Σελίδες

17 Νοε 2010

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ


ΤΟΥ Ν. ΛΕΝΙΝ 

Μαρξισμός είναι το σύστημα των αντιλήψεων και της διδασκαλίας του Μαρξ. Ο Μαρξ είναι εκείνος που συνέχισε καιολοκλήρωσε με μεγαλοφυΐα τα τρία βασικά ιδεολογικά ρεύματα του XIX αιώνα, που άνηκαν στις τρεις πιο προοδευμένες χώρες της ανθρωπότητας: την κλασική γερμανική φιλοσοφία, την κλασική αγγλική πολιτική οικονομία και το γαλλικό σοσιαλισμό σε συνδυασμό με τις γαλλικές επαναστατικές διδασκαλίες γενικότερα. Η αναγνωρισμένη, ακόμα και από τους αντιπάλους του Μαρξαξιοθαύμαστη συνέπεια και ενότητα των απόψεων του, που στο σύνολο τους μας δίνουν το σύγχρονο υλισμό και το σύγχρονο επιστημονικό σοσιαλισμό, σαν θεωρία και πρόγραμμα του εργατικού κινήματος όλων των πολιτισμένων χωρών του κόσμου, μας υποχρεώνει να προτάξουμε από την έκθεση του κύριου περιεχομένου του μαρξισμού, συγκεκριμένα της οικονομικής διδασκαλίας του Μαρξ, μια σύντομη σκιαγραφία της κοσμοαντίληψης του γενικά.

Ο ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΣ ΥΛΙΣΜΟΣ
Ο Μαρξ, από το 1844-1845, που αποκρυσταλλώθηκαν οι απόψεις του, ήταν υλιστής και ειδικά οπαδός του Λ. Φόυερμπαχ. Σχετικά με τον Φόυερμπαχ είχε τη γνώμη και αργότερα, ότι οι αδύνατες πλευρές του συνίστανται αποκλειστικά στο γεγονός ότι ο υλισμός του δεν ήταν αρκετά συνεπής και ολόπλευρος.
 Ό Μαρξ έβλεπε την κοσμοϊστορική σημασία του Φόυερμπαχ, που «άφησε εποχή», ακριβώς στην αποφασιστική του ρήξη με τον ιδεαλισμό του Χέγκελ και τη διακήρυξη του υλισμού,που ακόμα «στο 18ο αιώνα, ιδιαίτερα στη Γαλλία, ήταν αγώνας όχι μόνο ενάντια στους υπάρχοντες πολιτικούς θεσμούς, μα και ενάντια στη θρησκεία και στη θεολογία, όπως και ενάντια σε κάθε μεταφυσική» (με την έννοια της «εκστατικής θεώρησης» σε αντιδιαστολή απ' τη «νηφάλια φιλοσοφία») («Ή αγία οικογένεια» στη «Φιλολογική Κληρονομιά»). «Για τον Χέγκελ —έγραφε ο Μαρξ—το προτσές της νόησης, που με το όνομα ιδέα το μετατρέπει μάλιστα σε αυθυπόστατο υποκείμενο, είναι ο δημιουργός του πραγματικού... Για μένα, αντίθετα, το ιδεατό δεν είναι παρά το υλικό, μεταφερμένο και μετασχηματισμένο στο ανθρώπινο κεφάλι» («Το Κεφάλαιο», Ι, πρόλογος στη 2η εκδ.) Συμφωνώντας απόλυτα με την υλιστική αυτή φιλοσοφία του Μαρξ και εκθέτοντας την ο Φρ. Ένγκελς έγραφε στο «Αντί—Ντύρινγκ»:—-ο Μαρξ διάβασε αυτό το έργο απ' το χειρόγραφο—......H ενότητα του κόσμου δε συνίσταται στο είναι του, αλλά στην υλικότητά του, και η υλικότητα αυτή αποδείχνεται με μια μακρόχρονη και επίμονη εξέλιξη της φιλοσοφίας και της φυσιογνωσίας... Η κίνηση είναι ο τρόπος ύπαρξης της ύλης. Ποτέ και πουθενά δεν υπήρξε και δεν μπορεί να ύπαρξη ύλη χωρίς κίνηση, κίνηση χωρίς ύλη... Αν βάλουμε το ερώτημα....... τι είναι νόηση και συνείδηση και από που προέρχονται, θα δούμε ότι είναι προϊόντα του ανθρώπινου μυαλού και ότι ο ίδιος ο άνθρωπος είναι προϊόν της φύσης, που αναπτύχθηκε μέσα στο δικό του περιβάλλον και μαζί με το δικό του περιβάλλον. Έτσι, είναι αυτονόητο ότι τα προϊόντα του ανθρώπινου μυαλού, που σε τελευταία ανάλυση είναι επίσης προϊόντα της φύσης, δεν αντιφάσκουν με την υπόλοιπη αλληλουχία της φύσης, αλλά ανταποκρίνονται σ΄ αυτήν». «Ο Χέγκελ ήταν Ιδεαλιστής, με αλλά λόγια, γι' αυτόν οι σκέψεις του μυαλού του δεν ήταν απεικονίσεις (κάποτε ο Έγκελς μιλάει για «έκτυπα») λιγότερο ή περισσότερο αφηρημένες των πραγματικών αντικειμένων και γεγονότων, αλλά αντίθετα τα πράγματα και ή ανάπτυξη τους ήταν γι' αυτόν οι πραγματοποιημένες απεικονίσεις της Ιδέας που υπήρχε κιόλας κάπου πριν από τον κόσμο».Στο έργο του «Λουδοβίκος Φόυερμπαχ», όπου ο Φρ. Ένγκελς εκθέτει τις απόψεις του και τις απόψεις του Μαρξ για την φιλοσοφία του Φόυερμπαχ και που ο Ένγκελς το έστειλε για εκτύπωση, αφού προηγούμενα διάβασε το παλιό χειρόγραφο που είχε γραφτεί από τον ίδιο και τον Μαρξ το 1844—1845 πάνω στο ζήτημα του Χέγκελ, τουΦόυερμπαχ και της υλιστικής αντίληψης της Ιστορίας, ο Ένγκελς γράφει: «Το μεγάλο θεμελιακό πρόβλημα κάθε φιλοσοφίας και ειδικά της νεότερης φιλοσοφίας είναι τοπρόβλημα της σχέσης νόησης και είναι πρόβλημα πνεύματος και φύσης και μεταξύ πνεύματος και φύσης... ποιο είναι το πρωταρχικοί το πνεύμα ή η φύση... Ανάλογα με τον τρόπο που απαντούσαν σ' όλο το ερώτημα οι φιλόσοφοι χωρίστηκαν σε δύο μεγάλα στρατόπεδα. Όσοι ισχυρίζονταν ότι το πνεύμα υπήρχε πριν από τη φύση και συνεπώς αναγνώριζαν σε τελευταία ανάλυση τη δημιουργία του κόσμου.....αποτέλεσαν το στρατόπεδο του ιδεαλισμού. Οι άλλοι που θεωρούσαν σαν πρωταρχικά τη φύση, ανήκαν στις διάφορες σχολές του υλισμού». Κάθε άλλη χρησιμοποίηση των εννοιών του (φιλοσοφικού) Ιδεαλισμού και υλισμού οδηγεί απλώς σε σύγχυση. Ο Μαρξ απόρριπτε κατηγορηματικά όχι μόνο τον ιδεαλισμό, που πάντα συνδεόταν έτσι είτε αλλιώς με τη θρησκεία-, αλλά και τη διαδομένη, Ιδιαίτερα στις μέρες μας, άποψη του Χιούμ και του Κάντ, τον αγνωστικισμό, τον κριτικισμό, τον θετικισμό, με τις διάφορες μορφές τους κάθε παρόμοια φιλοσοφία τη θεωρούσε «αντιδραστική» παραχώρηση στον Ιδεαλισμό και στην καλύτερη περίπτωση «ντροπαλή αποδοχή του υλισμού από την πίσω πόρτα και απάρνησή του μπροστά στα μάτια του κόσμου». Βλ. πάνω σ' αυτό το ζήτημα, εκτός από τα αναφερόμενα έργα του Ένγκελς και του Μαρξ, και το γράμμα του τελευταίου προς τον Ένγκελς της 12 του Δεκέμβρη 1868, όπου ο Μαρξ, σημειώνοντας την «πιο υλιστική» απ' ότι συνήθως εκδήλωση του Τ. Χάξλεϋ και την ομολογία του ότι εφόσον «παρατηρούμε και νοούμε κατά τρόπο πραγματικό, δεν μπορούμε ποτέ να εγκαταλείψουμε το χώρο του υλισμού», τον ψέγει ότι ανοίγει  ένα «παραθυράκι» στον αγνωστικισμό, στον χιουμισμό. Ιδιαίτερα πρέπει να σημειωθεί η άποψη του Μαρξ για τη σχέση ανάμεσα στην ελευθερία και την αναγκαιότητα: «τυφλή είναι ή αναγκαιότητα μόνο όσο δεν έχει κατανοηθεί.Ελευθερία είναι η συνείδηση της αναγκαιότητας» (Ένγκελς στο «Άντι—Ντύρινγκ») η αναγνώριση της αντικειμενικής νομοτέλειας της φύσης και της διαλεκτικής μετατροπής της αναγκαιότητας σε ελευθερία (παράλληλα με τη μετατροπή του αγνώστου, όμως γνώσιμου, «πράγματος καθ'εαυτού» σε «πράγμα για μας», της «ουσίας των πραγμάτων» σε «φαινόμενα»).  Ο Μαρξ και ο Ένγκελς θεωρούσαν βασική ανεπάρκεια του «παλιού» υλισμού μαζί και του υλισμού του Φόυερμπαχ (και πολύ περισσότερο του «χυδαίου» υλισμού των Μπύχνερ - Φίχτε - Μολεσότ) το ότι ο υλισμός αυτός ήταν «κατ' εξοχή μηχανιστικός» και δεν έπαιρνε υπόψη του την νεώτερη εξέλιξη της χημείας και της βιολογίας (και στις μέρες μας θα' πρεπε ακόμα να προσθέσουμε: και της ηλεκτρικής θεωρίας της ύλης). Το ότι ο παλιός υλισμός ήταν Ιστορικός, δεν ήταν διαλεκτικός (ήταν μεταφυσικός με την έννοια της αντιδιαλεκτικής), δεν εφάρμοζε με συνέπεια και ολόπλευρα την άποψη της εξέλιξης το ότι ή «ουσία του ανθρώπου» κατανοούνταν απ' αυτούς αφηρημένα κι όχι σαν «σύνολο όλων των κοινωνικών σχέσεων» (καθορισμένων συγκεκριμένα—ιστορικά) και γι' αυτό ο υλισμός αυτός δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να «εξηγεί» τον κόσμο, ενώ το ζήτημα έγκειται στην «αλλαγή» του, με αλλά λόγια δεν καταλάβαινε τη σημασία της «επαναστατικής πραχτικής δράσης».

Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
Τη διαλεκτική του Χέγκελ – την πιο ολόπλευρη, πλουσιότατη σε περιεχόμενο και πολύ βαθιά διδασκαλία· για την εξέλιξη - ο Μαρξ και ο Ένγκελς  τη θεωρούσαν το μεγαλύτερο απόkτημα της κλασικής γερμανικής φιλοσοφίας. Κάθε άλλη διατύπωση της αρχής της ανάπτυξης, της εξέλιξης, τη θεωρούσαν μονόπλευρη, φτωχή σε περιεχόμενο, τη θεωρούσαν παραμόρφωση και διαστροφή της αληθινής πορείας  ανάπτυξης (που συχνά συντελείται με άλματα,, καταστροφές και επαναστάσεις) στη φύση και στην κοινωνία. «Μπορεί να ειπωθεί ότι δ Μαρξ και εγώ ήμασταν οι μόνοι σχεδόν που βάλαμε μπροστά μας το καθήκον να σώσουμε» (από την καταστροφή του ιδεαλισμού, καθώς και του χεγκελιανισμού) «τη συνειδητή διαλεκτική και να τη μεταφέρουμε στην υλιστική αντίληψη της φύσης». «Η φύση είναι η επιβεβαίωση της διαλεκτικής και πρέπει να πούμε οι νεώτερες φυσικές επιστήμες δείχνουν ότι η επιβεβαίωση αυτή είναι ασυνήθιστα πλούσια» (αυτό έχει γραφτεί πριν ανακαλυφτούν το .ράδιο, τα ηλεκτρόνια, η μεταστοιχείωση κλπ.), «που συσσωρεύει καθημερινά ένα σωρό υλικό και αποδείχνει ότι σε τελευταία ανάλυση τα πράγματα στη φύση γίνονται διαλεχτικά και όχι μεταφυσικά».
«Η μεγάλη θεμελιακή ιδέα—γράφει ο Ένγκελς—ότι τον κόσμο δεν πρέπει να τον αντιλαμβανόμαστε σαν σύμπλεγμα από έτοιμα πράγματα, αλλά σαν σύμπλεγμα από προτσές, όπου τα πράγματα, τα φαινομενικά σταθερά, καθώς και οι ιδεατές απεικονίσεις τους στο κεφάλι μας, οι έννοιες, βρίσκονται σε αδιάκοπη αλλαγή, πότε εμφανίζονται και πότε εκμηδενίζονται—η μεγάλη αυτή θεμελιακή ιδέα έγινε,ιδιαίτερα απ' την εποχή του Χέγκελ, σε τέτοιο βαθμό κοινή συνείδηση, που είναι ζήτημα αν θα την αμφισβήτηση κανείς στη γενική της μορφή.
Άλλο πράγμα όμως είναι να την παραδέχεσαι στα λόγια κι' άλλο να την εφαρμογή σε κάθε χωριστή περίπτωση και σε κάθε δοσμένο στόχο ερευνάς». «Για τη διαλεκτική φιλοσοφία τίποτα δεν είναι μια για πάντα καθορισμένο, απόλυτο, Ιερό. Παντού και σε όλα η διαλεκτική φιλοσοφία βλέπει τη σφραγίδα της αναπόφευγης πτώσης και τίποτα δεν μπορεί να σταθεί μπροστά της, έξω από το αδιάκοπο προτσές της γέννησης και της εκμηδένισης έξω από το ατελεύτητο ανέβασμα από μια κατώτερη βαθμίδα σε μια ανώτερη.Και η ίδια δεν είναι παρά μια απλή αντανάκλαση αυτού του προτσές στον σκεπτόμενο εγκέφαλο». Έτσι η διαλεκτική, σύμφωνα με τον Ένγκελς, είναι η «επιστήμη των γενικών νόμων της κίνησης, τόσο του εξωτερικού κόσμου όσο και της ανθρώπινης νόησης».
Αυτή την πλευρά, την επαναστατική, της φιλοσοφίας του Χέγκελ την αποδέχτηκε και την ανάπτυξε ο Μαρξ. Ο διαλεκτικός υλισμός «δεν έχει ανάγκη από καμιά φιλοσοφία που να στέκεται πάνω από τις άλλες επιστήμες». Από την παλιά φιλοσοφία παραμένει μόνο «η διδασκαλία της νόησης και των νόμων της—η τυπική λογική και η διαλεκτική». Η διαλεκτική όμως, στην αντίληψη του Μαρξ, όπως και του Χέγκελ, περικλείνει μέσα της εκείνο που σήμερα ονομάζεται γνωσιοθεωρία, γνωσιολογία, που πρέπει να εξετάζει το αντικείμενο της εξίσου Ιστορικά, μελετώντας και γενικεύοντας την προέλευση και την ανάπτυξη της γνώσης, το πέρασμα από τη μη γνώση στη γνώση.
Στον καιρό μας η Ιδέα της ανάπτυξης, της εξέλιξης, μπήκε σχεδόν ολοκληρωτικά στην κοινωνική συνείδηση, μα μπήκε από άλλους δρόμους, όχι μέσω της φιλοσοφίας του Χέγκελ. Ωστόσο η ιδέα αυτή με τη διατύπωση που της έδωσαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς, στηριγμένη στο Χέγκελ, είναι πολύ πιο ολόπλευρη, πολύ πιο πλούσια σε περιεχόμενο απ' ότι η συνηθισμένη ιδέα της εξέλιξης. Μια ανάπτυξη που φαίνεται σα να επαναλαμβάνει τις βαθμίδες που διάτρεξε, μα τις επαναλαμβάνει διαφορετικά, σε ανώτερη βάση («άρνηση της άρνησης»), μια ανάπτυξη, μπορούμε να πούμε, σπειροειδής και όχι σε ευθεία γραμμή—μια ανάπτυξη αλματοειδής, καταστροφική, επαναστατική—«διακοπές του βαθμιαίου» μετατροπή της ποσότητας σε ποιότητα—εσωτερικά κίνητρα της ανάπτυξης,που προέρχονται από την αντίθεση, από τη σύγκρουση των διαφόρων δυνάμεων και τάσεων που επιδρούν πάνω σ' ένα δοσμένο σώμα ή στα πλαίσια ενός δοσμένου φαινομένου ή μέσα σε μια δοσμένη κοινωνία— αλληλοεξάρτηση και στενότατη αδιάρρηκτη αλληλουχία όλων των πλευρών κάθε φαινομένου (η ιστορία ανακαλύπτει ολοένα και νέες πλευρές), αλληλουχία που μας δίνει το ενιαίο, το νομοτελειακό παγκόσμιο προτσές της κίνησης—αυτά είναι ορισμένα γνωρίσματα της διαλεκτικής, της πιο πλούσιας (από τη συνηθισμένη) σε περιεχόμενο θεωρίας της εξέλιξης. (Βλ. το γράμμα του Μαρξ προς τον Ένγκελς της 8 του Γενάρη 1868, όπου ειρωνεύεται τις «ανιαρές τριχοτομίες» του Στάϊν, που είναι παράλογο να τις μπερδεύει κανείς με την υλιστική διαλεκτική).
Η επίγνωση της ασυνέπειας, της ατέλειας και του μονόπλευρου χαραχτήρα του παλιού υλισμού οδήγησε τον Μαρξ στην πεποίθηση ότι είναι ανάγκη «να εναρμονιστεί η επιστήμη της κοινωνίας με την υλιστική βάση και να ξαναφτιαχτεί πάνω σ' αυτή τη δάση». Αν ο υλισμός γενικά εξηγεί τη συνείδηση ξεκινώντας από το είναι και όχι αντίστροφα, κατά την εφαρμογή του στην κοινωνική ζωή της ανθρωπότητας απαιτούσε να εξηγείται η κοινωνική συνείδηση ξεκινώντας από το κοινωνικό είναι. «Η τεχνολογία—λέει ο Μαρξ («Το Κεφάλαιο», Ι)—αποκαλύπτει την ενεργό στάση του ανθρώπου απέναντι στη φύση, το άμεσο προτσές παραγωγής της ζωής του και μ αυτό τον τρόπο και των κοινωνικών σχέσεων της ζωής του και των πνευματικών παραστάσεων που πηγάζουν απ' αυτές». Στον πρόλογο του έργου του «Κριτική της πολιτικής οικονομίας» ο Μαρξ μας δίνει με τα παρακάτω λόγια μια ολοκληρωμένη διατύπωση των βασικών θέσεων του υλισμού που τον επεκτείνει στην ανθρώπινη κοινωνία και την Ιστορία της.
Στην κοινωνική παραγωγή της ζωής τους οι άνθρωποι έρχονται σε καθορισμένες, αναγκαίες, ανεξάρτητες από τη θέληση τους σχέσεις—σε σχέσεις παραγωγής που αντιστοιχούν σε μια καθορισμένη βαθμίδα ανάπτυξης των υλικών παραγωγικών τους δυνάμεων.
Το σύνολο αυτών των σχέσεων παραγωγής αποτελεί την οικονομική διάρθρωση της κοινωνίας,την πραγματική βάση που πάνω της υψώνεται νομικό και πολιτικό εποικοδόμημα και, στην οποία αντιστοιχούν καθορισμένες μορφές κοινωνικής συνείδησης. Ο τρόπος παραγωγής της υλικής ζωής καθορίζει το κοινωνικό, πολιτικό και πνευματικό προτσές της ζωής γενικά. Δεν είναι η συνείδηση των ανθρώπων που καθορίζει το είναι τους, μα αντίθετα το κοινωνικό είναι τους καθορίζει τη συνείδηση τους. Σε μια ορισμένη βαθμίδα της ανάπτυξης τους οι υλικές παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας έρχονται σε αντίθεση με τις υπάρχουσες σχέσεις παραγωγής ή—ο,τι αποτελεί μοναχά τη νομική έκφραση αυτού ου πράγματος—με τις σχέσεις ιδιοκτησίας, μέσα στις όποιες είχαν κινηθεί ως τώρα. Από μορφές ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων οι σχέσεις αυτές μεταβάλλονται σε δεσμά τους. Τότε έρχεται ή εποχή της κοινωνικής επανάστασης, Με την αλλαγή της οικονομικής δόσης ανατρέπεται, με αργούς ή γρήγορους ρυθμούς, ολόκληρο το τεράστιο εποικοδόμημα. Όταν εξετάζουμε τέτοιες ανατροπές, πρέπει να κάνουμε πάντα διάκριση ανάμεσα στην υλική ανατροπή των οικονομικών όρων της παραγωγής, που μπορούμε να τη διαπιστώσουμε με ακρίβεια φυσικών επιστημών, και στις νομικές, πολιτικές, θρησκευτικές, καλλιτεχνικές ή φιλοσοφικές, με δυο λόγια τις Ιδεολογικές μορφές, με τις όποιες οι άνθρωποι αποχτούν συνείδηση αυτής της σύγκρισης και παλεύουν ως τη λύση της.
Όπως δεν μπορούμε να κρίνουμε ένα άτομο από τη γνώμη που έχει το ίδιο για τον εαυτό του, άλλο τόσοδεν μπορούμε να κρίνουμε μια τέτοια εποχή ανατροπής από τη συνείδηση της. Απεναντίας, τη συνείδηση αυτή πρέπει να την εξηγήσουμε από τις αντιφάσεις της υλικής ζωής, από τη σύγκρουση που συντελείται ανάμεσα στις κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις και τις σχέσεις παραγωγής...«Σε γενικές γραμμές, ο ασιατικός, ο αρχαίος, ο φεουδαρχικός και ο σύγχρονος, ο αστικός τρόπος παραγωγής, μπορούν να χαρακτηριστούν σαν προοδευτικές εποχές του οικονομικού κοινωνικού σχηματισμού» (δηλ. τη σύντομη διατύπωση που δίνει ο Μαρξ στο γράμμα του προς τον Ένγκελς της 7 του Ιούλη 1866: «Η θεωρία μας για τον καθορισμό της οργάνωσης της εργασίας με τα μέσα παραγωγής»)

ΥΛΙΣΤΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ—Η ΠΑΛΗ ΤΩΝ ΤΑΞΕΩΝ
Η ανακάλυψη της υλιστικής αντίληψης της Ιστορίας ή, πιο σωστά, η συνεπής συνέχιση και επέκταση του υλισμού στην περιοχή των κοινωνικών φαινομένων, εξάλειψε δυο βασικές ανεπάρκειες των προηγουμένων ιστορικών θεωριών.
1ο) οι θεωρίες αυτές στην καλύτερη περίπτωση εξέταζαν μόνο τα Ιδεολογικά κίνητρα της Ιστορικής δράσης των ανθρώπων και δεν ερευνούσαν τί είναι εκείνο που γεννάει αυτά τα κίνητρα, δε συνελάμβαναν την αντικειμενική νομοτέλεια της ανάπτυξης του συστήματος των κοινωνικών σχέσεων, δεν έβλεπαν ότι οι σχέσεις αυτές έχουν τις ρίζες τους στο βαθμό ανάπτυξης της υλικής παραγωγής
2ο) οι προηγούμενες θεωρίες δεν έπαιρναν υπόψη τους ίσα—ίσα τη δράση των μαζών του πληθυσμού, ενώ ο Ιστορικός υλισμός έδωσε για πρώτη φορά τη δυνατότητα να ερευνηθούν, με ακρίβεια που χαρακτηρίζει τις φυσικοΐστορικές επιστήμες, οι κοινωνικοί όροι της ζωής των μαζών και οι αλλαγές αυτών των όρων. Η προμαρξική «κοινωνιολογία» και ιστοριογραφία δεν έκαναν στην καλύτερη περίπτωση τίποτε άλλο από το να συσσωρεύουν ακατέργαστα στοιχεία, μαζεμένα αποσπασματικά, και να απεικονίζουν ορισμένες πλευρές του Ιστορικού προτσές.
Ο μαρξισμός έδειξε το δρόμο για μια καθολική, ολόπλευρη μελέτη του προτσές της γέννησης, της ανάπτυξης και της παρακμής των κοινωνικό—οικονομικών σχηματισμών, εξετάζοντας όλες τις αντιφατικές τάσεις στο σύνολο τους, ανάγοντας τες στους όρους ζωής και παραγωγής των διαφόρων τάξεων της κοινωνίας — όρους που μπορούν να καθορισθούν με ακρίβεια — παραμερίζοντας τον υποκειμενισμό και την αυθαιρεσία στο ξεχώρισμα ορισμένων «επικρατέστερων» ιδεών ή στην ερμηνεία τους και αποκαλύπτοντας ότι όλες οι ιδέες και όλες οι διάφορες τάσεις έχουν, χωρίς εξαίρεση, τη ρίζα τους στην κατάσταση των υλικών παραγωγικών δυνάμεων. 0ι άνθρωποι δημιουργούν οι ίδιοι την Ιστορία τους τί είναι όμως εκείνο που καθορίζει τα κίνητρα των ανθρώπων και πιο ειδικά των ανθρώπινων μαζών, τί είναι εκείνο που προκαλεί τις συγκρούσεις ανάμεσα στις αντιφατικές Ιδέες και τάσεις, ποιο είναι το σύνολο όλων αυτών των συγκρούσεων μέσα σε όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες, ποιοί είναι οι αντικειμενικοί όροι της παραγωγής της υλικής ζωής, που δημιουργούν τη βάση όλης της ιστορικής δράσης των ανθρώπων, ποιος είναι ο νόμος ανάπτυξης αυτών των όρων — σε όλα αυτά τα προβλήματα έστρεψε την προσοχή του ο Μαρξ και έδειξε τα δρόμο για την επιστημονική μελέτη της ιστορίας, σαν προτσές ενιαίου, που κυριαρχείται από νομοτέλεια σε όλη την τεράστια πολυπλευρότητα και αντιφατικότητα του.

ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ
Το ότι οι επιδιώξεις ορισμένων μελών μιας κοινωνίας έρχονται σε αντίθεση με τις επιδιώξεις άλλων μελών της, το ότι η κοινωνική ζωή είναι γεμάτη αντιφάσεις, το ότι η ιστορία μας δείχνει την πάλη ανάμεσα στους λαούς και ανάμεσα στις κοινωνίες, καθώς και μέσα στους κόλπους τους, και, εκτός απ' αυτό, και την εναλλαγή των περιόδων επανάστασης και αντίδρασης, ειρήνης και πολέμων, στασιμότητας και γοργής προόδου ή κατάπτωσης—όλ' αυτά είναι γεγονότα πασίγνωστα. Ο μαρξισμόςμας έδωσε το οδηγητικό νήμα, που μας επιτρέπει ανακαλύψουμε τη νομοτέλεια μέσα σ αυτό το φαινομενικό λαβύρινθο και χάος. Το νήμα αυτό είναι η θεωρία της ταξικής πάλης. Μόνο η μελέτη του συνόλου των επιδιώξεων όλων των μελών μιας κοινωνίας ή μιας ομάδας κοινωνιών επιτρέπει να καθοριστεί επιστημονικά το αποτέλεσμα αυτών των επιδιώξεων. Και πηγή των αντιφατικών επιδιώξεων είναι η διαφορά που υπάρχει στη θέση και στους όρους ζωής των τάξεων στις οποίες διασπάται κάθε κοινωνία. «Η ιστορία όλων των ως τα τώρα κοινωνιών—γράφει ο Μαρξ στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» (με εξαίρεση την Ιστορία της πρωτόγονης κοινότητας—προσθέτει αργότερα ο Ένγκελς)—ήταν Ιστορία ταξικών αγώνων. Ελεύθερος και δούλος, πατρίκιος και πληβείος, βαρόνος και δουλοπάροικος, μάστορας και κάλφας, με λίγα λόγια, καταπιεστής και καταπιεζόμενος, βρίσκονταν σε διαρκή ανταγωνισμό μεταξύ τους, διεξήγαγαν έναν αδιάκοπο αγώνα, πότε σκεπασμένο, πότε ανοιχτό, έναν αγώνα που τέλειωνε κάθε φορά με τον επαναστατικό μετασχηματισμό ολόκληρης της κοινωνίας η με την κοινή καταστροφή των τάξεων που αγωνίζονται. Η σύγχρονη αστική κοινωνία, που πρόβαλε μέσα από την καταστροφή της φεουδαρχικής κοινωνίας, δεν εξάλειψε τις ταξικές αντιθέσεις. Άλλαξε απλώς παλιές τάξεις με νέες, τους παλιούς όρους καταπίεσης με νέους, τις παλιές μόρο πάλης με νέες. Ωστόσο η εποχή μας, η εποχή της  αστικής τάξης, ξεχωρίζει (το γεγονός ότι απλοποίησε τις ταξικές αντιθέσεις: η κοινωνία όλο και περισσότερο χωρίζεται σε δυο μεγάλα εχθρικά στρατόπεδα, σε δυο μεγάλες τάξεις που βρίσκονται αντιμέτωπες η μια στην άλλη: στην αστική τάξη και το προλεταριάτο. Από τον καιρό της μεγάλης γαλλικής επανάστασης ή ιστορία της Ευρώπης αποκάλυψε πολύ παραστατικά σε μια σειρά χώρες αυτό το πραγματικό υπό6αθι των γεγονότων, την πάλη των τάξεων. Και ήδη από την εποχή της παλινορθήσεις στη Γαλλία εμφανίστηκαν μια σειρά Ιστορικοί (Τιερί, Γκιζό, Μινιέ, Τιέρ που γενικεύοντας τα γεγονότα που συντελέστηκαν, δεν μπορούσαν παρά να αναγνωρίσουν ότι η πάλη των τάξεων είναι το κλειδί για την κατανόηση ολόκληρης της ιστορίας της Γαλλίας. Η νεότερη εποχή όμως, η εποχή της πλέριας νίκης της αστικής τάξης, των αντιπροσωπευτικών θεσμών, του πλατιού (αν όχι καθολικού) εκλογικού δικαιώματος, του φτηνού καθημερινού τύπου που φτάνει στις μάζες κλπ., η εποχή των ισχυρών και όλο και πιο πλατιών ενώσεων των εργατών και των ενώσεων των επιχειρηματιών κλπ, έδειξε ακόμα πιο παραστατικά (α και κάποτε με μορφή πολύ μονόπλευρη, «ειρηνική», «συνταγματική») ότι κινητήρας των γεγονότων είναι η πάλη των τάξεων. Το παρακάτω χωρίο από το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» του Μαρξ μας δείχνει ότι ο Μαρξ απαιτούσε από την κοινωνική επιστήμη μιαν αντικειμενική ανάλυση της θέσης κάθε τάξης στη σύγχρονη κοινωνία, σε σύνδεση με την ανάλυση των ορών ανάπτυξης κάθε τάξης:
«Απ' όλες τις τάξεις, που τούτη τη στιγμή βρίσκονται αντιμέτωπες με την αστική τάξη, μόνο το προλεταριάτο είναι τάξη πραγματικά επαναστατική. Οι άλλες τάξεις χάνονται κι' εξαφανίζονται με την ανάπτυξη της μεγάλης βιομηχανίας αντίθετα το προλεταριάτο είναι το πιο δικό της προϊόν, 0ι μεσαίες τάξεις, ο μικροβιομήχανος, ο μικροέμπορος, ο χειροτέχνης, ο αγρότης, όλοι τους πολεμούν την αστική τάξη, για να σώσουν την ύπαρξη τους από τον αφανισμό σαν μεσαίες τάξεις. Συνεπώς, δεν είναι επαναστατικές αλλά συντηρητικές. Κάτι παραπάνω είναι αντιδραστικές: προσπαθούν να γυρίσουν προς τα πίσω τον τροχό της ιστορίας. Και όταν είναι επαναστατικές, αυτό γίνεται εφόσον βρίσκονται μπροστά στο επικείμενο πέρασμα τους στις γραμμές του προλεταριάτου, εφόσον υπερασπίζουν όχι τα σημερινά, άλλά τα μελλοντικά του συμφέροντα, έφ' όσον εγκαταλείπουν τη δική τους άποψη για να πάνε με την άποψη του προλεταριάτου».
Σε μια σειρά Ιστορικά έργα ο Μαρξ έδωσε λαμπρά και βαθυστόχαστα πρότυπα υλιστικής ιστοριογραφίας, ανάλυσης της θέσης κάθε τάξης χωριστά και κάποτε των διαφόρων ομάδων ή στρώματος μέσα στην τάξη, δείχνοντας εξόφθαλμα γιατί και πώς «κάθε ταξική πάλη είναι πάλη πολιτική». Το απόσπασμα που παραθέσαμε δείχνει παραστατικά πόσο σύνθετο είναι το δίχτυ των κοινωνικών σχέσεων και των μεταβατικών βαθμίδων από τη μια τάξη στην άλλη, από το παρελθόν στο μέλλον, που αναλύει ο Μαρξ για να υπολογίσει τη συνισταμένη της ιστορικής εξέλιξης.

Η πιο βαθιά, ολόπλευρη και λεπτομερειακή επιβεβαίωση και εφαρμογή της. θεωρίας του Μαρξ είναι η οικονομική του διδασκαλία.
«Τελικός σκοπός του έργου μου—λέει ο Μαρξ στον πρόλογο του «Κεφαλαίου»—είναι η αποκάλυψη του οικονομικού νόμου κίνησης της σύγχρονης κοινωνίας», δηλαδή της καπιταλιστικής, της αστικής κοινωνίας. (Η έρευνα των σχέσεων παραγωγής της δοσμένης, ιστορικά καθορισμένης, κοινωνίας στη γέννηση, την ανάπτυξη και την παρακμή τους—αυτό είναι το περιεχόμενο της οικονομικής διδασκαλίας του Μαρξ. Στην καπιταλιστική κοινωνία κυριαρχεί ή παραγωγή εμπορευμάτων γι' αυτό και ο Μαρξ αρχίζει την ανάλυση του από την ανάλυση της εμπορευματικής παραγωγής.


ΑΠΟ : ISKRA

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου