Σελίδες

6 Μαΐ 2011

Μέτρα υπέρ των μονοπωλίων σε όλα τα κράτη - μέλη

Με «εθνική συναίνεση» τσακίζουν το λαό της Πορτογαλίας
Τα αντιλαϊκά μέτρα που προωθούνται στην Ελλάδα και τα χειρότερα που σχεδιάζουν η πλουτοκρατία και τα κόμματά της, μπαίνουν ήδη στην ημερήσια διάταξη στην Πορτογαλία και γενικεύονται στο σύνολο της ΕΕ.
Χτες, η πορτογαλική υπηρεσιακή κυβέρνηση ανακοίνωσε τα μέτρα που προβλέπονται στο πρόγραμμα δανειοδότησης που συμφωνήθηκε με την τρόικα. Μεταξύ άλλων, προωθείται μείωση των συντάξεων άνω των 1.500 ευρώ το μήνα, με την επιβολή ειδικού φόρου, περικοπή των παροχών Υγείας, αύξηση του ΦΠΑ σε ορισμένες κατηγορίες προϊόντων, παραπέρα ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας, μείωση του ύψους των επιδομάτων ανεργίας και του χρόνου καταβολής στους 18 μήνες (αντί για 36 που ισχύει σήμερα), ιδιωτικοποιήσεις κρατικών οργανισμών, σύσταση ειδικού οργανισμού για τη στήριξη του τραπεζικού κλάδου.

Ακόμα, «πάγωμα» των μισθών στο δημόσιο τομέα και των συντάξεων, μείωση της αποζημίωσης όσων απολύονται στο ύψος των αποδοχών που αντιστοιχούν σε 10 ημέρες ανά έτος εργασίας (από τις 30 ημέρες που ισχύει σήμερα), φορολόγηση των κοινωνικών επιδομάτων, αύξηση των φόρων ακίνητης περιουσίας, μείωση των δαπανών που εκπίπτουν από τη φορολογία και μείωση του προσωπικού στις περιφέρειες και τους δήμους.
Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών της Πορτογαλίας, Φερνάντο Τιχέιρα ντος Σάντος, η ανεργία στην Πορτογαλία αναμένεται να αυξηθεί το 2013 στο 13% (από 11% που είναι σήμερα), ενώ οι «Financial Times» ισχυρίζονται ότι το μνημόνιο που υπέγραψε η πορτογαλική κυβέρνηση, προβλέπει αύξηση της ανεργίας πολύ πάνω από το 12%, γεγονός που μαρτυρά το βαθιά αντιλαϊκό χαρακτήρα του μέτρου για μείωση του ύψους και του χρόνου καταβολής του επιδόματος ανεργίας.
Προπαγάνδα - καρμπόν με την Ελλάδα
Στο ίδιο πνεύμα, ο επικεφαλής οικονομολόγος της «Deutsche Bank», Τόμας Μάγερ, υποστηρίζει ότι «η πορτογαλική οικονομία θα πρέπει να προχωρήσει σε βαθιές μεταρρυθμίσεις. Απαιτείται μείωση του κόστους εργασίας, αύξηση της παραγωγικότητας ενώ στη βιομηχανία και στον τομέα παροχής υπηρεσιών απαιτείται απορρύθμιση (...) Οπως και άλλες χώρες, και κυρίως η Ελλάδα, η Πορτογαλία θα έπρεπε να ιδιωτικοποιήσει κρατικά περιουσιακά στοιχεία, προκειμένου να αποπληρώσει τα χρέη της. Ενα πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνει ακόμη και τα αποθέματα χρυσού».
Στο τυπικό μέρος της υπόθεσης, τα 78 δισ. ευρώ της δανειακής συμφωνίας κατανέμονται σε 52 δισ. ευρώ στην ΕΕ και 26 δισ. ευρώ στο ΔΝΤ. Το επιτόκιο του ΔΝΤ θα διαμορφωθεί στο 3,25% για τα πρώτα τρία χρόνια και στη συνέχεια θα αυξηθεί στο 4,25%. Το επιτόκιο για την ΕΕ θα καθοριστεί στη συνεδρίαση του ΕΚΟΦΙΝ στις 16 Μάη.
Σύμφωνα με κοινή ανακοίνωση του κοινοτικού επιτρόπου, Ολι Ρεν και του γενικού διευθυντή του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος Καν, «η Πορτογαλική οικονομία αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις και πιστεύουμε ότι τα τολμηρά μέτρα που εφαρμόστηκαν θα της επιτρέψουν να επανέλθει σε τροχιά ανάπτυξης». Αναπαράγοντας την ίδια φρασεολογία, όπως και στην περίπτωση της Ελλάδας, ο Στρος Καν προσθέτει ότι «πρόκειται για ένα φιλόδοξο πρόγραμμα που θα χρειαστεί θυσίες από τον πορτογαλικό λαό. Ωστόσο, με εθνική προσπάθεια θα οδηγήσει σε μία πιο ισχυρή και δυναμική οικονομία, ικανή να δημιουργεί ανάπτυξη, νέες θέσεις εργασίας και ευκαιρίες. Το πρόγραμμα έχει την υποστήριξη των πολιτικών κομμάτων κάτι που αποτελεί κλειδί για την επιτυχία του όπως και η σταθερή εφαρμογή του».
Να σημειωθεί ότι το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης, το κεντροδεξιό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (PSD), δεσμεύτηκε χτες να τηρήσει μέχρι κεραίας τους στόχους του προγράμματος δανεισμού. Σύμφωνα με τον πρόεδρό του, Πέντρου Πάσους Κοέλιου, «η Πορτογαλία έχει ανάγκη από αυτήν τη συμφωνία», μολονότι είναι «σκληρή και δύσκολη». Την υποστήριξή του στο πρόγραμμα ανακοίνωσε και το μικρότερο δεξιό κόμμα, CDS, του οποίου ο πρόεδρος, Πάουλου Πόρτας, επισήμανε ότι «η Πορτογαλία βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και πρέπει να αποφύγει την αδυναμία ρευστότητας του κράτους».
Αντιπαραθέσεις και υπολογισμοί
Με αμείωτη ένταση συνεχίζονται οι αντιπαραθέσεις μεταξύ των διαφόρων μερίδων της πλουτοκρατίας γύρω από τον τρόπο και το χρόνο της ελεγχόμενης χρεοκοπίας της Ελλάδας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Ζαν Κλοντ Τρισέ, επανέλαβε ότι δεν τίθεται θέμα αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, υπογραμμίζοντας ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο σχέδιο για τα κράτη που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα και η επιλογή της αναδιάρθρωσης δε συμπεριλαμβάνεται στα σχέδια αυτά.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ υπογράμμισε την ανάγκη για δημοσιονομική προσαρμογή στην ευρωζώνη, με μέτρα που ματώνουν τους λαούς, ξεκαθαρίζοντας ότι το μήνυμα απευθύνεται σε όλα τα κράτη - μέλη και όχι μόνο στην Ελλάδα. Ωστόσο, είπε ότι η Ελλάδα πρέπει να κάνει «το αυτονόητο», δηλαδή να ολοκληρώσει την επέλαση σε βάρος των εργατικών και λαϊκών δικαιωμάτων. Με στόχο, εξάλλου, να σταθεροποιήσει το τραπεζικό σύστημα, η ΕΚΤ διατήρησε αμετάβλητο το βασικό επιτόκιο στο 1,25%.
Οπως, εξάλλου, σημειώνεται σε δημοσίευμα της «Frankfurter Allgemeine Zeitung», «οι μέχρι τώρα προσπάθειες απέτυχαν, αν και οι Ελληνες εδώ και ενάμιση χρόνο υποβάλλονται σε μεγάλες θυσίες, αν και έλαβαν δισεκατομμύρια ευρώ, η χώρα τους είναι ακόμη μακριά από τη δημοσιονομική και οικονομική ανάκαμψη». Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Die Zeit», το οποίο επικαλείται υπολογισμούς του Ινστιτούτου Μακροοικονομίας και Ερευνας του Ντίσελντορφ, σε περίπτωση άμεσου «κουρέματος» του ελληνικού χρέους κατά 50%, η Γερμανία συνολικά θα επιβαρυνόταν το πολύ με 40,6 δισ. ευρώ.
Στο δημοσίευμα σημειώνεται ότι σε αυτό το ενδεχόμενο οι γερμανικές τράπεζες θα επιβαρύνονταν με 25 δισ. ευρώ, καθώς ιδιαίτερα οι κρατικές τράπεζες δεν έχουν απαλλαγεί ακόμα από το μεγαλύτερο μέρος των διαθεσίμων ελληνικών ομολόγων. Ακόμα, 4,2 δισ. ευρώ είναι το ποσό που αντιστοιχεί στη Γερμανία για τις μέχρι σήμερα καταβληθείσες δόσεις του δανείου. Παράλληλα, η ΕΚΤ θα είχε απώλειες ύψους 40 δισ. ευρώ και θα επιβάρυναν τη Γερμανία κατά το 1/3, δηλαδή περίπου 11,4 δισ. ευρώ.
Τέλος, ο πρώην καγκελάριος της Γερμανίας, Χέλμουτ Σμιτ, σε άρθρο του στην εφημερίδα «Die Zeit» χαρακτηρίζει «επιζήμια» τη συζήτηση περί κρίσης του ευρώ, καθώς «δημιουργεί δυσπιστία». Ο ίδιος αναρωτιέται: «Τι έχουμε να φοβηθούμε; Μήπως την αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη ή μιας άλλης υπερχρεωμένης χώρας - μέλους του εξωτερικού; Πολύ πριν ένα κράτος που αποχωρεί προλάβει να τυπώσει τα νέα χαρτονομίσματά του για το νέο εθνικό του νόμισμα, αυτό το νόμισμα θα είχε υποτιμηθεί απύθμενα, αλλά η κρίση χρέους αυτού του κράτους με κανέναν τρόπο δεν θα είχε μειωθεί και το ευρώ δεν θα είχε πληγεί καθόλου».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου