και οι καπιταλιστές της Ελλάδας. Αρα τέτοια θα είναι η κυβέρνηση της «αριστεράς». Και υπόσχεται πως τίποτα δε θα κάνει χωρίς τη λυκοσυμμαχία!
Και κίνημα στήριξης της κυβέρνησης
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Η επιδίωξή του να συζητήσει την κυβερνητική πρότασή του με μαζικούς και κοινωνικούς φορείς αποκαλύπτει μια τάση επικίνδυνη για το λαϊκό κίνημα. Γιατί ήθελε στήριξη της κυβερνητικής του πρότασης από τους μαζικούς φορείς. Και αποκαλύπτει την πολιτική του για το μαζικό λαϊκό κίνημα, το πώς το θέλει. Θέλει λοιπόν ένα εργατικό, ένα λαϊκό κίνημα όχι διεκδικητικό με βάση τα συμφέροντα των εργαζομένων, του λαού, αλλά ένα κίνημα στήριξης μιας κυβέρνησης που υπεραμύνεται της συμμετοχής και ενσωμάτωσης του λαού στην καπιταλιστική ΕΕ, ένα κίνημα που θα συμβιβάζεται, θα υποτάσσεται στην πολιτική της αριστερής κυβέρνησης για ανάπτυξη των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων και των επενδύσεών τους με σκοπό το κέρδος, άρα εχθρούς των εργαζομένων.
Ταυτόχρονα, σπέρνει αυταπάτες για αλλαγές φιλολαϊκές στην ΕΕ λόγω εκλογής του Ολάντ στη Γαλλία, όταν ήδη έχουν δρομολογηθεί συζητήσεις μεταξύ Γαλλίας - Γερμανίας για τόνωση της καπιταλιστικής ανάπτυξης από την ΕΕ. Και δεν αποκλείεται να υπάρξουν αναθεωρήσεις προηγούμενων συμφωνιών της ΕΕ, να χαλαρώσουν δημοσιονομικά μέτρα προκειμένου να επιδράσουν στον κύκλο της κρίσης με άλλο μείγμα πολιτικής. Αλλωστε, έτσι πορεύεται η ΕΕ. Μέσα από Συνθήκες που αναθεωρούνται, από συμβιβασμούς και ανταγωνισμούς στο εσωτερικό της, που σχετίζονται με τα συμφέροντα των καπιταλιστικών ομίλων. Αυτό το ενδεχόμενο δε θα φέρει ανάπτυξη φιλολαϊκή, αλλά ανάπτυξη των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Θα γίνουν επενδύσεις. Με μισθούς και εργασιακές σχέσεις σύμφωνα με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» για την ανταγωνιστικότητα. Δηλαδή, με πάμφθηνη εργατική δύναμη. Ο λαός πρέπει να πάρει διαζύγιο απ' όσους τον καλούν να συνεχίσει στον εφιαλτικό «ευρωμονόδρομο», είτε φορούν μνημονιακό είτε αντιμνημονιακό προσωπείο. Η μάχη κρίνεται πρώτα απ' όλα μέσα στην Ελλάδα και όχι μόνο στην ΕΕ. Εξάλλου, η «Ευρώπη» που αλλάζει δήθεν με τον Ολάντ, δεν αφορά τους λαούς, αλλά την αντιπαράθεση των μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρηματικών ομίλων κάθε χώρας.
Εν κατακλείδι, ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει διαπιστευτήρια στην ΕΕ και στους επιχειρηματικούς ομίλους.

1 σχόλιο:

  1. Ανώνυμος11/5/12, 12:24 π.μ.

    Να παραμείνουμε τελικά θεατές ή να γίνουμε πρωταγωνιστές;
    Πολλοί, μετά τις εκλογές, παρακολουθούν με αγωνία την προσπάθεια δημιουργίας κυβέρνησης, με πολλά ερωτήματα για το μέλλον:
    Θα συνεχιστεί η πολιτική του μνημονίου;
    Θα φύγουμε από τη ζώνη του Ευρώ;
    Θα πληρωθούμε τον άλλο μήνα; Και άλλα τέτοια ερωτήματα…
    Μα…πριν λίγες μέρες ο λαός μίλησε! Και ξεκάθαρα γκρέμισε τους δυο βασικούς πυλώνες εξουσίας, οι οποίοι είναι και πολιτικά βασικοί υπεύθυνοι για όλα τα αντιλαϊκά μέτρα που έχουμε υποστεί. Ψήφισε βέβαια και διάφορες «αντιμνημονιακές» (νεολογισμός ο όρος) δυνάμεις δεξιά κι αριστερά, οι οποίες έταζαν και τάζουν όσα είναι εύκολα να ακουστούν, δύσκολα όμως να γίνουν.
    Και τώρα; Τι κάνουμε; Ψηφίζουμε αυτόν που μας προτείνει την καλύτερη διακυβέρνηση ή παίρνουμε τις τύχες στα χέρια μας; Μα, θα μου πείτε, όταν ψηφίζουμε δεν παίρνουμε την τύχη στα χέρια μας; Η απάντηση μου είναι, δυστυχώς, αρνητική. Όταν ψηφίζουμε, στέλνουμε ένα μήνυμα, δίνουμε μια κατεύθυνση, αλλά δεν αποφασίζουμε εμείς. Θα φέρω δύο παραδείγματα για να προσπαθήσω να σας πείσω:
    Το πρώτο είναι αυτό που ζούμε τις ημέρες αυτές: Θα σχηματιστεί κυβέρνηση ή θα πάμε για εκλογές; Δεν το γνωρίζω, αλλά είναι μια διαδικασία που κινείται από τα κομματικά επιτελεία και όχι το λαό. Ήδη, έχουν αρχίσει οι πρώτες φανερές διαφοροποιήσεις από τις προεκλογικές ρητορείες και θα δούμε κι άλλες.
    Το δεύτερο είναι μια αχνή παιδική ανάμνηση: Το σύνθημα «ΠΑΣΟΚ-λαός στην εξουσία» του 1981, όταν ο κόσμος χαιρόταν ότι η επάρατη δεξιά μπήκε στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Το ΠΑΣΟΚ μάλιστα τότε είχε πολιτική ατζέντα που κάνει τον Τσίπρα να φαντάζει παιδί της κεντροδεξιάς. Που κατέληξε όλη αυτή η ιστορία; Σε ό, τι χειρότερο και αντιλαϊκό έχουμε δει στη ζωή μας.
    Μπορούμε να πάρουμε την τύχη στα χέρια μας; Η απάντηση μου είναι ότι μπορούμε, αν εμείς οι ίδιοι οργανωθούμε σε Πρωτοβουλίες, υπερασπιζόμενοι τα δικαιώματα μας στη δουλειά και τη ζωή. Μόνο έτσι μπορούμε να ασκήσουμε πίεση σε οποιαδήποτε κυβέρνηση ή ιμπεριαλιστικό μηχανισμό. Μόνο έτσι μπορούμε να προβάλουμε τη δική μας φωνή, τις δικές μας αγωνίες.
    Δε νομίζετε κι εσείς ότι το μνημόνιο το πολέμησε ο λαός στις πλατείες και τους δρόμους, στις απεργίες και τις διαδηλώσεις;
    Δε νομίζετε ότι αυτός αποδόμησε το σύστημα εξουσίας, για να εκφραστεί η δυσαρέσκεια στην κάλπη μετά;
    Τι πρέπει λοιπόν να κάνουμε;
    Να περιμένουμε να στηθούν (όποτε και αν στηθούν) οι επόμενες κάλπες ή να οργανώσουμε την πάλη μας;
    Να περιμένουμε τον νέο «Ανδρέα» ή να σταματήσουμε να έχουμε αυταπάτες και να αποτελέσουμε εμείς τη δύναμη που θα βάλει φραγμό στη λαίλαπα που ζούμε;
    Κώστας Μιχαλάκης, εκπαιδευτικός,
    Μέλος του ΚΚΕ (μ-λ)

    ΑπάντησηΔιαγραφή