Σελίδες

29 Δεκ 2011

Ποια διέξοδος;



Οι συναντήσεις του πρωθυπουργού με τους αρχηγούς των κομμάτων της συγκυβέρνησης τροφοδότησε το ζήτημα της ημερομηνίας διεξαγωγής των εκλογών, που συσχετίστηκε αφενός με τη νέα δανειακή σύμβαση, αφετέρου με τις διαπραγματεύσεις για το «κούρεμα» των ομολόγων που τάχα θα ανακουφίσει την Ελλάδα από το τεράστιο κρατικό χρέος και, ταυτόχρονα, θα συμβάλει στις προσπάθειες ανάκαμψης της οικονομίας. Και τα δύο αυτά ζητήματα συνδέονται, επίσης, με τα νέα κρατικά δάνεια, αλλά και με το γεγονός ότι τέλος Μάρτη 2012 πρέπει να πληρωθεί το ποσό των 21,5 δισ. ευρώ σε χρέος ομολόγων που λήγουν. Ταυτόχρονα, θέλουν να ολοκληρωθεί η διαδικασία του «κουρέματος» για να ξέρουν το χρέος που προκύπτει και τους όρους αποπληρωμής του. Βεβαίως, όλ' αυτά είναι ξένα και εχθρικά για την εργατική τάξη, το λαό, αφού όπως και αν εξελιχθούν το σίγουρο είναι ότι τις αντεργατικές αναδιαρθρώσεις, που καταστρέφουν εργατική δύναμη μαζί με την καταστροφή της από την κρίση, που κάνουν ολοένα φτηνότερους τους εργάτες για το κεφάλαιο εξαθλιώνοντάς τους για να ενισχύουν τους όρους κερδοφορίας του, 

παράλληλα με την καλπάζουσα ανεργία, τις συνεχίζουν ακάθεκτα με μειώσεις μισθών, συντάξεων, ελαστικοποίηση εργασιακών σχέσεων, μείωση εργοδοτικών εισφορών, κατάργηση Συλλογικών Συμβάσεων κ.λπ. Την ίδια ώρα η απόφαση της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ στις 9 Δεκέμβρη για αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία εντείνει τα αντεργατικά, αντιλαϊκά μέτρα αφού οι περικοπές του κρατικού προϋπολογισμού με απολύσεις, μειώσεις μισθών και συντάξεων, στο Δημόσιο, δραστικές περικοπές σε Υγεία, Παιδεία, Πρόνοια, «κοινωνικά» επιδόματα, σε συνδυασμό με τα πολλαπλά χαράτσια, εξανεμίζουν το λαϊκό εισόδημα, αναγκάζουν σε εκπτώσεις στην κάλυψη στοιχειωδών αναγκών της λαϊκής οικογένειας ή οδηγούν ακόμη και σε πείνα.
***
Βεβαίως, διάφορα αστικά επιτελεία, με αφορμή την πολιτική διαχείρισης της κρίσης με την αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία, λένε: «Δεν πάει πια άλλο με την πολιτική των μνημονίων, τσάκισαν το λαό με τους φόρους, τη μείωση μισθών, συντάξεων κ.λπ., όσο συνεχίζεται αυτή η πολιτική οδηγεί σε ακόμα μεγαλύτερη και μακροχρόνια ύφεση». Το ζητούμενο είναι η ανάκαμψη της οικονομίας. Και χρειάζεται άλλο μείγμα πολιτικής. Πράγματι, υπάρχουν αστικές δυνάμεις, όπως και άλλες επονομαζόμενες αριστερές, πατριωτικές, που προβάλλουν ένα διαφορετικό μείγμα διαχείρισης σε συνδυασμό με τη στάση πληρωμών, την επιστροφή στη δραχμή, σύνδεση με το δολάριο, τη χρηματοδότηση της παραγωγής κόντρα στις τράπεζες για να κάνουν επενδύσεις, για να αυξηθούν οι θέσεις εργασίας, οι μισθοί κ.λπ. Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ προτείνει τα ίδια με τους παραπάνω αλλά εντός του ευρώ και διαφορετική επαναδιαπραγμάτευση του χρέους. Εμφανίζονται, λοιπόν, δύο αστικές πολιτικές: Η λεγόμενη περιοριστική, της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, δηλαδή δραστική μείωση των κρατικών δαπανών, αύξηση της φορολογίας στο λαό, δραστική μείωση μισθών, συντάξεων κ.λπ. ό,τι γίνεται τώρα. Και η άλλη για τόνωση της οικονομίας μέσω αναπτυξιακών έργων και χρηματοδότησης της παραγωγής, ώστε να υπάρχει ανάπτυξη. Ουσιαστικά είναι οι δύο όψεις του ίδιου αντιλαϊκού νομίσματος, αφού και οι δύο πασχίζουν για έξοδο από την κρίση σε όφελος του κεφαλαίου. Η πείρα της Αργεντινής αυτό ακριβώς αποκαλύπτει.
***
Στην Αργεντινή το νόμισμα ήταν συνδεδεμένο με το δολάριο, εφάρμοσαν πολιτική πολύμορφης ενίσχυσης του κεφαλαίου σε όλη τη δεκαετία του '90, διόγκωσαν τον εξωτερικό δανεισμό για να αντεπεξέλθουν αλλά αδυνατούσαν στη συνέχεια να αποπληρώνουν τα χρέη. Τότε επέβαλαν πολιτική ανάλογη μ' αυτή στην Ελλάδα, δηλαδή δραστική μείωση των κρατικών δαπανών, αύξηση της φορολογίας στο λαό, δραστική μείωση μισθών, συντάξεων κ.λπ., εφάρμοσαν πολιτική αντεργατικών - αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων. Που σε συνθήκες οικονομικής κρίσης το 2000 όξυναν στο έπακρο τα λαϊκά προβλήματα, οδήγησαν σε όξυνση της ταξικής πάλης και πολιτική κρίση στο αστικό πολιτικό σύστημα. Σ' αυτές τις συνθήκες, το αντιπολιτευόμενο αστικό κόμμα πρόβαλε ως διέξοδο τη στάση πληρωμών για το χρέος και τη λεγόμενη επεκτατική πολιτική, δηλαδή ενίσχυση της βιομηχανίας. Επήλθε ανάκαμψη, μετά το 2002, το χρέος το επαναδιαπραγματεύτηκαν αλλά η κατάσταση για την εργατική τάξη και το λαό συνέχιζε η ίδια όπως και πριν και χειρότερη. Οι συνθήκες διαβίωσης του λαού επιδεινώθηκαν σχετικά και απόλυτα μέσα σε μια δεκαπενταετία (1992 - 2006) οικονομικής ανάπτυξης που οδήγησε στον υπερδιπλασιασμό του ΑΕΠ της χώρας. Στο διάστημα αυτό η απόλυτη φτώχεια αυξήθηκε από το 3,2% στο 8,5% του πληθυσμού. Η σχετική φτώχεια αυξήθηκε από 19,7% του πληθυσμού το 1992 στο 25,6% το 2006. Το 2006 το 43% των εργαζομένων στην Αργεντινή εργάζονταν χωρίς ασφαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα, από 31% το 1992. Η ανεργία άγγιξε, συνυπολογίζοντας και την υποαπασχόληση, το 25%. Η οικονομική ανάπτυξη έγινε στην πλάτη των εργαζομένων και οι εξελίξεις στην Αργεντινή επιβεβαίωσαν πλήρως τη διαπίστωση ότι, κάτω από το ζυγό των μονοπωλίων, τα λαϊκά στρώματα «πληρώνουν τη νύφη» και στη φάση της κρίσης και στη φάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης, αλλά και σε κάθε μορφή διαχείρισης της καπιταλιστικής οικονομίας. Να γιατί λέμε ότι απέναντι στις διάφορες αστικές πολιτικές διαχείρισης η εργατική τάξη, ο λαός ένα δρόμο έχει: Την πάλη για αποδέσμευση από την ΕΕ, ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων, κοινωνικοποιησή τους και μονομερή διαγραφή του χρέους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου