Σελίδες

17 Δεκ 2011

Μεγαλώνουν τα ρήγματα σε ΕΕ - Ευρωζώνη.


Εμφανής η ανησυχία στο στρατόπεδο των αστών για το βάθος της καπιταλιστικής κρίσης
Οι νομοτέλειες της κρίσης υπερβαίνουν την πολιτική διαχείριση για το ξεπέρασμά της, πυροδοτώντας οξυμένους ανταγωνισμούς και φυγόκεντρες τάσεις
Πληθαίνουν διαρκώς τα στοιχεία που δείχνουν ότι τα καπιταλιστικά κράτη της ΕΕ μπαίνουν σε μια βαθιά και παρατεταμένη ύφεση, γεγονός που οξύνει τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και ενισχύει τους ανταγωνισμούς για τον επιμερισμό των απωλειών από την κρίση και το μοίρασμα των αγορών. Οι κυβερνήσεις των κρατών - μελών της ΕΕ, από τη μια, κλιμακώνουν τον πόλεμο κατά των λαών για να διασώσουν την κερδοφορία των μονοπωλίων, αλλά την ίδια στιγμή βαθαίνει το ρήγμα μεταξύ των πόλων που διαμορφώνονται στο πλαίσιο της λυκοσυμμαχίας, ιδιαίτερα μετά την τελευταία Σύνοδο Κορυφής.
Το στίγμα έδωσε η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, Κρ. Λαγκάρντ, προειδοποιώντας ανέξοδα ότι εάν όλα τα καπιταλιστικά κράτη δεν εργασθούν από κοινού για την αντιμετώπιση της επιδεινούμενης κρίσης χρέους, η ανθρωπότητα κινδυνεύει να διολισθήσει σε μια βαθιά οικονομική ύφεση που θα έχει τα χαρακτηριστικά της δεκαετίας του '30.
«Καμία οικονομία στον κόσμο - ούτε οι χώρες χαμηλού εισοδήματος, ούτε οι αναδυόμενες οικονομίες, ούτε οι χώρες μεσαίου εισοδήματος, ούτε οι μεγάλες οικονομίες - δεν θα μείνει αλώβητη από την κρίση», τόνισε χαρακτηριστικά μιλώντας σε εκδήλωση στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ. «Είναι ακριβώς η περιγραφή αυτού που συνέβη τη δεκαετία του '30 και αυτό που ακολούθησε δεν είναι κάτι στο οποίο προσβλέπουμε», δήλωσε ωμά, υπονοώντας ότι ένας γενικευμένος πόλεμος είναι μεταξύ των σεναρίων που εξετάζουν οι καπιταλιστές.

Στο πλαίσιο αυτό κάλεσε τα κράτη - μέλη της Ευρωζώνης να κάνουν πιο αποφασιστικά βήματα, ενώ απηύθυνε έκκληση και σε άλλες χώρες, όπως η Βρετανία, να συμβάλουν στη σταθεροποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας. Οι δηλώσεις Λαγκάρντ συμπίπτουν αφενός με την κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ - Κίνας, με την Ουάσιγκτον να απειλεί για επιβολή προστατευτικών μέτρων, και αφετέρου με το διευρυνόμενο χάσμα στις σχέσεις Γαλλίας - Βρετανίας.
Νέες εστίες αντιπαράθεσης
Αφορμή για νέα επιδείνωση στις σχέσεις Λονδίνου - Παρισιού έδωσαν οι δηλώσεις του Γάλλου υπουργού Οικονομικών, Φρ. Μπαρουάν, και του επικεφαλής της Τράπεζας της Γαλλίας, Κριστιάν Νοϊγέ. Ο Μπαρουάν επέκρινε για άλλη μια φορά και σε πολύ έντονο ύφος το βέτο του Ντέιβιντ Κάμερον στο γαλλογερμανικό σχέδιο«σταθεροποίησης του ευρώ». Η οικονομική κατάσταση στη Βρετανία είναι «σήμερα πολύ ανησυχητική» και «αυτή τη στιγμή προτιμάμε να είμαστε Γάλλοι παρά Βρετανοί σε οικονομικό επίπεδο», δήλωσε χτες ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών.
Από την πλευρά του ο Γάλλος κεντρικοτραπεζίτης, σχολιάζοντας τη φημολογία για υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας του από τη «Standard & Poor's», είπε πως θα έπρεπε να προηγηθεί η υποβάθμιση της Βρετανίας λόγω του ελλείμματός της.
Αμεση ήταν η απάντηση της βρετανικής κυβέρνησης, η οποία διά στόματος εκπροσώπου της τόνισε πως η κυβέρνηση Κάμερον έχει σχέδιο μείωσης του ελλείμματος και το εφαρμόζει, σε αντίθεση με τη Γαλλία. Ανεξάρτητα από τους ανταγωνισμούς ανάμεσα στην αστική τάξη των δύο χωρών, αλγεινή εντύπωση προκαλεί ο κυνισμός με τον οποίο το πολιτικό τους προσωπικό διαγκωνίζεται για το ποιος εξόντωσε περισσότερα λαϊκά δικαιώματα προκειμένου να μειωθούν τα ελλείμματα και τα χρέη.
Την ίδια στιγμή φαίνεται να αυξάνεται ο αριθμός των καπιταλιστικών κυβερνήσεων που εκφράζουν σοβαρές επιφυλάξεις για το διακυβερνητικό σύμφωνο ενισχυμένης δημοσιονομικής πειθαρχίας. Μετά τις αποφάσεις που πήραν η Σουηδία και η Τσεχία, τώρα και η Ουγγαρία συντάσσεται μαζί τους ενώ αντιρρήσεις εκφράζουν η Δανία, η Ιρλανδία και η Φινλανδία.
Ετοιμάζουν το σύμφωνο
Χτες ανακοινώθηκε ότι η ομάδα εργασίας που θα ασχοληθεί με τη διαμόρφωση των νομικών κειμένων της διακρατικής συμφωνίας για το νέο δημοσιονομικό σύμφωνο, που αποφασίστηκε στη Σύνοδο Κορυφής στις 8 - 9 Δεκέμβρη, θα συνεδριάσει για πρώτη φορά στις 19 του μήνα στις Βρυξέλλες.
Τεχνοκράτες της ΕΕ άρχισαν ήδη να διαρρέουν ότι η εργασία που πρέπει να γίνει ώστε να καταστεί το νέο δημοσιονομικό σύμφωνο υποχρεωτικό, δεν είναι νομικά εύκολη, καθώς ένα από τα εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν είναι οι βρετανικές αντιρρήσεις στη χρήση των οργάνων και θεσμών της ΕΕ για μία ομάδα μόνο, και όχι για το σύνολο των 27. Αίσθηση πάντως προκάλεσε το γεγονός ότι η Βρετανία ανακοίνωσε τη συμμετοχή της στις συνομιλίες για τη δημοσιονομική συμφωνία.
Μεταξύ άλλων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναζητά και τρόπο να αποκτήσει το δικαίωμα να εμπλέκει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο σε νομική διαδικασία ενάντια στα κράτη - μέλη που δε σέβονται τα δημοσιονομικά κριτήρια. Σύμφωνα με το προσχέδιο του δημοσιονομικού συμφώνου που διέρρευσε χτες, το ετήσιο διαρθρωτικό έλλειμμα των χωρών που αποδέχονται το σύμφωνο δε θα πρέπει να υπερβαίνει το 0,5% του ονομαστικού ΑΕΠ, ενώ το έλλειμμα θα επιτρέπεται μόνο σε «έκτακτες οικονομικές συνθήκες».
Επίσης, το έλλειμμα θα μπορεί να υπερβαίνει το όριο του 0,5%, σε περίπτωση που το χρέος διαμορφώνεται σημαντικά κάτω από το 60%, ως ποσοστό του ΑΕΠ. Οι κυβερνήσεις θα μπορούν να μηνύουν η μία την άλλη εάν γίνεται παραβίαση των κανόνων του συμφώνου και οι «ανυπάκουες» χώρες θα παραπέμπονται στο Δικαστήριο της ΕΕ. Οι αποφάσεις του Δικαστηρίου θα είναι δεσμευτικές. Το σύμφωνο θα τεθεί σε ισχύ όταν εγκριθεί από εννέα χώρες της Ευρωζώνης, σύμφωνα με αξιωματούχους της ΕΕ.
Την ίδια στιγμή ανακοινώθηκε ότι η ιρλανδική οικονομία συρρικνώθηκε με ρυθμό 1,6% στο τρίτο τρίμηνο του 2011, σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, δίνοντας ένα ηχηρό χαστούκι στην προπαγάνδα που καλλιεργούσε η τρόικα, που πρόβαλλε την Ιρλανδία ως χώρα πρότυπο για την επιτυχημένη εφαρμογή του μνημονίου, κρύβοντας ότι και εκεί τα αδιέξοδα της αστικής διαχείρισης είναι δεδομένα στο φόντο της βαθιάς και συγχρονισμένης κρίσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου