Σελίδες

29 Ιαν 2012

Συναγερμός στους τόπους δουλειάς, στις εργατικές και λαϊκές γειτονιές



Εσχάτως άπαντες, πλην των τροϊκανών, του Παπαδήμου και κάποιων στελεχών της συγκυβέρνησης, αυτοπροσδιορίζονται ως πραίτορες του κατώτερου μισθού και μερικοί εξ αυτών και του 13ου- 14ου μισθού και άλλων συναφών. Πριν από λίγες μέρες, στελέχη της ηγεσίας της ΓΣΕΕ, με τον ένα η με τον άλλο τρόπο, αναφώνησαν ότι μονιασμένοι εργοδότες και εργαζόμενοι είπαμε ένα μεγάλο «όχι» στις παράλογες απαιτήσεις της τρόικας. Αφήνουμε προς το παρόν κατά μέρος τα περί « παράλογων απαιτήσεων» της τρόικας - που δεν ισχύουν - και πάμε στα υπόλοιπα. Δεν έχουμε αντίρρηση ότι συμπλέουν στρατηγικά με τον ΣΕΒ και για του λόγου το αληθές παραθέτουμε τα παρακάτω.
«Κοινό συμφέρον των δυνάμεων εργασίας είναι να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής παραγωγής, θέτοντας έτσι τις βάσεις της
ανάκαμψης, ώστε να αποφευχθεί ένα νέο κύμα λουκέτων και απολύσεων. Μόνο ζωντανές επιχειρήσεις μπορούν να σώσουν δουλειές και να δώσουν δουλειές» (ΣΕΒ).
«Η ανταγωνιστικότητα είναι κοινή μας υπόθεση.Η ελληνική επιχείρηση υφίσταται τον βρόγχο του εκτεταμένου κρατικού παρεμβατισμού, τη γραφειοκρατία που εκτρέφει η πολυνομία, τις συνεχείς αλλαγές στο φορολογικό σύστημα, την καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης, το ευρύτερα αντιεπιχειρηματικό και αντι-επενδυτικό κλίμα.Αυτοί είναι οι βασικοί παράγοντες που υποσκάπτουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίαςκαι τη δυνατότητά της να δημιουργεί θέσεις εργασίας - πολύ περισσότερο από το εργατικό κόστος». (ΓΣΕΕ)

«....Εξηγήσαμε από τη μεριά μας, και για αυτό είπα ότι ήταν σε καλό πνεύμα, και στις εργοδοτικές οργανώσεις ότι κατά τη γνώμη μας το μισθολογικό κόστος εργασίας είναι ο τελευταίος και ασήμαντος παράγοντας που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Αυτό το δείχνουν όλες οι μελέτες των διεθνών οργανισμών, μηδέ της Κομισιόν εξαιρουμένης». (ΓΣΕΕ)
«Είναι σαφής η άποψή μας ότι δεν υπάρχει πρόβλημα ανταγωνιστικότητας λόγω του κόστους εργασίας και για αυτό δε δεχόμεθα "παγώματα" και παρεμβάσεις στην Εθνική Σύμβαση». (ΓΣΕΕ)
Μας λένε εν ολίγοις ότι η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων είναι η προϋπόθεση εκείνη που μπορεί να προάξει τη λαϊκή ευημερία. Οτι είναι το απαραίτητο εκείνο στοιχείο για να μειωθεί η ανεργία, να υπάρξουν καλύτεροι μισθοί, κλπ.
Σε αυτή τη βάση καλούν ΓΣΕΕ και ΣΕΒ την εργατική τάξη να βαδίσει χέρι - χέρι με το κεφάλαιο για να χτιστούν όλες εκείνες οι προϋποθέσεις προκειμένου να απογειωθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Οι μισθοί και τα κέρδη
Στην Ελλάδα, σε βάθος 15ετίας, υπήρξε μεγάλη καπιταλιστική ανάπτυξη, αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας που αποτυπώθηκε στους δείκτες του ΑΕΠ, στις αποδόσεις κεφαλαίων, στην κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων κ.ά. Γι' αυτό ας ρίξουμε μια ματιά στο παρελθόν, τότε που τα «όνειρα» και τα «οράματα» των ΓΣΕΕ και ΣΕΒ είχαν πάρει σάρκα και οστά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης για εκείνη την περίοδο, η κερδοφορία των επιχειρήσεων στη χώρα μας βρισκόταν σε κατακόρυφη και σταθερή άνοδο με βάση εκκίνησης το 1995 φτάνοντας το 2005 η ποσοστιαία άνοδος της κερδοφορίας τους, το 23,3%. (βλ. πίνακα).
Ας δούμε παρακάτω τι συνέβαινε στους μισθούς την περίοδο που οι δείκτες της ανταγωνιστικότητας χτυπούσαν κόκκινο και σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ η εξέλιξη αυτή είναι συνώνυμο της βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων (βλ. πίνακα).

Προβάλλουμε τα κατώτερα μεροκάματα εκείνων των χρόνων, γιατί πάντα η ΕΓΣΣΕ διαμόρφωνε τους όρους του γενικού μισθολογικού καθεστώτος. Θυμίζουμε, επίσης, ότι ο μέσος μεικτός μισθός το 2007 δεν ξεπερνούσε τα 800 ευρώ περίπου.
Αλλά ας δούμε και άλλες πλευρές για το πώς συμβάδιζε η λαϊκή ευημερία με την άνοδο της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων. Σύμφωνα με την έκθεση της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, το χρηματικό όριο της φτώχειας για το 2005, βασισμένο σε οικονομικά στοιχεία του 2004, διαμορφώνεται στο ετήσιο ποσό των 5.649,78 ευρώ ανά άτομο και σε 11.864,54 ευρώ για νοικοκυριά με δυο ενήλικες και 2 παιδιά κάτω των 14 ετών (όρια φτώχειας που θέτει η αστική τάξη). Το 2004 στην Ελλάδα το 19,6% του πληθυσμού διέμενε σε νοικοκυριά με ετήσιο εισόδημα χαμηλότερο από τα προαναφερθέντα όρια. Σε απόλυτους αριθμούς αυτό μεταφράζεται σε περίπου 2 εκατομμύρια άτομα, ή 832.456 νοικοκυριά.
Ακόμη και τα ποσοστά της ανεργίας από το 2000 έως το 2008, που υποτίθεται ότι μειώνονται αισθητά την περίοδο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, εμφάνιζαν σταθερότητα γύρω στο 10% - 11% (η επίσημη), με εξαίρεση κάποιες χρονιές που εμφάνιζαν μια πολύ μικρή πτώση. Ομως, σε αυτό πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι την ίδια περίοδο είχαμε ανατροπή των εργασιακών σχέσεων πλήρους ωραρίου κλπ. σε όφελος των ελαστικών (μερική απασχόληση, εκ περιτροπής κλπ.) και μια θέση εργασίας μοιραζόταν σε δύο.
Αυτός ο δρόμος ανάπτυξης οδήγησε στην καπιταλιστική κρίση με δραματικές συνέπειες για το λαό. Αυτό το δρόμο ανάπτυξης μας παρουσιάζει σαν φως στο τούνελ της κρίσης η ΓΣΕΕ. Ανάπτυξη που φυσικά θα συντελεστεί για σύντομο χρονικό διάστημα με πολύ δυσμενέστερους όρους για το λαό σε σχέση με παλαιότερα. Είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις στελεχών του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και άλλων αστικών πολιτικών στηριγμάτων, ότι «πρέπει να μάθουμε να ζούμε για τουλάχιστον 20 χρόνια με ανεργία 20% και με βιοτικό επίπεδο πολύ χαμηλότερο από αυτό που είχαμε παλιότερα». (Αφήνουμε ασχολίαστη τη λαθροχειρία της αναίρεσης της ταξικής διαίρεσης της κοινωνίας).
Τα ψευτοδιλήμματα που θέτει η ΓΣΕΕ
Η ΓΣΕΕ συντηρεί μια συζήτηση που έχει στον πυρήνα της τη διατήρηση των λεγόμενων «κόκκινων γραμμών» κι εκεί μέσα περιλαμβάνει τον κατώτερο μισθό, τη διατήρηση της τριετούς ΕΓΣΣΕ (2010, 2011, 2012).
Σε κάποιες φάσεις και δεδομένης της πίεσης που δέχεται από τις ταξικές δυνάμεις, ψελλίζει διάφορα για το ότι δε διαπραγματεύεται πάγωμα μισθών, το 13οκαι το 14ομισθό κλπ. Παλιότερα, ωστόσο, αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι είχε ταχθεί υπέρ της ενσωμάτωσής τους, πράγμα που ανοίγει το δρόμο για την κατάργησή τους. Να υπογραμμίσουμε, επίσης, ότι με τη λήξη της ΕΓΣΣΕ έχει δηλώσει ότι συζητάει τα πάντα.
Ουσιαστικά, οι συνδικαλιστικές πλειοψηφίες επιδιώκουν με τη στάση τους να εγκλωβίσουν τους εργαζόμενους σε πλαστά διλήμματα για το πόσο και με ποιο τρόπο θα μειωθεί η τιμή της εργατικής δύναμης. Αυτή η γραμμή είναι μονόδρομος για την ηγεσία του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού, αφού έχει συμπαραταχθεί ψυχή και σώμα με τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου.
Εξάλλου, ανεξάρτητα του τι θα συμφωνηθεί σε επίπεδο ΣΕΒ και ΓΣΕΕ, ανεξάρτητα από το αν τα μέτρα γενικευμένης μείωσης μισθών θα προωθηθούν με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου ή όχι, οι καπιταλιστές έχουν στα χέρια τους όλα εκείνα τα νομικά εργαλεία, την αύξηση της ανεργίας για να επιμηκύνουν και να επιταχύνουν την πτώση της τιμής και της αξίας της εργατικής δύναμης, γιατί ούτως ή άλλως στον καπιταλισμό αυτό το φαινόμενο αποτελεί αντικειμενική τάση.
Τη ΓΣΕΕ, ωστόσο, το κεφάλαιο τη χρειάζεται στο τραπέζι του «κοινωνικού διαλόγου» για να εξασφαλίσει άλλοθι κοινωνικής συναίνεσης και έτσι να ελαχιστοποιήσει τις εργατικές λαϊκές αντιδράσεις, να εγκλωβίσει την οργή και την αγανάκτηση του λαού σε ανώδυνη κατεύθυνση για τα βάθρα του καπιταλιστικού συστήματος.
Για τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους που συζητά η ΓΣΕΕ
Κατ' αρχήν απορρίπτουμε κατηγορηματικά τον όρο κόστος, γιατί είναι εντελώς παραπλανητικός και συγκαλύπτει πλήρως το χαρακτήρα της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης από το μεγάλο κεφάλαιο. Η εργασία είναι η μόνη παραγωγική πηγή, είναι η αποκλειστική πηγή δημιουργίας πλούτου. Στον καπιταλισμό με τον όρο μη μισθολογικό κόστος εννοούν το μέρος του παραγόμενου πλούτου που κατά την αστική ερμηνεία παραχωρείται από τους καπιταλιστές στους εργαζόμενους με εργοδοτικές εισφορές.
Δεν υφίσταται φυσικά κάτι τέτοιο, αφού πρόκειται για κομμάτι της τιμής της εργατικής δύναμης που απλά επιστρέφει στον εργαζόμενο με τη μορφή σύνταξης ή άλλων παροχών.
Οι επιπτώσεις θα είναι τεράστιες από αυτή την εξέλιξη , αφού μαζί με την ανεργία και την ύφεση υπολογίζεται το κόστος για τα ασφαλιστικά ταμεία μέσω της μείωσης των εσόδων τους θα φτάσει τα 8 δισ. το χρόνο.
Η δραστική μείωση εισροών προς τα Ασφαλιστικά Ταμεία θα δημιουργήσει πολύ σοβαρούς κινδύνους για παύση πληρωμών που θα διευκολύνουν τα σχέδια για μείωση συντάξεων που μπορεί να φτάσει στο 30%. Οι επιπτώσεις θα είναι ολέθριες και σε ΟΑΕΔ, ΟΕΚ, ΟΕΕ αφού θα μειωθούν κατά εκατοντάδες εκατομμύρια τα έσοδά τους. Σε συνδυασμό με την αύξηση της ανεργίας θα ανοίξει ο δρόμος για νέα μείωση και του ύψους των δικαιούχων του επιδόματος ανεργίας . Σε ΟΕΚ, ΟΕΕ ήδη έχουν γίνει δραματικές περικοπές σε επιδοτήσεις ενοικίων, δανείων, δελτίων κοινωνικού τουρισμού κ.ά., που αποτελούν μόνο την αρχή.
Αρα επί της ουσίας η ΓΣΕΕ είναι έτοιμη να συναινέσει σε όλες αυτές τις εφιαλτικές αξιώσεις των κεφαλαιοκρατών.
Η πείρα από τη γραμμή του ταξικού συμβιβασμού
Οι εργαζόμενοι πρέπει με βάση την πείρα που έχουν συσσωρεύσει όλα αυτά τα χρόνια στη χώρα μας, αλλά και από τις διεθνείς εξελίξεις, να βγάλουν συμπεράσματα από τη γραμμή διαπραγμάτευσης για το πόσο και τι θα χάσει η εργατική τάξη, από το δίλημμα «ή δεχόμαστε συρρίκνωση μισθών και δικαιωμάτων ή χάνουμε τα πάντα».
Οι δραματικές συνέπειες αυτής της γραμμής δε συνδέονται μόνο με τις μειώσεις αποδοχών, την απορύθμιση ωραρίων, την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, τις μειώσεις συντάξεων κλπ., αλλά με τη συνολική άμβλυνση της γραμμής αντιπαράθεσης με τις δυνάμεις του κεφαλαίου, την αδρανοποίηση σημαντικών μερίδων των εργαζομένων εξαιτίας του εγκλωβισμού τους στη λογική της συνευθύνης για την κρίση, της διάσωσης της κερδοφορίας των μονοπωλίων για το καλό όλων.
Στο όνομα της αποτροπής των απολύσεων, του λουκέτου μιας επιχείρησης, της μείωσης των κερδών της, της επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων έχουν θυσιαστεί τα πάντα σα μια πράξη αναγκαίου κακού. Σε χιλιάδες επιχειρήσεις δυνάμεις της ΠΑΣΚΕ και της ΔΑΚΕ συνεπικουρούμενες πολλές φορές και από την «Αυτόνομη Παρέμβαση» πρωτοστάτησαν στην αποδοχή της κατακρεούργησης των δικαιωμάτων για το «καλό» της επιχείρησης. Τελικά, το «καλό της επιχείρησης» μεταφράζεται σε απολύσεις, μειώσεις μισθών και το κυριότερο όλων μοιρολατρία, ηττοπάθεια και συμβιβασμό. Στην Ιταλία, στη Γαλλία και σε άλλες αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες εκατομμύρια εργαζόμενοι είδαν τους μισθούς, τις συντάξεις κ.ά. να κατακρημνίζονται και δεν «άνοιξε μύτη», αντίθετα ενισχύθηκαν οι τάσεις πολιτικής αντιδραστικοποίησης του λαού και απομαζικοποίησης του συνδικαλιστικού κινήματος.
Οι εργαζόμενοι επιβάλλεται να απαγκιστρωθούν από τις συνδικαλιστικές πλειοψηφίες των ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ, όχι μόνο στενά συνδικαλιστικά, αλλά και από τον πολιτικό τους προσανατολισμό. Είναι ώρα να σημάνει συναγερμός στους τόπους δουλειάς, στις εργατικές και λαϊκές γειτονιές για να παρεμποδιστεί το παραπέρα τσάκισμα των εισοδημάτων μας, της ζωής μας γενικότερα, στη βάση των όρων διαμόρφωσης μιας ισχυρής εργατικής λαϊκής συμμαχίας με εμπνευστή και καθοδηγητή το ΚΚΕ, που θα δρομολογεί τη συγκέντρωση δυνάμεων για ρήξη και σύγκρουση με τα μονοπώλια, για λαϊκή εξουσία και οικονομία.
* Ο Κώστας Ζιώγας είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου